Της Έλενας Καραμίχαλου
Όταν δεν έχεις λεφτά, αυτό που γερνά την ψυχή σου, δεν είναι η άδεια σου τσέπη, αλλά η διάψευση των ονείρων σου.
Όταν δεν έχεις λεφτά, αυτό που γερνά την ψυχή σου, δεν είναι η άδεια σου τσέπη, αλλά η διάψευση των ονείρων σου.
Αυτό έχω καταλάβει τον τελευταίο καιρό που δεν έχω μία, που το μόνο μου παρόν είναι το παρελθόν μου και η αγαπημένη μου θέα ο τοίχος.
Η κάθε μου μέρα είναι μια συνεχής αναμονή στο σαλονάκι της αβεβαιότητας, με το μάτι καρφωμένο στην πόρτα. Ξέρεις πως αν ανοίξει, θα βγει το τέρας, απλά δεν ξέρεις ποιο ακριβώς.
Αυτό που ξερνάει φλόγες και σε κάνει κάρβουνο, το άλλο που σε σφίγγει μέχρι να σκάσεις ή κάτι που δεν φαντάζεσαι;
Οι τσέπες μου είναι άδειες, αλλά αυτό νομίζω το ξαναείπα. Αυτό που δεν είπα, είναι πως το πιο τραγικό που μπορεί να συμβεί σε κάποιον, δεν είναι η αφραγκιά, αλλά το να σου αφαιρούν το δικαίωμά να δουλέψεις για να μπορέσεις να ζήσεις.
Κι έτσι, να προσποιείσαι τελικά, πως ζεις.
Να τσουλάς τη μέρα σαν σπασμένο αυτοκινητάκι που του βάζεις μονωτική ταινία να το κολλήσεις, μπας και ξεγελαστείς ότι τρέχει.
Δεν ξέρω πώς τη βγάζουν οι άλλοι, αλλά εμένα η μόνιμη αφραγκιά, μου φέρνει έναν καθημερινό μαρασμό που με αποκόβει ταυτόχρονα από τα δύο άκρα της προσωπικότητάς μου, αυτά που μέχρι τώρα με κρατούσαν ζωντανή: την ηθική και την ακολασία μου.
Σκέφτομαι πώς ήμουν πριν τρία χρόνια και νιώθω σήμερα το ζωντανό κουφάρι της χθεσινής μου ζωής, που έχει πια χαθεί, όπως λέει και ο Πεσόα.
Φοράω τα προπέρσινά μου ρούχα, συλλέγω το κατακάθι από το κραγιόν με τη μπατονέτα για τα αυτιά και είμαι ικανή να θρηνήσω για μικροπράγματα: μια τρύπα στη μπλούζα, ένα μικρό βούλιαγμα στο φτερό του αυτοκίνητου και ένα σπασμένο κουμπί στο πλυντήριο ρούχων.
Πανικοβάλλομαι για όλα όσα εχθές δεν έπαιρνα στα σοβαρά και που σήμερα έγιναν προϋπόθεση για να τη βγάλω καθαρή: τι καιρό θα κάνει αύριο γιατί δεν έχω λεφτά για πετρέλαιο, πόσο αυξήθηκε το γάλα και να βάλω κανένα μακαρόνι στην άκρη, γιατί ποτέ δεν ξέρεις.
Όσοι αγαπώ και με αγαπούν, είναι στην ίδια κατάσταση με μένα κι αυτό ανακυκλώνει τη μαυρίλα.
Ο χειρότερος εφιάλτης όμως, ζωντανεύει με όσους ποτέ δεν αγαπηθήκαμε και τώρα που έμαθαν τα χάλια μου σπεύδουν να μου το υπενθυμίσουν με μια αγκαλιά τσουκνίδες.
«Έμαθα δυστυχώς πως έχεις προβλήματα, αν θες μπορώ να σου δώσω χρήματα και μην τα επιστρέψεις, δεν θα μου λείψουν».
Θέλω να ουρλιάξω σε όλους αυτούς τους αθώους δήμιους, αλλά περιορίζομαι σε μια ευγενική άρνηση.
«Ψωροπερήφανη», θα ψιθυρίσουν κλείνοντας το τηλέφωνο. Ας τους να χτυπιούνται.
Καλύτερα στην πείνα. Άλλωστε, το έχω μάθει. Τίποτα δεν είναι πιο ακριβό από το δωρεάν.
Όταν είμαι στις καλές μου, λέω «πού θα πάει, σε δέκα χρόνια τα πράγματα θα έχουν μπει στη θέση τους και όλα θα είναι καλά».
Όμως, είναι τέτοια η απόγνωση αυτές τις ώρες, που φοβάμαι πως όσα χρόνια κι αν περάσουν, κάτι μέσα μου θα κλαίει για πάντα.
http://www.linkn.co/WuYJFN
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου