Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Ο Καμίνης, ο Αγκάμπεν, ο Homo Sacer: απρόσμενες συναντήσεις τον καιρό της κρίσης Της Ντίνας Τζουβάλα

















Ας ξεκινήσουμε με μια παραδοχή: 
η εικόνα των λευκοντυμένων φιλελευθέρων στο Μέγαρο Μουσικής μου φάνηκε βαθιά γκροτέσκα. Ήταν η επιλογή του μέρους (μπορεί ο Φύσσας να δολοφονήθηκε σε λαϊκή γειτονιά, αλλά ο καθείς όπου αισθάνεται βολικά), ήταν ο επιεικώς παιδαριώδης συμβολισμός των λευκών ρούχων,
 ήταν που ήταν τρεις κι ο κούκος, ήταν που κρατούσαν αυτά τα πλακάτ που ομοίαζαν λίγο με πλακάτ παραθρησκευτικής οργάνωσης στην Αμερική. 

Κυρίως, όμως, ήταν το «όχι στη βία» που αναβάθμισε την όλη διαμαρτυρία από το επίπεδο του γελοίου στο επίπεδου του ελαφρώς φρικιαστικού.
 Γιατί όμως μας ενοχλεί τόσο αυτό το «όχι στη βία»; 

Η πρώτη, προφανής απάντηση είναι πως είναι κομμάτι της προσπάθειας του «ακραίου κέντρου» να εξισώσει την Αριστερά με την Χρυσή Αυγή, ακόμα και αυτή τη στιγμή. 

Άλλωστε, ο κύριος Καμίνης χαρακτήρισε την ΧΑ το «κατεξοχήν αντιμνημονιακό κόμμα» (αλήθεια; Με ποιο κριτήριο;) και επεσήμανε τους κινδύνους που ελλοχεύουν από αυτή την αντιπαράθεση. 

Μας συνέστησε κοινώς να σταματήσουμε να κάνουμε πολιτική, 
ώστε να μην θριαμβεύσει ο φασισμός. 

Το ότι ο φασισμός επαγγέλλεται ακριβώς αυτό το τέλος της πολιτικής προφανώς είτε του διαφεύγει είτε δεν τον αφορά. Η αποκήρυξη της «βίας απ΄ όπου κι αν προέρχεται», λοιπόν, είναι ενοχλητική και επικίνδυνη, στον βαθμό που συμψηφίζει και ομοιογενοποιεί τα «άκρα», 
αλλά και στον βαθμό που ως βία κατηγοριοποιούνται μια σειρά πράξεων αντίστασης ή και τυφλής διαμαρτυρίας που ξεκινάνε από τις απεργίες και τις πορείες 
και καταλήγουν στα γιαούρτια ή στις αποδοκιμασίες.

 Όλα τα παραπάνω τοποθετούνται σε ένα συνεχές, το οποίο δήθεν αναπόφευκτα καταλήγει στα μαχαιρώματα ή, ακόμα χειρότερα, εξισώνονται πλήρως με τα μαχαιρώματα [1]. 

 Νομίζω όμως πως ακόμα κι έτσι, κάτι παραπάνω χρειάζεται για να κατανοήσουμε αυτό το ξερό «όχι στη βία». Πρόκειται προφανώς για μια βία χωρίς αποχρώσεις (πολιτική, ρατσιστική, φυσική, συμβολική, ατομική, συλλογική, κρατική κ.τ.λ.) [2]. 

Αυτό, σε ένα πρώτο επίπεδο συνεπάγεται την αθώωση των πολιτικών χώρων που ασκούν αυτή τη βία, αλλά και την ενοχοποίηση της Αριστεράς. Έχει όμως, μάλλον και λίγο πιο δομικές συνέπειες. Ποιο είναι το υποκείμενο που ασκεί και δέχεται μια τέτοια άχρωμη και άοσμη βία;

 Ποιος είναι ο θύτης και το θύμα μιας βίας χωρίς- υποτίθεται- πολιτική φόρτιση, μιας βίας που μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο ως «φυσικό» φαινόμενο; Πολύ φοβάμαι πως ο αποδέκτης αυτής της «γυμνής» βίας δεν είναι άλλος από τη «γυμνή ζωή». 

Ο Αγκάμπεν μιλάει για την «γυμνή ζωή» χρησιμοποιώντας έναν διαχωρισμό που βρίσκουμε στο έργο του Αριστοτέλη. Από τη μία υπάρχει ο «βίος», ο οποίος έχει πολιτικές και ηθικές διαστάσεις, και απ΄ την άλλη η «ζωή», ένα απλό φυσικό και βιολογικό φαινόμενο. Περνώντας στο ρωμαϊκό δίκαιο, ο Αγκάμπεν μιλά για την μορφή του homo sacer, του υποκειμένου αυτού που η ζωή του δεν έχει αξία και έτσι μπορεί να θανατωθεί χωρίς να παραβιαστεί ο νόμος. 

Η ζωή του homo sacer έχει σχέση με τον νόμο μόνο στον βαθμό που εξαιρείται, αποβάλλεται από την περιφέρεια του νόμου. Αντλώντας στην συνέχεια στοιχεία απ΄ τη σκέψη του Φουκώ για την βιοπολιτική και από τις επεξεργασίες του Σμιτ για την κατάσταση εξαίρεσης, ο Αγκάμπεν υποστηρίζει πως ο Κυρίαρχος είναι αυτός που αποφασίζει ποιοι θα εξοριστούν στην έρημο της «γυμνής ζωής» και μέσα από αυτή την απόφαση συγκροτεί την κυριαρχία του. 

 Οι φιλελεύθεροι, οι ιδεολόγοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι αιώνιοι κεντρώοι μιλώντας, λοιπόν, γενικά για τη βία αντιμετωπίζουν εν τέλει τη βία σαν ένα φυσικό φαινόμενο που ως τέτοιο πλήττει τους ανθρώπους, όχι σαν πολιτικές και ηθικές υπάρξεις, αλλά απλά σαν απλές εκφράσεις μιας βιολογικής ζωής. Αυτοί οι ευαίσθητοι, οι μετριοπαθείς, οι συνετοί καταλήγουν να απο-ηθικοποιοιύν και να απολιτικοποιούν την ανθρωπότητα, που τόσο νομίζουν ότι αγαπούν. 

Ο κύριος Καμίνης ως καλός Συνήγορος του Πολίτη σίγουρα δεν επικροτούσε τις ιδέες του ναζιστή Καρλ Σμιτ. Παρόλα αυτά, κρατώντας το πλακάτ του, μας εξόρισε όλες και όλους στην έρημο της «γυμνής ζωής». Είναι στοιχειώδης υποχρέωσή μας να επιστρέψουμε από αυτή την εξορία, και ο μόνος τρόπος να το κάνουμε είναι να βάλουμε πάλι στο τραπέζι την έννοια της πολιτικής, και, κυρίως, την έννοια της δημοκρατίας. 

Αλλά αυτό είναι πιθανώς κομμάτι μιας λίγο ευρύτερης συζήτησης.  

1. Για ένα επιχείρημα ενάντια σε αυτή την παράλογη και εν τέλει βαθιά ολοκληρωτική εξίσωση, βλ. εδώ 2. http://artfullyonsaturday.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου