Πέμπτη 3 Μαρτίου 2022

Προς το παρόν ο πρωθυπουργός περιορίζεται να χαρακτηρίζει την οξεία κρίση της ακρίβειας ως «το τίμημα που πρέπει να καταβάλουμε στον αγώνα για την ελευθερία» και δεσμεύεται ότι η κυβέρνηση «δεν θα κρύψει τις συνέπειες της κρίσης» και «θα τις διαχειριστεί».




H κατάσταση που περιγράφουν oι traders στις διεθνείς αγορές πετρελαίου και εμπορευμάτων είναι «χαοτική». 

Το τσουνάμι των δυτικών κυρώσεων κλονίζει ήδη την ρωσική εξαγωγική και εφοδιαστική αλυσίδα, οι μαζικές αποεπενδύσεις από την Ρωσία στις οποίες προχωρούν οι πολυεθνικοί ενεργειακοί κολοσσοί όπως η Shell, η BP και η Exxon Mobil, και το μπλακ άουτ στο θαλάσσιο εμπόριο λόγω του αποκλεισμού της Μόσχας από τα δυτικά λινάμια διαμορφώνουν συνθήκες «τέλειας καταιγίδας».

Με δεδομένο ότι η Ρωσία καλύπτει το 10% της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου και, μαζί με την Ουκρανία, δίνει το 29% των παγκόσμιων εξαγωγών σταριού, η εικόνα αυτή μεταφράστηκε μόνον το τελευταίο 24ωρο σε νέα έκρηξη της τιμής του πετρελαίου στα 113,9 δολάρια το βαρέλι, σε εκτίναξη της τιμή του σταριού σε ρεκόρ 14 ετών, και σε νέο άλμα του αλουμινίου και του νικελίου σε ιστορικά υψηλά.

Από τις αρχές του χρόνου μέχρι σήμερα η αύξηση στις διεθνείς τιμές του πετρελαίου ξεπερνά πια το 40%. 

Το αμερικανικό αργό ανέβηκε κατά 9 δολάρια μέσα σε μία ημέρα κι έφθασε στα 112,5 δολάρια το βαρέλι, ενώ η τιμή του σταριού μέσα σε μία εβδομάδα έχει  αυξηθεί κατά 80 ευρώ ο τόνος. 

Μόνον από  την Παρασκευή μέχρι σήμερα το σιτάρι έχει αυξηθεί κατά 60 ευρώ ο τόνος και έχει ξεπεράσει τα 350 ευρώ – εξ ου, και η δραματική προειδοποίηση του ΟΗΕ για απειλή αποσταθεροποίησης της παγκόσμιας επισιτιστικής αλυσίδας την ώρα που ήδη υπάρχουν 276 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλον τον πλανήτη οι οποίοι είναι αντιμέτωποι με οξεία πείνα.

Στην Ευρώπη το πρώτο μόνον αποτύπωμα αυτής της νέας κρίσης μεταφράστηκε σε νέο άλμα του πληθωρισμού τον Φεβρουάριο, ενώ ειδικά στην Ελλάδα ο δείκτης τιμών καταναλωτή ίπταται πια στο 6,3%.

 Οι προβλέψεις για το επόμενο διάστημα είναι από αβέβαιες έως σκοτεινές, το οικονομικό επιτελείο βαδίζει κυριολεκτικά στα τυφλά αναζητώντας διόδους ισορροπίας ανάμεσα στην δημοσιονομική σταθερότητα και την ανάγκη να στηριχθούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις που ασφυκτιούν από τον ίλιγγο των ανατιμήσεων σε ενέργεια και τρόφιμα, και όλες οι προσδοκίες της κυβέρνησης έχουν εναποτεθεί σε μια έκτακτη ενίσχυση από τα ευρωπαϊκά ταμεία.

Εδώ, οι τελευταίες πληροφορίες από τις Βρυξέλλες λένε ότι η Κομισιόν την επόμενη εβδομάδα θα ανακοινώσει πράγματι ένα νέο πακέτο πανευρωπαϊκών μέτρων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης – θεωρείται όμως εξαιρετικά δύσκολο αυτά τα μέτρα να περιλαμβάνουν και το «κοινό ταμείο στήριξης» που έχει ζητήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στα πρότυπα του Ταμείου Ανάκαμψης. 

Θέμα χρόνου θεωρείται επίσης και η ανακοίνωση της παράταξης της ρήτρας ευελιξίας και για το 2023 – προοπτική, που σημαίνει ότι η Ελλάδα θα κερδίσει έναν ακόμη χρόνο αυξημένων δημοσιονομικών περιθωρίων πριν αναγκαστεί να επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα.

Παραμένει άγνωστο, ωστόσο, το πώς σχεδιάζει να αξιοποιήσει η κυβέρνηση αυτά τα περιθώρια. 

Προς το παρόν ο πρωθυπουργός περιορίζεται να χαρακτηρίζει την οξεία κρίση της ακρίβειας ως «το τίμημα που πρέπει να καταβάλουμε στον αγώνα για την ελευθερία» και δεσμεύεται ότι η κυβέρνηση «δεν θα κρύψει τις συνέπειες της κρίσης» και «θα τις διαχειριστεί». 

Η έως τώρα διαχείριση όμως, πέραν των περιορισμένων επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ρεύματος, εξαντλείται στην τροπολογία Γεωργιάδη για πλαφόν στα περιθώρια κέρδους στα καύσιμα και στην ανακοίνωση Μητσοτάκη για «πάγωμα» των πλειστηριασμών. 

Ως προς το πρώτο, παράγοντες της αγοράς λένε ότι η ανακούφιση για τους καταναλωτές θα είναι σχεδόν μηδαμινή διότι τα περιθώρια κέρδους όλων των εμπλεκόμενων στην εμπορία καυσίμων δεν υπερβαίνουν τα 10 λεπτά το λίτρο – οι μεγάλες επιβαρύνσεις έρχονται από τους φόρους που εξακολουθούν να μην μειώνονται. 

Ως προς το δεύτερο, ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι το «πάγωμα» των πλειστηριασμών δεν αφορά παρά μόνον 3.000 ακίνητα σε σύνολο 435.000 «κόκκινων» δανειοληπτών.

Η επόμενη παρέμβαση αναμένεται να έρθει με την διανομή του λεγόμενου «δώρου Πάσχα» - του βοηθήματος προς τα νοικοκυριά με τα χαμηλότερα εισοδήματα, για την οποία οι τελευταίες πληροφορίες φέρουν την κυβέρνηση να εξετάζει διεύρυνση των δικαιούχων. 

Όλα αυτά τα μέτρα ωστόσο ελάχιστα αγγίζουν, κι ακόμη λιγότερο ανακουφίζουν την ευρύτερη μικρομεσαία τάξη, η οποία σηκώνει πλέον το μεγαλύτερο βάρος και της τρίτης βαθιάς οικονομικής κρίσης της τελευταίας δεκαετίας, μετά από την κρίση των μνημονίων και της πανδημίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου