Γιάννης Σιδηρόπουλος
Πριν λίγα χρόνια θα ήταν ανήκουστη η απόπειρα μιας κυβέρνησης, να
παράσχει τη δυνατότητα ισοδύναμης ψήφου στους Έλληνες του εξωτερικού,
χωρίς καμία προϋπόθεση.
Σήμερα, σε καθεστώς μεταδημοκρατίας και μιας
ρεβανσιστικής και αδίστακτης απόπειρας του παλιού πολιτικού συστήματος
να ενταφιάσει το ΣΥΡΙΖΑ ως «παρένθεση», αυτή η υπόθεση βρίσκεται στο
τραπέζι.
Από άποψη νομική και συνταγματική, η δυνατότητα ισοδύναμης ψήφου σε
υπηκόους του εξωτερικού, συναρτάται με τη διαδικασία παροχής ιθαγένειας.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, που αυτή παρέχεται με το δίκαιο του αίματος
- και όχι με το δίκαιο του εδάφους στο οποίο γεννιέται ο υπήκοος- το
δικαίωμα επεκτείνεται στο διηνεκές για διαδοχικές γενιές ομογενών, κάτι
που καθιστά παγκόσμια πρωτοτυπία το δικαίωμα ψήφου σε ένα απροσδιόριστα
μεγάλο αριθμό εκατομμυρίων κατοίκων του εξωτερικού.
Είναι κάτι που δεν
έχει εφαρμοστεί ποτέ σε χώρες με αντίστοιχο προφίλ μεταναστών ενώ στο
ίδιο πλαίσιο, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ όπως και της σχετικής επιτροπής που
είχε συσταθεί, αφορούσε στην δημιουργία μιας λίστας βουλευτών
"επικρατείας" που θα εκλέγονται από την ομογένεια και θα την
εκπροσωπούν, χωρίς να προσμετράται η ψήφος τους στο συνολικό αποτέλεσμα.
Κάτι αναγκαίο όσο και δίκαιο που ποτέ τα παλιά κόμματα εξουσίας δεν
φρόντισαν να κάνουν.
Από άποψη ουσίας, είτε μας αρέσει είτε όχι, ο Έλληνας μετανάστης
δεύτερης και τρίτης γενιάς, ειδικά σε άλλες ηπείρους, που έχει απωλέσει
τους άμεσους βιοτικούς δεσμούς με την Ελλάδα και τη σύγχρονη
πραγματικότητα, δεν διαφέρει πολύ από τις καρικατούρες των ταινιών του
Ηolywood.
Έχει στο μυαλό του μια φαντασιακή εκδοχή της Ελλάδας, που έχει
πάψει να υπάρχει, μια οπισθοδρομική και προγονόπληκτη εικόνα που θεωρεί
ότι τον συνδέει με την ελληνική παράδοση, αλλά στην ουσία τον κρατά
δέσμιο σε εθνικιστικές δοξασίες του προηγούμενου αιώνα.
Γνωστές είναι
άλλωστε οι αγκυλώσεις και οι δεσμοί που διατηρούν οι Επίσκοποι και οι
Εκκλησίες καθώς οι συνθήκες επιβάλλουν την ενορία ως συνεκτικό κρίκο
κάθε ελληνικής κοινότητας.
Το βασικότερο και πλέον προβληματικό ζήτημα από άποψη δημοκρατικής
νομιμοποίησης είναι ότι εκατομμύρια Έλληνες του εξωτερικού, που ζουν
χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά -οι περισσότεροι εκ των οποίων δεν έχουν
ζήσει ποτέ στην Ελλάδα, ίσως ούτε ως τουρίστες- θα ψηφίζουν και θα
επηρρεάζουν την κυβέρνηση που θα έχουν οι κάτοικοι της χώρας.
Θα
ψηφίζουν δηλαδή στην Αστόρια και θα αποφασίζουν τους φόρους, την
οικονομική πολιτική, την παιδεία, την άμυνα, την εξωτερική πολιτική και
την καθημερινότητά μας χωρίς να βρίσκονται ποτέ εδώ. Θα ψηφίζουν
μάλιστα, σταθμίζοντας τα συμφέροντα της χώρας στην οποία ζουν -και
συνήθως είναι υπερδύναμη- και της θέσης τους σε αυτή, που συχνά
συγκρούονται με τα συμφέροντα των κατοίκων της μητροπολιτικής Ελλάδας.
Θλιβερή προφανώς και η στάση του ΠΑΣΟΚ, που αλλάζει μια διαχρονική
πολιτική θέση του και επιχειρεί να παράσχει στήριξη, στο πλαίσιο μιας
εμφανούς πολιτικής συναλλαγής.
Ο κοινός εχθρός δεν είναι άλλος από την
εδραίωση του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς στην κοινωνία, που αμφισβήτησε το
παλιό πολιτικό σύστημα, απέναντι στην οποία δεν διστάζουν να
μεταχειριστούν οποιοδήποτε μέσο, δημιουργώντας πολύ δυσάρεστους
ιστορικούς συνειρμούς.
Η ΝΔ, με την αμέριστη συνδρομή του
ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, επιχειρεί να αλλοιώσει δραματικά τη σύνθεση του εκλογικού
σώματος, προσθέτοντας ένα υπερσυντηρητικό κοινό που θα τις εξασφαλίσει
τη διαιώνιση του καθεστώτος της, ενός νέου "Κράτους της Δεξιάς" που
επιχειρεί να εδραιώσει.
Εκτός από το γεγονός ότι επιχειρεί να πλήξει
βάναυσα την αντιπροσωπευτικότητα του πολιτεύματος, ανοίγει επικίνδυνα
μονοπάτια.
Είναι ίσως μια πιο σύγχρονη εκδοχή των εκλογών στις οποίες
"ψήφιζαν και τα δέντρα" αν συνυπολογιστούν οι προθέσεις της ΝΔ να φέρει
ένα "πλειοψηφικό" εκλογικό σύστημα, με τις μνήμες που αυτό φέρνει.
Απέναντι
σε αυτό όμως, που απειλεί τη φυσιογνωμία του πολιτικού συστήματος και
του πολιτεύματος, δεν αρκεί μια ακαδημαϊκή κριτική αλλά ο σχηματισμός
των απαραίτητων πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών του δημοκρατικού
κόσμου, που θα αντιπαλέψει τις μεθοδεύσεις της κυβέρνησης για τη νόθευση
της λαϊκής βούλησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου