Ο αξιολύπητος Γιώργος Λιάγκας και το κακομοίρικο πάνελ της εκπομπής του δεν είναι κακά άτομα, “σκατόψυχοι”, “σατανικοί” και άλλα τέτοια ευφάνταστα και πομπώδη που γράφονται και λέγονται αφειδώς από εδώ κι από κει.
Αυτές οι απλουστευτικές αποτιμήσεις είναι χαριστικές στην ουσία, δεν περιγράφουν επαρκώς την πραγματικότητα, και κουκουλώνουν το πρόβλημα απομειώνοντάς το σε προσωπικό, ενώ είναι πολύ ευρύτερο και συστημικό.
Οι άνθρωποι αυτοί ως πρωταγωνιστές, τα concepts τους, η σύνταξη, οι διευθυντάδες από πάνω τους και η όλη κουλτούρα που συνέχει κάθε μέρος της παραγωγής μέχρι να παραχθεί το τελικό τηλεοπτικό προϊόν, δηλαδή αυτή η χλαπάτσα IQ κι αισθητικής που ονομάζουμε εκπομπή κι ελάχιστοι πια βλέπουν, είναι κυρίως ένα πράγμα: παρωχημένοι.
Μία ολόκληρη βιομηχανία που χτίστηκε και παγιώθηκε σε εποχές πολυτελούς σαχλαμάρας και νομιμοποιημένης ανοησίας, και έκτοτε φυτοζωεί μην έχοντας καμία μα καμία επαφή με την πραγματικότητα, το κοινό και τη διεθνή αγορά.
Με κλεμμένο υλικό από το ίντερνετ, φτηνά εργατικά χέρια και παντελή απουσία έμπνευσης, προσποιείται ότι υπάρχει ακόμα.
Ο Γιώργος Λιάγκας, η Γκαγκάκη και ο Παπανώτας, ως μια cringe-worthy παρέα μπανάλ ατάκας και θείτσικου σχολιασμού, είναι υπαρξιακά κολλημένοι σε ένα τηλεοπτικό μοτίβο προηγούμενων δεκαετιών, τότε που η ψυχαγωγία ήταν οντολογικά ταυτισμένη με το καφενειακό καλαμπούρι της κατινιάς, της υπερβολής και της έλλειψης μέτρου.
Ακόμη και πράγματα που και οι ίδιοι ξέρουν ότι είναι ακατάλληλα για “αέρα”, τα λένε και τα υποστηρίζουν, γιατί το μυαλό και η εκπαίδευσή τους είναι εξαιρετικά παλιακά και αθεράπευτα πωρωμένα με την κακώς νοούμενη πρόκληση ως αυτοσκοπό.
Πιστεύουν, αλήθεια το πιστεύουν, πως οτιδήποτε ενδέχεται να στρέψει την προσοχή προς το μέρος τους, είναι εν δυνάμει εμπορικά αξιοποιήσιμο. Ακόμη κι αν είναι ανήθικο.
Δεν κάνουν χιούμορ, έστω κακό, δεν είναι αιρετικοί, δεν έχουν αντιδημοφιλείς απόψεις. Απλώς λένε ό,τι τους κατέβει γιατί δεν σκέφτονται και δεν συναισθάνονται.
Δεν έχουν ούτε την ικανότητα ούτε την πρόθεση για σκέψη και ενσυναίσθηση.
Επίσης δεν έχουν αίσθηση της βαρύτητας και της επιτελεστικότητας του δημόσιου λόγου γιατί λόγω της τριβής τους με το αντικείμενο, είναι πλέον ιδρυματοποιημένοι.
Εκφράζονται όπως θα εκφράζονταν μεταξύ τους, στην παρέα τους ή στο σπίτι τους.
Δεν βλέπουν το βήμα τους ως προνόμιο υψηλού κινδύνου και ευθύνης αλλά περισσότερο σαν τον ακάλυπτο της πολυκατοικίας τους.
Βγαίνουν και μιλάνε απλώς επειδή μπορούν, χωρίς να εννοούν απαραίτητα ό,τι λένε.
Το μόνο που θέλουν, είναι να βγαίνει η δουλίτσα εύκολα και να παίρνουν τα λεφτάκια τους με τον πιο τετριμμένο κι άνετο τρόπο, δηλαδή καταβάλλοντας τη μικρότερη δυνατή προσπάθεια.
Φλυαρούν χωρίς περίσκεψη και αυτοσυγκράτηση γιατί νομίζουν ότι η ψυχαγωγία είναι το άλλοθι της απρεπούς οκνηρίας τους.
Με λίγα λόγια, δεν ξέρουν τι είναι ψυχαγωγία αλλά είναι πεπεισμένοι ότι ξέρουν, με την αλαζονική ασυδοσία που τους κληροδότησαν τα λοβοτομημένα 90s.
Χάχανα, γκαρίσματα, ισοπέδωση και χάχανα ξανά.
Ο κύκλος της πατενταρισμένης φαιδρότητας.
Τα υστερικά γέλια και η διακωμώδηση ενός τρομακτικού και ιδιαίτερα τραυματικού για το θύμα του, περιστατικού σεξουαλικής παρενόχλησης, δεν είναι τίποτα παραπάνω από παιδαριώδης αμηχανία και γνήσια χαζομάρα αδιάβαστων ατόμων, με υπανάπτυκτα εργαλεία ανάλυσης, που έχουν μείνει δραματικά πίσω στην ανάγνωση των φαινομένων.
Αγνοούν την πραγματικότητα του μισογυνισμού,
αγνοούν την πραγματικότητα της έμφυλης βίας,
αγνοούν τις περιστάσεις εκείνες που ο σύγχρονος πολιτισμός εντάσσει στις πολύ σοβαρές και τοποθετεί στην κορυφή της ατζέντας των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Και τα αγνοούν όλα αυτά, επειδή δεν τους ενδιαφέρουν.
Επειδή ζουν σε έναν παρακμιακό κόσμο λουσάτης ελαφρότητας, συναναστρέφονται μόνο αυλικούς, θαυμαστές και ανθρώπους αντίστοιχης ελαφρότητας, και η αντίληψή τους για τον κόσμο και τα πράγματα περιορίζεται σε πρόχειρα scroll down στα social media μέσα από ένα αισθητικό και γνωστικό πρίσμα Ρούλας Κορομηλά.
Οι άνθρωποι των πάνελ έχουν μανία με τον εαυτό τους και ζουν για να αυτοθαυμάζονται.
Δεν υποψιάζονται ότι η περσόνα τους αφορά πια μόνο τους ίδιους κι ότι ο κόσμος έμαθε να ασχολείται με τα δικά του προβλήματα και να τα ιεραρχεί ψηλότερα από το ξεπερασμένο κιτς της τηλεόρασης.
Έπαψαν προ πολλού να επηρεάζουν και τώρα δίνουν τις παραστάσεις τους ανεπίγνωστα, εντελώς αποσυνδεδεμένοι από το κοινό, εξ ου και το προσβάλλουν κατάφωρα χωρίς καν να το αντιλαμβάνονται.
Η εικόνα της εκπομπής του Γιώργου Λιάγκα είναι χυδαία και προσβλητική, όμως πάνω απ’ όλα είναι ανεπίκαιρη.
Μπορεί να είναι ακόμη αντιπροσωπευτική μεγάλου μέρους της κοινωνίας, αλλά η κοινωνία εξελίσσεται και ο Λιάγκας δεν είναι ανάμεσα στους διαμορφωτές της.
Ένα καμένο χαρτί είναι που παίζει τα τελευταία του παιχνίδια, ενώ παράλληλα οσφρίζεται ότι το κλίμα δεν θα τον σηκώνει για πολύ ακόμα.
Στην Ελλάδα το μέλλον αργεί λίγο παραπάνω να φτάσει, αλλά τον δρόμο του τον βρίσκει με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο.
Σιγά-σιγά, οι διαφημιζόμενοι επαναπροσδιορίζουν το συμφέρον τους βλέποντας πως αυτό περνάει μέσα από όλους τους ανθρώπους, οι επιχειρηματίες εναρμονίζονται με τη νέα συνθήκη, και οι Λιάγκες του κόσμου χάνονται όπως τόσοι και τόσοι πριν από αυτούς, ανήμποροι να βρουν τη θέση τους στον νέο κόσμο.
Εκπομπές σαν του Λιάγκα είναι ήδη τελειωμένες και περιστατικά σαν αυτό με τη φοιτήτρια στη Θεσσαλονίκη είναι κάτι σαν αλαλαγμός της συντριβής τους.
Υπομονή.
It won’t be long now.
Άρης Αλεξανδρής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου