Την προσεχή Δευτέρα το ημερολόγιο δείχνει 27 Ιανουαρίου. Συμπληρώνονται 75 χρόνια από τότε που τα σοβιετικά στρατεύματα απελευθέρωσαν το στρατόπεδο συγκέντρωσης Άουσβιτς-Μπίρκεναου στην Πολωνία, το κολαστήριο που συντελέστηκαν τα φριχτά εγκλήματα πολέμου από τους Ναζί κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Είναι «Διεθνής Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Ολοκαυτώματος», θεσμοθετημένη από τον ΟΗΕ εδώ και 15 χρόνια. Ένα χρόνο πριν η ελληνική Βουλή είχε αποφασίσει ότι θα την τιμά ως «Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων του Ολοκαυτώματος».
Σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα, που υπάρχει δομικός αντισημιτισμός οριζόντια εξαπλωμένος κι εδραιωμένος καφενειακά με εικόνες όπως εκείνη του Στέλιου Καζαντζίδη στα τελευταία του να παραληρεί σε μια ταβέρνα ότι «του τα φάγανε οι Εβραίοι», αυτές οι τελευταίες μέρες του Γενάρη αποτελούν κάθε χρόνο προνομιακό timing για δημόσιες τοποθετήσεις πάνω στο θέμα. 2 χρόνια πριν είχαμε την συγκλονιστική ομιλία του τότε δημάρχου Θεσσαλονίκης, Γιάννη Μπουτάρη - ένα μνημείο ειλικρινούς, συμφιλιωτικού πολιτικού λόγου που σπανίζει στη χώρα μας. Γιατί, βλέπετε, στην Ελλάδα ο αντισημιτισμός όχι μόνο δεν κοστίζει (όπως π.χ. στη Μεγάλη Βρετανία που και μόνο η υπόνοιά του είδαμε πόσο στοίχισε στον Τζέρεμι Κόρμπιν), αλλά ενίοτε πουλάει κιόλας.
Α
υτό το ξέρει καλά ο Άδωνις Γεωργιάδης. Από τις ημέρες που τον εξέφραζε στα περιθωριακά κανάλια πουλώντας την ιστορικά ανιστόρητη βιβλιοπραμάτεια του. Με την γνωστή τσιριχτή φωνή και το ταμπεραμέντο τηλε-ευαγγελιστή ανάμεσα σε ακατάσχετη συνωμοσιολογία, ψεκασμένη αρχαιολατρεία και σκληρο εθνικισμό. Πιο πρόσφατα και νανογιλέκα.
Αυτές τις μέρες ο Άδωνις Γεωργιάδης θέλει να τις αφήσει πίσω. Την προηγούμενη δεκαετία ως ένας από τους λίγους Έλληνες που πραγματικά χειρίστηκαν την Κρίση ως Ευκαιρία, εγκατέλειψε το ΛΑΟΣ, παραμέρισε τις τηλεπωλήσεις κι έφτασε να γίνει Αντιπρόεδρος της ΝΔ, υψηλόβαθμος κυβερνητικό στέλεχος με καθοριστικά χαρτοφυλάκια στα χέρια του: Υπουργείο Υγείας στο παρελθόν (απειλούσε live on camera με απόλυση νοσηλευτές, καθόρισε εισιτήριο εισαγωγής στα νοσοκομεία και πολύ γρήγορα το απέσυρε) κι Ανάπτυξης σήμερα (δικής του έμπνευσης ο «επενδυτικός εθνικισμός» με τον οποίο κάνει damage control στο πρότζεκτ του Ελληνικού).
Το μυστικό του; Όλοι, εχθροί και φίλοι, τον αποκαλούν με το μικρό του, τον λένε Άδωνι. Εδώ και μια δεκαετία είναι ο περισσότερο προβεβλημένος έλληνας πολιτικός.
Από το πρωί μέχρι το βράδυ μιλάει σε ραδιόφωνα και τηλεοράσεις που τον αγαπάνε γιατί η παρουσία του εγγυάται υψηλούς τόνους. Είναι δεινός χρήστης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, είτε μέσα από τους λογαριασμούς του, είτε ως διευθυντής ορχήστρας bots που αποδεδειγμένα τον αποθεώνουν ή μοιράζουν τις απόψεις του.
Σκοράρει εξαιρετικά καλά στην διάδοση fake news, απευθύνεται κατα κύριο λόγο σε ένα υπερδεξιό ακροατήριο, αλλά συγκινεί στα κρυφά και τους πιο «κεντρώους» γιατί «είναι διαβασμένος και δεν μασάει». Είναι ο πολιτικός enforcer που «τα χώνει στους ζαίους, άρα υπάρχει», φτάνοντας σε τέτοια επίπεδα δημοφιλίας που ίσως προκαλεί κι αμηχανία στο κεντροδεξιό προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Η μόνη εξαίρεση στην υπερπροβολή ήταν το διάστημα ανάμεσα στις περσινές Ευρωπαϊκές και Βουλευτικές Εκλογές όταν είχε κάτσει για λίγο στον πάγκο της ΝΔ. Ίσως για να μην πει κι άλλα πράγματα που θα χρειαζόταν να μετανιώσει αργότερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου