ε
Dimitris Tsirkas
Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε μία έντονη τάση επιστροφής στο παρελθόν στην ποπ κουλτούρα. Τα ριμέικ ή οι ταινίες και οι σειρές με θέμα το παρελθόν, τείνουν να γίνουν κυρίαρχα και συναντούν μεγάλη επιτυχία, πρόσφατα το “Stranger Things”, που διαδραματίζεται αρχές της δεκαετίας του 80. Η συνταγή είναι λίγο πολύ γνωστή, το μυστικό της επιτυχίας βρίσκεται στο ότι αυτά τα προϊόντα ξυπνάνε έντονες μνήμες στους θεατές, αναβιώνουν το οικείο περιβάλλον των παιδικών ή νεανικών χρόνων. Πρόκειται για τη βιομηχανοποίηση της νοσταλγίας ή κατά άλλους, τον “βιασμό” της παιδικής τους ηλικίας χάριν του κέρδους.
Στην Ελλάδα ωστόσο βιώνουμε μία διαφορετική εκδοχή επανάληψης του παρελθόντος, ιδίως στο τηλεοπτικό τοπίο. Δεν έχουμε ριμέικ παλιών επιτυχιών αλλά τη διαρκή αναπαραγωγή της ίδιας φόρμας, από τα ίδια περίπου πρόσωπα, 20 χρόνια πιο γερασμένα. Η ελληνική τηλεόραση έχει μείνει καθηλωμένη στην ηρωική και γκλάμουρ δεκαπενταετία της (χονδρικά 1990-2005). Βλέπουμε περίπου τις ίδιες σειρές, τα ίδια ριάλιτι με τους ίδιους παρουσιαστές στα πενήντα φεύγα τους πλέον, να συμπεριφέρονται σαν να είναι είκοσι ή τριάντα ετών και η χώρα να βρίσκεται ακόμη στην περίοδο της αφθονίας και τη ανεμελιάς επί Σημίτη και Καραμανλή. Τότε που το χρήμα έρεε από παντού και η βασική αξία ήταν το “βγάλε λεφτά και γίνε διάσημος όσο πιο γρήγορα μπορείς”.
Αυτό δεν είναι περίεργο, τα πολιτιστικά και διανοητικά κυρίαρχα στρώματα παραμένουν προσκολλημένα σε εκείνη την περίοδο του σημιτικού εκσυγχρονισμού και του φθηνού τηλεοπτικού μεγαλείου, όπου τα πρότυπα ήταν ο χρηματιστής ή το στέλεχος επιχείρησης και η τηλεπερσόνα. Η μέινστριμ διανόηση ακόμα εμφανίζει τον Σημίτη ως τον μεγαλύτερο Έλληνα ηγέτη μετά τον Καποδίστρια, ενώ οι άνθρωποι της τηλεόρασης, οι ίδιοι πάνω κάτω από τη δεκαετία του 90, αναπαράγουν υστερικά την αισθητική και το στιλ εκείνης της εποχής, σε παρόμοια υποπροϊόντα.
Φευ όμως. Δεν ζούμε στο 1996, ούτε στο 2004 αλλά στο 2017, μετά από 8 χρόνια κρίσης και πτώχευσης. Όπου λεφτά δεν υπάρχουν, οι τηλεπερσόνες είναι κατά δύο δεκαετίες γερασμένες και η αισθητική των 90s δεν ξυπνά όμορφες μνήμες αλλά προκαλεί αποστροφή για τη φθήνια και το κιτς που αναπαράγει. Πουθενά δεν αποτυπώνονται πιο έντονα όλα αυτά από το νέο talent show του Ε, το Star Academy, στηριγμένο στη φόρμα του Big Brother με κριτές τον Πέτρο Κωστόπουλο, τον Καρβέλα, τη Βίσση και τη Ναταλία Γερμανού.
Το όλο σκηνικό μοιάζει με φθηνή απόπειρα αναβίωσης των ριάλιτι του 2000. Η περιφορά των υποτιθέμενων σταρ που θα δώσουν γκλάμουρ στη σειρά καταλήγει θλιβερή και κωμικοτραγική. Ο Κωστόπουλος, η Βίσση και ο Καρβέλας είναι πλέον σταρ μόνο στο μυαλό τους και η υπερπροσπάθεια τους να δείξουν ότι παραμένουν τέτοιοι, αγγίζει τα όρια του γκροτέσκου. Εδώ ωστόσο, τη στιγμή της παρακμής, εκδηλώνεται η πραγματική ουσία εκείνης της περιόδου, στην οποία όλοι αυτοί παραμένουν καθηλωμένοι. Πρόκειται για μία τεράστια εκπόρνευση, όπου τα πάντα πωλούνταν και οι μοναδικές πυξίδες ήταν το χρήμα και η δημοσιότητα.
Τώρα όμως είναι εποχή ισχνών αγελάδων, οι τιμές έχουν πέσει κατακόρυφα και οι πουτάνες έχουν γεράσει. Αντί λοιπόν για τα υπερπολυτελή στούντιο του παρελθόντος με τα πολλά λεφτά που μπορούσαν να ρετουσάρουν την εκπόρνευση σε επιχειρηματικότητα, σήμερα οι ξεπεσμένες εξηντάρες και εξηντάρηδες πρώην διάσημοι και τηλεπερσόνες, πουλιούνται για ελάχιστα και ας προσπαθούν με τα μπότοξ και το υπερβολικό μέικαπ να πείσουν ότι παραμένουν ακόμα σταρ και γκλάμουρ. Από πόρνες πολυτελείας στο πεζοδρόμιο της Ζήνωνος για δέκα ευρώ. Και ποιος θα ήταν ο καταλληλότερος να παρουσιάσει αυτό το θλιβερό θέαμα; Μα φυσικά ο εθνικός προαγωγός, ο Μένιος Φουρθιώτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου