Το χειρότερο που μπορεί κάποιος να επισημάνει στη δυσώδη υπόθεση του Λιγνάδη είναι η απόπειρα του ίδιου και του πολιτικο-κοινωνικού κατεστημένου που τον στηρίζει, να ιδεολογικοποιήσουν μια υπόθεση του κοινού ποινικού δικαίου με τεράστια ηθική απαξία και να την μετατρέψουν σε φρονηματική αντιπαράθεση.
Μια μάχη των "εθνικοφρόνων, οπαδών του αρχαίου κάλλους και ταλαντούχων" εναντίον "αριστερών, ομοφυλόφιλων και μετρίων".
Από τις -συνήθεις- χυδαιότητες της υπεράσπισης εναντίον των θυμάτων μέχρι την αναπάντητη κυβερνητική συγκάλυψη δύο εβδομάδων και τον ουρανομήκη ισχυρισμό ότι κάποιος μπορεί να βιάζει ανήλικα αρκεί να μην διακινδυνεύει την -ανύπαρκτη- επένδυση στο Ελληνικό, ένα ολόκληρο σύστημα συμφερόντων οχυρώθηκε πίσω από μια παρωχημένη "ιδεολογική υπεροχή".
Ο Λιγνάδης επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί με τις διαστάσεις ενός "αρχέτυπου" νεοέλληνα που κατασκευάστηκε σε περασμένες δεκαετίες και συμβόλιζε τον εκρηκτικό αμοραλισμό της επίπλαστης ευμάρειας αλλά γκρεμίστηκε από τη στοιχειώδη ηθική αντίσταση της κοινωνίας.
Άλλωστε, το Μαξίμου επιχειρεί να πουλήσει το αφήγημα του "σημιτικού εκσυγχρονισμού" με το ίδιο ακριβώς μιντιακό και πολιτικό προσωπικό που το έκανε πριν από δεκαετίες αλλά αφού ο χρόνος το έφθειρε κατά ένα τέταρτο του αιώνα.
Μπορεί κάποια στιγμή να πέρασε η ψευδαίσθηση σε ψηφοφόρους που παίρνουν 500 ή 700 ευρώ και αισθάνονται κοσμικές περσόνες των βορείων προαστίων του "ορθόδοξου ΠΑΣΟΚ", στην περίπτωση Λιγνάδη όμως απέτυχαν.
Την ανεπάρκεια της κυβέρνησης, των διωκτικών αρχών και των κυρίαρχων ΜΜΕ που θα οδηγούσαν σε πλήρη συγκάλυψη, όπως πολλές φορές στο παρελθόν, κατάφεραν να υπερκεράσουν δυνάμεις που ήταν έξω από τη "χαρτογράφηση".
Τα κοινωνικά δίκτυα που, παρά την "σιωπή" των άλλοτε λαλίστατων συντηρητικών, ανέδειξαν την ηθική απαξία των πράξεων που αποδίδονται στο Λιγνάδη, στο πλαίσιο του γενικευμένου κινήματος αποκαλύψεων που σηματοδότησε η Σοφία Μπεκατώρου.
Ένα σωματείο ηθοποιών με μια λαμπρή ηγεσία αλλά και εκφραστής μιας καθολικής αντίδρασης του καλλιτεχνικού κόσμου.
Και κάποιες "πρωινατζούδες" της τηλεόρασης που σε αντίθεση με τους "σοβαρούς" δημοσιογράφους που συγκάλυψαν χυδαία, "πάτησαν γκάζι" και χειρίστηκαν με εντυπωσιακή επάρκεια την υπόθεση, φώτισαν όλες τις πτυχές και ακύρωσαν κάθε προσπάθεια να "ξεπλυθεί" ο Λιγνάδης.
Αυτή η εμφατική "εκδίκηση της ξανθιάς", είναι κάτι που συνεχίζει να απασχολεί το δημοσιογραφικό κόσμο καθώς τα δελτία ειδήσεων χειρίστηκαν την υπόθεση με κοσμική ελαφρότητα ενώ οι πιο γνωστές "κοσμικές" εκπομπές έδωσαν διαπιστευτήρια και προκάλεσαν σοβαρές πολιτικές εξελίξεις.
Η προσπάθεια Μητσοτάκη να επιχειρήσει ρελάνς στη Βουλή κρίνεται εκ του αποτελέσματος αποτυχημένη.
Η δε, πιθανολογούμενη από διάφορες πλευρές, πρόθεση για επιβολή περιορισμών στα social media που θα συνδυαζόταν με το αφήγημα περί "βούρκου του δημόσιου διαλόγου" , πήγε προσωρινά πίσω, προφανώς γιατί κάποιος θα σκέφτηκε πόσο καταστροφικό θα ήταν η απόπειρα λογοκρισίας να ταυτιστεί με μια υπόθεση παιδεραστίας.
Ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι όποτε αποφασιστεί κάτι τέτοιο, ίσως σημάνει την αρχή του τέλους μιας κυβέρνησης.
Αν η ΝΔ διαχώριζε τη θέση της από το Λιγνάδη από την πρώτη στιγμή, παρά την αντικειμενική πολιτική ευθύνη της επιλογής του, δεν θα υπήρχε κάποιο μείζον πολιτικό ζήτημα σήμερα.
Κάθε νοήμων πολίτης με στοιχειώδη πολιτική συγκρότηση αναρωτιέται γιατί δεν έγινε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου