offstage
Λογικά τα λάθη της οφείλονται στην τηλεοπτική απειρία της. Ως έναν βαθμό. Γιατί αν και η Σάννυ Μπαλτζή,γνωστή και ως μνηστή-φάντασμα,εκ της τατιαναίικης γυναικοπαρέας του Star, πλασάρεται ως αντισυμβατική,κάτι τέτοιο δεν συνάδει με τα όσα εκστομίζει. Ε
λπίζω να συνειδητοποίησε την γκάφα ολκής που διέπραξε όταν ρωτώντας τον Γιώργο Λιάγκα ποια θα ήταν η αντίδρασή του αν ο γιος του τού δήλωνε ότι είναι γκέι έσπευσε να τον καθησυχάσει λέγοντας με χαρακτηριστική άνεση «χτύπα ξύλο βέβαια...».
Μακριά από εμάς η αντισυμβατικότητα ως λόγος και σκέψη. Αρκεί να τη φοράμε σε τατού και σε σκούρο βερνίκι νυχιών...
Εχουμε την τηλεόραση που μας αξίζει; Μάλλον. Γιατί αν δεν θέλαμε την κάθε ανόητη τηλεπερσόνα, αν δεν μας άρεσαν οι φωνασκούντες πολιτικοί και οι τηλενομάρχες στα παράθυρα των πολιτικών εκπομπών και των δελτίων, αν πληγωνόταν η αισθητική μας από το κιτσαριό και αν η μυθοπλασία της αρπαχτής μάς προβλημάτιζε, ενδεχομένως η διάρκειά τους να μην άγγιζε την εικοσαετία.
Το σύνολο ευθύνης για την κακή τηλεόραση, για το τηλεσκουπιδαριό και τους πρωταγωνιστές του συνήθως αποδίδεται αποκλειστικά στους τελευταίους. Λάθος. Πώς θα επιβίωναν όλοι αυτοί δίχως τα περίφημα πενηντάρια τηλεθέασης που τους χάριζε απλόχερα το τηλεοπτικό κοινό;
Πώς θα έπαιρνε εργολαβία την πρωινή ζώνη η Ελένη Μενεγάκη αν δεν την επιδοκίμαζε η τηλεθεάτρια και αν στη συνέχεια δεν αγόραζε τρία περιοδικά τον μήνα με την ίδια στο εξώφυλλο;
Η τηλεόραση κρύβει μια βαθιά δημοκρατική διαδικασία, τη χρήση του τηλεκοντρόλ.
Και διαχωρίζω πλήρως τη δημοκρατικότητα αυτή από την αντίστοιχη του μέσου, το οποίο άπαξ και διατηρεί τα προπαγανδιστικά χαρακτηριστικά του την περιορίζει σημαντικά.
Από τη στιγμή που ο τηλεθεατής αποφασίσει να σταθεί απέναντι από την οθόνη προβολής, επιλέγει.
Κανάλι, εκπομπή, διάρκεια. Ο,τι δεν αρέσει αυτομάτως εξαφανίζεται από την οθόνη. Απλά πράγματα.
Ο,τι αρέσει, βλέπεται και ξαναβλέπεται. Δεν είμαστε λοιπόν άμοιροι των ευθυνών μας ως τηλεθεατές, καθώς τίποτε που δεν έφερε «νούμερα» δεν επιβίωσε, ακολουθώντας τον σκληρό νόμο της τηλεοπτικής αγοράς. Εξαιρώντας τις «ευπαθείς» τηλεοπτικές ομάδες, κάποιοι τουλάχιστον έχουν ακόμη ζωντανό το κριτήριο επιλογής.
Από αυτούς περιμένεις να διαφοροποιηθούν. Κι όμως. Τα περίφημα νεανικά κοινά ψηφίζουν τούρκικα (ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά στο γυναικείο κοινό ηλικίας 15-24 ετών), επιλέγουν εναλλακτικά δελτία και βλέπουν(;) πρωινάδικα.
Οσο κι αν δεν αρέσουν το κουτσομπολαριό, το κιτσαριό των σόου και η ματαιοδοξία των τηλεμαϊντανών πάντως δεν συντηρήθηκαν από το ψυγείο αλλά από το πατημένο κουμπί. Σε αυτό άλλωστε συνηγορεί και η εικόνα του εφετινού προγράμματος σε μια σεζόν που δειλά δειλά αρχίζει.
Ιδια πρόσωπα, ίδιες συμπεριφορές, ίδια κουτοπονηριά. Κουτσομπολιό, παρουσιάστριες πνιγμένες στην παγέτα καταμεσήμερο, μάτια μαυρισμένα από το αϊλάινερ, μπούκλα κρεπαρισμένη και επιτηδευμένη αθωότητα.
Η ψυχαγωγία κολυμπά στη φτήνια, στην ευκολία και στην κακή αντιγραφή. Η τηλεόραση αποδεικνύεται κατώτερη των προσδοκιών. Αντί η συρρίκνωση να οδηγήσει σε επανεκκίνηση, δυστυχώς περιορίστηκε στην πρόθεση της κακής και εύκολης επανάληψης.
της ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ ΓΡΑΜΜΕΛΗ (agrammeli@tovima.gr)
Λογικά τα λάθη της οφείλονται στην τηλεοπτική απειρία της. Ως έναν βαθμό. Γιατί αν και η Σάννυ Μπαλτζή,γνωστή και ως μνηστή-φάντασμα,εκ της τατιαναίικης γυναικοπαρέας του Star, πλασάρεται ως αντισυμβατική,κάτι τέτοιο δεν συνάδει με τα όσα εκστομίζει. Ε
λπίζω να συνειδητοποίησε την γκάφα ολκής που διέπραξε όταν ρωτώντας τον Γιώργο Λιάγκα ποια θα ήταν η αντίδρασή του αν ο γιος του τού δήλωνε ότι είναι γκέι έσπευσε να τον καθησυχάσει λέγοντας με χαρακτηριστική άνεση «χτύπα ξύλο βέβαια...».
Μακριά από εμάς η αντισυμβατικότητα ως λόγος και σκέψη. Αρκεί να τη φοράμε σε τατού και σε σκούρο βερνίκι νυχιών...
Εχουμε την τηλεόραση που μας αξίζει; Μάλλον. Γιατί αν δεν θέλαμε την κάθε ανόητη τηλεπερσόνα, αν δεν μας άρεσαν οι φωνασκούντες πολιτικοί και οι τηλενομάρχες στα παράθυρα των πολιτικών εκπομπών και των δελτίων, αν πληγωνόταν η αισθητική μας από το κιτσαριό και αν η μυθοπλασία της αρπαχτής μάς προβλημάτιζε, ενδεχομένως η διάρκειά τους να μην άγγιζε την εικοσαετία.
Το σύνολο ευθύνης για την κακή τηλεόραση, για το τηλεσκουπιδαριό και τους πρωταγωνιστές του συνήθως αποδίδεται αποκλειστικά στους τελευταίους. Λάθος. Πώς θα επιβίωναν όλοι αυτοί δίχως τα περίφημα πενηντάρια τηλεθέασης που τους χάριζε απλόχερα το τηλεοπτικό κοινό;
Πώς θα έπαιρνε εργολαβία την πρωινή ζώνη η Ελένη Μενεγάκη αν δεν την επιδοκίμαζε η τηλεθεάτρια και αν στη συνέχεια δεν αγόραζε τρία περιοδικά τον μήνα με την ίδια στο εξώφυλλο;
Η τηλεόραση κρύβει μια βαθιά δημοκρατική διαδικασία, τη χρήση του τηλεκοντρόλ.
Και διαχωρίζω πλήρως τη δημοκρατικότητα αυτή από την αντίστοιχη του μέσου, το οποίο άπαξ και διατηρεί τα προπαγανδιστικά χαρακτηριστικά του την περιορίζει σημαντικά.
Από τη στιγμή που ο τηλεθεατής αποφασίσει να σταθεί απέναντι από την οθόνη προβολής, επιλέγει.
Κανάλι, εκπομπή, διάρκεια. Ο,τι δεν αρέσει αυτομάτως εξαφανίζεται από την οθόνη. Απλά πράγματα.
Ο,τι αρέσει, βλέπεται και ξαναβλέπεται. Δεν είμαστε λοιπόν άμοιροι των ευθυνών μας ως τηλεθεατές, καθώς τίποτε που δεν έφερε «νούμερα» δεν επιβίωσε, ακολουθώντας τον σκληρό νόμο της τηλεοπτικής αγοράς. Εξαιρώντας τις «ευπαθείς» τηλεοπτικές ομάδες, κάποιοι τουλάχιστον έχουν ακόμη ζωντανό το κριτήριο επιλογής.
Από αυτούς περιμένεις να διαφοροποιηθούν. Κι όμως. Τα περίφημα νεανικά κοινά ψηφίζουν τούρκικα (ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά στο γυναικείο κοινό ηλικίας 15-24 ετών), επιλέγουν εναλλακτικά δελτία και βλέπουν(;) πρωινάδικα.
Οσο κι αν δεν αρέσουν το κουτσομπολαριό, το κιτσαριό των σόου και η ματαιοδοξία των τηλεμαϊντανών πάντως δεν συντηρήθηκαν από το ψυγείο αλλά από το πατημένο κουμπί. Σε αυτό άλλωστε συνηγορεί και η εικόνα του εφετινού προγράμματος σε μια σεζόν που δειλά δειλά αρχίζει.
Ιδια πρόσωπα, ίδιες συμπεριφορές, ίδια κουτοπονηριά. Κουτσομπολιό, παρουσιάστριες πνιγμένες στην παγέτα καταμεσήμερο, μάτια μαυρισμένα από το αϊλάινερ, μπούκλα κρεπαρισμένη και επιτηδευμένη αθωότητα.
Η ψυχαγωγία κολυμπά στη φτήνια, στην ευκολία και στην κακή αντιγραφή. Η τηλεόραση αποδεικνύεται κατώτερη των προσδοκιών. Αντί η συρρίκνωση να οδηγήσει σε επανεκκίνηση, δυστυχώς περιορίστηκε στην πρόθεση της κακής και εύκολης επανάληψης.
της ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ ΓΡΑΜΜΕΛΗ (agrammeli@tovima.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου