http://www.efsyn.gr/arthro/oikonomikes-exelixeis-hitones-kai-makria-ap-tin-porta-moy
Πριν από καιρό πρωτοκυκλοφόρησε μια σειρά φωτογραφιών Ελλήνων προσφύγων στη Συρία μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ενδεχομένως και σαν αποστομωτική απάντηση στα σχόλια του τύπου «τι τους θέλαμε τώρα αυτούς τους βρομιάρηδες», «για τους Ελληνες ποιος έκανε ποτέ τίποτα», «είναι η συνέχεια της συνωμοσίας μετά τους ψεκασμούς» κ.λπ.
Θυμήθηκα τότε τις ανάλογες ρατσιστικές εκφάνσεις απέναντι στους πρόσφυγες του '22. Τα παιδάκια στα σχολεία να αποκαλούνται «τουρκόσποροι».
Οι γυναίκες ειρωνικά να χαρακτηρίζονται «παστρικές», λόγω της αυξημένης εμμονής τους στην καθαριότητα, ίσως και ενδεικτική της υψηλής θέσης που κατείχαν στις κοινωνίες από τις οποίες εκδιώχθηκαν. Το επίθετο «Σμυρνιά» να έχει λάβει περίπου τη θέση της «εκδιδομένης», κ.ο.κ. Το εντυπωσιακό εδώ είναι ότι αντιπροσφυγικοί, ρατσιστικοί λίβελοι συχνά προέρχονται από απογόνους προσφύγων.
Δεν θα έπρεπε αν μη τι άλλο οι συγκεκριμένοι να σέβονται τα βάσανα των προγόνων τους; Και τα παρόμοια πάθη ενός άλλου λαού είναι σωστό να γίνονται βορά σε φτηνή αντιπολίτευση; Είναι ευχάριστο βέβαια ότι οι φωνές αυτές μειοψηφούν σε ένα γενικότερο έμπρακτο κλίμα αλληλεγγύης. Και δυσάρεστο, το κρεσέντο εθνικοπατριωτικής συνείδησης της ευρωζώνης, που ουσιαστικά σημαίνει: «μακριά απ' την πόρτα μου» και «στα κέρδη μαζί, στην πληρωμή χώρια...».
Κι όμως, εδώ στη χώρα μας, μεσούσης της κρίσης, συντελείται κάτι σπουδαίο. Ενας σκοπός έχει κάνει τους ανθρώπους να κινητοποιούνται πέρα από την υπολογιστική πρακτική, πέρα από τον διά τηλεοπτικών παρωπίδων επιβαλλόμενο καταναλωτισμό, πέρα από το «τι θα μπει στην τσέπη μου».
Κι αυτό είναι θεμελιακά σημαντικό. Η κρίση την οποία βιώνουμε και οικονομικά, αλλά και κάθε κρίση, είναι πρωταρχικά κρίση αξιών. Και για να γυρίσει ο ήλιος θέλει εσωτερική δύναμη. Εσωτερική δύναμη η οποία μεγαλώνει σιγά σιγά μέσα από τη χαρά και την αυτοπραγμάτωση της προσφοράς, τη συνειδητοποίηση του πόσο μας γεμίζει να κάνουμε κάτι «μαζί» και «ανιδιοτελώς».
Στον αντίθετο πόλο τώρα, ακόμα και από μια στυγνή, «τεχνοκρατική» σκοπιά, μια σειρά από επιχειρήματα συνηγορούν υπέρ μιας «παραγωγικής απορρόφησης».
Στη γηράσκουσα ηλικιακά Ευρώπη, οι πρόσφυγες θα μπορούσαν να ενισχύσουν την εργατική δύναμη και να φέρουν μια ισοσταθμιστική τάση στην επικίνδυνη δημογραφική γήρανση. Ας θυμηθούμε πόση ανάπτυξη έφερε στη χώρα μας η επιχειρηματική δεινότητα των προσφύγων και των απογόνων τους.
Εχουμε μια χώρα με κάθετα μειούμενη αγροτική και βιομηχανική παραγωγή. Στη Συρία, αντίθετα, το ποσοστό συμμετοχής του αγροτικού τομέα στο συριακό ΑΕΠ λίγο πριν από τον πόλεμο ήταν της τάξης του 20% και της βιομηχανικής παραγωγής κοντά στο 35%.
Τα στοιχεία αυτά περιγράφουν έναν πληθυσμό πολύ περισσότερο εξοικειωμένο με τον πρωτογενή τομέα και τη βιομηχανική παραγωγή από τον μέσο Ελληνα. Και λόγω δυσμενών συνθηκών, πολύ πιο κοντά στο να πάρει την απόφαση να στραφεί προς αυτούς τους παραγωγικούς κλάδους, μια κίνηση που ο μέσος Ελληνας αντικρίζει με δέος και δυσπιστία. Λιγότερη μεν από κάποτε, αλλά σίγουρα όχι αρκετή για να τον κινητοποιήσει «να πάρει τα βουνά και τα λαγκάδια».
Στο σημείο αυτό κάποιοι σίγουρα θα αντιτείνουν: «Τι απώτερο σκοπό θα εξυπηρετήσει αυτό; Μήπως την εισαγωγή φτηνού εργατικού δυναμικού, που θα οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση των εγχώριων αποδοχών;» Το επιχείρημα αυτό θα ήταν βάσιμο αν αναφερόμασταν σε ήδη κορεσμένους παραγωγικούς κλάδους.
Εδώ όμως ισχύει το αντίθετο. Εχουμε παρατημένα χωράφια, εγκαταλειμμένα χωριά και μια ακραία αστική συγκέντρωση.
Μήπως τελικά οι άνθρωποι αυτοί και η ένταξή τους είναι μια υγιής πρόκληση για την εκκίνηση αυτής της έρημης παραγωγικής ανασυγκρότησης την οποία ακούμε από τα βάθη της μνήμης μας και μέχρι τώρα ποτέ δεν είδαμε;
Μήπως η ανάπτυξη πρωτογενών παραγωγικών δομών είναι ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε και μια πιλοτική έστω εφαρμογή για την ένταξη των προσφύγων αποδειχθεί κάτι παραπάνω από πολύτιμη;
Κι εδώ φυσικά, για να λύσουμε και άλλες πιθανές απορίες ή υποψίες, το αναμενόμενο δεν είναι η εκμετάλλευση, τα γνωστά κέντρα συσσώρευσης, η διοχέτευση σε μεγαλοπαραγωγούς με συνθήκες δουλοπαροικίας.
Είναι η εφαρμογή συνεταιριστικών, κοινωνικών δομών, μικρών νεοφυών επιχειρήσεων, εταιρειών του τρίτου τομέα και ό,τι θα μπορέσει να απορροφήσει και επενδυτικά ευρωπαϊκά κονδύλια. Με ισότιμη ένταξη στην ελληνική κοινωνία.
Με έμφαση στην «επανατοπικοποίηση», στην αυθόρμητη πρωτοβουλία και την περιφερειακότητα, όπως ακριβώς ταιριάζει σε μια πραγματικά πράσινη οικονομία.
Για τους γραφικούς τώρα που ισχυρίζονται ότι η εισροή (πόσων πια) ατόμων διαφορετικής κοινωνικοθρησκευτικής κουλτούρας με μαντίλες θα αλώσει το άρτιο ελληνοχριστιανικό μας ιδεώδες, υπάρχει το εξής επιχείρημα: Ο Θεός κατά τον χριστιανισμό (είναι διαφορετικός άραγε από των άλλων;) είπε «ο έχων δύο χιτώνες να δίνει τον έναν».
Και στην προκειμένη περίπτωση, συζητάμε για 50 χιλιάδες ανθρώπους σε σύνολο 10 εκατομμυρίων. Κατ' αναλογία, στο «ο έχων διακόσιους χιτώνες να δίνει τον έναν». Πόσο μάλλον δε στην Ελλάδα όπου, ως γνωστόν, «δεν κάνει [ιδιαίτερο] κρύο».
* oικονομικός αναλυτής, συντονιστής της θεματικής ομάδας Οικονομίας των Οικολόγων-Πράσινων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου