Niki Vikou
Σάββατο βράδυ, γύρω στις δέκα, ανήμερα των Ταξιαρχών, μ΄έπιασε η νοικοκυροσύνη κι ανέβηκα σε μια μικρή σκαλιέρα για να τακτοποιήσω τα επάνω ντουλάπια της κουζίνας. Ως «τσαμπούκ Μαρία όμως, είμαι και απρόσεκτη κι έτσι δεν κούμπωσα καλά τη σκαλίτσα, με αποτέλεσμα να βρεθώ στο κενό από πέντε σκαλοπάτια ύψος. Πρόλαβα κι έγειρα με το πλάι για να μην σκάσω με το κεφάλι, δεν προέβλεψα όμως πως όλο το βάρος του σώματος, πολλαπλασιασμένο από το ύψος, θα έπεφτε πάνω στο πόδι μου. Αποτέλεσμα, να έχω προλάβει μεν τα χειρότερα να έχει διαλυθεί δε ο ταρσός.
Έμεινα ξαπλωμένη κατάχαμα, ανάμεσα σε σπασμένα φλυτζάνια, ρόγες σταφύλι που παρέσυρα από τον πάγκο κι άπλυτα πιάτα, ανίκανη να κάνω οποιαδήποτε κίνηση. Ο γιος μου κι ο ανιψιός μου που τον ειδοποίησα, αδύνατον να με σηκώσουν, αφού με κάθε κίνηση το κάτω άκρο που έμοιαζε να ενώνεται πια με το υπόλοιπο πόδι μόνον με το δέρμα, πονούσε αφόρητα. Το ΕΚΑΒ ήρθε σχετικά γρήγορα, ένας άνδρας μέσης ηλικίας και μια κοπελίτσα εύθραυστη και συναχωμένη - θέλω κι από εδώ να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ σ΄αυτούς τους ήρωες- δεν μπορούσαν να με μετακινήσουν , αφού ούρλιαζα. Τους παρακάλεσα να ακινητοποιήσουν κάπως το πληγωμένο μέλος. Ευτυχώς υπήρχε στο ασθενοφόρο ένας νάρθηκας με αέρα, που βελτίωσε κάπως την κατάσταση.
Στο νοσοκομείο μια νοσηλεύτρια παρελάμβανε τα περιστατικά και τα προωθούσε προς το αντίστοιχο εξωτερικό ιατρείο. Εκεί, ειδικευόμενοι μόνον, γιατροί, δούλευαν σε ρυθμούς γαλέρας. Θυμάστε την ταινία του Τσάπλιν, όπου ο αλητάκος στην προσπάθειά του να βρει δουλειά, εμπλέκεται στη λωρίδα παραγωγής; Αν γύριζε σήμερα τους «Μοντέρνους καιρούς» θα έβαζε τους ειδικευόμενους γιατρούς, τους νοσηλευτές και το παραϊατρικό προσωπικό, στη θέση του πρωταγωνιστή. Γύρω τους τρελαμένοι ασθενείς και συγγενείς,γεμάτα φορεία, μια εντελώς τριτοκοσμική εικόνα.
Όταν ήρθε η σειρά μου, μίλησαν και για ισχίο. Επέμενα πως τοπρόβλημα είναι μόνον στον αστράγαλο. Οι ακτινογραφίες με δικαίωσαν. Για να μην τα πολυλογώ, έφτασα με γύψο στο πόδι στο κρεβάτι μετά τις τέσσερεις τα ξημερώματα. Πρόλαβα να πω στους γιατρούς το ιστορικό μου και κυρίως πως έχω κληρονομική θρομβοφιλία, όπως το 10% περίπου των Ελλήνων, και κινδυνεύω από θρομβώσεις, για αυτό παίρνω αντιπηκτική αγωγή, εφ΄ όρου ζωής. Τα χρειάστηκαν και το τόνισαν στο συνοδευτικό έγγραφο, με παρέπεμψαν δε και για τις αναγκαίες αιματολογικές εξετάσεις.
Στο δωμάτιο, εξάκλινο, με υποδέχτηκε μία νοσοκόμα που τράβηξε χωρίς πολλές διατυπώσεις και καμία κουβέντα, τα ρούχα και με ξεγύμνωσε κυριολεκτικά από τη μέση και κάτω. Αισθάνθηκα σαν να με βιάζουν. Πήγε να μου βάλει ουροσυλλέκτη. Αρνήθηκα. Επέμενε. Ζήτησα να μάθω τον λόγο. Δεν μου απάντησε, αλλά συνέχισε την προσπάθεια. Της ζήτησα να το ξεχάσει. Ύψωσε τον τόνο της φωνής της. Της εξήγησα πως δεν υπάρχει περίπτωση να καθηλωθώ, με αυτόν τον τρόπο, επειδή δεν έχουν προσωπικό για την πάπια. Στο κάτω- κάτω, θα φροντίσω να ουρώ όταν είναι κάποιος δικός μου κοντά μου. Ο ανιψιός μου, άψητος, να μου κάνει απελπισμένα νοήματα να δεχθώ…εγώ ακλόνητη
Εκείνη συνέχισε να επιμένει, η ιστορία παρατραβούσε, κλείδωσα λοιπόν, παρά τον πόνο, τους μηρούς μου. Επιτέλους το πήρε απόφαση. Έφερε ορό. Είχα πια κουραστεί, την άφησα να τον βάλει.
Το πρωί, μια αδελφή, ήρθε να δώσει τα φάρμακα. Σε μένα ένα Λοναρίντ. Ρώτησα αν τα αντιπηκτικά μπήκαν στον ορό. Φυσικά και δεν είχαν μπει. Περίμεναν το αιματολογικό, του ιδίου νοσοκομείου, στο οποίο υπέβαλαν ερώτημα,να δώσει οδηγίες. Μέχρι το απόγευμα δεν είχαν δοθεί. Ευτυχώς έφτασε ο αδελφός μου από την Ξάνθη και πήγε και βρήκε μόνος του τους αιματολόγους. Στο μεταξύ πέρασε ο Διευθυντής με μια κουστωδία. Μου είπε πως πρέπει να εγχειριστώ, αλλά αυτό θα γίνει μετά από δέκα ημέρες. Βέβαια μπορώ να επιλέξω τη συντηρητική αγωγή.Του είπα πως θα αποφάσιζα ευχαρίστως εγώ, αν ήμουν ορθοπεδικός, αλλά δεν είμαι. Ωραία, τότε εγχείριση σε δέκα μέρες, είπε. Τον ρώτησα αν η πολυήμερη αναμονή σε ακινησία δεν θα με οδηγήσει στα θυμαράκια από πνευμονικό οίδημα λόγω θρομβοφιλίας. Δεν απάντησε. Πριν φύγει,έδωσε εντολή να μου αφαιρέσουν τον άχρηστο ορό.
Μέσα στο θάλαμο ήταν τρεις υπερήλικες γυναίκες με σπασμένα ισχία ή λεκάνες κι εγώ. Όλες βεβαίως με τους συνοδούς μας. Η Κυριακή πέρασε χωρίς άλλα συμβάντα, με εξαίρεση μια αδελφή, καμιά εικοσαριά κιλά βαρύτερη από εμένα που μου ζήτησε να γυρίσω πλευρό για ν΄ αλλάξει τα σεντόνια. Πονούσα, δεν μπορούσα. Τράβηξε απότομα το σεντόνι φωνάζοντας: Γύρνα χοντρή. Αυτό ήταν. Της άρπαξα το μπράτσο μέχρι που μαύρισε. Σταμάτησε. Δεν περίμενε τέτοια ανυπακοή. Την άφησα όταν απομακρύνθηκε σε απόσταση ασφαλείας. Ήρθαν δυο άλλες και μου άλλαξαν τα σεντόνια. Γλυκύτατες και ευγενέστατες.
Την Δευτέρα, ο Διευθυντής άλλαξε τροπάρι, -χωρίς να μεσολαβήσουν άλλες εξετάσεις – τελικά θα εγχειριζόμουν σε δέκα ή περισσότερες μέρες, είχαν έλλειψη αναισθησιολόγων. Και οι άλλες κυρίες θα περίμεναν επίσης το ίδιο διάστημα. Μια αδελφή, που έδειχνε να συμπονά πραγματικά τους ασθενείς, μας είπε: Αν μπορείτε, φύγετε, πάτε αλλού. Το ίδιο μας συνέστησε κι ένας γιατρός,με τρόπο. Τα παιδιά της μίας ηλικιωμένης την πήραν για γνωστή κλινική, όχι με την καλύτερη φήμη, συμβεβλημένη όμως με το ΠΕΔΥ. Τους ρώτησα αν θα καλύψει το ταμείο τους τα έξοδα της εγχείρισης, μου απάντησαν πως θα πληρώσουν εξτρά. ..Το βράδυ έριξα τα μούτρα μου και τηλεφώνησα σε φίλη ορθοπεδικό άλλου νοσοκομείου, περιγράφοντας την κατάσταση.
Την Τρίτη ενημερώθηκα από τα χαράματα, πως τελικά παίρνω εξιτήριο. Θα έρχομαι μια φορά την εβδομάδα να με παρακολουθούν. Λεπτομέρειες θα μου πει η φίλη μου. Μου έδωσαν οδηγίες, έκανα και την αντιπηκτική ένεση κι έφυγα για το σπίτι, με τον αδελφό μου. Πονάω, θα περπατώ με πατερίτσες μέχρι την τουαλέτα, αλλά θα περάσω τις μέρες τις αποθεραπείας, στο σπίτι μου, αξιοπρεπώς.Ήδη νιώθω καλύτερα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου