Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2020

Χαφτάρ vs Ερντογάν: Αντεπίθεση στα τυφλά από την κυβέρνηση






Μαρίνα Αλεξανδρή


Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απειλεί με βέτο – επί ποιών ακριβώς αποφάσεων άραγε; - στην Ευρωπαϊκή Ενωση, στέλνει επιστολή στην γερμανική καγκελαρία και έχει εσπευσμένη τηλεφωνική επικοινωνία με την Ανγκελα Μέρκελ, και ο στρατηγός Χαφτάρ φθάνει αιφνιδιαστικά στην Αθήνα και συναντάται με τον Έλληνα πρωθυπουργό πριν αναχωρήσει για το Βερολίνο και τη διάσκεψη της Λιβύης.
Ο διπλωματικός αυτός συναγερμός είναι η καθυστερημένη, και αμφίσημη, αντεπίθεση της Αθήνας στο συντεταγμένο σχέδιο Ερντογάν για την «δίκαιη μοιρασιά» στην ανατολική Μεσόγειο – μια αντεπίθεση, που παραμένει άκρως αμφίβολο εάν μπορεί πλέον να έχει αποτελέσματα και εγείρει ερωτήματα ακόμη και ως προς τα «όπλα» που επιστρατεύει.
 Η χώρα μας, όπως τονίζουν έμπειροι διπλωμάτες, παραμένει αποκλεισμένη από τη διάσκεψη του Βερολίνου για την Λιβύη. Η εδώ παρουσία του στρατηγού Χάφταρ σηματοδοτεί την προσπάθεια για μια έμμεση εμπλοκή της Ελλάδας στη διάσκεψη της Κυριακής, με κεντρικό στόχο η οποιαδήποτε λύση για την Λιβύη στο Βερολίνο να μην περιλαμβάνει, άτυπη ή μη, νομιμοποίηση του Μνημονίου Ερντογάν – Σάραζ για τις θαλάσσιες ζώνες. 

Πιο απλά, η κυβέρνηση βλέπει τον Χάφταρ ως τον μοχλό εκείνο που σε μια ενδεχόμενη κυβέρνηση εθνικής ενότητας στην Τρίπολη θα εγγυηθεί την ακύρωση του τουρκολιβυκού συμφώνου.

Είναι μια ζαριά με μεγάλο ρίσκο σύμφωνα με τις ίδιες διπλωματικές πηγές, καθώς ο στρατηγός Χάφταρ μπορεί να είναι ένα χρήσιμος σύμμαχος συγκυριακά, αλλά απέχει μακράν από το να θεωρηθεί αξιόπιστος συνομιλητής και αξιόπιστος διπλωματικός παίκτης. 
Θεωρείται απρόβλεπτος, κινείται και ο ίδιος εκτός διεθνούς δικαίου και εκτιμάται πως το πρώτο που θα υπηρετήσει στη διάσκεψη του Βερολίνου είναι τα δικά του συμφέροντα ακόμη κι εάν αυτά επιβάλλουν επαναπροσδιορισμό συμμαχιών και στρατοπέδων.
Πέραν αυτού, η μεγάλη ήττα που καλείται να ανατρέψει η Αθήνα είναι εκείνη της κατάρρευσης του αφηγήματος περί «διεθνούς απομόνωσης» της Τουρκίας. Είναι ένα αφήγημα που διαμορφώθηκε για εσωτερική κατανάλωση, στρέβλωσε τα διπλωματικά δεδομένα και διαλύθηκε από έναν Ερντογάν ο οποίος εμφανίζεται ως ο δεύτερος πιο ισχυρός παίκτης, μετά τον Πούτιν, στις ραγδαίες εξελίξεις της περιοχής – από τον λιβυκό εμφύλιο έως το παγκόσμιο παζάρι για τα ενεργειακά κοιτάσματα της Μεσογείου.
Και πλέον, συνομιλεί ισότιμα με την Μόσχα, το Βερολίνο και την Ουάσιγκτον την ώρα που προαναγγέλλει ευθέως, και εκτός κάθε πλαισίου του διεθνούς δικαίου, ότι θα στείλει εντός του 2020 ερευνητικό τουρκικό πλοίο στην θαλάσσια ζώνη νότια της Κρήτης.
Κύκλοι του υπουργείου Εξωτερικών επιρρίπτουν ανοιχτά ευθύνες γι αυτήν την αναβάθμιση του Ερντογάν στη Γερμανία, στην οποία χρεώνουν ότι κινείται εντελώς εκτός γραμμών Ευρωπαϊκής Ένωσης και λειτουργεί αποκλειστικά με βάση τα εθνικά της συμφέροντα και με βασικό γνώμονα την αγωνία της Ανγκελα Μέρκελ για το προσφυγικό.  
Από αυτήν τη θέση εκπορεύεται και η επιστολή που έστειλε ο Έλληνας πρωθυπουργός στην γερμανική καγκελαρία και η τηλεφωνική του επικοινωνία με την Μέρκελ. 
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης όμως ζήτησε από την Μέρκελ να είναι παρών στη διάσκεψη της Κυριακής και εισέπραξε μια ηχηρή άρνηση. Η δε επίσημη ανακοίνωση της γερμανικής πλευράς για τον αποκλεισμό της Ελλάδας κινήθηκε στα όρια της προσβολής και εξέπεμψε σαφή απαξίωση για τον ρόλο της Αθήνας στην περιοχή.
Εμπειροι διπλωμάτες διαπιστώνουν και πάλι εδώ τραγικές ευθύνες της «αδρανούς», όπως λένε, μέχρι σήμερα ελληνικής κυβέρνησης και σημειώνουν ότι η απειλή Μητσοτάκη για βέτο ήρθε πολύ αργά. «Too little, too late», είναι η χαρακτηριστική έκφραση και το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι γιατί η απειλή του βέτο στην ΕΕ δεν ενεργοποιήθηκε νωρίτερα με ζητούμενο να είναι παρούσα η Ελλάδα στην διάσκεψη του Βερολίνου.
Το δεύτερο ερώτημα είναι επί ποίου ζητήματος θα ασκηθεί πλέον το βέτο. Εκτός εάν, όπως σημειώνουν οι ίδιοι κύκλοι, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών έχει πληροφορίες πως η Ευρωπαϊκή Ενωση σχεδιάζει να επικυρώσει οποιαδήποτε συμφωνία για το μέλλον της Λιβύης που θα περιλαμβάνει και την επικύρωση του παράνομου Μνημονίου Ερντογάν – Σάραζ. 
Σ’ αυτήν την περίπτωση, τονίζουν ότι η έως τώρα αδράνεια της ελληνικής πλευράς θα αποδειχθεί όχι απλώς επικίνδυνη, αλλά πιθανώς και μοιραία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου