Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

16 Νοέμβρη 1980


Anna Xatzisofia
16 Νοέμβρη 1980.
Πορεία Πολυτεχνείου. 
Ανηφορίζαμε τη Σταδίου με το μπλοκ της ΚΝΕ μαζί με την Maria Kanellopoulou και τα άλλα τα παιδιά. Ισχυρές αλυσίδες περιφρούρησης από συντρόφους και συντρόφισσες μην τυχόν διεισδύσουν μπαχαλάκηδες ανάμεσα μας.

 Η δεξιά κυβέρνηση εκείνη τη χρονιά είχε απαγορεύσει να φτάσει η πορεία στην Αμερικάνικη πρεσβεία.
Η ΚΝΕ, όπως και η νεολαία Πασόκ είχαν αποφασίσει να υπακούσουν στην κυβερνητική απόφαση και να σταματήσουν στο Σύνταγμα. 

Όταν φθάσαμε στη Βουκουρεστίου είδαμε ότι ψηλά στην Πανεπιστημίου υπήρχαν συμπλοκές. 

ΠΠΣΠ, Β Πανελλαδική, ΑΑΣΠΕ κλπ είχαν προσπαθήσει να σπάσουν το μπλοκ της αστυνομίας και να συνεχίσουν προς την πρεσβεία. 

Φωτιές, ΜΑΤ, δακρυγόνα και παιδιά να τρέχουν προς την Σταδίου για να σωθούν.

 Κάποιοι φώναξαν «ανοίχτε τις αλυσίδες να περάσουν» με τους υπεύθυνους της καθοδήγησης να απαντούν «δεν σπάμε τις αλυσίδες, πιαστείτε γερά».
 Μου γύρισε λίγο το μάτι και πλησιάζω τον σύντροφο της καθοδήγησης με την ντουντούκα (θυμάμαι ποιος είναι αλλά δεν θα πω το όνομα του, θα πω μόνο ότι ήταν ψηλός και όμορφος, πολλά κορίτσια παραμιλούσαν για χάρη του) και του φωνάζω: 

«μα δεν βλέπεις τι γίνεται; 
Τους τσακίζουν, γιατί δεν ανοίγουμε;» 
«κι αν είναι τίποτε προβοκάτορες ανάμεσα τους;» ήταν η απάντηση του. 

Αυτό το παλιό κλασσικό του κόμματος που παντού έβλεπε χαφιέδες και προβοκάτορες, όχι ότι δεν υπήρχαν αλλά τι μεγαλύτερη ζημιά θα κάνανε από το μακελειό που ήδη γινόταν; 

Έξη διμοιρίες όπως μάθαμε μετά των ΜΑΤ επιτέθηκαν όχι μόνο σε όσους προσπάθησαν να περάσουν, σε όλους όσους ήμασταν Σύνταγμα. 
Δακρυγόνα, ήχοι πυροβολισμών, φωνές, γκλομπιές, σκορπίσαμε τρέχοντας άλλοι προς την Καραγεώργη Σερβίας, άλλοι αντίστροφα της Σταδίου προς την Ομόνοια. 
Χαθήκαμε με την Μαρία και με άλλους, αλλά είχαμε δώσει ήδη ραντεβού για μετά.

Θα βρισκόμασταν στο στάνταρ στέκι μας, στο Αχ-Βαχ στα Εξάρχεια. 
Πηγαίνοντας προς τα εκεί καμιά ώρα μετά, η Πατησίων στο ύψος της Κάνιγγος θύμιζε τοπίο του Αγγελόπουλου. 

Ο δρόμος ήταν έρημος, βρεγμένος – προφανώς μηχανήματα του δήμου είχαν καθαρίσει με νερά προηγουμένως – και μια μοναχική αύρα κατευθύνονταν προς τη Πανεπιστημίου, από μακριά ακούγονταν κρότοι μάχης καθώς τα επεισόδια συνεχίζονταν. 

Δεν θυμάμαι ποιος μου είπε να νέα ότι οι μπάτσοι είχαν σκοτώσει δυο παιδιά. 
«Ποιοι, πως, που;» δεν ξέραμε ακόμα. Φθάνοντας πλατεία κάποια ονόματα είχανε κυκλοφορήσει, Κουμής και Κανελλοπούλου. 

Κανελλοπούλου τι; ρώτησα 
«Μαρία νομίζω».

 Κάτι οχιές με ζώσανε αλλά κράτησα την ψυχραιμία μου περιμένοντας. 
Στο Αχ-Βαχ είχαν ήδη καθίσει οι περισσότεροι της παρέας, η Μαρία άφαντη. 
«Παιδιά είδατε την Κανελλοπούλου;» 
«όχι, κάπου στη Σταδίου την είδα τελευταία φορά» 
«μα δεν είχε πει ότι θα έρθει;» 
«ξέρεις τώρα την Μαρία θα βρήκε κάνα γκόμενο». 

Την ήξερα αλλά όσο περνούσε όμως η ώρα δεν το κρύβω ότι ψιλοανησυχούσα γιατί οι πληροφορίες για το μακελειό πλήθαιναν. Να πάρω τηλέφωνο την αδελφή της σκέφτηκα, αλλά τι να της πω; 

Βγήκα στην πλατεία και της τηλεφώνησα από ένα περίπτερο, δεν θυμάμαι τι ακριβώς της είπα, κάτι χαζό, ότι νόμιζα πως θα πήγαινε εκεί και είχαμε πει να τηλεφωνηθούμε.

Η Βάσω με ρώτησε εάν άκουσα τίποτε ότι κάποιοι είχαν χτυπηθεί, έκανα την άσχετη «ναι, δεν έμαθα, τι χτύπησαν σοβαρά; 
Νεκροί; 
Δεν έχω ιδέα». 

Γύρισα πίσω στο μαγαζί πιο ανήσυχη αλλά σε λίγο τα πράγματα είχαν ξεκαθαρίσει.

Ματίνα Κανελλοπούλου ήταν η κοπέλα που δολοφονήθηκε από τα ΜΑΤ, εργάτρια από το Περιστέρι ξυλοκοπήθηκε μέχρι θανάτου κι ένας νεαρός φοιτητής Κύπριος, Κουμής, που δεν μετείχε καν στα επεισόδια, λένε, ήταν κάπου παραδίπλα στην Πανεπιστημίου. 

Δεν θυμάμαι που είχε εξαφανιστεί η Μαρία εκείνο το βράδυ εκείνο που επτά χρόνια μετά την εξέγερση του 73 οι νεκροί του Πολυτεχνείου αυξήθηκαν κατά δύο. 

Τιμή και δόξα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου