Παρασκευή 28 Ιουνίου 2019

Πού «χωλαίνει» το αναπτυξιακό σχέδιο της Νέας Δημοκρατίας Το σχέδιο της ΝΔ δεν μπορεί να προσελκύσει ποιοτική απασχόληση. Είναι πρόγραμμα χώρας «σημαίας ευκαιρίας», που εμφανώς ποντάρει στο χαμηλό κόστος εργασίας και στη χαμηλή φορολογία. Γράφει ο Λ. Λαμπριανίδης



 



 


Ο τρόπος που διεξάγεται o πολιτικός διάλογος στη χώρα δυστυχώς αποκρύπτει τις πραγματικές διαφορές των πολιτικών που σχεδιάζουν να εφαρμόσουν τα κόμματα. Έτσι, στις ευρωεκλογές κανένα από τα σημαντικά θέματα ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος δεν συζητήθηκε σοβαρά, ενώ σήμερα οδεύουμε στις εθνικές εκλογές με αντίστοιχη λογική.
Ο πολιτικός διάλογος είναι αποσπασματικός και δεν επιτρέπει να αναδειχθούν τα πραγματικά διακυβεύματα, είτε γιατί αυτό αποτελεί συνειδητή επικοινωνιακή επιλογή, είτε γιατί η κυβερνώσα παράταξη αδυνατεί να θέσει την ουσιαστική ατζέντα στα συστημικά μέσα πληροφόρησης. Έτσι, δεν αναδεικνύονται οι τεράστιες διαφορές των οικονομικών προγραμμάτων των δύο μεγάλων κομμάτων, και μάλιστα στον πυρήνα τους, στην οικονομική και κοινωνικοπολιτική τους φιλοσοφία.

Μείωση φόρων και κοινωνικό κράτος

Το αναπτυξιακό πρόγραμμα της ΝΔ βασίζεται στη μείωση της εταιρικής φορολογίας, αλλά και σε μεταφορά πλούτου προς τις υψηλότερες εισοδηματικές τάξεις (μείωση φορολογίας μερισμάτων, οριζόντια μείωση ΕΝΦΙΑ κ.λπ.), με την προσδοκία ότι θα συσσωρευτεί αφενός αρκετό κεφάλαιο για επένδυση και αφετέρου ότι θα προσελκυσθούν Ξένες Άμεσες Επενδύσεις (ΞΑΕ).
Αυτή η πολιτική ωστόσο έχει αποδειχθεί αδιέξοδη. Η εσωτερική συσσώρευση κεφαλαίου συνιστά την αναγκαία συνθήκη προσέλκυσης επενδύσεων, αλλά απαιτείται και η ικανή συνθήκη της επαρκούς εσωτερικής ζήτησης.
Όμως εάν η ΝΔ, όπως υπόσχεται, περιορίσει τη φορολογία, υποχρεωτικά θα περιορίσει αντίστοιχα το κοινωνικό κράτος (υγεία, εκπαίδευση κ.λπ.), μιας και οι φαντασιώσεις περί άμεσης ανάπτυξης με ρυθμούς άνω του 4% είναι απλά προεκλογικά πυροτεχνήματα. Κατά συνέπεια, οι λαϊκές τάξεις (αλλά και οι μεσαίες), που αποτελούν τον κορμό της εγχώριας ζήτησης, θα υποχρεωθούν να μεταφέρουν ίδιους πόρους προς αυτούς τους απολύτως απαραίτητους τομείς, και επομένως θα περιορίζουν τη ζήτησή τους σε άλλους. Χωρίς όμως επαρκή ζήτηση, επενδύσεις δεν γίνονται.
Βέβαια αυτά ισχύουν για τις επενδύσεις που απευθύνονται προς το εσωτερικό. Όμως, όσο και αν αυτές αποτελούν τη μερίδα του λέοντος, δεν παύει να υπάρχει και το εξωτερικό. Εκεί δεν υπάρχει πρόβλημα ζήτησης, και επομένως μπορεί να υπάρξει επενδυτική πρόοδος, λόγω αύξησης των εξαγωγών, χωρίς όμως να πρόκειται για κάτι το θεαματικό, μιας και χωρίς παραγωγική ανασυγκρότηση και αναβάθμιση είναι περιορισμένη η αναπτυξιακή ώθηση και επομένως η εξαγωγική προοπτική της χώρας.

Οι εσφαλμένες παραδοχές

Για να καταγραφεί ουσιαστική πρόοδος, απαιτούνται βαθύτεροι παραγωγικοί μετασχηματισμοί με αξιοποίηση του ανθρώπινου κεφαλαίου της χώρας, και επομένως χρειάζεται χρόνος και κρατική αναπτυξιακή προσπάθεια, με συγκεκριμένη βιομηχανική πολιτική, αναβάθμιση της κρατικής μηχανής, συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους κ.λπ., ώστε να κατακτηθεί μια καλύτερη θέση στον διεθνή καταμερισμό εργασίας.
Αξίζει να σημειωθεί πως τα προβλήματα που οι μειώσεις φόρων για τις υψηλότερες εισοδηματικά τάξεις, η αύξηση της ανισότητας και οι μειωμένες κοινωνικές παροχές προκαλούσαν στη ζήτηση, αντιμετωπίστηκαν κατά το πρόσφατο παρελθόν μέσω κρατικής και ιδιωτικής υπερχρέωσης.

Ως γνωστόν, η επιλογή αυτή δεν υφίσταται σήμερα για την Ελλάδα, όπως επίσης δεν υφίσταται και η δυνατότητα υπερκέρασης άλλων ανταγωνιστικών χωρών (Βουλγαρία, Κύπρος κ.λπ.) με μείωση του εταιρικού φορολογικού συντελεστή, λόγω του μεγάλου δημοσίου χρέους. Επομένως, το πρόγραμμα της ΝΔ πάσχει αφετηριακά.
Το επιχείρημα ότι θα καταφέρει να προσελκύσει περισσότερες ΞΑΕ βασίζεται σε δύο εσφαλμένες παραδοχές: α) ότι η «εσωτερική υποτίμηση», δηλαδή η μείωση του εργατικού κόστους, θα προσελκύσει ΞΑΕ και β) ότι η μείωση της εταιρικής φορολογίας θα λειτουργήσει αναλόγως. Σημειωτέον πως αυτή ακριβώς είναι και η πρόταση του ΔΝΤ, το οποίο όμως τουλάχιστον προβάλλει επιπλέον ως αναγκαία την αναδιάρθρωση του χρέους.
Η χαμηλή φορολογία δεν αποτελεί παρά έναν, μεταξύ πολλών, και ασφαλώς όχι τον καθοριστικό παράγοντα προσέλκυσης ΞΑΕ. Δεν προκύπτει διεθνώς κάποια προφανής συσχέτιση μεταξύ προσέλκυσης ΞΑΕ και φορολογικού συντελεστή. Για παράδειγμα, από τη μια έχουμε χώρες με πολύ μεγάλο φορολογικό συντελεστή και υψηλό % ΞΑΕ ως προς το ΑΕΠ τους, από την άλλη έχουμε και ακριβώς το αντίθετο.
Η Αυστρία, με περίπου ίδιο φορολογικό συντελεστή με την Ελλάδα, απορροφά τριπλάσιο όγκο ΞΑΕ. Το Βέλγιο και η Βουλγαρία έχουν περίπου το ίδιο ποσοστό προσέλκυσης ΞΑΕ ως προς το ΑΕΠ, αλλά ο φορολογικός συντελεστής του Βελγίου είναι τριπλάσιος, όπως προκύπτει από το Διάγραμμα 1, όπου εμφανίζεται στον οριζόντιο άξονα το ποσοστό των αποθεμάτων ΞΑΕ ως προς το ΑΕΠ των χωρών, ενώ ο αριθμός σε κάθε μπάρα αντιστοιχεί στο φορολογικό συντελεστή της χώρας.

 Επιπρόσθετα, ο ανταγωνισμός στη βάση των χαμηλών φορολογικών συντελεστών για την προσέλκυση ΞΑΕ οδηγεί σε μια κατάσταση όπου «όλοι μαζί υπονομεύουμε το μέλλον μας» (race to the bottom), γιατί απλά επιτρέπει στις πολυεθνικές να στρέφουν τη μια χώρα ενάντια στην άλλη ή την μια περιοχή ενάντια στην άλλη, πληρώνοντας όλο και λιγότερους φόρους. Πρόσφατα είναι μάλιστα τα παραδείγματα δύο κολοσσών, της Foxcom και της Amazon, στους οποίους προσφέρθηκαν φορομειώσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων.

«Καλές» επενδύσεις και καλές δουλειές

Μια άλλη σημαντική διάσταση της «εσωτερικής υποτίμησης» αποτελεί το γεγονός ότι ακόμη και εάν καταφέρει η χώρα να προσελκύσει κάποιες επενδύσεις, δεν μπορεί να προσελκύσει καλές επενδύσεις. Αφενός γιατί η Ελλάδα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί στη βάση του χαμηλού κόστους, με την έννοια ότι υπάρχουν τουλάχιστον 150 χώρες που έχουν χαμηλότερο ΑΕΠ/κεφαλή και μάλιστα πάνω από 50 έχουν μόλις το 1/6.
Αφετέρου γιατί η Ελλάδα δεν πρέπει να θέλει να ανταγωνιστεί σε αυτή τη βάση, γιατί το εργατικό κόστος αποτελεί μία μόνο, συχνά τριτεύουσα συνιστώσα της αξίας ενός προϊόντος (από 0,5% έως 5% της συνολικής τιμής) ενώ η κατοχή επώνυμου ή/και καινοτόμου προϊόντος αποδίδει πολύ περισσότερο (φτάνει και πάνω από το 50% - Πίνακας 1 και Διάγραμμα 2). Αυτό εξηγεί και το γιατί οι αναπτυγμένες οικονομίες είναι αυτές που προσελκύουν τον μεγαλύτερο όγκο ΞΑΕ.



 Από τα λίγα που ενδεικτικά προαναφέρθηκαν προκύπτουν τα μειονεκτήματα αλλά και το ανέφικτο του «αναπτυξιακού σχεδίου» της ΝΔ. Μοιράζονται άκριτα υποσχέσεις ότι θα προσφερθούν όλα σε όλους (π.χ. 200% υπεραποσβέσεις σε όλους τους κλάδους, είτε πρόκειται για διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα, είτε όχι).
Η αδυναμία επιλογής στόχων είναι ιδιαίτερα προβληματική, κυρίως σε αυτή την περίοδο που απαιτείται η σχεδίαση ενός «σοκ πρωτοπορίας» για την τεχνολογική αναβάθμιση της χώρας, ώστε να μη χάσουμε το τρένο της 4ης βιομηχανικής επανάστασης. Είναι απαραίτητη η επιλογή συγκεκριμένων αλυσίδων αξίας, οι οποίες θα κινητροδοτηθούν και γύρω από τις οποίες θα δομηθούν πλεονεκτήματα σε όλα τα επίπεδα (εκπαίδευσης, έρευνας κ.λπ.).
Αυτό που απαιτείται και αυτό που προτείνεται στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι το αναπτυξιακό υπόδειγμα να έχει στο επίκεντρό του τον άνθρωπο. Με την σειρά του αυτό απαιτεί σημαντική παρουσία της ποιοτικής απασχόλησης, «καλές δουλειές»που χρειάζονται με τη σειρά τους την παρουσία επιχειρήσεων με αναβαθμισμένο γνωσιακό υπόβαθρο, σημαντική τεχνολογική βάση, αξιόλογη Έρευνα, Ανάπτυξη και Καινοτομία κ.λπ.
Σήμερα, η προσπάθεια διασφάλισης ενός επιπέδου αξιοπρεπούς αμοιβής, η ύπαρξη συνδικαλιστικής εκπροσώπησης και κλαδικής στήριξης, η επαρκής ασφάλιση αλλά και η εργασιακή εξασφάλιση (μικρό επίπεδο ανεργίας), θα μπορούσε να αποτελέσει ένα αναγκαίο ελάχιστο υπόβαθρο πάνω στο οποίο μπορούν να οικοδομηθούν και άλλα εξίσου σημαντικά στοιχεία μιας ποιοτικής απασχόλησης (π.χ. εργασιακό ενδιαφέρον και προοπτικές καριέρας).
Η ποιοτική απασχόληση ουσιαστικά ταυτίζεται με την παρουσία μιας ισχυρής μεσαίας τάξης στη χώρα, που από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας σχετίζεται στενά με την δημοκρατία και με την ύπαρξη κοινωνικής αρμονίας. Η συρρίκνωσή της συνοδεύεται συχνά από φαινόμενα όπως ο μεσοπολεμικός φασισμός και στις μέρες μας ο σοβινισμός, ο υπερνεοφιλελευθερισμός και η ακροδεξιά. Επομένως μια κοινωνία χωρίς ποιοτική απασχόληση, ποιοτικές επιχειρήσεις και επενδύσεις, που αποτελούν προϋπόθεση για την ύπαρξη μιας αξιόλογης μεσαίας τάξης, είναι καταδικασμένη.

Πρόγραμμα «σημαίας ευκαιρίας» από τη ΝΔ

Το πρόγραμμα της ΝΔ δεν μπορεί λοιπόν να προσελκύσει ποιοτική απασχόληση. Είναι πρόγραμμα χώρας «σημαίας ευκαιρίας», που εμφανώς ποντάρει στο χαμηλό κόστος εργασίας και στη χαμηλή φορολογία. Ακολουθεί τη συνειδητή πολιτική στρατηγική της θητείας του Ρήγκαν, γνωστή ως «πεινασμένο θηρίο - starving the beast» (1). Προετοιμάζει τη χώρα για ένα καθεστώς γενικευμένης ανασφάλειας, απολύτως αταίριαστο με ένα περιβάλλον ποιοτικής απασχόλησης, ενώ επίσης προσβλέπει σε έναν ελάχιστο ρόλο για το κράτος, ρόλο «νυκτοφύλακα» κατά τη φιλελεύθερη θέση του 19ου αιώνα, απολύτως έξω από τη λογική ενός κράτους που αναβαθμίζει την ποιοτική απασχόληση κα στηρίζει την υγιή επιχειρηματικότητα.
Επομένως, ο ισχυρισμός πως ενδιαφέρεται και απευθύνεται στη μέση τάξη απέχει πολύ από την πραγματικότητα, γιατί μέση τάξη και απουσία ποιοτικής απασχόλησης αποτελούν έννοιες ασύμβατες.
Όσο κι αν αποτελεί κεντρική επιλογή της ΝΔ ο αποπροσανατολισμός από τα ουσιώδη, είναι σαφές ότι υπάρχουν δύο βασικές λογικές προσέλκυσης επενδύσεων: μια που στηρίζεται στη χαμηλή φορολογία και σε χαμηλούς μισθούς, και μια άλλη που στηρίζεται στο υψηλό ανθρώπινο κεφάλαιο και στην παραγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογικής στάθμης. Η μεν πρώτη δεν παρουσιάζει σημαντικές δυσκολίες υλοποίησης, αλλά φυσικά καταλήγει στα πενιχρά αποτελέσματα που έχουμε βιώσει.
Η δεύτερη είναι πολύ πιο απαιτητική: η διαδικασία προσέλκυσης επενδύσεων με υψηλής ποιότητας απασχολούμενους ενέχει πολύ μεγαλύτερη αβεβαιότητα αλλά αποφέρει υψηλά κέρδη, καθώς δεν προσπαθεί απλά να ελαχιστοποιήσει τα κόστη σε ήδη γνωστές παραγωγικές διαδικασίες, αλλά να παράγει καινοτομικά προϊόντα. Απαιτεί την παρουσία υψηλής ποιότητας ανθρωπίνου κεφαλαίου, και μάλιστα κατάλληλα εκπαιδευμένου, επομένως απαιτεί τη συνεργασία κράτους και επιχειρήσεων.
Φυσικά ένα τέτοιο κράτος απέχει πολύ από ένα κράτος «σημαία ευκαιρίας», αλλά και ένα φοβικό «ελάχιστο» κράτος της νεοφιλελεύθερης παράδοσης, που απλά διορθώνει ατέλειες των αγορών. Απαιτεί ένα κράτος με στρατηγικό όραμα, αλλά και με τα ανάλογα εργαλεία υλοποίησής του. Ένα κράτος που διαθέτει συλλογική αναλυτική δυνατότητα (thinking capacity) και αναλαμβάνει, σε στενή συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα αλλά και την ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα, τους συνεταιρισμούς και τα συνδικάτα, να κινητροδοτήσει τη δημιουργία ποιοτικής απασχόλησης, καταλαμβάνοντας πολλαπλούς ρόλους: του μέντορα, του συνεργάτη, του πάροχου και του βοηθού (2). Τελικά, ένα επιχειρηματικό-επιτελικό κράτος που η οικονομία μας έχει ανάγκη.
Σημειώσεις: 
1.  Ως “πεινασμένο θηρίο” νοείται η κυβέρνηση, ενώ η συνειδητή μείωση των φόρων δημιουργεί ελλείμματα που στη συνέχεια φέρνουν αναγκαστικά μειώσεις στις κοινωνικές παροχές.
2. Αναφέρω ενδεικτικά την πρόσφατη πρωτοβουλία της κυβέρνησης με την οποία δημιούργησε, σε συνεργασία με την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων, τη ΓΣΕΒΕΕ και την ΕΣΕΕ, τη Δομή στήριξης επιχειρήσεων με αντένες σε όλα τα Επιμελητήρια της χώρας.
*Ο Λόης Λαμπριανίδης είναι Γενικός Γραμματέας Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων, Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου