Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

Ο Γολγοθάς προς την αθεΐα-ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΛΙΒΟΥ












































































http://stefivos.com/o-golgothas-pros-tin-atheia/
Δε γεννιέσαι άθεος. Όπως δε γεννιέσαι θρησκευόμενος. Η θρησκεία είναι κάτι που το μαθαίνεις. Κάτι που στο μαθαίνουν, για να είμαστε ακριβείς. Δεν είναι τυχαίο ότι οι περισσότεροι στην Ευρώπη είναι Χριστιανοί, στη Μέση Ανατολή Μουσουλμάνοι και στην Ινδία Ινδουιστές. Είναι κάτι που στο μαθαίνουν μέσα από μυστήρια και τελετουργίες, που δέχεσαι άκριτα στο όνομα της παράδοσης και κυρίως επειδή έτσι γινόταν από όταν ήσουνα μωρό. Καθόλου τυχαία ηλικία. Πώς λοιπόν φτάνει κάποιος να γίνει άθεος;
Μεγάλωσα σε μια οικογένεια που είχε μια τυπική σχέση με τη θρησκεία. Εκκλησία σε κάποιες μεγάλες γιορτές, γάμους, βαφτίσια, Θεία Κοινωνία, αν δεν είχες αρτηθεί, και υποχρεωτική νηστεία τη Μεγάλη Εβδομάδα. Στο Δημοτικό, με δική μου πρωτοβουλία, άρχισα μια φορά τη βδομάδα, μετά το σχολείο, να πηγαίνω σε κατηχητικό (για μια κοπέλα πηγαίναμε ο κολλητός μου κι εγώ, αλλά όντως ακούγαμε αυτά που μας έλεγε ο ιερέας). Και ας μην αναφέρω καν τον “Ιησού από τη Ναζαρέτ” που έβλεπα με μυσταγωγία περιστρεφόμενου δερβίση.
Η πρώτη ένδειξη ότι κάτι δεν πήγαινε καλά ήταν όταν, αρχές Γυμνασίου, ηλικία που θεώρησα ότι είχα πλέον μια ικανοποιητική αντίληψη για τα πράγματα, άρχισα να διαβάζω την Καινή Διαθήκη. Ήταν το πρώτο βιβλίο που βαρέθηκα και άφησα (ούτε καν) στη μέση. Θεώρησα ότι δεν έλεγε τίποτα που δεν μπορούσε να σκεφτεί ο καθένας, ανεξαρτήτως θρησκείας, ως προς το ποιες είναι οι βασικές αρχές της ειρηνικής συμβίωσης των ανθρώπων.
Άρχισα παράλληλα να διαβάζω περιοδικά και βιβλία εκλαϊκευμένης επιστήμης (ναι, στο Γυμνάσιο. Ήμουν μοναχοπαίδι, έχουμε ξαναπεί). Άρχισα να αναρωτιέμαι πώς κόλλαγε το Big Bang Theory και η Θεωρία της Εξέλιξης με τους Πρωτόπλαστους.
 Άρχισα να αναρωτιέμαι γιατί τα Ευαγγέλια γράφτηκαν τόσο αργότερα από την εποχή που έζησε θεωρητικά ο Χριστός. Γιατί δεν υπάρχουν ιστορικές πηγές που να αναφέρουν έναν άνθρωπο που όπου στεκόταν έριχνε για πλάκα κι από ένα θαύμα, σαν τραγουδιστής με καινούριο δίσκο. Και άντε, ας δεχτούμε ότι έγιναν όλα όπως τα λένε τα Ευαγγέλια. 
Ποιοι αποφάσισαν ποια κείμενα θα μπουν στην Καινή Διαθήκη και ποια όχι; 
Ποιοι επέβαλαν το Χριστιανισμό με τη βία γκρεμίζοντας αρχαίους ναούς και χτίζοντας στα ερείπια; 
Ποιοι έκοψαν και έραψαν το Χριστιανισμό στα μέτρα τους μέσα στο πέρασμα των αιώνων για να φτάσουμε να λέμε στο 2014 ότι άμα φας λάδι τη Μεγάλη Παρασκευή, θα έρθει ο Χριστός στη Δευτέρα Παρουσία και θα σου πει “έλα, μεγάλε, αναστήσου. 
Για να δω… Ααα, λάδι Μεγάλη Παρασκευή; Μεγάλε, την πάτησες. Από εκεί, στο πούλμαν 22. Φεύγει σε μισή ώρα για την Κόλαση”.
Πριν καν τελειώσω το σχολείο ήξερα ότι δεν είχα κανένα λόγο να πιστεύω στη θρησκεία. Όταν όμως ζεις στην Ελλάδα και πρέπει να κάνεις το σταυρό σου όταν τρως με τη γιαγιά, όταν κάνεις την καθημερινή προσευχή στο σχολείο ή όταν πηγαίνετε για εκκλησιασμό και σε κοιτάζουν οι καθηγητές, το να αρνηθείς να σταυρωθείς κατά το πρέπον εγείρει μια τεράστια συζήτηση που εγώ, σαν έφηβος, δεν είχα την υπομονή να κάνω. 
Αναγκαζόμουν λοιπόν να κάνω το σταυρό μου ακόμα και αν αυτό δε μου έλεγε πλέον τίποτα. Ήταν η πρώτη καταπίεση που βίωνα, το να κάνω κάτι στο οποίο δεν πίστευα απλά για να μην καταλήξω δακτυλοδεικτούμενος ή για να μην κληθώ να εξηγώ αυτά που θεωρούσα εγώ ως αυτονόητα.

Πώς να αναπτύξεις κριτική ικανότητα στην Ελλάδα και να αμφισβητήσεις αυτά που σε μαθαίνουν για τη θρησκεία, όταν στη Γ' Δημοτικού σε διδάσκουν ότι η Παναγία σταμάτησε τα τανκ των Γερμανών;
Με τον καιρό, και στη διανοητική έξαψη που έχεις σαν έφηβος να αμφισβητήσεις το ίδιο σου το είναι, άρχισα να αμφισβητώ την ύπαρξη του χριστιανικού Θεού και οποιοδήποτε άλλου θεού. Όχι χωρίς κόστος όμως. Είχα τύψεις. Ένιωθα πως έκανα κάτι λάθος. Αμφισβητούσα αυτό που οικογένεια – σχολείο – κράτος με είχαν μάθει ότι ήταν το σωστό.
Όπως και τότε, έτσι και τώρα, αν πεις ότι είσαι άθεος, σε βλέπουν σα μαύρο πρόβατο που έχει αυτομολήσει από το ποίμνιο και κινδυνεύει να το φάνε οι λύκοι. Θυμάμαι ότι η γιαγιά μου δεν ήθελε καν να με ακούσει να αμφισβητώ το Θεό, λες και θα έπεφτε φωτιά να με κάψει (=η εξέλιξη του κεραυνού που έριχνε ο Δίας).
Αυτή λοιπόν ήταν άλλη μια καταπίεση που έπρεπε να υποστώ. Η ποινικοποίηση της διαφορετικής σκέψης. Το έγκλημα να αμφισβητώ την ύπαρξη του “Παντοδύναμου”, που -σύμφωνα με τη θρησκεία έτσι;- μπορεί  να μου είχε δώσει ελεύθερη βούληση, αλλά μάλλον δεν ένιωθε και πολύ κουλ αν την χρησιμοποιούσα για να τον αμφισβητήσω.
Και παρόλο που κάποια στιγμή άρχισα να διαχειρίζομαι τις τύψεις, έπιανα τον εαυτό μου να Του μιλάει όποτε περνούσα κάποια δύσκολη στιγμή. Και αυτή ακριβώς ήταν η λύση του μυστηρίου.
Δεν πιστεύει ο άνθρωπος σε θεούς επειδή θεωρεί ότι είναι παιδί μιας ανώτερης δύναμης με την οποία θέλει να επικοινωνεί. Πιστεύει επειδή θέλει να ελπίζει ότι μια ανώτερη δύναμη θα τον βοηθήσει στις λύπες και τις τραγωδίες του. Είναι μια πανάρχαια ανθρώπινη αδυναμία, ένας αρχαϊκός φόβος ότι ίσως να μην υπάρχει τίποτα εκεί έξω και να είμαστε αβοήθητοι σε ένα απέραντο και απρόσωπο σύμπαν. Μα πάνω απ’ όλα, πιστεύει σε θεούς γιατί δεν διανοείται καν να σκεφτεί ότι όταν πεθάνει, θα γίνει απλά τροφή για σκουλήκια. Ένα σαρκίο που λιώνει και μυρίζει. Αυτό είναι που δεν αντέχει κανένας πιστός. Η υποψία ότι μπορεί να έχει ημερομηνία λήξης. Ο Παράδεισος φαίνεται πολύ πιο δελεαστικός. Τόσο που αξίζει να θυσιάσεις πολλές από τις χαρές της ζωής για να ανταμειφθείς με αυτόν και να κερδίσεις την αθανασία. Και ας πεθάνεις μίζερος και δυστυχισμένος επειδή ό,τι ευχαριστήθηκες ήταν με το σταγονόμετρο.
Και κάπου εκεί γνώρισα τον Επίκουρο και τη φιλοσοφία του. Το πώς μπορείς να φτάσεις στην ευτυχία αποφεύγοντας αυτά που σε φθείρουν και απολαμβάνοντας τα πάντα που μπορεί να σου δίνουν χαρά, όσο μικρά κι αν είναι. Πόσες φορές σταμάτησες κάτι που έκανες μόνο και μόνο για να συνειδητοποιήσεις ότι είσαι ζωντανός; 
Να νιώσεις τα πνευμόνια σου να φουσκώνουν αέρα, τα μάτια σου να μένουν ανοιχτά για ώρα και να δακρύζουν, τα πόδια σου να πατάνε γερά στη γη, σε μια γη όπου εδώ και εκατομμύρια χρόνια περπατούν άνθρωποι σαν κι εσένα, αλλά όλοι διαφορετικοί μεταξύ τους. Άνθρωποι που πλέον δεν υπάρχουν πια.
Δεν είναι αυτό χαρά; Δεν είναι χαρά το να συνειδητοποιείς ότι είσαι κομμάτι ενός κόσμου που στα δικά σου μέτρα φαίνεται αιώνιος; Που έχεις αυτή τη μοναδική ευκαιρία να αφήσεις το στίγμα σου σε ανθρώπους χωρίς να φοβάσαι τι θα πει ο παπάς, ο θεός ή οι καλοί χριστιανοί που σε επικρίνουν όχι επειδή σε ξέρουν, αλλά επειδή ακολουθούν τυφλά κανόνες και νόμους; Πόσο χρόνο νομίζεις ότι έχεις για να τα κάνεις αυτά;
Ελπίζεις ότι η ψυχή σου θα ζήσει αιώνια και έτσι βασίζεσαι σε μια ψευδαίσθηση αιωνιότητας. Πόσο σίγουρος είσαι ότι όντως υπάρχει κάτι μετά; Πόσο σίγουρος είσαι ότι οι άνθρωποι σου που πέθαναν είναι σε κάποιο μέρος με όσους έζησαν απ’ αρχής κόσμου περιμένοντας τη Δευτέρα Παρουσία; Πόσο απίθανο είναι ότι έπαψαν απλά να υπάρχουν;
Τα πάντα στο σύμπαν, από τον πιο μικρό αστερία στη θάλασσα μέχρι την υψηλότερη κορυφή των Ιμαλαΐων και από τον άνθρωπο μέχρι το πιο λαμπρό σουπερ-νόβα, τα ΠΑΝΤΑ κυριολεκτικά, αποτελούνται από χημικά στοιχεία που ενώνονται με τη σύλληψη μιας ζωής και χωρίζονται με το θάνατό της. 
Η καρδιά που χτυπάει μέσα σου αυτή τη στιγμή περιέχει ύλη που πριν από εκατομμύρια χρόνια ίσως ήταν κάποιο αστέρι ή ένα φύλλο στον Αμαζόνιο. Δεν μπορείς λοιπόν να κοιτάς το σύμπαν και να σκέφτεσαι πόσο μικρός είσαι. Πρέπει να το κοιτάς και να σκέφτεσαι πόσο μοναδικός είσαι. Αυτός ο συνδυασμός στοιχείων που σε κάνουν αυτό που είσαι είναι μοναδικός στο σύμπαν. Δεν υπάρχει κάτι άλλο όμοιο με σένα.
Όταν άρχισα να σκέφτομαι έτσι, λοιπόν, άλλαξαν μέσα μου τα πάντα. Ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα ελεύθερος. Κατάλαβα πως δεν είχα να ελπίζω σε τίποτα. Ούτε να φοβάμαι τίποτα. Όπως ο Καζαντζάκης, ήμουν κι εγώ ελεύθερος. 
Ξέρω ότι θα πεθάνω μια μέρα, όπως δισεκατομμύρια άνθρωποι και ζώα όλα αυτά τα χρόνια. Θα γίνω τροφή για σκουλίκια που με τη σειρά τους θα γίνουν τροφή για κάτι άλλο και πάει λέγοντας. Αυτό είναι το θαύμα της ζωής. Η αέναη κίνηση των πραγμάτων.
Γιατί λοιπόν να μην ζήσω αυτή την ζωή, αυτή την αέναη κίνηση, αυτή που βλέπω και πιάνω με τα χέρια μου, αντί να την θυσιάσω στη μετριότητα με την ελπίδα ότι θα ανταμειφθώ αφού πεθάνω;
Επιμύθιο: Κερδίζεις μόνο όταν δεν έχεις τίποτα να χάσεις. Κι εμείς δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε. Κανένα βασίλειο και καμία αιωνιότητα. 


1 σχόλιο:

  1. Ο Χριστιανισμός ήταν η θρησκεία των σκλαβωμένων, των δούλων, των φτωχών, των απελπισμένων, των απόκληρων. Αναδύθηκε από τα ταπεινότερα κοινωνικά στρώματα και εξαπλώθηκε μέσα στις κατακόμβες, σε καθεστώς παρανομίας και εν μέσω απανωτών διωγμών και τρομοκρατίας. Οι οπαδοί του κυνηγήθηκαν άγρια από τους κυρίαρχους κατακτητές, τους "ευγενείς" και τους πλουτοκράτες και το αίμα των μαρτύρων πότισε τα απανταχού ρωμαϊκά στάδια, προς τέρψιν του αιμοδιψή όχλου (δηλαδή των προνομιούχων πολιτών-"νοικοκυραίων" της εποχής εκείνης).
    Πέρα και ανεξάρτητα από την πνευματική-δογματική προσέγγιση, ο Χριστιανισμός ήταν ένα λαϊκό κίνημα με ισχυρές ηθικές, κοινωνικές και ανθρωπιστικές αρχές και παγκόσμιο χαρακτήρα, γι' αυτό και ανέπτυξε αυτή τη δυναμική. Γι αυτό και πολεμήθηκε.
    Η διαστρέβλωση, ο προσεταιρισμός και η κηδεμόνευση ήταν αναμενόμενες και, ως είθισται, μεθοδεύτηκαν εκ των ένδον, προκειμένου να τύχουν ευρείας αποδοχής, μέσα στο κλίμα υστερίας, σκοταδισμού και τρομολαγνείας που καλλιεργήθηκε και έκτοτε τροφοδοτείται συστηματικά από τους πολιτικούς και εκκλησιαστικούς άρχοντες, αφού αποτελεί το αποτελεσματικότερο όργανο για την επιβολή της πολιτικής τους στο Λαό, καθώς και το καλύτερο άλλοθι για τα - διαχρονικά - εγκλήματά τους. .
    Όμως, άλλο η πίστη στο Θεό και άλλο ο τυφλός θρησκευτικός φανατισμός. Άλλο ο πραγματικός Χριστιανός και άλλο θρησκόληπτος κάφρος.

    ΑπάντησηΔιαγραφή