Η αντίθεση στην ένταξη βαλκανικών χωρών στο ΝΑΤΟ έκανε τη Μόσχα να αγνοήσει τις ελληνικές προειδοποιήσεις και να πιαστούν διπλωμάτες της πάνω στην προσπάθεια δωροδοκίας Ελλήνων κρατικών λειτουργών, ώστε να στηρίξουν τα συλλαλητήρια κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών
Με το αζημίωτο φαίνεται πως διεξάγεται ο σύγχρονος... Μακεδονικός αγώνας. Το προφίλ και οι μέθοδοι των Ρώσων πρακτόρων και πώς έπειθαν με... ρούβλια κυρίως ένστολους και ρασοφόρους να ενδυθούν τη φορεσιά του μακεδονομάχου
Αιφνίδια διπλωματική ένταση, αλλά με αρκετό παρασκήνιο και προϊστορία, εκδηλώθηκε χθες, με αφορμή την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να προχωρήσει στην απέλαση δύο Ρώσων διπλωματών και στην απαγόρευση επανεισόδου στη χώρα μας ακόμα δύο, αλλά και την απάντηση της Μόσχας, η οποία ανακοίνωσε ότι θα κινηθεί στην ίδια κατεύθυνση.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, τόνισε ότι, στο πλαίσιο μιας πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής, η Ελλάδα θέλει καλές σχέσεις με όλα τα κράτη, όμως «όλοι και όλα τα κράτη και οι αρχές οφείλουν να σέβονται και το διεθνές δίκαιο, αλλά και εμάς, την ελληνική κυβέρνηση και το ελληνικό κράτος». Πρόσθεσε δε ότι έχουν υπάρξει εκ μέρους των Ρώσων διπλωματών συμπεριφορές που παραβίασαν τις αρχές του ελληνικού κράτους.
Ο χορός των κατασκόπων
Η υπόθεση ήρθε στο φως με το βασικό θέμα της χθεσινής «Καθημερινής», η οποία, επικαλούμενη υψηλόβαθμες κυβερνητικές πηγές, ανέφερε ότι οι κατηγορίες εναντίον των διπλωματών αφορούν την απόπειρα αλίευσης και διακίνησης πληροφοριών, αλλά και χρηματισμού κρατικών λειτουργών και άλλων αξιωματούχων.
Ασφαλείς πληροφορίες αναφέρουν ότι η ελληνική πλευρά είχε πληροφορήσει τη Ρωσία από τις 6 Ιουλίου ότι επρόκειτο να απελάσει Ρώσους διπλωμάτες, λόγω παράνομης δραστηριότητάς τους στα συλλαλητήρια ενάντια στη συμφωνία Ελλάδας-ΠΓΔΜ για το ονοματολογικό. Ωστόσο δεν υπήρξε ανταπόκριση από την άλλη πλευρά και έτσι προχώρησε το θέμα της απέλασης. Οι εν λόγω διπλωμάτες -νυν και πρώην, με έδρα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη- είχαν μια δραστηριότητα με μεγάλο εύρος τόσο στη χώρα μας όσο και στην ΠΓΔΜ.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, υπήρξε προσπάθεια να προσεγγιστούν Ελληνες αξιωματούχοι - στρατιωτικοί, δήμαρχοι, αλλά και ιεράρχες με ρόλο στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, αλλά και του πολιτικού κλίματος σε σχέση με το Μακεδονικό. Παράλληλα, έγινε απόπειρα εξαγοράς κρατικών λειτουργών, η οποία όμως δεν ευοδώθηκε.
Καλά πληροφορημένες πηγές ανέφεραν στην «Εφ.Συν.» ότι οι δύο διπλωμάτες που απελαύνονται υπηρετούσαν στο διπλωματικό σώμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας, ο ένας στην Αθήνα με θέση Α΄ Γραμματέα και ο δεύτερος στη Θεσσαλονίκη. Οι άλλοι δύο- των οποίων απαγορεύτηκε η είσοδος στην Ελλάδα- είχαν υπηρετήσει στο ρωσική διπλωματική αντιπροσωπεία στη χώρα μας για πολλά χρόνια.
Ο ένας από αυτούς πηγαινοερχόταν στη Θεσσαλονίκη και και είχε αναπτύξει δραστηριότητα από την Αλεξανδρούπολη ώς τα αλβανικά σύνορα αντίθετη προς τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα.
Το τελευταίο διάστημα η δραστηριότητά του ήταν επικεντρωμένη σε ενέργειες εναντίωσης στη Συμφωνία των Πρεσπών. Παράλληλη δραστηριότητα αναπτυσσόταν και στην Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Τα κανάλια μέσα από τα οποία περνούσε αυτή η δραστηριότητα σε βάρος των ελληνικών εθνικών συμφερόντων είναι πολλά, ανέφερε η ίδια πηγή. Πρόκειται για μία από τις πολλές πλευρές του λεγόμενου υβριδικού πολέμου.
Συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις αξιοποιούνται πολιτιστικές, θρησκευτικές και άλλες αιτίες. Π.χ. η αναστήλωση μια εκκλησίας, η ανακάλυψη ενός ξεχασμένου νεκροταφείου, ενός μνημείου ή ενός προσώπου που συνδέει δύο χώρες. Με αυτή την αφορμή στήνεται ένα σκηνικό εκδηλώσεων και στη συνέχεια αναπτύσσεται ένα δίκτυο σχέσεων μέσα από το οποίο διοχετεύεται η κατασκοπευτική δραστηριότητα και όταν χρειάζεται η υπονόμευση των εθνικών συμφερόντων της χώρας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ελληνική πλευρά είχε προειδοποιήσει πολλές φορές τη ρωσική να σταματήσει δραστηριότητες που αφορούν τα προαναφερόμενα. Ανταπόκριση όμως δεν υπήρξε.
Για τον τρόπο που επεμβαίνουν οι ρωσικές υπηρεσίες στις ελληνικές υποθέσεις αξίζει να σημειώσουμε την περίφημη «υπόθεση Πυθία», περί σχεδίου δολοφονίας του Κώστα Καραμανλή η οποία τάχα αποτράπηκε από την επέμβαση Ρώσων πρακτόρων. Η υπόθεση αυτή όταν δημοσιοποιήθηκε πήρε τεράστιες διαστάσεις χωρίς όμως να δει το φως της δημοσιότητας -παρά μόνο πρόσφατα- η τελική αποτίμηση των ελληνικών μυστικών υπηρεσιών από την οποία προέκυπτε ότι η ρωσική πλευρά ποτέ δεν έδωσε τα τεκμήρια που αποδείκνυαν ότι το όλο ζήτημα είχε πραγματική βάση.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, είναι γνωστή η αντίθεση της Μόσχας στην ένταξη χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ και πρόσφατα ο Ρώσος πρέσβης στην Αθήνα Αντρέι Μάσλοφ, σε συνέντευξή του στο πρακτορείο Sputnik, δήλωνε ότι «η Ρωσία αποσκοπεί στην οικοδόμηση ενός ενιαίου χώρου ειρήνης, ασφάλειας και σταθερότητας που θα βασίζεται στις αρχές της ασφάλειας, της ισότιμης συνεργασίας και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, τις οποίες το ΝΑΤΟ τις παραβιάζει και οδηγεί στην εμβάθυνση των υφιστάμενων διαχωριστικών γραμμών και στην ανάδυση νέων».
Προσεκτική διαχείριση
Κυβερνητικές πηγές τόνιζαν ότι η Αθήνα υπήρξε πάντα προσεκτική στο θέμα της διαχείρισης των ελληνορωσικών σχέσεων και έφερναν ως παράδειγμα την υπόθεση Σκριπάλ, στην οποία η Αθήνα δεν ακολούθησε την πρακτική των υπόλοιπων Ευρωπαίων και δεν απέλασε Ρώσους διπλωμάτες, κίνηση η οποία έγινε δεκτή με ικανοποίηση από τη ρωσική πλευρά.
Η Αθήνα τηρεί προσεκτική στάση και αναμένει τις ρωσικές κινήσεις, ενώ κυβερνητικές πηγές έλεγαν ότι τα μέτρα της ελληνικής πλευράς αφορούν συγκεκριμένα πρόσωπα και δεν στοχεύουν να πλήξουν το καλό επίπεδο των ελληνορωσικών σχέσεων. Ταυτόχρονα η Αθήνα διαμηνύει προς πάσα κατεύθυνση ότι δεν θα δεχτεί υπόνομευση των εθνικών συμφερόντων απ’ όπου κι αν προέρχεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου