ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ - ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ.
Μετά την πρώτη εβδομάδα της πιο ουσιαστικής διαπραγμάτευσης που έχει κάνει μέχρι στιγμής η τωρινή κυβέρνηση, στις Βρυξέλλες εντοπίζουν μια σειρά από κοινά στοιχεία με την τελευταία διαπραγμάτευση της κυβέρνησης Σαμαρά. Σε τέτοιο σημείο, που πολλοί έχουν αρχίσει να μιλούν για déjà vu.
Στη βελγική πρωτεύουσα δεν είναι μυστικό ότι οι συζητήσεις που ξεκίνησαν την προηγούμενη εβδομάδα έχουν περίπου την ίδια ατζέντα με την πέμπτη και «καταραμένη» αξιολόγηση, όπως τη χαρακτηρίζουν, που προσπάθησε να κλείσει η κυβέρνηση Σαμαρά και τελικά κατέληξε σε εκλογές. Παρά τα πολλά κοινά σημεία ωστόσο, υπάρχουν και μια σειρά από διαφορές που, αν αξιοποιηθούν σωστά από τον κ. Τσίπρα, μπορεί να λειτουργήσουν υπέρ του.
Κατ’ αρχάς, ως προς τις ομοιότητες, οι παίκτες παραμένουν οι ίδιοι. Με την προσθήκη του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης στην τρόικα, που έγινε κουαρτέτο, η βασική διαπραγμάτευση γίνεται, όπως και επί κυβέρνησης Σαμαρά, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Επίσης, όπως το φθινόπωρο του 2014 ο κ. Σαμαράς τόνιζε τα ανελαστικά όρια κινήσεων που είχε, καθώς μπροστά του βρίσκονταν προεδρικές εκλογές και η απειλή ΣΥΡΙΖΑ, έτσι και σήμερα η κυβέρνηση επισημαίνει στους θεσμούς ότι οι κινήσεις της περιορίζονται από τις κοινωνικές αντιδράσεις που αποκτούν μεγάλη δυναμική.
Για αυτό και οι δύο πρωθυπουργοί ήθελαν να κλείσει η αξιολόγηση όσο το δυνατόν νωρίτερα. Οπως αποδείχθηκε στην περίπτωση του κ. Σαμαρά, αυτό δεν ήταν στο χέρι του.
Οσο και να πλησίαζε τους στόχους που του έθετε η τρόικα, το ΔΝΤ αρνούνταν να έρθει στην Ελλάδα για να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση καθώς θεωρούσε ότι το χάσμα που τους χώριζε ήταν αγεφύρωτο.
Και στην περίπτωση του κ. Τσίπρα το ΔΝΤ δεν φαίνεται να έχει κάποια βιασύνη να κλείσει την αξιολόγηση. Χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ η Κομισιόν θέλει να επιστρέψει στην Αθήνα στα μέσα Φεβρουαρίου για να συνεχίσει τη διαπραγμάτευση, σύμφωνα με Ευρωπαίο αξιωματούχο το ΔΝΤ έχει ήδη εκφράσει την άποψη ότι, αν δεν γίνουν μια σειρά από βήματα από την πλευρά της Αθήνας, δεν πρόκειται να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Εσωτερική ένταση
Αλλο κοινό σημείο στη διαπραγμάτευση Σαμαρά και Τσίπρα είναι οι διαφορές που εντοπίζονται ανάμεσα στους ίδιους τους θεσμούς (ΔΝΤ και Κομισιόν) κάνοντας τις συζητήσεις ακόμα πιο δύσκολες.
Μάλιστα, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι περιγράφουν τις σχέσεις μεταξύ των δύο θεσμών πιο τεταμένες τώρα σε σχέση με το φθινόπωρο του 2014, όταν και πάλι δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν στο δημοσιονομικό κενό και παρουσίαζαν διαφορετικά νούμερα στο οικονομικό επιτελείο.
Το κλίμα μεταξύ τους φαίνεται να έχει χειροτερέψει ακόμη περισσότερο από τότε, και όπως εξηγεί Ευρωπαίος αξιωματούχος στην «Κ», υπάρχει μεγάλη δυσπιστία ανάμεσά τους. «Από τη μια το ΔΝΤ φαίνεται στα μάτια της Ε.Ε. ως ο εταίρος που λέει σε όλα “όχι”, ενώ από την άλλη η Ε.Ε. στα μάτια του ΔΝΤ δείχνει ως ο εταίρος που είναι ιδιαίτερα μαλακός με την ελληνική πλευρά».
Σύμφωνα με δύο Ευρωπαίους αξιωματούχους, ο εκπρόσωπος της Ε.Ε. Ντέκλαν Κοστέλο έστελνε αισιόδοξα μηνύματα από την Αθήνα βλέποντας συγκρατημένη πρόοδο την περασμένη εβδομάδα. Αλλωστε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όλο αυτό το διάστημα από την κυβέρνηση Σαμαρά και μετά, προσπαθεί να βρει τα σημεία επαφής και όχι απόκλισης με την Ελλάδα, καθώς έχει μια πιο πολιτική προσέγγιση από την τεχνοκρατική του ΔΝΤ.
Από την άλλη το ΔΝΤ δεν είναι διατεθειμένο να συμβιβαστεί σε μεταρρυθμίσεις που θεωρεί επουσιώδεις για την εξέλιξη της οικονομίας αλλά και το προφίλ του χρέους. Η βασική μεταρρύθμιση για το ΔΝΤ δεν είναι άλλη από τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι μιλώντας στη «Κ» υποστηρίζουν πάντως ότι, έπειτα από στενή παρακολούθηση του ελληνικού ζητήματος την τελευταία πενταετία, το Ταμείο έχει διαμορφώσει ισχυρή άποψη πως χρειάζονται περικοπές στις βασικές συντάξεις για να γίνει το σύστημα βιώσιμο ή διαφορετικά μεγαλύτερη ελάφρυνση του χρέους.
Πιο ελαστική
Ως προς τις διαφορές μεταξύ της διαπραγμάτευσης των κυβερνήσεων Σαμαρά και Τσίπρα, η Κομισιόν είναι πολύ πιο ελαστική τώρα απ’ ό,τι στο παρελθόν. Αυτό είναι κάτι που πλέον αξιωματούχοι από όλους τους θεσμούς παραδέχονται ανοιχτά.
Ακόμα και όταν γίνονται «φάλτσα», όπως η αποπομπή της επικεφαλής της Γραμματείας Εσόδων Κατερίνας Σαββαΐδου που είναι αντίστοιχη περίπτωση με την παραίτηση του κ. Θεοχάρη, η Κομισιόν κρατάει μια πολύ ήπια στάση.
Υπενθυμίζεται ότι στην περίπτωση του κ. Θεοχάρη, σε μια πολύ σκληρή δήλωση είχε μιλήσει για «σοβαρές ανησυχίες» της Επιτροπής για την πορεία του προγράμματος, ενώ στην περίπτωση της κ. Σαββαΐδου τηρήθηκε σιγή ιχθύος. Αντίστοιχη στάση τηρεί στη σειρά προσλήψεων που γίνονται από την ελληνική κυβέρνηση, κάτι που δεν θα ήταν αποδεκτό στο παρελθόν.
Από την πλευρά της Επιτροπής, όπως εξηγεί Ευρωπαίος αξιωματούχος στην «Κ», ο σκοπός αυτής της «μαλακής» προσέγγισης είναι η «εξημέρωση», όπως χαρακτηριστικά την περιγράφει, του κ. Τσίπρα. Η Επιτροπή, μέσω αυτής της στάσης, στέλνει το μήνυμα ότι μπορεί να συνεννοηθεί και να φέρει στα νερά της μια κυβέρνηση που αποκαλείται ριζοσπαστική.
Αυτό αφορά ενδεχομένως την Ισπανία, αλλά σίγουρα την Πορτογαλία, με την καινούργια σοσιαλιστική κυβέρνηση που έχει αναδείξει με την υποστήριξη των αριστερών αντιευρωπαϊκών κομμάτων, και δείχνει να μην αποδέχεται πλήρως τα οικονομικά προγράμματα της Επιτροπής.
Το ΔΝΤ ήταν και παραμένει σταθερό
Η στάση που τηρεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έναντι της κυβέρνησης Τσίπρα κάνει ακόμα πιο σκεπτικά μια σειρά κράτη-μέλη στο Eurogroup, ενισχύοντας περισσότερο τη δύναμη του ΔΝΤ, που παραμένει ο θεσμός με την πραγματική τεχνογνωσία. Tο 1/3 των κρατών-μελών του Eurogroup (Γερμανία, Φινλανδία, Ολλανδία, Σλοβακία, Σλοβενία κ.λπ.) θεωρεί ότι η Κομισιόν δεν έχει την επάρκεια να παρακολουθήσει το πρόγραμμα αυστηρά, καθώς διαπιστώνει την παραπάνω ήπια πολιτική.
Για αυτό και η κυβέρνηση Τσίπρα δεν θα πρέπει να στηριχθεί κυρίως στην Κομισιόν, όπως είχε κάνει και η κυβέρνηση Σαμαρά. Η Ιστορία έχει δείξει ότι το «πράσινο φως» δίνεται μόνο όταν το ΔΝΤ το αποφασίσει και, «σε αυτή την περίπτωση θα δοθεί», όπως λέει υψηλόβαθμος Ευρωπαίος αξιωματούχος στην «Κ», «μόνο αν συμφωνήσει η Ελλάδα στην πρόταση του ΔΝΤ για το ασφαλιστικό. Τα υπόλοιπα έχουν δευτερεύουσα σημασία».
Και ενώ στην περίπτωση Σαμαρά ο χρόνος τελείωνε και δεν υπήρχε καθόλου χώρος για ελιγμούς μέσα στην ελληνική Βουλή, οι εταίροι γνωρίζουν ότι στην περίπτωση του κ. Τσίπρα οι 153 βουλευτές που διαθέτει δεν είναι απόλυτο νούμερο και ότι έχει την πολυτέλεια να προβεί σε συμμαχίες που ο κ. Σαμαράς δεν είχε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου