Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2013

Η σαπίλα στη χώρα δεν έχει γιατρειά γιατί έχει πια φτάσει κόκκαλο.



















Η ζωή συνεχίζεται... Ο Παναγιώτης Τιμογιαννάκης γράφει για την παράλειψη του Κάρολου Παπούλια, με αφορμή την παρουσία του στο «Γ. Καραϊσκάκης» για την αναμέτρηση της Ελλάδας με την Ρουμανία

Α, την ευχαριστήθηκα την Εθνικάρα καθώς και το γεγονός πως εδώ που δεν υπάρχει Ρομπέρτο, ο Μήτρογλου πήρε ένα ακόμα Οσκαρ. Ετσι; Για να είμαστε σωστοί…
Μάλιστα, θα τολμούσα να πω και το πόσο χάρηκα που είδα και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να φεύγει από το «Καραισκάκη», όπου είχε πάει κι αυτός για την ομάδα.
Καθώς βέβαια και για τα εκατομμύρια που παρακολουθούν το παιχνίδι...
Η διαφορά μου  με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας είναι πως  όταν εγώ προσωπικά ανάρτησα ένα status στο facebook, με αφορμή το πρώτο γκόλ του «οσκαρούχου», έβαλα και μια ένδειξη πως «η ζωή συνεχίζεται…».
Διότι λίγο πριν είχα ακούσει ανατριχιάζοντας τις Ειδήσεις στην TV κι είχα ακούσει για το ναυάγιο με τους  μετανάστες ή πρόσφυγες ή λαθρομετανάστες (διαλέξτε ο καθένας τον προσδιορισμό που του ταιριάζει) όπου πάλι είχαν πνιγεί 12 άνθρωποι στα ανοιχτά του Αιγαίου και με είχε παραλύσει το γεγονός καθώς και μια ακόμα λεπτομέρεια. Πως ανάμεσα στους πνιγμένους ήταν τέσσερα μικρά αδέρφια και μαζί κι ο πατέρας. Η μάνα βρισκόταν κάπου αλλού και περίμενε…
Δεν είχα ακούσει καμία δήλωση γύρω από το τραγικό συμβάν που να προέρχεται από την Προεδρία της Δημοκρατίας , μια δήλωση του Προέδρου, ένα συντονισμό του με τις Ευρωπαικές Προεδρίες και με το αν παραδειγματίζεται από ανάλογες περιπτώσεις
Θυμήθηκα, όπως μου συμβαίνει συχνά, την Ιταλία και τον Πρόεδρο της Ιταλικής Δημοκρατίας, τον Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, που σε ανάλογη περίπτωση, όταν έγινε στη νήσο Λαμπεντούζα του κακού χαμού με τον πνιγμό ανθρώπων ίδιας περίπτωσης με του πνιγμού στα ανοιχτά της Ρόδου, 
ο πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας, 
όχι μόνο βγήκε κι έκανε δήλωση, 
όχι μόνο πήρε θέση η ίδια η Προεδρεία 
αλλά επισκέφθηκε και το νεκροτομείο και  κήρυξε εθνικό πένθος. 

Για ζητήματα ανθρωπισμού, προφανώς, επειδή θέλει να θυμίζει και να θυμάται την κληρονομιά της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού.

Επίσης, ο Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας, κάποιο μήνα, πριν, τότε που ξεκίνησε κι η δική μου συνεργασία με το «gazzetta», είχε βγεί να εκφράσει τα συλλυπητήρια του για τον απροσδόκητο θάνατο σε τροχαίο του Τζουλιάνο Τζέμμα, του «Ρίνγκο» των ιταλικών σπαγγέτι γουέστερν.  Κι είχε κηρύξει και τότε 24ωρο Εθνικό Πένθος στη χώρα διότι για τους Ιταλούς και την ιταλική κουλτούρα, ο,τιδήποτε ιταλικό παράγεται είναι κομμάτι της Ιταλίας και του ιταλικού πολιτισμού. Το κάθε πράγμα φυσικά στο είδος του.
 Όμως κι ο «Ρίνγκο» ήταν ένα παιδί της Ιταλίας, 
ήταν ένα καμάρι του μαζικού ιταλικού σινεμά που έγινε παγκόσμιο.
Ο Ελληνας ομόλογος του , δύο μέρες πριν πάει στο γήπεδο, ήταν απών κι από κάτι όχι απλώς ανάλογο, αλλά συντριπτικά υπέρτερο, αν και στην ανθρώπινη απώλεια δεν υπάρχουν διαφορές: 
Είχε πεθάνει στην Ελλάδα μία από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες καλλιτέχνιδες που επί 65 χρόνια, από το 1949 που έσκασε μύτη, ως το χειμώνα του 2013 που εξακολουθούσε κι έπαιζε σε γεμάτα θέατρα με όρεξη για δημιουργία και για παρουσία στο σανίδι,
 κι εννοώ την ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΒΑΛΑΚΟΥ.
Η επίσημη Ελλάδα θα έπρεπε όχι απλώς πένθος να κηρύξει αλλά  αν ήταν και πονηρή κι ήθελε να μπουρδουκλώσει τα πράγματα με τον τριήμερο εορτασμό του Πολυτεχνείου, δεν θα είχε καλύτερη ευκαιρία. Μα δεν ήταν ούτε έξυπνη ούτε πονηρή. Αντίθετα αποδείχτηκε απαίδευτη, απληροφόρητη, ανενημέρωτη, ακαλλιέργητη.
Η ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΒΑΛΑΚΟΥ έφυγε από τα ανθρώπινα και πέρασε στα αιώνια 
χωρίς να την αποχαιρετήσει  η επίσημη Ελλάδα, 
χωρίς να σπεύσει ο Υπουργός Πολιτισμού, που τα καλά τα λόγια τα έχει μόνο για αυτούς που ζητούν ρουσφέτια για επιχορηγήσεις (βλ Σμαραγδής), 
χωρίς μια επίσημη παρουσία στην «εξόδιο ακολουθία» της,  
χωρίς δηλώσεις παρεμβατικές για την εκλιπούσα μέγιστη καλλιτέχνιδα από τον Πρωθυπουργό που είναι αδικαιολόγητος επειδή προέρχεται από καλλιεργημένο περιβάλλον,  με προγιαγιά (ή γιαγιά;
Συγχωρέστε με που μπερδεύω λίγο τα σόγια) την Πηνελόπη Δέλτα, η οποία πέρα από το πνευματικό της έργο άφησε υποθήκη και την αυτοκτονία της ως διαμαρτυρία τη μέρα που μπήκαν στην Αθήνα τα γερμανικά κατοχικά στρατεύματα το 1941, και στενό συγγενή (θείο ή κάτι τέτοιο, πάντως πρώτου βαθμού) τον Παύλο Ζάννα, που είχε ανακατευτεί και με τον κινηματογράφο, που είχε φτιάξει σε ανύποπτο χρόνο Κινηματογραφική Λέσχη στη Θεσσαλονίκη, που ήταν μεταφραστής του Μαρσέλ Προυστ, που όμως είχε συνεργαστεί στενά  και με το Υπουργείο Πολιτισμού της Μελίνας επί ΠΑΣΟΚ κι είχε αναλάβει ένα φεγγάρι και μια θέση, δεν θυμάμαι ποια ακριβώς.
Και βέβαια, απών κι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
 Ποιο Εθνικό Πένθος για τη Βαλάκου όταν ο ομόλογος του της Ιταλίας κήρυττε πένθος για τον «Ρίνγκο»; Τι θα είχε γίνει στην Ιταλία για μια σαν τη Βαλάκου; Οι σημαίες θα είχαν υψωθεί μεσίστια , το πένθος θα ήταν τριήμερο, ο Πρόεδρος θα καθόταν μαζί με τους συγγενείς. Θυμάμαι άλλωστε και τι έγινε στην κηδεία του Μάριο Μονιτσέλι.
Και ξαφνικά, τον είδαμε τον Πρόεδρο στο Γήπεδο. 
Βεβαίως κι «η ζωή συνεχίζεται…». 

Πριν όμως, συνεχιστεί οφείλει προηγουμένως κάτι να έχει διδάξει περί πολιτισμού.
 Ποιος είναι ο ελληνικός πολιτισμός;
 Οι άνθρωποι μόνο που τον ΠΑΡΗΓΑΓΑΝ. 

Χρησιμοποιώ παρατατικό επειδή στα χρόνια της Βαλάκου και στη νοοτροπία της γενιάς εκείνης και των αληθινών καλλιτεχνών, ο πολιτισμός δεν περνούσε από τις «μαντινάδες»  προς τον πρωθυπουργό για την επιχορήγηση με αντάλλαγμα μια δήλωση φιλοφρόνησης που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί προεκλογικά.

Οπότε, με αυτή τη λογική ΔΕΝ ΧΑΡΗΚΑ ΚΑΘΟΛΟΥ που είδα στο Γήπεδο τον ΠΡΟΕΔΡΟ Της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μερικές ώρες μετά το ναυάγιο στα ανοιχτά της Ρόδου κι ένα 24ωρο μετά την κηδεία της ΜΕΓΑΛΗΣ.

Είχα χαρεί όμως τόσο πολύ με την Εθνική ώστε δεν επέτρεψα στον εαυτό μου να το βάλει μαράζι ή να αμαυρώσει το αποτέλεσμα.
Διότι η ζωή συνεχίζεται κι η Εθνική της Παρασκευής με το 3-1 εις βάρος της Ρουμανίας μας ξεσήκωσε και μας έβαλε, τουλάχιστον εμένα, ξανά σε σκέψεις , πως έχει δρομολογηθεί πιά και κούτσα κούτσα, από δω το πάει από εκεί το φέρνει, προχωράει. Μέχρι κάποιου σημείου προχωράει. Το μόνο που θέλω να θυμάται είναι πως εχθρός του καλού είναι το καλύτερο.
Το γκόλ δεν θα έπρεπε να το τρώγαμε, λέω εγώ καθώς ήμουν αραχτός στην πολυθρόνα εκείνη τη στιγμή που έγινε το λάθος και κάτι μασούλαγα κι ήθελα σαν τον Δία τον Ελληναρά  να ρίξω τον κεραυνό μου προς όλους αυτούς τους «άσχετους» που έφαγαν το γκόλ και δεν ήταν σε κι εμένα αραχτοί και να τα ξέρουν όλα- ενώ την ώρα που ο Τοροσίδης έτρεχε πάνω κάτω ,εγώ έκανα παπάρα την ψύχα στο λάδι της ντοματοσαλάτας απέναντι από την τηλεόραση.
Ας είναι. Αφού ήταν εκεί κι ο Πρόεδρος κι έκανε το εθνικό του χρέος, μην το συζητείτε καθόλου.
Η ζωή συνεχίζεται...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου