Το φάντασμα της νέας Ακροδεξιάς | Η Εφημερίδα των Συντακτών (efsyn.gr)
Η διάλεξη του Αντόρνο ακολούθησε τη μεταπολεμική άνοδο του νεοναζιστικού Εθνικοδημοκρατικού Κόμματος (NPD), το οποίο τη δεκαετία του ‘60 απέκτησε παρουσία σε εφτά κοινοβούλια κρατιδίων.
Η εξαιρετική επικαιρότητά της συνίσταται, όπως καταλαβαίνουμε, στις εξελίξεις σε ΗΠΑ και Ευρώπη με την άνοδο νεοφασιστικών και ναζιστικών κομμάτων, αλλά και στην παρουσία της Χρυσής Αυγής στη χώρα μας.
Ο σπουδαίος Γερμανός φιλόσοφος εστιάζει κυρίως στα μέσα και τις τεχνικές που μετέρχονται οι φασίστες για να προσεταιριστούν τους οπαδούς τους και μας εφιστά την προσοχή στο γεγονός ότι ο φασισμός δεν είναι κυρίως ένα ιδεολογικό, αλλά πρωτίστως πολιτικό και πρακτικό ζήτημα.
Τονίζει πως, επειδή η φασιστική θεωρία είναι πολύ αδύναμη, οι ακροδεξιοί και οι ναζιστές χρησιμοποιούν πολλά και ιδιαίτερα τρικ για να ξεγελάσουν το ευρύ κοινό, ενώ επικεντρώνεται στον ιδιαίτερο χαρακτήρα και τις παραδόσεις του γερμανικού λαού.
Δυστυχώς οι σημερινές εξελίξεις μάς δείχνουν ότι η προπαγάνδα που βρίσκει ανταπόκριση σε εκατομμύρια ανθρώπους δεν είναι ίδιον των Γερμανών, αν και η ιστορική τους πορεία τούς έκανε περισσότερο ευεπίφορους, αλλά σιγά σιγά εξαπλώνεται σαν κύμα σε μεγάλο μέρος του κόσμου.
Ισως η συγκεκριμένη διάλεξη να πρέπει να διαβαστεί παράλληλα με τη σημαντική δουλειά του Αντόρνο στο βιβλίο του «Μελέτες για την αυταρχική προσωπικότητα», στο οποίο αναλύει, μέσω συνεντεύξεων και ερωτηματολογίων, την ψυχολογική υποδομή της «προσωπικότητας της δεσμευμένης στην αυθεντία», όπως τη χαρακτηρίζει και εδώ.
Ο συγγραφέας αναλύει με μοναδικό τρόπο στη διάλεξή του τη «γιγάντια ψυχολογική τέχνη της αποβλάκωσης και της απάτης» και μας θυμίζει τη διαβόητη τεχνική του Χίτλερ και του Γκέμπελς με τα χοντροκομμένα ψέματα.
Αυτή τη μέθοδο την επανέφερε το επικοινωνιακό επιτελείο του Ντόναλντ Τραμπ, στο πλαίσιο της «μετα-αλήθειας» και των «εναλλακτικών γεγονότων», παραποιώντας την πραγματικότητα με ωμό τρόπο και απολύτως ανενδοίαστα.
Ο Αντόρνο ήδη από τη δεκαετία του ‘60 μελετά την «κανονικοποίηση του ακροδεξιού λόγου» και προειδοποιεί ότι οι φασίστες επιχειρούν να προσαρμοστούν στο νέο περιβάλλον, μεταμφιέζοντας τις απόψεις τους και δείχνοντας μια επίπλαστη προσαρμογή στο δημοκρατικό καθεστώς, κάτι που είδαμε και στη Γαλλία με τη Μαρίν Λεπέν.
Στο δικό του εξαιρετικά ενδιαφέρον επίμετρο ο καθηγητής Κουζέλης μάς επισημαίνει τον εγγενή αυταρχισμό του νεοφιλελευθερισμού, κάτι που, όπως λέει, λειτουργεί σαν «υπόστρωμα μιας αντιδημοκρατικής στάσης, που δεν χαρακτηρίζεται τόσο από εχθρότητα απέναντι στις δημοκρατικές αρχές, όσο από αδιαφορία προς αυτές, καθώς οι πολίτες απομακρύνονται από τις διαδικασίες και τους θεσμούς που τις εκπροσωπούν ή και τις υλοποιούν».
Το θέμα των υποκλοπών από μια κυβέρνηση-υβρίδιο νεοφιλελεύθερων και ακροδεξιών και η αδιαφορία μεγάλου μέρους της κοινωνίας γι’ αυτές έρχεται να πιστοποιήσει την αλήθεια του επιχειρήματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου