Στις αλληλοδιαδεχόμενες κυβερνήσεις του 1945-1946, βρίσκονται σε νευραλγικά υπουργεία κομψοί και μετριοπαθείς φιλελεύθεροι
(όπως λ.χ. ο Θεμιστοκλής Τσάτσος ή ο βυζαντινολόγος Δ. Ζακυθηνός).
Διακρίνονται για τις «ίσες αποστάσεις» τους απέναντι στον «κομμουνιστικόν κίνδυνον» (την διωκόμενη Εθνική Αντίσταση) και το πάνοπλο δοσιλογικό μόρφωμα, που ονομάζεται γενικώς και αορίστως «άκρα Δεξιά».
Οι αποστάσεις, όμως, είναι τόσο ίσες, ώστε αυτή η «άκρα Δεξιά» τρομοκρατεί και δολοφονεί στην καρδιά του εθνικόφρονος κράτους-διότι είναι η καρδιά του.
Στο λεκανοπέδιο της Αττικής, ιδρύονται παντού γραφεία της «Χ»-πολλά από αυτά
υποστηρίζονται οικονομικά από εργοστασιάρχες και επιχειρηματίες.
Γίνονται η αιγίδα για μέλη φασιστικών οργανώσεων,
όπως η ΟΕΔΕ, η ΕΣΠΟ, η ΕΣΑΟ, το «Εθνικόν Κομιτάτον», μέλη των ελληνόφωνων SS, των ταγμάτων ασφαλείας, της Ειδικής Ασφάλειας.
Σε πολλές περιπτώσεις, έχουν κοινή διοίκηση με την Αστυνομία, όπως για παράδειγμα η οργάνωση της «Χ» στον Άγιο Ιωάννη (λεωφ. Βουλιαγμένης), που έχει τον ίδιο διοικητή
με το ΙΓ’ αστυνομικό τμήμα.
Κατά την περίοδο της Κατοχής, είχε συνδιοικήσει το ΙΓ’ αστυνομικό τμήμα και ένοπλη συμμορία που συνεργαζόταν με τα SS.
Τα γραφεία της «Χ» στους Αμπελοκήπους διαθέτουν μιας μικτής προέλευσης σύνθεση, από πρώην ένοπλους των SS και πρώην βασανιστές της Ειδικής.
Στο γειτονικό Διαβολόρεμα, είχε διατεθεί ολόκληρη πολυκατοικία για να στεγαστούν τα γραφεία της «Χ». Στα Πατήσια, υπεύθυνοι των γραφείων της «Χ» είναι δύο πρώην ανώτερα στελέχη της Ειδικής Ασφάλειας, οι Σισμάνογλου και Χανιώτης, οι οποίοι είχαν αιματοκυλήσει τη Νέα Ιωνία στο μπλόκο της «Εριουργίας», τον Ιούνιο του 1944.
Ιδιαίτερα δραστήριο ήταν και το συγκρότημα της οδού Αχαρνών, το οποίο είχε άμεση σύνδεση και με τα παραρτήματα Βοτανικού, Κολωνού, Μεταξουργείου, ενώ στον Κεραμεικό υπήρχε πολυμελής οργάνωση συσπειρωμένη σε μικρότερες ομάδες.
Τα γραφεία της «Χ» ήταν μαγνήτης λαθρεμπόρων, σωματεμπόρων, καταχραστών και πωλητών κάθε είδους προστασίας. Κυρίως, όμως, ήταν πραγματικές οπλαποθήκες, όπως και τα σπίτια των αρχηγών τους: αγγλικά και γερμανικά όπλα, αυτόματα, χειροβομβίδες Μιλς κλπ. Οι αποστάσεις, όμως, ήταν τόσο «ίσες», ώστε αυτές οι οπλαποθήκες δεν ανευρίσκονταν, δεν κατάσχονταν ή τροφοδοτούνταν εκ νέου.
Το χίτικο τραγούδι «ο βασιλιάς μας έρχεται από τη Βρετανία και φέρνει ρετσινόλαδο για τη δημοκρατία» ήταν στο στόμα πολλών «εθνικοφρόνων», οι οποίοι αισθάνονταν ανακούφιση με τα «παιδιά» που προστάτευαν τους μαυραγορίτικους μόχθους της Κατοχής, την κινητή και ακίνητη περιουσία που είχαν αποκτήσει
με την σχεδόν τετραετή επιχειρηματική τους δράση.
Οι Χίτες διοργάνωναν καθημερινά επιδρομές σε σπίτια, δολοφονούσαν και προπηλάκιζαν.
Έστηναν μπλόκα σε πολλές συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά, όπου έκαναν αυθαίρετους ελέγχους ταυτοτήτων, ξυλοκοπούσαν και λήστευαν, συχνά φορώντας τις κατοχικές κουκούλες ή αυτοσχέδιες μάσκες.
Δεν συλλαμβάνονταν ή κι αν συλλαμβάνονταν δεν τιμωρούνταν ποτέ.
Σχεδόν πάντα, κάθε Χίτης που έφερε δημοσίως πιστόλι ή χειροβομβίδα χαρακτηριζόταν «νομίμως οπλοφορών».
Οι αστυνομικές και οι δικαστικές αρχές (στη συντριπτική τους πλειονότητα) έκαναν τον απολογισμό των ενεργειών χωρίς καν να αναφέρονται σε ακροδεξιά τρομοκρατική οργάνωση: Μια από τις προσφιλείς εκφράσεις ήταν «η τάξις αποκατεστάθη, αλλά οι εθνικόφρονες πολίτες διατελούν ακόμη εν αγανακτήσει».
Ειδικά για την πυκνή δολοφονική δράση των χίτικων ομάδων του Κεραμεικού το 1945, όταν δεν γινόταν λόγος περί «αντεκδικήσεων», απονεμόταν η ιδιότητα των «αγανακτισμένων πολιτών» (ναι, επί λέξει).
Στον ελεύθερο χρόνο τους γίνονταν ψευδομάρτυρες κατηγορίας σε στημένες δίκες, όπως ο ταγματάρχης Σγούρος, ο οποίος πρωταγωνίστησε στο μπλόκο της Κοκκινιάς ως επικεφαλής του ναζιστικού συνδέσμου «ΕΣΑΟ» και εκτελούσε ομήρους στη Μάνδρα, αλλά κλήθηκε να καταθέσει εναντίον κοκκινιωτών αντιστασιακών, παρά τις 13 εις βάρος του μηνύσεις.
Η στήριξη της χίτικης τρομοκρατίας στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου πολλά γίνονταν ευκολότερα αντιληπτά από εξωτερικούς παρατηρητές, δεν ήταν πάντα εύκολη υπόθεση:
«Υπάρχει κίνδυνος να πάμε για μαλλί και να βγούμε κουρεμένοι. Να μην ευρεθώμεν από κατήγοροι κατηγορούμενοι, διότι τότε εχάθησαν όλα. Προσοχή! Προσοχή! Προσοχή!», προειδοποιούσε το μοναρχοφασιστικό «Ελληνικόν Αίμα».
Γι’ αυτό, δεν έλειπαν και οι χίτικες προβοκάτσιες:
Λ.χ., μασκοφόροι έριξαν πυροβολισμούς και χειροβομβίδα κοντά σε καφενείο όπου σύχναζαν Χίτες. Αμέσως μετά, εξαπολύθηκε τρομοκρατικός διωγμός σε όλη την περιοχή από το Μεταξουργείο μέχρι τα Χαυτεία
με ξυλοδαρμούς, μαχαιρώματα, απαγωγές και βασανιστήρια.
Με παρόμοια μέθοδο, πυροβολισμό «αγνώστων» έξω από αστυνομικό τμήμα στην οδό Μαδύτου στο Περιστέρι, επακολούθησαν προπηλακισμοί και συλλήψεις 350 αριστερών πολιτών από κοινού με την αστυνομία.
Δεν ήταν άγνωστες και οι παρατεταμένες εσωτερικές έριδες:
Εν τέλει, η «Χ» ήταν μια οργάνωση που διασφάλιζε συσσωρευμένο χρήμα
και εισέπραττε εισφορές κυρίως σε χρήμα.
Έτσι εξηγείται εύκολα γιατί λ.χ. οι επιτελείς της «Χ» Κυριακόπουλος, Πωλογιώργης και Ξηρογιάννης αλληλοπυροβολήθηκαν στα Ιλίσια «δια ταμειακάς διαφοράς».
Κι ενώ η χίτισσα Καλλιόπη άνοιγε με την μπάζα της Κατοχής και της σωματεμπορίας μια ψαροταβέρνα με μέλλον στις δεκαετίες της «ανοικοδόμησης», ένας πυρήνας της «Χ» αποφάσιζε να κατέλθει και αυτοτελώς στις εκλογές της 31ης Μαρτίου 1946
ως «Κόμμα Χιτών Εθνικής Αντιστάσεως».
Κάποιοι στήριζαν τον «Σύνδεσμον Εθνοβασιλοφρόνων» και οι περισσότεροι τους μεγάλους εθνικόφρονες συνασπισμούς, ενώ οι δικηγόροι, οι απολογητές και οι υψηλοί προστάτες τους συγκαταλέγονταν στους προβεβλημένους υποψηφίους αυτών των συνασπισμών.
Οι ιστορίες με Χίτες, όμως, τελειώνουν με ένα περιστατικό από την 4η Μαρτίου 1950:
Στον Κεραμεικό, με τις διεσπαρμένες χίτικες οπλαποθήκες, η χίτισσα Φιλίτσα Α., ερωμένη του ομαδάρχη της «Χ» Σωκράτη Σ., συλλαμβάνεται για μεταφορά όπλων.
Λίγο νωρίτερα, είχε συλληφθεί άλλο μέλος της ομάδας, ο έμπορος ναρκωτικών Λ. Μαζί με ποσότητα ναρκωτικών βρέθηκε πάνω του και ένα περίστροφο.
Η Φιλίτσα Α. υποτίθεται ότι φοβήθηκε και έστειλε μέσα σε ένα καλάθι δύο περίστροφα και χειροβομβίδες στην επίσης χίτισσα και ιδιοκτήτρια ενοικιαζόμενων δωματίων, Τούλα Π.
Και αυτή, όμως, «θορυβήθηκε», θέλησε να μετακινήσει τα όπλα και έτσι το ΣΤ’ παράρτημα ασφαλείας του Κεραμεικού «αντιλήφθηκε» ότι κάτι συνέβαινε.
Μετά από έρευνα διενεργήθηκαν συλλήψεις. Αρχικά είχαν διαρρεύσει ότι η Φιλίτσα A.
ήταν «πρώην κομμουνίστρια»
. Η επόμενη μέρα, 5η Μαρτίου 1950, ήταν μέρα εκλογών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου