Φέροντας το όνομα Μητσοτάκης είναι προφανώς δύσκολο, για τον οποιονδήποτε, να πείσει ότι αντιπροσωπεύει την ανανέωση και την πρόοδο στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης όμως το επιχειρεί, διότι δεν έχει και πολλές άλλες διαθέσιμες εναλλακτικές:
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ταχεία φθορά της ΝΔ, η κρίση της ακρίβειας και οι λογαριασμοί του ρεύματος εξελίσσονται στην μεγαλύτερη πολιτική νάρκη της τετραετίας, και η αδυναμία – ή και απροθυμία – της κυβέρνησης να παρέμβει ριζικά στρέφεται εναντίον της.
Εξ ου και ο Κυριάκος Μητσοτάκης επαναπροσδιορίζει όχι μόνον τον πολιτικό του σχεδιασμό αλλά και τα εκλογικά διλήμματα – ανεξαρτήτως του εάν επιμένει πως οι κάλπες θα στηθούν στο τέλος της τετραετίας.
Το «αυτοδυναμία ή χάος» φαίνεται να έχει εγκαταλειφθεί οριστικά καθώς δεν το υποστηρίζουν όχι μόνον οι δημοσκοπήσεις αλλά και το κλίμα στην κοινωνία.
Και το βάρος έχει πέσει στην αποδόμηση και απαξίωση του διπόλου αριστεράς – δεξιάς, και στη πρώτη γραμμή τοποθετούνται πλέον οι διαχωριστικές γραμμές «προόδου και συντήρησης», «παλαιού και νέου», «εκσυγχρονισμού και οπισθοδρόμησης».
Σ’ αυτό το πλαίσιο, κατά το νέο αφήγημα του Μαξίμου, ο Αλέξης Τσίπρας ως ο παλαιότερος των πολιτικών αρχηγών αποτελεί το παλιό, ο ΣΥΡΙΖΑ ως κομματικό υπόδειγμα του παρελθόντος σηματοδοτεί την οπισθοδρόμηση και η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη εκφράζει την νέα προοδευτικότητα μέσα από την εκσυχγρονιστική και μεταρρυθμιστική της ατζέντα.
Σ’ αυτό το ίδιο πλαίσιο επιχειρείται και η πλήρης από-ιδεολογικοποίηση της πολιτικής αντιπαράθεσης με την απαξίωση του διλήμματος «δεξιά ή αριστερά».
«Το θέμα δεν είναι δεξιά ή αριστερά, αλλά αν θα πάμε μπροστά ή αν θα επιλέξουμε την οπισθοδρόμηση», δήλωσε ο πρωθυπουργός από την Σαλαμίνα και το νέο αυτό «δόγμα», το οποίο προβάλει σταθερά σε όλες τις προσυνεδριακές εκδηλώσεις του κόμματός του, αναμένεται να είναι το κυρίαρχο μήνυμα και στο συνέδριο της ΝΔ από τις 6 έως τις 8 Μαίου.
Ο στόχος αυτής της τακτικής είναι διπλός:
Υπαγορεύεται αφενός από την ανάγκη ακύρωσης του σκληρού ταξικού προσήμου που έχουν οι κυβερνητικές πολιτικές και, αφετέρου, από τη στρατηγική του Μαξίμου για τη συγκράτηση των ψηφοφόρων του κέντρου.
Ολες οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, φανερές και κρυφές, δείχνουν ότι οι διαρροές της ΝΔ προς το ΚΙΝΑΛ δεν είναι μεν συντριπτικές, είναι όμως αρκετές όχι μόνον για να της κόψουν κάθε προοπτική αυτοδυναμίας αλλά ακόμη και να καταστήσουν αμφίρροπο το αποτέλεσμα των εκλογών, εάν η ταχύτατη φθορά της κυβέρνησης συνεχιστεί.
Το βασικό πρόβλημα που εντοπίζεται στην αναλύσεις του Μαξίμου είναι ότι ο «επαναπατρισμός» στο ΚΙΝΑΛ ψηφοφόρων της κεντροαριστεράς, που το 2019 είχαν ψηφίσει ΝΔ, δείχνει να αποκτά πάγια χαρακτηριστικά.
Καθώς επίσης και το ότι στην δεξαμενή των αναποφάσιστων αυξάνεται σταθερά το ποσοστό εκείνων που είχαν επιλέξει ΝΔ στις τελευταίες εκλογές.
Αυτά τα στοιχεία αποτυπώνουν και την – επίσης σταθερή τον τελευταίο χρόνο – αποδυνάμωση του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου, το οποίο εν πολλοίς ήταν κι εκείνο που είχε δώσει στη ΝΔ την εκλογική της νίκη.
Στην επανενεργοποίηση, μέρους έστω, αυτού του μετώπου στοχεύουν και τα νέα διλήμματα που επιχειρεί να χτίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ταυτίζοντας το «παλιό» και «οπισθοδρομικό» όχι απλά με τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά προσωπικά με τον Αλέξη Τσίπρα.
Και προβάλλοντας εαυτόν ως το «νέο» και ως «μεταρρυθμιστή – εκσυγχρονιστή».
Το ερώτημα είναι εάν τέτοιου τύπου διλήμματα μπορούν να σταθούν σε συνθήκες μιας ιστορικής κρίσης διαβίωσης που διογκώνει τις κοινωνικές ανισότητες - οι οποίες, άλλωστε, κατά την ιστορική θεώρηση του Νορμπέρτο Μπόμπιο, αποτελούν και την πεμπτουσία των διαχωριστικών γραμμών μεταξύ δεξιάς και αριστεράς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου