Σε πολιτικό επίπεδο ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έβαλε τις δικές του διαχωριστικές γραμμές, και τα δικά του πολιτικά (και εκλογικά) διλήμματα απέναντι σε εκείνα της κυβέρνησης, σε μια εξαιρετικά κρίσιμη εθνική και γεωπολιτική συγκυρία.
Ηταν κάθετος στην καταδίκη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία – «η Ρωσία», είπε, «επιλέγει μια ωμή παραβίαση του διεθνούς δικαίου, το αιματοκύλισμα» -, αλλά και καθαρά αντίθετος στο νέο δόγμα του «προκεχωρημένου φυλακίου του ΝΑΤΟ» που, όπως τόνισε, προωθεί η κυβέρνηση.
Χαρακτήρισε «επιπόλαιη» την απόφαση για αποστολή στρατιωτικού υλικού στην Ουκρανία, είπε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης επικαλείται τον καραμανλισμό αλλά ακολουθεί δόγμα Παπάγου – συνολικά όμως επέλεξε να αποφύγει τους σκληρούς πολωτικούς τόνους στο πεδίο της εθνικής ασφάλειας.
Αντί αυτού, αιτιολόγησε την κριτική του στους κυβερνητικούς χειρισμούς επιχειρώντας μια δεύτερη ανάγνωση των γεωπολιτικών εξελίξεων και θέτοντας δύο βασικά ζητήματα:
Το γεγονός ότι η Ελλάδα εμφανίζεται «βασιλικότερη του βασιλέως» την ώρα που η αναθεωρητική Τουρκία με την στάση του επιτήδειου ουδέτερου αναβαθμίζει τον γεωπολιτικό της ρόλο στην περιοχή, καθώς και τον κίνδυνο να χάσει η χώρα μας διπλωματικό έδαφος στις εξελίξεις της επόμενης μέρας εγκαταλείποντας τον ειδικό ρόλο της ως «γέφυρας διαλόγου».
Ηταν πολύ πιο σκληρός απέναντι στην κυβέρνηση, και προσωπικά απέναντι στον πρωθυπουργό, σε ό,τι αφορά την απαξίωση από τον Κυριάκο Μητσοτάκη του συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών και της πολιτικής διαβούλευσης σε κορυφαία ζητήματα ασφαλείας.
Χρέωσε στον Κυριάκο Μητσοτάκη «πρωτοφανή έκφραση βοναπαρτισμού» για την προσωπική του απόφαση να στείλει στρατωτικό υλικό στην Ουκρανία και επανάλαβε ότι «αυτοσκοπός είναι η εθνική ασφάλεια και όχι οι αλόγιστες εξοπλιστικές δαπάνες».
Σκληρή ήταν η κριτική Τσίπρα και στο θέμα της ενεργειακής κρίσης, όπου απέδωσε βαριές ευθύνες στην κυβέρνηση για μεγιστοποίηση των επιπτώσεών της πριν καν ξεκινήσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και προεξόφλησε διάλυση της κοινωνικής συνοχής υπό το βάρος των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Εδώ έκανε και την πρόβλεψη ότι η κυβέρνηση δεν θα αντέξει και θα αναγκαστεί να πάει σε πρόωρες κάλπες, κι έθεσε ξανά τα εκλογικά διλήμματα και την εκλογική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ:
Επανέφερε το στοίχημα της προοδευτικής διακυβέρνησης και έκανε νέο άνοιγμα στο ΚΙΝΑΛ ( παρ’ ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης επίμονα δεν ανταποκρίνεται), και όρισε ως προϋπόθεση γι' αυτή την διακυβέρνηση να είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ (παρ’ ότι ούτε οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ως ρεαλιστική αυτή την προοπτική).
Αξίζει να σημειωθεί πως άνοιγμα στον Νίκο Ανδρουλάκη έκανε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη δική του συνέντευξη, εξαίροντας τη στάση του ΚΙΝΑΛ σχετικά με το ζήτημα αποστολής όπλων στην Ουκρανία. «Αν εξαιρέσει κανείς το ΚΙΝΑΛ», είπε, «που προς τιμήν του, είχε μια πολύ καθαρή θέση, όλοι οι άλλοι ήταν στο “ναι μεν αλλά”».
Στο εσωκομματικό μέτωπο επιχείρησε να αντιπαρέλθει και το τελευταίο, δύσκολο επεισόδιο με τον Ευκλείδη Τσακαλώτο και την συνέντευξή του στην «Καθημερινή».
Κάλυψε μάλιστα τον πρώην υπουργό Οικονομικών, έκανε λόγο για «παρεξηγημένη διατύπωση» και επέμεινε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «δεν βάζει τους ανθρώπους σε καλούπια».
Υποστήριξε επίσης πως στο επικείμενο συνέδριο, με την πρόταση για εκλογή προέδρου και Κεντρικής Επιτροπής από την βάση ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να κάνει μια «δημοκρατική επανάσταση» - μένει, ωστόσο, να φανεί πόσο αναίμακτη μπορεί να είναι αυτή η επανάσταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου