Στην ημερίδα για τα θύματα της τρομοκρατίας που διοργάνωσε το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, το πάνελ που συνέδεσε το θέμα με τις τέχνες και τα γράμματα, στράφηκε κυρίως εναντίον της ιστορικής εφημερίδας και της κοινωνικής επιρροής που κατά ορισμένους ομιλητές άσκησε η δημοσίευση των προκηρύξεων της «17 Νοέμβρη».
Με κεντρικό σύνθημα «δεν μισούμε, δεν ξεχνάμε, θα νικήσουμε» πραγματοποιήθηκε σήμερα στο Πολεμικό Μουσείο η εκδήλωση μνήμης για τα θύματα της τρομοκρατίας που διοργάνωσε το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη (οι προσκλήσεις έφεραν την υπογραφή του Μιχάλη Χρυσοχοϊδη), υπό την αιγίδα του Πρωθυπουργού.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης άλλωστε άνοιξε την εκδήλωση με χαιρετισμό του.
Μία εκ των συζητήσεων, με συντονιστή τον δημοσιογράφο των «Νέων» Μιχάλη Μητσό αφορούσε στην πρωτότυπη θεματολογία «Η τρομοκρατία υπό την οπτική των τεχνών και των γραμμάτων», με περιεχόμενο που δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε σε τι αφορά εάν-λόγω και πολιτιστικού ρεπορτάζ-δεν την παρακολουθούσαμε.
Όμως μάλλον και οι συμμετέχοντες δεν είχαν κατασταλάξει σε τι μπορεί να αφορά η διασύνδεση τρομοκρατίας και γραμμάτων και τεχνών.
Αποτέλεσμα;
Σ΄ένα κοινό που αποτελούνταν σχεδόν αποκλειστικά από την ΕΛ.ΑΣ (αξιωματούχους της αστυνομίας και φοιτητές της Σχολής της Αστυνομίας) έδωσαν τελείως διαφορετικές εκδοχές.
Οι μόνοι συντονισμένοι ως προς την στόχευσή τους- που δεν είχε όμως να κάνει με τα γράμματα, ούτε με τις τέχνες, αλλά κυρίως με τον Τύπο- ήταν ο δημοσιογράφος Ηλίας Κανέλλης και ο συγγραφέας Χρήστος Χωμενίδης.
Ο τελευταίος έκανε ουσιαστικά μία λογοτεχνική-γλωσσική αποτίμηση των προκηρύξεων της «17 Νοέμβρη» επισημαίνοντας την υποδοχή και την επιρροή που άσκησαν κατά καιρούς στην ελληνική κοινωνία και επιχειρώντας να συνδέσει το περιεχόμενο των προκηρύξεων με τον αριστερό ριζοσπαστισμό στο λόγο πολιτικών όπως π.χ.η Ζωή Κωνσταντοπούλου-αν και έσπευσε να διευκρινίσει πώς δεν υπαινίσσεται κάποια άλλου τύπου υπόγεια διασύνδεση.
Κι ακόμα χειρότερα υπαινίχθηκε ότι ο Κίτσος Τεγόπουλος επεδίωκε την φιλοξενία των προκηρύξεων προς ίδιον όφελος (για τις πωλήσεις δηλαδή).
«Με τη συγκεκριμένη ταυτότητα ως φωνή της τρομοκρατίας, η Ε διαμόρφωσε κοινωνική συνείδηση και καθιέρωσε ένα ριζοσπαστικό γλωσσάρι», σχολίασε ο κ.Κανέλλης, προσθέτοντας ανερυθρίαστα:
«Έζησα με τα χρήματα που έφερναν στην εφημερίδα οι τρομοκράτες γιατί για ένα μεγάλο διάστημα εργαζόμουν κι εγω εκεί».
Καθώς μάλιστα δεν είχε αντίλογο, ουδείς μπορούσε να του επισημάνει ότι κίνητρο του Τεγόπουλου όπως και της «Ε» ενδέχεται να μην ήταν οι... μπίζνες όπως υπαινίχθηκε αλλά η διαρκής δέσμευσή τους έναντι της ελευθερίας του λόγου και του Τύπου, της ουσίας της ελευθεροτυπίας δηλαδή.
Και ότι μόνο τους κίνητρο ενδέχεται να ήταν η βαθιά πεποίθηση ότι οι πολίτες είναι νοήμονα όντα που δεν χρειάζονται μεσάζοντες στα μηνύματα που προσλαμβάνουν. Μπορούν να αντιληφθούν τον επικίνδυνο ριζοσπαστισμό και χωρίς τη μεσολάβηση απαγορεύσεων και περιορισμού τη ελευθεροτυπίας.
Είχε προηγηθεί ο διευθυντής του Εθνικού Θέατρου, Δημήτρης Λιγνάδης, που φωτογραφίζοντας έναν αόρατο εχθρό («δεν μπορούμε να αντιδράμε φοβικά απέναντι στα αυτονόητα και να απολογούμαστε ως καλλιτέχνες γιατί παίρνουμε θέση απέναντι στη βία» ειπε) υπεραμύνθηκε της επιλογής του να ονομάσει «Ελένη Παπαδάκη» την σκηνή του Ρεξ (αν και προς αυτή την επιλογή του η μόνη «βία» που ασκήθηκε ήταν η έκφραση μιας διαφορετικής άποψης).
Παρουσίασε επίσης ως αιχμή του δόρατος της εκπαιδευτικής πολιτικής του Εθνικού την παράσταση «Μαθήματα Πολέμου ΙΙΙ» που, βασισμένα στα «Ελληνικά» του Ξενοφώντα, σκηνοθετεί ο ίδιος.
Ανέλυσε την περίοδο της ηγεμονίας των Τριάκοντα Τυράννων. Και θέτοντας το ερώτημα «τι σημαίνει τρομοκρατία στην τέχνη, την ποίηση και τη λογοτεχνία» επικαλέστηκε τον Ελύτη στο «Αξιον Εστί» («.. Δεν αντέχω και τα σταυροδρόμια που ήξερα έγιναν αδιέξοδα. Σελδζούκοι ροπαλοφόροι καραδοκούν. Χαγάνοι ορνεοκέφαλοι βυσσοδομούν. Σκυλοκοίτες και νεκρόσιτοι κι ερεβομανείς κοπροκρατούν το μέλλον»)
και τον Γιώργο Χειμωνά στο βιβλίο του «Ποιόν φοβάται η Βιρτζίνια Γουλφ» («Έληξε η αμφισβήτηση. Αποφανατίσθηκαν οι επαναστάσεις. Καταγγέλθηκε η απάτη κάθε «πρωτοπορίας»).
Τι σχέση έχουν αυτά τα εδάφια με την κατάληξή του «με φοβίζει η επένδυση της βίας με ιδεολογικό πρόσημο. Φοβάμαι μήπως αυτό γίνει μόδα»;
Καθείς βγάζει τα συμπεράσματά του.
Πιο βατή η ομιλία της δικηγόρου και συγγραφέως Καρολίνας Μέρμηγκα περιλάμβανε κυρίως παραδείγματα συγγραφέων που ασχολήθηκαν εμμέσως ή άμεσα με το θέμα της τρομοκρατίας από τον Τζούλιαν Μπαρνς (Ο Αχός της εποχής) στην Ντόνα Ταρτ (Καρδερίνα) και τον Φερνάντο Αραμπουρου (Πατριδα)-βυθίζοντας ωστόσο σε εμφανή ανία ένα μεγάλο μέρος του κοινού που όπως προείπαμε δεν είχε σχέση με τη λογοτεχνία και τις τεχνες.
Να σημειώσουμε τέλος ότι το στίγμα της συζήτησης είχε δώσει εξαρχής ο Μιχάλης Μητσός επισημαίνοντας ότι το θέμα της ημερίδας «έχει διαρκή επικαιρότητα.
Το αποδεικνύει η περίεργη αρθρογραφία που εκδηλώθηκε από πρώην υπουργούς, πρώην γ.γ. δικαιωμάτων και συναδέλφους δημοσιογράφους που ενοχλήθηκαν υποστηρίζοντας ότι κατασκευάζουμε εχθρούς».
Θα είχε ένα ενδιαφέρον αναμφίβολα ένας διάλογος γι αυτό, αν οι αρθρογράφοι που επικαλέστηκε ο κ. Μητσός ήτα παρόντες και εάν το πάνελ του δεν ήταν τόσο μονοσήμαντο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου