Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2019

Τι συνδέει τον «Τζόκερ» με τον σταθμό του μετρό «Ευαγγελισμός»;








https://left.gr/news/social-enantion-media

Τι συνδέει τον «Τζόκερ» με τον σταθμό του μετρό «Ευαγγελισμός»;
 Σε διάστημα ενός μήνα, από τις 20 Σεπτεμβρίου έως τις 20 Οκτωβρίου, υπήρξαν δύο γεγονότα που προκάλεσαν την εντονότατη αντίδραση των πολιτών.

Αυτή αποτυπώθηκε κατά κόρον ως ανελέητη, καυστική, σκληρή ή και χιουμοριστική αποδόμηση των πρωταγωνιστών των «επεισοδίων» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και, σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις που θάφτηκαν από τα ΜΜΕ που στηρίζουν την κυβέρνηση, εξανάγκασαν και εκείνα και την κυβέρνηση να τα αναδείξουν σε πρώτο θέμα.
Πρώτον, οι αστυνομικές εισβολές σε αίθουσες και προσαγωγές στο τμήμα ανήλικων παιδιών που έβλεπαν την ταινία «Τζόκερ» και, εν συνεχεία, η φαρσοκωμωδία αλληλοκατηγοριών και μετάθεσης ευθυνών που ακολούθησε σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση μεταξύ των συναρμόδιων υπουργών.

Δεύτερον, η κακοστημένη παράσταση με την οποία επιχειρήθηκε να αλλάξει ονομασία ο σταθμός του μετρό «Ευαγγελισμός» σε «Παύλος Μπακογιάννης» από τον σημερινό δήμαρχο Αθηναίων, την Ντ. Μπακογιάννη και γενικά την οικογένεια Μητσοτάκη.
Και στις δύο περιπτώσεις τα hastags πήραν φωτιά.

Τα συμβάντα στάθηκε αδύνατον να υποβαθμιστούν από τους εμπλεκόμενους πολιτικούς.

Το ότι οι ειδήσεις δεν παίζουν ένα θέμα δεν σημαίνει ότι αυτό δεν υπάρχει.

Και άλλωστε ποιος τελικά παρακολουθεί ειδήσεις;

Αστραπιαία από κινητά, τάμπλετ, υπολογιστές, από στόμα σε στόμα, από οθόνη σε οθόνη, από ανάρτηση σε ανάρτηση, ο κόσμος ευθυγραμμίστηκε και αποφάσισε ποιο είναι το πρώτο θέμα στη δική του ατζέντα.
Πρώτη φάση, άδεια για γεμάτα και υποβάθμιση
(Τζόκερ) Γίνεται καταγγελία στο υπ. Πολιτισμού, οι υπάλληλοι καλούν την Αστυνομία, η Αστυνομία μπαίνει στα σινεμά και σέρνει στα τμήματα ανήλικα παιδιά.

Το Σάββατο δεν πήρε κανείς χαμπάρι, καλά πάμε, ας το ξανακάνουμε κι αύριο.

Ποιος έκανε την καταγγελία;

Μπήκαν ΕΚΑΜίτες σε σινεμά και τα έκαναν λίμπα.
Όχι, ένας είχε διαφωνίες με τη σύζυγό του για το αν θα δει το παιδί τους το "Τζόκερ" και κάλεσε το «100» για να τους τιμωρήσει και τους δύο.

Δεν έγινε και τίποτα.
 Έλα μωρέ, θα τσακώθηκαν για το ποδόσφαιρο.
 Όχι, δεν είναι αυτό, η αστυνομία εισέβαλε και σε δεύτερη αίθουσα και προσήγαγαν καμιά 17αριά παιδιά. Έλα μωρέ, θα τσακώθηκαν πάλι για το ποδόσφαιρο. Η υπουργός Πολιτισμού Λ. Μενδώνη δεν ξέρει τίποτα, αλλά, όταν μάθει, θα μάθουμε κι εμείς. Το Προστασίας του Πολίτη επιβεβαιώνει ότι κάτι έγινε, αλλά ό,τι έγινε, έγινε, γιατί έτσι γίνεται.

(Ευαγγελισμός)
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Αττικό Μετρό με πρωτοβουλία της εταιρείας θα μετονομαστούν οι σταθμοί «Ευαγγελισμός» σε «Παύλος Μπακογιάννης» και του Αγίου Δημητρίου σε «Αλέκος Παναγούλης».

Θα μιλήσει ο ΠτΔ, θα παραστεί ο πρωθυπουργός.

Αλλά πρώτα θα μετονομάσουμε τον “Ευαγγελισμό” γιατί αυτό μας νοιάζει και άσε που το άλλο ήδη λέγεται και “Αλέκος Παναγούλης”. (Το 1,40 στο εισιτήριο δεν αλλάζει).

Ωραία πρωτοβουλία και προοδευτική, γιατί να έχουμε ονόματα αγίων στο μετρό; Οι σταθμοί συνδέονται με τοπωνύμια για να ξέρει ο άλλος πού να κατέβει. Ναι, αλλά είναι προοδευτική πρωτοβουλία και δεν αφορά μόνο τον “Ευαγγελισμό”, αλλά και τον Άγιο Δημήτριο. Μα ο Άγιος Δημήτριος ήδη λέγεται και “Παναγούλης” σε παρένθεση. Ναι, αλλά τώρα θα ’ναι σκέτος.


Δεύτερη φάση, η κοινωνική κατακραυγή εντείνεται
(Τζόκερ) Μας γυρνάνε στο ’50, επαναφέρουν τον νόμο κατά του τετιμποϊσμού, «τι ψηφίσατε ρε;».
(Ευαγγελισμός) Ονομάστε και το Μέγαρο Μουσικής «Ρίτα Σακελλαρίου».
Τρίτη φάση, ο ένας πετάει το μπαλάκι της ευθύνης στον άλλον
(Τζόκερ) Νεότερη είδηση. Η κ. Μενδώνη μίλησε με τον κ. Χρυσοχοΐδη και δεν φταίει η ίδια, δυο υπάλληλοι επέδειξαν «υπερβάλλοντα ζήλο» και τέλος πάντων η αστυνομία μπούκαρε και εμείς διαφωνούμε με αυτά. Ο κ. Χρυσοχοΐδης δεν έχει ιδέα και μάλιστα αποδοκιμάζει τόσο επιδεικτικά τη σκληρή καταστολή και τις αυθαιρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού ώστε θα παραβεί τους νόμους και θα δει τον "Τζόκερ" με τον 15χρονο γιο του παρότι είναι καθημερινή και αύριο έχει σχολείο.
(Ευαγγελισμός) Ο δήμαρχος και η οικογένεια Μπακογιάννη θεωρούν πολύ τιμητική τη σκέψη του μετρό και το ευχαριστούν, αλλά δεν θα πάρουν, γιατί οι αντιδράσεις που περιμέναμε ότι μπορεί να υπάρξουν τελικά υπήρξαν και δεν θέλουμε να διχάζουμε τον κόσμο. Ταχιάος εδώ, ποια τιμητική πρόταση, δεν θα φορτωθώ εγώ τον μουτζούρη, «δεν μου ήρθε ξαφνικά θεία επιφοίτηση» να βαφτίσω “ο Σαλονικιός” τους σταθμούς του μετρό σας, «το θέμα έφτασε σ’ εμένα απολύτως ώριμο και σε πλήρη γνώση όσων η ανάμειξη είναι προφανής και άγγιζαν οι συνέπειες της απόφασης». Πηγές του Μαξίμου παραπέμπουν στις αποφάσεις της Αττικό Μετρό, με κυβερνητικά στελέχη να επισημαίνουν ότι δεν γνώριζε το πρωθυπουργικό γραφείο τις προθέσεις της εταιρείας.
Τέταρτη φάση: Το θέμα έχει πάρει διαστάσεις φιάσκου, οι αποδοκιμασίες μεγαλώνουν
(Τζόκερ) Μας γυρνάτε στο ’50, εφαρμόζετε νόμο του Μεταξά. Το υπουργείο Πολιτισμού είχε στείλει χαρτί δυο εβδομάδες νωρίτερα στα σινεμά να μην δουν ανήλικοι τον “Τζόκερ”, οπότε οι υπάλληλοι υπερέβαλαν, αλλά κινούνταν πάνω σε μια γραμμή.
(Ευαγγελισμός) Τι ειν’ αυτά, ρε;
Πέμπτη φάση: Φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ
(Τζόκερ) Όχι, ο νόμος που έστειλε την αστυνομία είναι του Ραγκούση. Μα δεν είναι του Ραγκούση. Και οι υπάλληλοι του Πολιτισμού είναι «συριζαίες». Μα δεν είναι «συριζαίες». Εντάξει, πέσαμε θύματα παραπληροφόρησης, λυπούμαστε που επαναπαυθήκαμε στις δηλώσεις Μπογδάνου, αλλά τι να κάναμε, συνήθως ό,τι λέει ισχύει.
(Ευαγγελισμός) Τα ΝΕΑ είναι ότι η μετονομασία του “Ευαγγελισμού” ήταν ώριμη γιατί το ’χαν κανονίσει ο Σπίρτζης και ο Πιτσιόρλας απ’ όταν ήταν κυβέρνηση ο Τσίπρας...
Αναγκάστηκαν να ασχοληθούν
Γιατί όμως ΜΜΕ και κυβέρνηση αναγκάστηκαν σε αναδίπλωση και στα δύο αυτά θέματα;
Λόγω της εκτεταμένης κατακραυγής στο Διαδίκτυο; Και άλλα γεγονότα, ακόμα πιο σημαντικά απ’ τη μετονομασία του «Ευαγγελισμού», έχουν προκαλέσει έντονη κοινωνική αντίδραση, ωστόσο η κυβέρνηση τα έχει προσπεράσει και τα ΜΜΕ τα έχουν θάψει.
Όμως η κοινωνική αποδοκιμασία σε αυτά τα δύο εξανάγκασε τους πολιτικούς πρωταγωνιστές και τα ΜΜΕ που στηρίζουν την κυβέρνηση όχι μόνο να ασχοληθούν, αλλά και να τα αναδείξουν σε πρώτο θέμα. Ακόμα και αν το έκαναν συρόμενοι από την ανάγκη να απαντήσουν στην κατακραυγή, να κάνουν damage control, να περιορίσουν τη ζημιά, να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, να πετάξουν την ευθύνη για το φιάσκο ο ένας στον άλλον, να διαχυθεί το πολιτικό κόστος και, τελικά, να αποφανθούν ότι «φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ».
Γιατί λοιπόν η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ ένιωσαν την ανάγκη να λογοδοτήσουν και απέναντι σε ποιον;
Κανείς προοδευτικός πολίτης δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει το να εισβάλει η αστυνομία στο σινεμά επειδή οι δεκαπεντάχρονοι βλέπουν μια ταινία με τους φίλους τους ή με τους γονείς τους, είτε το ορίζει ένας νόμος είτε όχι. Αντίθετα η κυβέρνηση θα περίμενε ότι το συντηρητικό κομμάτι της κοινωνίας, πόσο μάλλον το υπερσυντηρητικό, θα χαιρέτιζε τη νέα προσπάθειά της να επιβάλει «ηρεμία, τάξη και ασφάλεια».
Άλλωστε ο νεοσυντηρητισμός στην Ελλάδα μετά από δέκα χρόνια Μνημονίων και λιτότητας δεν είναι μυστικό. Πάνω σε αυτόν έχει στηθεί όλο το ιδεολογικό και πολιτικό αφήγημα της σημερινής κυβέρνησης και χθεσινής αντιπολίτευσης. Γι’ αυτό κράτησαν όλοι στάση αναμονής, ώσπου να δουν πού θα κάτσει η μπίλια.
Όμως αυτό που δεν περίμενε η κυβέρνηση είναι ότι απέναντί της θα έβλεπε να στέκονται και άνθρωποι που τη στηρίζουν ή που δεν στηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλήθεια, εάν δεν είχε σηκωθεί αυτός ο ορυμαγδός επικρίσεων, οι δυο υπουργοί θα αποστασιοποιούνταν από το γεγονός;
Λογάριαζε χωρίς... τον Χίτσκοκ και τη μεσαία τάξη
«Νομίζω ότι στον καθένα αρέσει ένα καλό έγκλημα, με την προϋπόθεση ότι δεν είναι το θύμα» είχε αποφανθεί ο μετρ του κινηματογραφικού σασπένς Άλφρεντ Χίτσκοκ. Παραφράζοντας τον μεγάλο Βρετανό σκηνοθέτη, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι κανένας πολίτης δεν θα ήθελε να βρεθεί στο επίκεντρο του σασπένς ως αντικείμενο θεάματος για τους υπόλοιπους.
Η κυβέρνηση, μέσα από τη γενίκευση και τη βαθιά εμπέδωση του δόγματος «Τάξη και Ασφάλεια» που επιχειρεί να επιβάλει, φτάνει στο σημείο να κάνει τη μεσαία τάξη να αισθάνεται ότι ακόμα και η δική της καθημερινότητα μπορεί να διασαλευθεί από τον «υπερβάλλοντα ζήλο» της, δηλαδή κάποιου λειτουργού ή της αστυνομίας που λειτουργούν με κατευθυντήριες γραμμές και οδηγίες. Ακόμα και στις πιο απλές καθημερινές εκφάνσεις της, όπως η βόλτα του γονιού με το παιδί του στον κινηματογράφο το σαββατοκύριακο. Ή όπως λέει μια παροιμία: «Ο νοικοκύρης θρέφει το γουρούνι κι ο νοικοκύρης το σκοτώνει».
Έτσι η μεσαία τάξη μπορεί να ανέχεται τις εισβολές στα Εξάρχεια, αλλά δεν μπορεί να δεχτεί την εισβολή στην κοινή λογική της καθημερινότητάς της. Η μεσαία τάξη, αυτή που έδωσε τις εκλογές στον Κυρ. Μητσοτάκη, είναι αχανής, δύσκολα προσδιορίσιμη, με ευέλικτα χαρακτηριστικά. Η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία της μεσαίας τάξης του φιλελεύθερου Κέντρου, αυτή που αξιολογεί χωρίς ιδεολογικά και κομματικά κριτήρια, είχε λοιπόν διαφορετική άποψη από αυτήν της κυβέρνησης για τις επεμβάσεις.
Υπεράνω όλων το... φιλελεύθερο προφίλ Μητσοτάκη
Ο Κυρ. Μητσοτάκης σε αυτή την τάξη θέλει να απευθύνεται πολιτικά. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι στο τελευταίο μπρίφινγκ, όταν ρωτήθηκε για την υπόθεση “Τζόκερ”, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δεν είπε αν καταδικάζει ή όχι το γεγονός, δεν προσπάθησε να αποστασιοποιηθεί ως απλώς είπε ότι υπάρχει ο νόμος και είναι θέμα της Βουλής αν θα τον αλλάξει.
Αντίθετα ξεκίνησε την απάντηση του, κατηγορώντας τον ΣΥΡΙΖΑ για επανάληψη της προσπάθειας «να κατασκευάσει ένα προφίλ νεοφιλελεύθερο, αναχρονιστικό και σε ορισμένες περιπτώσεις ακροδεξιό» για τη Ν.Δ. και τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Πρόσθεσε ότι «όλη αυτή η προσπάθεια κατέρρευσε το βράδυ των εκλογών της 7ης Ιουλίου. Οι πολίτες έδωσαν ισχυρή αυτοδυναμία, με ένα ποσοστό 40%, στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Εμπιστεύονται τον Κυριάκο Μητσοτάκη, που ηγείται ενός κεντροδεξιού λαϊκού κόμματος, όπως η Νέα Δημοκρατία, που αγκαλιάζει όλους τους προοδευτικούς πολίτες».
Με αυτόν τον τρόπο ο Στ. Πέτσας αποκάλυψε ότι αυτός είναι ο μεγάλος φόβος της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού. Να μην τσαλακωθεί το «φιλελεύθερο» προφίλ του Κυρ. Μητσοτάκη, αυτό με το οποίο θέλει να απευθύνεται στην πλειονότητα της κοινωνίας, καθώς, ενώ βλέπει τον συντηρητισμό να κερδίζει έδαφος, γνωρίζει ότι δεν είναι πλειοψηφικός. Εξ ου και στην κυβέρνηση φρόντισε να εντάξει και πρόσωπα από τον «κεντροαριστερό χώρο», όπως οι δύο πρωταγωνιστές Χρυσοχοΐδης - Μενδώνη, ακόμα κι αν έπρεπε να τους τοποθετήσει δίπλα σε υπουργούς όπως οι Άδ. Γεωργιάδης και Μ. Βορίδης.
Απέναντι σε αυτόν τον κόσμο η κυβέρνηση ένιωσε την ανάγκη να λογοδοτήσει.
Η περίπτωση του “Ευαγγελισμού” είναι διαφορετική, όμως ο πυρήνας των αντιδράσεων δεν διαφέρει και τόσο. Προτού καν γίνει γνωστό το επικοινωνιακό παιχνίδι που στήθηκε (ποιος έκανε την πρόταση μετονομασίας), ο κόσμος ήδη είχε αντιληφθεί ότι κάτι οικείο και δημόσιο, κάτι δικό του, δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως ιδιοκτησία των κινήτρων μιας οικογένειας, ανεξάρτητα από το εάν ο σκοπός είναι εύλογος ή όχι.
Τόσο η περίπτωση του «Τζόκερ» όσο και του “Ευαγγελισμού”, είναι ζητήματα που ναι μεν έχουν πολιτική προέκταση και μπορούν εύκολα να αποτελέσουν αντικείμενο ιδεολογικής σύγκρουσης, όμως είναι θέματα που αντικειμενικά θυμώνουν οποιονδήποτε, ανεξαρτήτως πολιτικής θέσης, γιατί αντικειμενικά και αυθόρμητα, χωρίς να χρειάζεται καμία πολιτική επιχειρηματολογία, εγείρουν το συναίσθημα της αδικίας ή ακόμα και της κοροϊδίας. Λιγότερο μπορεί κάποιος να θυμώσει με τα ίδια τα συμβάντα και περισσότερο με την εξόφθαλμη προσπάθεια να τον εξαπατήσουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου