Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2013

Τον «μέσο Έλληνα» βαθιά κατάλαβέ τον…


















Οι ικανότητές του άρχισαν να φαίνονται από τότε που έγραφε στη «μαύρη τρύπα» του. Και όταν άρπαξε την «ευκαιρία του» (αυτή που, όπως σου μάθανε,  «προσφέρει» το σύστημα  και την εκμεταλλεύεσαι αν είσαι  «ικανός» και  «ξύπνιος»)  και έγινε εκδότης «τρανός» και δεν είχε να ζηλέψει τίποτα από τους ανταγωνιστές του, δεν ξέχασε την «καταγωγή» του.

 Εγκατέλειψε την «τρύπα» του βέβαια, δεν συνέβηκε όμως το ίδιο και με το «μαύρο»  που τον είχε βάψει, από τότε,  ανεξίτηλα.


Εισάγοντας την απαραίτητη «τεχνογνωσία» ο πανέξυπνος «κομιστής» έστησε την φυλλάδα του με τρόπο αριστοτεχνικό και άκρως ελκυστικό. 


Και οι αναγνώστες συνέρευσαν κατά χιλιάδες  
(κρεμάμενοι από τα γυαλιστερά χαρτόνια των σιντί  και τα «εκπτωτικά κουπόνια»), όπως οι  μέλισσες ελκύονται από τα φανταχτερά χρώματα των λουλουδιών, αγνοώντας ή αδιαφορώντας στην αρχή αν, «ωφελούμενοι» από  την έκπτωση στην αγορά ενός χρωμοσαμπουάν και δυο κιλών πατάτες Αιγύπτου, έκαναν έκπτωση στις όποιες αρχές και στην  όποια συνείδησή τους.



Δεν ήταν μόνο οι «προσφορές» ελκυστικές. 


«Προσφορές» έκαναν και οι ανταγωνιστές. 
Ήταν και η «ύλη» της φυλλάδας τέτοια, και σερβιρισμένη με τον κατάλληλο, «επαγγελματικό» τρόπο, που συμβάδιζε με την εποχή του, 
που έφερε τον «κομιστή» στην «κορυφή της επιτυχίας». 

Ρομάντζα, 
πορτραίτα «διασήμων» και «επιτυχημένων» επιχειρηματιών,  
«γκόσιπ» και βαρύγδουποι τίτλοι και πολλές «έγχρωμες» εικόνες και «παπαράτσι», και «ροζ», και  «τσοντούλα» (όταν δεν έφτανε το «ροζ») 
και ανάμεσα σε όλα αυτά οι «σοβαρές» πολιτικές αναλύσεις των εκδοτών και τα άρθρα των «ανεξάρτητων» δημοσιογράφων γραμμένα σε γλώσσα  «απλή» και «οικεία»,  «κατανοητή» από τον «μέσο αναγνώστη». 

Όλα αυτά έφτιαξαν μια φυλλάδα «ελκυστική» για τον «μέσο Έλληνα», 
αυτόν που δεν είναι «για πολλά», 
που ρέπει προς την αυτοϊκανοποίηση 
και που θέλει να διαβάσει κάτι για «να χαλαρώσει» ή να «ξεχαστεί», 
όταν «μια Κυριακή του μένει, διάολε, για να ξεκουραστεί» 
από την ένταση της υπόλοιπης βδομάδας.



Ο «κομιστής» στήριξε με όλες του τις «δυνάμεις» αυτό το εγχείρημα (και όχι μόνο για «βιοποριστικούς» λόγους…), αν και σήμερα πια μπορεί κανείς να πει με σιγουριά πως (η φυλλάδα του) φώλιασε για τα καλά στον σάπιο εγκέφαλο του «μέσου Έλληνα» και «γεννάει» χωρίς σταματημό.


 Εκτός από τις «οικονομίες μιας ζωής» (όπως ο ίδιος  είπε κάποτε) που έριξε εκεί, «αναγκάστηκε» να πιάσει και δεύτερη δουλειά, στην τηλεόραση.

 Έτσι, ακολουθώντας την τακτική άλλων ομοίων του «στον χώρο των μίντια», η εκπομπή του έστελνε πελάτες στη φυλλάδα και η φυλλάδα τηλεθεατές  -άρα ευρώ- στον τηλεοπτικό σταθμό. 

Εκπομπή στο ίδιο μοτίβο, βασισμένη στις ίδιες «αρχές».
 «Χαβαλές», 
γρήγορη εναλλαγή εικόνων,
 βίντεο, 
«ξέκωλλα», 
συζήτηση «φιλική» και «χαλαρωτική», 
κάτι δηλαδή σαν την πραγματική παρέα του «μέσου Έλληνα».



Όμως ο «κομιστής»  έβλεπε πιο μπροστά. 

Και δεν άργησε η ώρα του πόρταλ. 

Μη ρωτάτε για τη συνταγή…η ίδια. 
Ομάδα που κερδίζει δεν αλλάζει - απαράβατος όρος. 

Οι «πρωτιές» τον δικαίωσαν. 
«Πρώτος» σε κυριακάτικα φύλλα, 
«πρώτος» σε τηλεθέαση,
 «πρώτος» σε «κλικ».



Και ο «μέσος Έλληνας» αναγνώστης-τηλεθεατής να «χορταίνει» με τον αμύθητο πλούτο των «επιτυχημένων» που σέρβιρε ο «κομιστής». 


Να ονειρεύεται πως μια μέρα ίσως ανέβει κι αυτός ένα σκαλοπάτι  στην  «κοινωνική καταξίωση» και να σιχτιρίζει το ριζικό του που δεν γεννήθηκε τόσο «έξυπνος» για να βρίσκεται αυτός στα «ιλουστρασιόν σαλόνια» της. 

Να του φυτεύουν την άποψη πως για την «άσχημη κατάσταση» φταίνε οι «ανίκανοι» και «πουλημένοι» και «διεφθαρμένοι» πολιτικοί. 

Να αναθεματίζει λοιπόν τους «300», 
να βρίζει το «ΠΑΜΕ» που «κάνει απεργίες» 
και «κλείνει τα εργοστάσια» και «διώχνει τα καράβια». 

Να κυνηγάει τους «λαθρομετανάστες» που του «κλέβουν τη δουλειά». 

Να βγάζει φλύκταινες   στη θέα κομμουνιστών 
που ξέμειναν στη γη «από την εποχή των σπηλαίων». 

Να τρέμει μην τυχόν και «διαταραχτεί» η «πολιτική σταθερότητα», αλλά και να ονειρεύεται «αυτούς» που θα «μπορέσουν να βάλουν τάξη» και να «καθαρίσουν τη σαπίλα» χωρίς «κοινοβουλευτικές ευγένειες», με «τσαμπουκά» και «πυγμή»...



Και σιγά σιγά τους βρήκε. 


Ήταν κρυμμένοι πίσω από τις έγχρωμες φωτογραφίες με τα κότερα και τις σαμπάνιες της φυλλάδας. Πίσω από τα «ρεπορτάζ»  και τις «αναλύσεις». Ξεπρόβαλλαν σαν μυρμήγκια στα σχόλια  του πόρταλ. 

Μπερδεύονταν ανάμεσα στις τυπωμένες και τις ψηφιακές λέξεις και τρύπωναν (στα  κλεφτά στην αρχή) στον κενό εγκέφαλό του. 
Και θρόνιασαν εκεί μέσα με τον καιρό  και πολλαπλασιάστηκαν
 όπως οι μύκητες στον σάπιο καρπό.  

Και όταν ο φασισμός κυριάρχησε στη σαπίλα του εγκεφάλου του, ο «μέσος Έλληνας» πήρε τους φασίστες από το χέρι, τους άνοιξε την πόρτα και τους καλωσόρισε στο «ναό της δημοκρατίας» του.


Όταν οι «Ελληναράδες» βουλευτές με τα μαύρα έκαναν ντου και ποδοπατούσαν τους «λάθρους» ανάμεσα στους χαρτονένιους πάγκους τους, 

οι «μέσοι Έλληνες» επιδοκίμαζαν  
πως «αν δεν μπορεί το κράτος να βάλει τάξη, επιτέλους,
 κάποιοι άλλοι μπορούν!». 

Όταν βγήκαν τα χρυσαυγήτικα μαχαίρια και έστειλαν στον άλλο κόσμο τους πρώτους «λάθρους» οι «μέσοι Έλληνες» επιδοκίμαζαν, 
αλλά συνιστούσαν και «λίγη αυτοσυγκράτηση», γιατί «ρε παιδιά μας βλέπουν». 

Όταν ο ψευτοπαλικαράς βουλευτής με το τρεμάμενο βλέμμα  πλάκωσε στις μπουνιές την Κανέλλη,  Ω ΘΕΕ ΤΗΣ «ΜΕΣΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ»! πόσοι «μέσοι Έλληνες» πλημμύρισαν  τις τηλεοπτικές κερκίδες της αρένας ζητωκραυγάζοντας αυτοϊκανοποιούμενοι για το «παλικάρι», 
και ας την «έκανε» με ελαφρά πηδηματάκια για να κρυφτεί στο λαγούμι του. Άλλωστε λεβέντης είναι, «όχι μαλάκας». 

Οι ίδιες επιδοκιμασίες όταν οι φουσκωτοί σαν μπαλόνια βουλευτές με τα μαύρα έκλειναν θέατρα, βρίζοντας χυδαία «ον κάμερα». 

Οι ίδιες επιδοκιμασίες όταν ναζιστικές  θρασύδειλες χρυσαυγήτικες αγέλες έκαιγαν μαγαζιά ή υπόγεια οικονομικών μεταναστών. 

Όταν τρομοκρατούσαν συνοικίες,
 όταν συγκέντρωναν αίμα μόνο για -«μέσους»- Έλληνες,
 ή μοίραζαν σακούλες με ρύζι και μακαρόνια –μόνο σε «μέσους Έλληνες».



Τέτοια «δραστηριότητα»  -εντός και εκτός κοινοβουλίου- δεν μπορούσε να μείνει χωρίς «προβολή». Τα κανάλια της «ενημέρωσης» έσπευσαν να  καλέσουν στα στούντιο τους φασίστες. Η εκπομπή του «κομιστή» τους έβγαλε πρώτο τραπέζι. 


Χαλαρά και «ανθρώπινα». 
Και πάντα στο όνομα της «δημοκρατίας»: 
«τι έχεις να πεις που σε κατηγορούν…».
 Λόγος και αντίλογος. 

Και ο «μέσος Έλληνας» αναγνώστης-τηλεθεατής, που κάποια στιγμή άρχισε να «μουδιάζει» με αυτά που έβλεπε να κάνουν τα «παιδιά», και να «μπερδεύεται» λίγο με τη βία, τους καπνούς και το αίμα, με τη βοήθεια της τηλεόρασης (που δεν ξέρει πώς κλείνει αφού ο πωλητής από τον οποίο την αγόρασε δεν του έδειξε), ξεδιάλυνε μέσα τους τις όποιες «αμφιβολίες». 

Είδε πως τα «παιδιά» τα χουν παρεξηγήσει, 
δεν είναι τελικά τόσο κακοί όσο λένε, απλά έχουν το «δικό» τους στυλ. 

Εξάλλου, για να τους «βγάζουν» και τα κανάλια, που κάθε μέρα προειδοποιούν για την «πολιτική σταθερότητα» -άρα  τη «δημοκρατία»- δεν είναι κακοί.



Οι  χρυσαυγήτικες ύαινες   με τον καιρό πολλαπλασιάστηκαν. 

Οι αγέλες τους πλήθυναν. 

Όταν χτύπησαν τους κομμουνιστές στο Πέραμα 
ο «μέσος Έλληνας» κλονίστηκε ξανά. 
Γιατί ως γνωστόν ο «μέσος Έλληνας» είναι σταθερός στην ιδεολογία του 
(η οποία του δίνει τη δυνατότητα να ανεβάζει και να κατεβάζει κυβερνήσεις). 

Στο Πέραμα από τύχη (ατυχία για τις πληρωμένες από τους εργολάβους και τους εφοπλιστές χρυσαυγήτικες ύαινες) δεν υπήρξαν νεκροί. 

«Συμπλοκές ακροδεξιών με αριστερούς» είδαν τα κανάλια της «ενημέρωσης», και φυσικά και η φυλλάδα του «κομιστή». Έτσι ο «μέσος Έλληνας» ησύχασε και πάλι, αφού έστειλε κάμποσα «γαλλικά» για χαιρετίσματα στους κομμουνιστές καταχτητές του Περάματος, που ζήτημα χρόνου είναι να απελευθερωθεί από τη χρυσή αυγή και να επιστρέψουν τα καράβια των εφοπλιστών «μας» στη Ζώνη...



Όμως οι ύαινες δεν χορταίνουν αν δεν σκοτώσουν. 

Και σκότωσαν ύπουλα (ως ύαινες) και άνανδρα (ως αγέλη) 
τον αντιφασίστα  καλλιτέχνη Παύλο Φύσσα. 
Ο «μέσος Έλληνας» πάγωσε. 
Δεν ήξερε τι να υποθέσει. 

Άναψαν τα πληκτρολόγια. 
«Για ποδοσφαιρικές διαφορές» ο φόνος, έγραφε η (ηλεκτρονική) φυλλάδα του «κομιστή». Το ίδιο έλεγαν και τα κανάλια της «ενημέρωσης». Ουφ! πήρε ανάσα ο «μέσος Έλληνας». Για λίγο όμως. 

Γιατί αυτό που είδε την επόμενη μέρα δεν το χώραγαν ούτε τα μάτια του, ούτε ο σάπιος εγκέφαλός του. Η φυλλάδα του αδίστακτου  φασίστα «κομιστή», να έχει στην πρώτη σελίδα της τη φωτογραφία του ετοιμοθάνατου Παύλου και πιο κάτω να καταφέρεται εναντίον του δολοφόνου, που μέχρι πριν λίγο «δεν ήταν χρυσαυγίτης», αλλά  «καλός γείτονας» και «επιφανής οικογενειάρχης». 

Ακριβώς με αυτές τις λέξεις: 
 «Ο φωτογραφικός φακός απαθανατίζει τον 34χρονο καλλιτέχνη λίγο μετά αφότου δέχεται τη μαχαιριά από το δολοφονικό χέρι του μέλους των «Ταγμάτων Ασφαλείας» της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής».



Ναι, η φασιστική φυλλάδα του «κομιστή» «έβγαλε» τη ματωμένη φωτογραφία, δολοφονώντας για δεύτερη φορά  τον Παύλο. 


Η φασιστική φυλλάδα του «μέσου Έλληνα» αναγνώστη έγραψε για «Τάγματα Ασφαλείας της νεοναζιστικής Χρυσής Αυγής». 
Η φασιστική κωλοφυλλάδα που επώασε τα αυγά του νεοναζισμού,
 που διαπαιδαγώγησε νεοναζιστικές συνειδήσεις, στο «πρώτο αίμα»… «κάρφωσε» τα «πουλέν» της. 



Πότε; 

Όταν πλημμύρισαν οι δρόμοι από αντιφασίστες διαδηλωτές. 
Όταν εκατοντάδες σωματεία και φορείς καταδίκασαν το έγκλημα και τη ναζιστική χρυσαυγήτικη συμμορία που το οργάνωσε και το εκτέλεσε. 

Όταν η κατακραυγή άρχισε να αποχτά διαστάσεις που δεν μπορούσαν να «ελέγξουν» ο «κομιστής» και η υπόλοιπη φάρα των «μιντιαρχών». 

Τώρα «θυμήθηκαν» όλοι αυτοί τον φασισμό! 

Τώρα καταδικάζουν αυτούς που μέχρι χτες πούδραραν στα στούντιό τους 
και μόστραραν στις κάμερές τους. 

Φοβούνται μήπως το αίμα του Παύλου στάξει στα παχιά χαλιά των γραφείων τους, μη λερώσει τα «καθαρά» στούντιό τους.Τρέμουν μη λεκιαστούν.



Όχι, δεν ανακάλυψαν αυτοί τώρα το φασισμό που δήθεν καταδικάζουν. 


Δεν μιλούν και δεν γράφουν για τις αιτίες (τα αφεντικά τους) που τον γεννούν, για τα μέσα (τη «δουλειά» τους) που τον αναπαράγουν, 
για τους τρόπους που πραγματικά θα εξαφανιστεί (όταν οι ίδιοι  χάσουν τα αφεντικά και τη «δουλειά» τους). Γιατί ο φασισμός τους γοητεύει. 

Τους δίνει δύναμη και κύρος απέναντι στον «μέσο Έλληνα» αναγνώστη-τηλεθεατή τους.  Τους κάνει να φαίνονται «μεγαλύτεροι» στο γυαλί ή στο εξάστηλο. Γιατί σήμερα που «έσφιξαν τα γάλατα» τον χρειάζονται τον φασισμό. Για να συνεχίσουν τα αφεντικά τους να είναι αφεντικά και οι ίδιοι να χρυσοπληρώνονται.



Για να συνεχίσουν να βγάζουν φουρνιές «μέσων Ελλήνων» εξοικειωμένων με τον φασισμό, που θα ανεβάζουν και  θα κατεβάζουν κυβερνήσεις, ή θα ανεχτούν (γιατί όχι, όταν θα το επιβάλλει  το «καλό της πατρίδας»;) στο μέλλον καθαρά φασιστικές «κυβερνήσεις». Και να διαιωνίζεται το σύστημα της εκμετάλλευσης. Έτσι νομίζουν…




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου