Έχει καταντήσει ρουτίνα, κάθε φορά που το Ισραήλ αποφασίζει να επιτεθεί στη Γάζα, η επιχειρηματολογία των εκπροσώπων και των υποστηριχτών του να αναζητεί τα αίτια της επιθετικότητάς του κινούμενη σε ιστορικό κενό και εκτός του γενικότερου πλαισίου της διαμάχης. Δεν υπάρχει κατοχή, αποκλεισμός, τείχος, εξευτελισμοί στα φυλάκια ελέγχου, δρόμοι μόνο για Εβραίους, απαγωγές Παλαιστινίων –ακόμα και ανηλίκων- και κράτησή τους επ’ αόριστον χωρίς πρόσβαση στη δικογραφία και χωρίς απαγγελία κατηγορίας. Η κατάσταση αυτή είναι η «ειρηνική κανονικότητα» που διαταράσσεται από τους Παλαιστινίους.
Στην περίπτωση της φετινής επίθεσης στη Λωρίδα της Γάζας, διάρκειας περίπου πενήντα ημερών –και χωρίς να ξεχνάμε τη δολοφονία άοπλων διαδηλωτών στη Δυτική Όχθη- θα επιλέξουμε να μην επιμείνουμε στο ευρύτερο πλαίσιο που περιγράφηκε, αλλά να ασχοληθούμε με το ζήτημα των γεγονότων που οδήγησαν στην επίθεση και με την σχετική ισραηλινή επιχειρηματολογία στο έδαφος που η ίδια επιλέγει.
Μια ματιά στα γεγονότα
Σύμφωνα με την ισραηλινή κυβέρνηση, αιτία των επιχειρήσεων στη Γάζα ήταν η απαγωγή και η δολοφονία από μέλη της Χαμάς τριών Εβραίων Ισραηλινών εποίκων εφηβικής ηλικίας στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη και η ακόλουθη ρίψη ρουκετών σε Ισραηλινό έδαφος από τη Λωρίδα της Γάζας.
Ας δούμε λοιπόν, τι έγινε, πως χειρίστηκαν την υπόθεση οι ισραηλινές αρχές και αν θα μπορούσαν να αντιδράσουν διαφορετικά:
Οι ισραηλινές αρχές γνώριζαν από την αρχή ότι οι απαχθέντες έφηβοι εκτελέστηκαν αμέσως (άκουσαν τους πυροβολισμούς σε τηλεφωνική επικοινωνία με τους απαγωγείς), ενώ επίσης έμαθαν σύντομα που βρίσκονται τα πτώματά τους και που να αναζητήσουν τους ενόχους. Αντί λοιπόν, να αναλάβουν μια αστυνομική επιχείρηση για τη σύλληψη των δραστών και την εξατομικευμένη απόδοση ποινικών ευθυνών σ’ αυτούς, έκαναν την πολιτική επιλογή να αποκρύψουν τις πληροφορίες τόσο από τον τύπο, όσο και από τις οικογένειες των θυμάτων και επιδόθηκαν σε εκτεταμένες έρευνες χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο του εγκλήματος σχεδόν σε ολόκληρη τη Δυτική Όχθη, με εφόδους σε σπίτια Παλαιστινίων, μαζικές προσαγωγές και συλλήψεις πολιτικών στελεχών της παλαιστινιακής αντίστασης που δεν συνδέονταν με την υπόθεση. Η επιχείρηση πήρε τα χαρακτηριστικά εκφοβισμού, συλλογικής τιμωρίας και στρατιωτικής διαχείρισης του παλαιστινιακού πληθυσμού, χωρίς καμία διάθεση εξατομίκευσης της ευθύνης, αφού μάλλον οι Παλαιστίνιοι είναι μια άμορφη μάζα ατίθασων αραπάδων που δεν μπορείς καλά-καλά να τους ξεχωρίσεις μεταξύ τους.
Επιπλέον ενοχοποίησαν τη Χαμάς συνολικά, χωρίς να παρουσιάσουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι δράστες έδρασαν σε συνεννόηση με την πολιτική ηγεσία της οργάνωσης (μέσω π.χ. τηλεφωνικών κλίσεων, όπως έγινε για παράδειγμα στην υπόθεση της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα). Τα πράγματα μάλιστα δείχνουν ότι η ηγεσία της Χαμάς πληροφορήθηκε τα γεγονότα εκ των υστέρων, όπως και εκ των υστέρων έσπευσε να υιοθετήσει τους δράστες, με κίνητρα που αφορούν εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες της οργάνωσης (πράξη χωρίς κάποια ιδιαίτερη αναδρομική ποινική σημασία, σχετικά με την υπόθεση). Το γεγονός μάλιστα ότι οι απαχθέντες δολοφονήθηκαν αμέσως και δεν έγινε καμία προσπάθεια π.χ. να ανταλλαγούν με πολιτικούς κρατούμενους κάνει ακόμα πιο πιθανό το ενδεχόμενο η πράξη να μην εντασσόταν σε κάποιο πολιτικό σχεδιασμό, αλλά οι δράστες να έδρασαν αυτόνομα.
Μετά τη δολοφονία των τριών εφήβων ακολούθησε μια άλλη δολοφονία· αυτή ενός δεκαεξάχρονου Παλαιστίνιου από ακροδεξιούς Ισραηλινούς για εκδίκηση και παρεμπιπτώντως η «περιποίηση» ενός ανήλικου συγγενούς του σε ισραηλινό αστυνομικό τμήμα. Αυτά τα γεγονότα οδήγησαν στην εκτόξευση των ρουκετών από το έδαφος της Γάζας, όχι μόνο από τη Χαμάς, αλλά από το σύνολο σχεδόν των παλαιστινιακών πολιτικών οργανώσεων, ολόκληρου του πολιτικού φάσματος.
Δύο εγκλήματα (όχι και τόσο;) όμοια
Έχει ενδιαφέρον να δούμε πως αντέδρασαν οι ισραηλινές αρχές στην υπόθεση της δεύτερης υπόθεσης δολοφονίας σε σύγκριση με την προηγούμενη:
Η αστυνομία λοιπόν, συνέλαβε τους δράστες και άσκησε εξατομικευμένες διώξεις, ως όφειλε. Και φυσικά δεν αναρωτήθηκε ποιο κόμμα ψήφιζαν αυτοί ή σε ποιο ήταν μέλη, δεν συνέλαβε στελέχη του ούτε αποφάσισε να το ξεριζώσει με κάθε μέσο. Όταν ο δράστης είναι Ισραηλινός Εβραίος, το Ισραήλ κινείται εντός των ορίων του κράτους δικαίου. Το ότι έπραξε το αυτονόητο παρουσιάστηκε μάλιστα ως άξιο παρασημοφορήσεως και ως απόδειξη ότι το Κράτος του Ισραήλ είναι «η μοναδική δημοκρατία της Μέσης Ανατολής». Αυτό όμως που συμπεραίνει κανείς και δεν κρύβεται, είναι ότι το Ισραήλ είναι δημοκρατία, όταν αντιμετωπίζει Ισραηλινούς Εβραίους και αποικιοκρατικό / φυλετικό καθεστώς, όταν αντιμετωπίζει Παλαιστίνιους.
Η βία είναι μονόδρομος;
Η αντίδραση του Ισραήλ δεν ήταν μονόδρομος. Θα μπορούσε αφενός, να αντιμετωπίσει το έγκλημα αστυνομικά και ποινικά με τα ίδια στάνταρ που αντιμετωπίζει τους Εβραίους πολίτες του και αφετέρου, τις ρουκέτες, καλώντας καταρχήν άμεσα σε συνομιλίες τον αντίπαλο. Συζητώντας δηλαδή, τα αιτήματά του. Θα μπορούσε να μας πει ποια μπορεί να υιοθετήσει (αν υπάρχουν τέτοια) και ποια είναι αθέμιτα ή επικίνδυνα και γιατί. Θα μπορούσαμε έτσι, να συζητήσουμε επιτέλους πάνω στις απόψεις των δύο πλευρών (και να τις κριτικάρουμε). Να συζητήσουμε, με λίγα λόγια, την ουσία της υπόθεσης και όχι π.χ «για το τί θα έπρεπε να κάνουν δηλαδή οι ΗΠΑ αν έπεφταν ρουκέτες στη Νέα Υόρκη με προέλευση από καναδικό έδαφος;»(Προσωπικά αν ήμουν ο Ομπάμα, πριν βομβαρδίσω καναδικά νοσοκομεία και σχολεία, θα καλούσα τον κυβερνήτη του Καναδά να πάψει τη ρίψη των ρουκετών και θα τον ρωτούσα για ποιο διάολο λόγο τις ρίχνει. Αν βέβαια αποφάσιζα εγώ πόσες θερμίδες χρειάζεται ο μέσος Καναδός την ημέρα για να μην πεθάνει, ίσως κατά βάθος να ήξερα…)
Αν η Ισραηλινή κυβέρνηση αντιμετώπιζε σοβαρά το δικαίωμα ασφάλειας των πολιτών της και δεν έψαχνε αφορμή να βομβαρδίσει έναν ανεπιθύμητο πληθυσμό, θα μπορούσε από την αρχή να διαπραγματευτεί μια εκεχειρία κάνοντας και κάποιες κινήσεις καλής θέλησης, που να δείχνουν ότι επιδιώκει την ειρήνη και όχι την ειρήνευση ενός απείθαρχου ιθαγενούς πληθυσμού, που τρομάζει αυτούς που του στερούν την αξιοπρέπεια, και ότι ειρήνη δεν είναι η εμπέδωση της αδικίας ακόμα και με τη βία.
Ας δεχτούμε ότι μια τέτοια επιλογή δεν είναι σίγουρο ότι θα ήταν επιτυχής. Όμως, πότε το Ισραήλ έχει, έστω, δοκιμάσει να επιλύσει μια κρίση με αυτόν τον τρόπο; Πάντοτε η βία δείχνει να είναι η πρώτη του επιλογή και όχι το ultimum refugium.
Ε όχι και τη Λυσιστράτη! Η Λυσιστράτη θα έκανε μποϊκοτάζ! (Συγκέντρωση στο ίδρυμα Μ. Κακογιάννη)
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα ακυρωθούν οι εκδηλώσεις της Ισραηλινής Πρεσβείας και του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ, που είναι συνένοχα στην παράνομη κατοχή και εποικισμό των παλαιστινιακών εδαφών.
intifadagr.