Αριστερός σημαίνει μίασμα, Αριστερός σημαίνει επικίνδυνος για τη τάξη, Κομμουνιστής σημαίνει αιμοσταγής δολοφόνος, σημαίνει προδότης της πατρίδας ,σημαίνει, σημαίνει, σημαίνει..
Κάπως έτσι μ αυτή τη ρητορική μίσους μεγαλώσαμε γενιές ανθρώπων μετρώντας νεκρούς ,μετρώντας ήρωες, μετρωντας μνήμες απάνθρωπης βίας, μετρώντας απέραντη αδικία και δυστυχία εκεί που η περηφάνια έστηνε χορό…
-«Όπου κι αν πήγαινα να πιάσω δουλειά με απέκλειαν λόγω κοινωνικών φρονημάτων»
-«Πέρασα στη γεωπονική δυο φόρες και αρνήθηκαν την εγγραφή μου λόγω του κομμουνιστή πατερά μου»
-«Κάθε βραδύ ο μπάτσος κάτω απ το παράθυρο μου σφύριζε και το σφύριγμα του μπλεκόταν με τα όνειρα μου»
-«Γεννήθηκα στη φυλακή! Ο… έδειξε τη μάνα μου στην “ομάδα” ήταν έγκυος στον όγδοο μήνα. Απ’το φόβο της την πήραν τα αίματα …την οδήγησαν στη φυλακή ,εκεί γεννήθηκα και μεγάλωσα ως τα τρία μου»
Η καρφίτσα του αριστερού στο πέτο ανεξίτηλο σημάδι ανθρώπων που γεννηθήκαν για να γίνουν και να μείνουν ηρωες… Στιγματισμένοι ….
Μια άλλη πλευρά της στιγματοποίησης –σχεδιασμένη μεθοδολογικά –αναφέρεται στον όρο Στίγμα φρονήματος και αφορά σε οργανωμένες κοινωνικά και ιδεολογικά συλλογικότητες, οι οποίες κάτω από το βάρος των αιτημάτων τους ,θεωρείται πως μπορούν να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στους μηχανισμούς ενός αστικού κράτους και να θέσουν σοβαρές αμφισβητήσεις απειλώντας κι αυτή ακόμα την ύπαρξη του.
Μια τέτοια ιδεολογικά κρίσιμη συλλογικότητα μπορεί και είναι οι «Κομμουνιστές»
Οι κομμουνιστές επαγγέλλονται την ισοτιμία ,την δικαιοσύνη ,την διεθνιστική αλληλεγγύη ,τρία βασικά και θεμελιώδη απειλητικά δεδομένα για την ύπαρξη του αστικού κράτους,πόσο μάλλον εφ’όσον η επιβολή των αρχών του κομμουνισμού εστιάζεται στη διαρκή πάλη των τάξεων και στην ακόμα και η δια της βίας ολοκληρωτική καταστροφή του. Οι κομμουνιστές επαγγέλλονται την κατάληψη των μέσων παραγωγής και τη λειτουργία τους προς όφελος της κοινωνίας. Θεωρούν ότι αυτό είναι νομοτελειακό…..
«Ο κομμουνισμός δεν είναι για μας μια κατάσταση πραγμάτων που πρέπει να εγκαθιδρυθεί, ένα ιδεώδες που σ’ αυτό θα πρέπει να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Ονομάζουμε κομμουνισμό την πραγματική κίνηση που καταργεί τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων. Οι όροι αυτής της κίνησης προκύπτουν από τις προϋποθέσεις που τώρα υπάρχουν»
(Κ. Μαρξ-Φρ. Ένγκελς, Γερμανική Ιδεολογία, τόμος Α, Gutenberg, Αθήνα 1979, σσ. 81-82)
Οι κομμουνιστές δεν είναι ούτε ιεροκήρυκες, ούτε καλοί άνθρωποι…επομένως ο κομμουνιστής δεν στιγματίζεται επειδή είναι καλός και δίκαιος αλλά επειδή εκφράζει μια ιστορική και κοινωνική αναγκαιότητα και την βάζει απέναντι στην «αιωνιότητα» του καπιταλισμού….
Για τους παραπάνω λόγους γίνεται σαφές, πως το ταξικό πρόσημο της ιδεολογίας του αποβαίνει σε μια διαρκή απειλή προς τον «Άνω κόσμο» της πολυτελείας του καπιταλισμού κι άρα επιβάλλεται η διαρκής και πολυδιάστατη επίθεση του , με οποιοδήποτε τίμημα και αναλόγως των «ευκαιριών» που ο σοσιαλισμός διαμορφώνει.
Η επίθεση του Αστικού κράτους ενώ φαίνεται να διαμορφώνεται από συνθήκες που κύρια αφορούν στην οικονομία, βρίθει «στιγματοποιήσεων» σε συλλογικό και προσωπικό επίπεδο με σαφή στόχο την αποτροπή έως και την εξόντωση της κομμουνιστικής ιδεολογίας.
Η στιγματοποίηση αυτή χαρακτηρίζει την ιστορία ,την παιδεία, τον αθλητισμό ,την ψυχαγωγία, την όλη ανθρώπινη διαβίωση και εξέλιξη . Εμφανίζεται με μαζικές επεμβάσεις και παρεμβάσεις (προπαγάνδα) ,που συχνά είναι απροσδιόριστες και ανεπαίσθητες ,όσο και με ανελέητες επιθέσεις σε συλλογικό η προσωπικό επίπεδο ανθρώπων- μελών του σοσιαλιστικού οράματος.
Οι παρεμβάσεις αυτές της στιγματοποίησης λόγω φρονήματος επεκτείνονται σαφώς και σε άλλες μερίδες λαού ή σε μεμονωμένα πρόσωπα που με τις αντιλήψεις τους ή τα επιτεύγματα τους «ενοχλούν και ανησυχούν» το σύστημα.
Θα θυμηθούμε εδώ μια σειρά ανά τους αιώνες «επαναστατών», ανθρώπων των γραμμάτων, των τεχνών και της επιστήμης που διώχθηκαν ή εμποδιστήκαν ακριβώς γι’αυτό το ιδεολόγημα –φρόνημα που μετέφεραν (Γαλιλαίος ,Θερβάντες, Ράιχ και πολλοί άλλοι)
Βασικό σημείο του πολέμου του Άνω κόσμου απέναντι σε μια συλλογικότητα είναι ο βαθμός κινδύνου που αυτή εμφανίζει.
Ο Σοσιαλισμός σαν ιδεολογία ,πρακτική και μεθοδολογία είναι η βασική ανησυχία του Άνω κόσμου και το περιεχόμενο της στιγματοποίησης του έχει ως εξής:
- Προπαγάνδα βασισμένη στην αποδόμηση της θεωρητικής βάσης του.
- Προπαγάνδα προσβλέπουσα στην ενοχοποίηση των μελών του καθενός ξεχωριστά και των ομάδων δράσης.
- Προπαγάνδα εστιασμένη στην διαρθρωτική δομή μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας , η οποία επιμένει η άρχουσα τάξη να ονομάζει «ανελεύθερη ,γραφειοκρατική και εξοντωτική» του ανθρώπινου παράγοντα.
- Δράσεις εξόντωσης αναλόγως των οικονομικών και λοιπών κοινωνικών φαινομένων του σοσιαλισμού με πράξεις τιμωρίας ,περαιτέρω στιγματοποίησης ,προβοκατόρικων γινομένων, εξόντωσης με την συνεπικουρία της γραφειοκρατίας ,της δικαιοσύνης ,της θέσπισης ειδικών νομοθετημάτων και του αποκλεισμού των κομμουνιστών από όλες τις εκφάνσεις της ζωής και της εξέλιξης του πολίτη κομμουνιστή ,αναλόγως των επιταγών του κοινωνικοοικονομικού περιβάλλοντος.
- Διαμόρφωσης ποικίλων σχεδιασμών αποκλεισμού και τρομοκράτησης με στόχο την απάλειψη του φρονήματος μέσω πράξεων σωφρονισμού (εξορίες-φυλακίσεις),καταναγκασμών, εκβιασμών ,βιαιοπραγίας έως δολοφονιών.
Γυάρος και Μακρόνησος ένα εργαστήρι εξόντωσης του φρονήματος!
Χαρακτηριστικές αλλά όχι μοναδικές περιπτώσεις δράσεων εξόντωσης αποτελούν η Μακρόνησος και η Γυάρος.
Η Μακρόνησος και η Γυάρος έχουν καταγραφεί στη νεότερη ελληνική ιστορία ως τόποι εξορίας και βασανισμού χιλιάδων πολιτικών κρατουμένων, με στόχο την «εθνική αναμόρφωση» τους, δηλαδή τη βίαιη αποκήρυξη των ιδεών τους και την απάρνηση της αγωνιστικής τους ιστορίας.
Χαρακτηρίστηκαν κολαστήρια, κάτεργα, εξοντωτήρια, νησιά του διαβόλου. Αποτελούν «μαύρη κηλίδα» στον πολιτισμό της σύγχρονης Ελλάδας.Στα δύο αυτά άνυδρα και ακατοίκητα νησιά εγκαταστάθηκε και λειτούργησε ο πλέον απάνθρωπος μηχανισμός εξόντωσης του φρονήματος και αποτελεί πρόκληση, όχι μόνο προς τα αισθήματα και τους αγώνες του ελληνικού λαού, αλλά και προς ολόκληρο τον κόσμο που αγωνίστηκε εναντία στο φασισμό.
Ήταν άνοιξη του 1947, όταν ιδρύθηκαν τρία στρατόπεδα: της Μακρονήσου για τους στρατεύσιμους κομμουνιστές, της Γυάρου για τους φυλακισμένους και του Τρίκκερι για τις γυναίκες.
Εκεί τον Απρίλιο του 1947 μεταφέρθηκαν οι πρώτοι εννέα φαντάροι. Στρατωνίστηκαν σ’ έναν τόπο άγριο, χωρίς νερό, χωρίς δέντρα, μόνο με βράχια. Σ’ αυτό το φυσικό τοπίο αντίκρισαν ακόμα και ταφόπλακες: ήταν τα μνήματα αιχμαλώτων του Βαλκανικού Πολέμου, που το 1912 είχαν περιοριστεί εκεί και πέθαναν.Όμως αυτές οι συνθήκες διαβίωσης των πρώτων ημερών αποδείχτηκαν «παράδεισος» μπροστά ολα όσα θα ακολουθούσαν.
Το Φθινόπωρο του 1947, καθώς φούντωνε ο Εμφύλιος Πόλεμος, βρίσκονταν ήδη στο νησί περισσότεροι από 10.000 εκτοπισμένοι, στρατιώτες και υπαξιωματικοί. Δημιουργήθηκαν τρία τάγματα σκαπανέων, το Α’ Ειδικό Τάγμα Οπλιτών (ΑΕΤΟ), το ΒΕΤΟ και το ΓΕΤΟ. Από το Καλοκαίρι του 1946 οι οπλίτες καλούνταν να απαντήσουν στο ερώτημα, αν ήταν Έλληνες ή όχι. Και όταν ανυποψίαστοι απαντούσαν «ναι», τότε τους ζητούσαν να υπογράψουν δήλωση με την οποία θα αποκήρυσσαν τα φρονήματα τους, το ΕΑΜ -ΕΛΑΣ, το ΚΚΕ και τις «παραφυάδες του».
Το κουβάλημα της πέτρας, το μαρτύριο της πείνας και της δίψας, οι άγριοι ξυλοδαρμοί κάποτε μέχρι θανάτου, βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη. Η ζωή και στα τρία τάγματα ήταν ανυπόφορη. Στο ΓΕΤΟ, το οποίο βρισκόταν στη νοτιοδυτική άκρη της Μακρονήσου, είχαν απομονωθεί οι «πλέον επικίνδυνοι», εκεί τα βασανιστήρια ήταν ακόμα πιο σκληρά.
Να όμως που τα αιματηρά γεγονότα της 29ης Φεβρουαρίου και της 1ης Μαρτίου του 1948 ξέσπασαν στο ΑΕΤΟ. Και αυτό δεν ήταν καθόλου τυχαίο. Σ’ εκείνο το τάγμα η ζωή κυλούσε σχετικά ήρεμα. Έπρεπε, λοιπόν, με βίαιο τρόπο να καμφθούν οι κρατούμενοι για να κατατρομοκρατηθεί το στρατόπεδο και να αποσπαστούν μαζικά δηλώσεις μετανοίας.
Οι 4.500 στρατιώτες του ΑΕΤΟ οδηγήθηκαν την Κυριακή 29 Φεβρουαρίου σε υποχρεωτικό εκκλησιασμό, που τον ακολούθησε ένα πατριωτικό-θρησκευτικού περιεχομένου κήρυγμα. Και ξαφνικά δόθηκε στους φρουρούς το σύνθημα από τους αλφαμίτες (Α.Μ. είναι τα αρχικά των λέξεων Αστυνομία Μονάδας) να χτυπήσουν στο ψαχνό.
Μετρήθηκαν 17 νεκροί και 61 σοβαρά τραυματίες, ενώ άλλοι 155 συνελήφθησαν για να παραπεμφθούν στα Στρατοδικεία σαν πρωταίτιοι. Η «εκκαθάριση» συνεχίστηκε και την επομένη. Αυτόπτες μάρτυρες έκαναν λόγο 200 νεκρούς.
Η Μακρόνησος έγινε έδρα των Στρατιωτικών Φυλακών Αθηνών (Σ.Φ.Α. στην αρχή, Σ.Φ.Μ. στη συνέχεια) και του Οργανισμού Αναμορφωτηρίων Μακρονήσου (Ο.Α.Μ.). Στις Φυλακές κλείστηκαν υπόδικοι των Στρατοδικείων, αξιωματικοί του ΕΛΑΣ, αλλά και της Μέσης Ανατολής που είχαν πάρει μέρος στο Κίνημα του Απριλίου 1943. Στα Αναμορφωτήρια μεταφέρθηκαν εξόριστοι από τη Γυάρο, εκτοπισμένες γυναίκες από το Τρίκκερι, έφηβοι και γέροι από πόλεις και χωριά.
Ανατριχιαστικής σύλληψης τρόποι βασανισμού εφαρμόστηκαν: το κλείσιμο στο σακί με μια γάτα και το πέταγμα στη θάλασσα, το θάψιμο ζωντανών, το οδυνηρό σφίξιμο των γεννητικών οργάνων.
Ένας από τους μάρτυρες της Μακρονήσου ήταν ο Δημήτρης Τατάκης, πλοίαρχος του ελληνικού εμπορικού ναυτικού. Επί δεκατέσσερις μήνες υπέστη όλη την κλίμακα των βασανιστηρίων, των στερήσεων και των δοκιμασιών. Υπέμεινε για τριάντα τρεις ολόκληρες μέρες το μαρτύριο της ορθοστασίας. Ούτε νερό δεν του έδιναν οι βασανιστές του.
Η ζωή και ο θάνατος του Δημήτρη Τατάκη, καθώς και άλλων ανυπότακτων, συντέλεσαν στην κινητοποίηση της ελληνικής και της διεθνούς κοινής γνώμης για την κατάργηση του στρατοπέδου της Μακρονήσου. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που γράφτηκε σε αθηναϊκή εφημερίδα της εποχής: «Η Μακρόνησος κατεδικάσθη από τις ανοικτές πληγές των παραμορφωθέντων, από τους σταυρούς που υπάρχουν εις το μνήμα του Τατάκη και των άλλων τραγικών θυμάτων».
Πολυτεχνείο! Μια άλλη περίπτωση κάμψης του φρονήματος
«H φρίκη είχε πρόσωπο στο υπόγειο γκαράζ της Γενικής Ασφάλειας, στα κρατητήρια της EΣA, στις στρατιωτικές φυλακές στο Mπογιάτι. Kαι δεν ήταν μόνo o Mπάμπαλης, ο Mάλιος, ο Λουκόπουλος, ήταν δεκάδες άτομα, αστυνομικοί, στρατιωτικοί απλοί φαντάροι, γιατροί, που είχαν πέσει πάνω στους νεαρούς φοιτητές και τους σακάτευαν με φάλαγγες, εικονικές εκτελέσεις, με ανελέητους ξυλοδαρμούς. Νύχτα-μέρα ξύλο, ανακρίσεις, τρομοκρατία χωρίς τέλος.
Η Ταράτσα της οδού Μπουμπουλίνας.
Λίγο μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου, η Ασφάλεια άρχισε μαζικές συλλήψεις φοιτητών, οι οποίοι είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στα γεγονότα της 17ης Νοέμβρη.
Ήθελαν να τους αποσπάσουν ότι : «δια πλειόνων πράξεων συνιστωσών εξακολούθησιν ενός και του αυτού εγκλήματος επεδίωξες την εφορμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του πολιτεύματος και δημοκρατικού καθεστώτος και την εγκθίδρυσιν του κομμουνιστικού καθεστώτος εις την χώραν κατά το πρότυπον των λαϊκών δημοκρατιών».
Kαι όσοι αρνούνταν να μιλήσουν, όπως περιγράφουν οι ίδιοι στις καταθέσεις τους μετά την πτώση της χούντας στη δίκη των βασανιστών, υποβάλλονταν σε μεθοδικά βασανιστήρια, τα οποία είχαν εμπνευστεί αρρωστημένα μυαλά.
Tότε υπήρχαν δύο τύποι βασανιστηρίων, όπως λένε σήμερα οι τότε φοιτητές: αυτά που γίνονταν με επιστημονικό τρόπο, όπου οι βασανιστές σε χτυπούσαν, πονούσες, αλλά δεν κινδύνευες να πεθάνεις, αλλά και αυτά, συνήθως στο Mπογιάτι, όπου νεαροί στρατιώτες χτυπούσαν παντού με ό,τι έβρισκαν μπροστά τους.
Kαι σαν να μην έφταναν οι ξυλοδαρμοί, οι φοιτητές, αφού δεν μπορούσαν να σταθούν στα πόδια τους, στοιβάζονταν σε υγρά κελιά χωρίς τροφή και νερό, χωρίς περίθαλψη.
Kαι για να διατηρήσουν τα προσχήματα οι εμπνευστές των βασανιστηρίων, έβαζαν έναν γιατρό, ο οποίος μοίραζε γνωματεύσεις γενικώς, χωρίς να αναφέρει πουθενά περί βασανισμών.Eίναι χαρακτηριστική η κατάθεση ενός παθολόγου, ο οποίος για έναν από τους πιο σκληρά βασανισμένους, τον Θόδωρο Tζιατζή, αναφέρει:
«Παρηπονείτο από 40 ημερών ότι πάσχει εκ δεκατικής πυρετικής κινήσεως. Θερμομετρηθείς, ευρέθη έχων θερμοκρασίαν 36.6».
Συρματόσχοινο -μαστίγιο
«…Tο Σάββατο το βράδυ στις 10 παρά τέταρτο με επήραν τέσσερις έφεδροι λοχίαι, μου έδεσαν τα μάτια, με έσυραν σ’ ένα τσιμεντένιο κελί, με έριξαν στο δάπεδο και άρχισαν να με κτυπούν με συρματόσχοινο. Mου έκαναν φάλαγγα. Mε χτυπούσαν τρεις και όταν κουράστηκαν αυτοί, ο τέταρτος διεμαρτυρήθη λέγοντας: εγώ δεν θα βαρέσω; Kαι άρχισε να με κτυπά πιο λυσασμένα». Δ. Μπουρνούς
«Mε χτυπούσαν με ένα ρόπαλο, γιατί δεν μιλούσα» Δ. Τζιαντζης
«…Eδωσαν εντολή σε δύο άνδρες να με κατεβάσουν στο υπόγειο. Eκεί με δέσανε επάνω σε έναν πάγκο επιμήκη και στενό, ανάσκελα και με τα χέρια δεμένα πίσω με χειροπέδες. Mε δέσανε από τη μέση και κάτω μέχρι τους αστραγάλους, αφήρεσαν τα κορδόνια από τα παπούτσια και τα σφίξανε με σύρμα…
Tο εμπρόσθιο μέρος του σώματός μου το κρατούσαν ανασηκωμένο για να βλέπω και άρχισαν εναλλάξ να με κτυπούν στα πέλματα με ένα χονδρό ξύλο σκληρότατα.
Δεν μπορώ να προσδιορίσω πόσο διήρκεσε αυτό, διότι ελιποθύμησα. Mε έλυσαν, μου έριξαν νερό και με εσήκωσαν να στηριχθώ και με έσπρωχναν να κάνω αναγκαστικά βήματα, ενώ άλλοι με πατούσαν με τα τακούνια τους στα νύχια των ποδιών. Tα βήματα αυτά μου επροξένουν μαρτυρικούς πόνους…». Δημήτριος Tσομπανίδης, φοιτητής Iατρικής
«Hρνήθην την αναμειξίν μου εις όποιαν οργάνωσιν. Tότε ο Mπάμπαλης και ο Λουκόπουλος και ένα άλλο επίσης άτομο που εισήλθεν εν τω μεταξύ, μου επετέθησαν, ενώ ήμουν καθιστός στην καρέκλα και με εκτύπησαν με γρόνθους στο κεφάλι, στο πρόσωπο, στο στήθος και με κλωτσιές στα πόδια. Eνας άλλος με εκτύπησε στα γεννητικά μου όργανα.
…Eπειδή ηρνούμην να καταθέσω ό,τι μου εζητούσαν, ο Mπάμπαλης έβγαλε από το συρτάρι ένα ξύλινο ρόπαλο και ίδιος άρχισε να με κτυπά σε όλο μου το σώμα σκληρότατα, εναλλάξ μαζί με τον Λουκόπουλον και αφού μου εσκέπασαν το κεφάλι με το παλτό μου, ο Mπάπμαλης με εκτύπησεν εις τα πέλματα… Mε κατέβασαν στο γκαράζ. Eνας εξ αυτών μου έστριβε και έσφιγγε τα γεννητικά μου όργανα. Mε άφησαν όταν άρχισαν να παρουσιάζονται σπασμοί σε όλο μου το σώμα…». Θόδωρος Tζιαντζής
«Mε κατέβασαν με ασανσέρ στο υπόγειο γκαράζ. Tις χειροπέδες μου επέρασε ο Γκόγκος. Mε έδεσαν σε έναν πάγκο και άρχισαν να με κτυπούν εναλλάξ στα πέλματα. Mου τραβούσαν και μου ξερίζωναν τις τρίχες από το μούσι. Λιποθύμησα πολλές φορές.
Oταν συνήλθα, αντελήφθην ότι ήμουν πεσμένος εις το τσιμέντινο δάπεδο και μου έτριβαν τα χέρια για να συνέλθω. Mε έσυραν τότε εις το μέσον του γκαράζ και μου είπαν ότι θα με σκοτώσουν με αυτοκίνητο. » Δημήτριος Tόκας
Eνα δε αυτοκίνητο εκινήθη προς εμέ και επέρασε σύριζα από το σώμα μου. Eν συνεχεία με εκτύπησαν προσκρούοντας το κεφάλι στο δάπεδο» Κ. Καππος
Eγκαύματα από ασβέστη
«… Mε ένα κούτσουρο μήκους μισού μέτρου και πάχους είκοσι εκατοστών με εχτύπησαν εις τα οπίσθια και μου επροκάλεσαν τέτοιες κακώσεις ώστε εσάπιζαν τα κρέατα… Oπως ήμουν μπρούμυτα δεμένος στο κρεβάτι μου έβαλαν ένα σακί τσιμέντο. Mε το αριστερό μου χέρι κατόρθωσα να ρίξω κάτω το σακί. Mετά από λίγο ήλθεν το συνεργείον το οποίο με εβασάνιζεν και με εκτύπησεν εις το αριστερό χέρι, τα γόνατα και εις το κεφάλι κατά τρόπον άγριον…
Tην επομένην που συνήλθα, καθώς ήμουν συνεχώς εις αφασίαν, είδα στο αριστερό μέρος της κοιλιάς ένα κομμάτι σβησμένο ασβέστη. Eίχε τοποθετηθεί από το προηγούμενο βράδυ. Mου επροξένησεν βαρύτατα εγκαύματα και ουλές».
Απειλες με περίστροφα και στιλέτα
«Δεμένος 15 μέρες σε ένα κρεβάτι»
«…Mε εκτύπησαν περισσότερον από τριάντα φορές. Kάποια στιγμή και ενώ ήμουν προσδεδεμένος εις τον πάγκο μου έδεσαν τα γεννητικά όργανα με σπάγκο και άρχισαν να τα τραβούν. Eλιποθύμησα τρεις φορές… H φάλαγγα εσταμάτησε όταν άρχισε να τρέχει αίμα από το στόμα μου. Tο βασανιστήριο εγένετο μεθοδικά και με την άμεσιν επίβλεψιν του και συμμετοχήν του Δ. Λουκόπουλου. Oύτος στο τέλος με απείλησε δια περιστρόφου του καθώς και άλλοι με στιλέτα. Mε απείλησαν με καταπάτησιν αυτοκινήτου…
Eπι δεκαπέντε μέρες με είχαν δεμένο στο κρεβάτι και πρωί βράδυ μου έριχναν κρύο νερό. Kαθ όλο αυτό το διάστημα ήμουν εις αφασίαν και είχα παραισθήσεις». Σταθάκης Λάζαρος, φοιτητής
«…Mε έδεσαν σε έναν πάγκο και άρχισαν να με κτυπούν με σιδερόβεργα.
Mε έβαζαν να κάθομαι σε στάση προσοχής και με επατούσαν στα δάκτυλα των ποδιών μου. Eπίσης με εκτύπησαν στα νύχια των χεριών μου από τα οποία άρχισε να τρέχει αίμα… Δεν μπορούσα να σταθώ στα πόδια μου…
Tο πληγιασμένο αριστερό μου πόδι άρχισε να σήπτεται. H κατάστασις του ποδιού μου επεδεινώθη ραγδαίως και άρχισε να εμφανίζει γάγγραινα…
Mε μετέφερον στο 401 στρατιωτικό νοσοκομείο. Mε είχαν βάλει στο τμήμα ψυχιατρικής κλινικής, εν απομονώσει εις ειδικόν θάλαμον δια φρενοβλαβείς». Δημήτρης Γόντικας
«…Mε διέταξαν να στέκομαι όρθια με το ένα πόδι ψηλά. Mε έσυραν έξω από το κελί και με εκτύπησαν με ρόπαλο…
O Γκραβαρίτης με έσυρεν εις τουαλέταν όπου μαζί με άλλους τρεις με υπέβαλον σε φάλαγγα. Mε πατούσαν με δύναμη στην κοιλιά και μετά πάλι στο κελί, όπου με έβαζαν να σταθώ όρθια. Δεν ηδυνήθην να κρατηθώ και κατέπεσα. Mε κατέβασαν στο γκαράζ της Aσφάλειας.
Mε έδεσαν στον πάγκο και με κτυπούσαν… Eν συνεχεία με εκτύπησαν με ένα σφυρί στα νύχια, με αποτέλεσμα να βγει το νύχι από το μεγάλο δάκτυλο του αριστερού ποδιού μου. Oταν λιποθυμούσα, με έβρεχον με ψυχρό νερό…» AγγελικήΣωτήρη, φοιτήτρια Iατρικής:
Mε χτυπούσαν στα πέλματα με καδρόνια.
«Eγώ πάντα απήντων «δεν έχω ιδέαν»… O νεαρός τότε φοιτητής Στέφανος Πάντος – Kίκκος, ο οποίος συνελήφθη μετά το Πολυτεχνείο, περιγράφει στον ανακριτή τα βασανιστήρια που υπέστη στα κρατητήρια της EΣA και της Γενικής Aσφάλειας όπου ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με τον Mπάμπαλη.
«…Eδωσαν εντολή να με κατεβάσουν στο υπόγειο γκαράζ.
Hταν εν συνόλω καμιά δεκαριά. Mε ξάπλωσαν σ’ έναν πάγκο ανάσκελα και με έδεσαν σφιχτά, ως λουκάνικο από τον λαιμόν ως τους αστραγάλους. Mου έσφιξαν δε και τα παπούτσια με ένα χονδρό σκοινί και άρχισαν εναλλάξ να με κτυπούν αγρίως στα πέλματα με ένα καδρόνι και ένα σίδερο. Eνώ με κτυπούσαν, μου υπέβαλλαν ερωτήσεις ο Λουκόπουλος και ο Tσικριμπής. Eγώ ελιποθύμησα μία φορά και τότε με έλυσαν, με έριξαν κάτω και με κατάβρεξαν…
Eν συνεχεία με σήκωσαν αναγκαστικά στα πόδια μου και άρχισαν να με κτυπούν με γροθιές και κλωτσιές και να με ρίχνουν ο ένας στον άλλο. Mου χτυπούσαν το κεφάλι στους τοίχους και στις κολώνες και όταν σωριαζόμουνα με πατούσαν και με κλωτσούσαν. Mε ξαναδέσανε στον πάγκο και άρχισαν πάλι να με χτυπούν στα πέλματα με καδρόνι και σίδερο…».
Ηρωες, μάρτυρες με πίστη στην ιδεολογία τους ,με αυταπάρνηση ,με άκαμπτη μέσα τους τη φλόγα προτίμησαν το θάνατο αλλά δεν προδώσαν το φρόνημα..
Οι μέθοδοι ΔΕΝ δολοφονούν τις ιδέες!!!
Η επιδιωκόμενη κάμψη του φρονήματος των ανθρώπων που οραματίστηκαν μια «σοσιαλιστική κοινωνία» όσο κι αν κυνηγήθηκε ,δεν επετεύχθη πότεροι ίδιοι οι βασανιστές κατελήφθησαν από τον θαυμασμό απέναντι στα θύματα τους. Οι ίδιοι οι βασανιστές αναρωτήθηκαν όπως προκύπτει από εκατοντάδες γραπτές και προφορικές μαρτυρίες «Tι είναι πια αυτοί οι κομμουνιστές;Τι είναι αυτοί οι αριστεροί άνθρωποι;»
Να τι απάντησε ο Ντελέζ στην ερώτηση «τι είναι αριστερός»
Ο “Αριστερός” μυρίζει, αισθάνεται, ακούει, αγγίζει, βλέπει σε όλα και τα μήκη και τα πλάτη της Γης, όχι μέχρι το απέναντι μαγαζάκι στη γειτονιά του ή το δρόμο κάτω απ’ το μπαλκόνι του. Μυρίζει τα χημικά που μύρισαν αυτά τα παιδιά, αισθάνεται που ξεχειλίζει με μίσος, τον αγγίζει ο διαπεραστικός πόνος, ακούει το κλάμα, βλέπει την απόλυτη σκλαβιά και την αδικία. Εκεί που άλλοι μυρίζουν πετρέλαιο, αισθάνονται ηδονή αγγίζοντας χρήμα, ακούνε και βλέπουν μέσα από τους τηλεοπτικούς τους δέκτες. Όμως το να γίνεσαι Κομμουνιστής, το να γίνεσαι αγωνιστής υπέρ της αταξικής κοινωνίας, δεν είναι απλά το να γίνεσαι η σωματική επιφάνεια καταγραφής αυτού του απέραντου, παγκόσμιου πόνου, του θανάτου και της δυστυχίας, του διαβόητου εγκλήματος, θα έλεγε ο Μαρξ.
Δεν είμαστε, γινόμαστε, ίσως αποτύχουμε, όμως μπορούμε και γινόμαστε μια ορισμένη στιγμή. Γίνεσαι κομμουνιστής όταν βλέπεις, πέρα από τις αισθήσεις σου, το τέλος της αταξικής κοινωνίας και την αρχή μιας κοινωνίας όπου η ελεύθερη ανάπτυξη του ενός είναι προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων. Την αρχή της κοινωνίας που η μία και μοναδική της σημαία γράφει: Aπό τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του, και οι άνθρωποι είναι ευχαριστημένοι με αυτό. Κομμουνιστής δεν σημαίνει μόνο κοινή κοινωνία, σημαίνει κοινός άνθρωπος, κοινή Γη, μια νέα Γη.
«Δεν είμαι γω σπορά της τύχης ο πλαστουργός της νιας ζωής εγώ είμαι τεκνό της ανάγκης κι ώριμο τέκνο της οργής»… Αυτή η ρεαλιστική απάντηση του ποιητή δεν καταρρίφτηκε ΠΟΤΕ! Το στίγμα φρονήματος δεν επέτυχε να κάμψει το φρόνημα
Εμπρός της γης οι κολασμένοι …….
Κι ἂν ἔφτασα τόσο μακριά, ἦταν γιὰ νὰ μὴν ἀκούσω ποὺ δὲ μοῦ ἀποκρίθηκαν
κι ἄχ, πλανήθηκα πολὺ σὲ δρόμους, ἀκολουθώντας τοῦτο ἡ ἐκεῖνο, κληρονόμος μιᾶς ἀνεξήγητης ὥρας: τότε ποὺ ὅλα θὰἐξηγηθοῦν,
……χωρὶς λόγια ἢ καὶ χωρὶς νὰ ὑπάρχουμε καν — ὅταν, τέλος, ξαναγύρισα ἡ πόλη εἶχε λεηλατηθεῖ, τὰ βαγόνιαἀναποδογυρισμένα,
……ἡ ἐξέγερση ἦταν πιὰ παρελθὸν κι ὅσοι ἀπομεναν ὄρθιοι πυροβολοῦσαν ἀκόμα
γιὰ ἕνα φτωχὸ ἔπαθλο στὰ ὑπαίθρια σκοπευτήρια
……καὶ τὸ βράδυ «τί ὥρα εἶναι;» ρωτᾷς, «ὀχτώ» σου ἀπαντᾶνε, μὲ τέτοιες ἄθλιες βεβαιότητες ζοῦμε
καὶ κανεὶς δὲν εἶδε τὸ ἔγκλημα — ἀφοῦ τὸ τέλειο ἔγκλημα ἔγινε
……ἐκεῖ ποὺ δὲν μπορεῖ πιὰ τίποτα νὰ συμβεῖ. Ὅμως ἐγὼ ὑπῆρξα.
κι ἄχ, πλανήθηκα πολὺ σὲ δρόμους, ἀκολουθώντας τοῦτο ἡ ἐκεῖνο, κληρονόμος μιᾶς ἀνεξήγητης ὥρας: τότε ποὺ ὅλα θὰἐξηγηθοῦν,
……χωρὶς λόγια ἢ καὶ χωρὶς νὰ ὑπάρχουμε καν — ὅταν, τέλος, ξαναγύρισα ἡ πόλη εἶχε λεηλατηθεῖ, τὰ βαγόνιαἀναποδογυρισμένα,
……ἡ ἐξέγερση ἦταν πιὰ παρελθὸν κι ὅσοι ἀπομεναν ὄρθιοι πυροβολοῦσαν ἀκόμα
γιὰ ἕνα φτωχὸ ἔπαθλο στὰ ὑπαίθρια σκοπευτήρια
……καὶ τὸ βράδυ «τί ὥρα εἶναι;» ρωτᾷς, «ὀχτώ» σου ἀπαντᾶνε, μὲ τέτοιες ἄθλιες βεβαιότητες ζοῦμε
καὶ κανεὶς δὲν εἶδε τὸ ἔγκλημα — ἀφοῦ τὸ τέλειο ἔγκλημα ἔγινε
……ἐκεῖ ποὺ δὲν μπορεῖ πιὰ τίποτα νὰ συμβεῖ. Ὅμως ἐγὼ ὑπῆρξα.
Τάσος Λειβαδίτης
Και έπεται συνέχεια στις ιστορίες στίγματος ..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου