Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012

Από τον τρόμο, στη χλεύη




Ακόμα κι όταν κάποιος σού προξενεί οργή με τα λεγόμενα και τις πράξεις του, 
ακόμα κι όταν τον φτύνεις, τον βρίζεις και τον λιντσάρεις,
 (στον ύπνο σου), 
ακόμα και τότε, σημαίνει ότι τον παίρνεις στα σοβαρά. 

Μπορεί αυτός που έχεις απέναντί σου να είναι αποκρουστικός και ειδεχθής, 
τού αναγνωρίζεις όμως τη δύναμη και τη συγκρότηση, τη βούληση και την ικανότητα 
να κάνει πράξη όσα σε κάνουν να αφρίζεις. 

Θεωρώντας τον λοιπόν ως αντίπαλο, παίρνεις θέση απέναντί του για να τον πολεμήσεις με τα μέσα που διαθέτεις και μ’ αυτά που γνωρίζεις να χειρίζεσαι καλύτερα. 
Μέσα, όπως ο λόγος, η λογική, η ανάπτυξη επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων, 
η παράθεση αποδείξεων, αλλά και η διαδήλωση, το συλλαλητήριο, η απεργία, 
οι συγκρούσεις σώμα με σώμα κλπ, άσχετο αν είναι αναμενόμενο ότι η ανάπτυξη των μέσων αυτών δεν θα φέρει σημαντικό αποτέλεσμα ως προς την αναστροφή ειλημμένων αποφάσεων και ιδεολογικών εμμονών. 

Λίγο πολύ, έτσι αντιμετωπίσαμε το πολιτικό σύστημα, το εγχώριο και το ξένο. 
Έτσι αντιμετωπίσαμε το πρώτο Μνημόνιο, έτσι, το δεύτερο, έτσι το πρώτο μεσοπρόθεσμο, έτσι το δεύτερο μεσοπρόθεσμο, έτσι τον εφαρμοστικό, 
έτσι τους νόμους τους και τα χαράτσια τους, έτσι το ένα, έτσι το άλλο. 

Όχι όμως το τρίτο Μνημόνιο. 
 Εδώ η αντιμετώπιση, μέσα από τον καθρέφτη του twitter κυρίως, γίνεται για πρώτη φορά αλλιώς, με το κλίμα σαφώς να διαφέρει από τις προηγούμενες φορές:
 με χλεύη, με σαρκασμό, με δηκτικό καλαμπούρι, μ’ ένα όργιο περιπαικτικών ευφυολογημάτων απέναντι στο κυρίαρχο πολιτικό σύστημα και τους χειρισμούς του, 
με εμπαιγμό, με έντονη διάθεση διακωμώδησης και γελοιοποίησης,
 με εμπνευσμένες γελοιογραφίες, και συναρπαστικές ατάκες.

Το κυρίαρχο λοιπόν πολιτικό σύστημα, είναι σαφές ότι έχασε πλέον την ικανότητα να φοβίζει. Μπορεί αυτές τις μέρες να παίρνει τις πιο αιμοβόρες αποφάσεις της θητείας του, αλλά είναι γυμνό από επιχειρήματα, ισχύ και δύναμη επιβολής. 
Αδειασμένο και περιγελόμενο από ντόπιους και ξένους, από φίλους, εταίρους και εχθρούς.   

Μοιάζει με τον τρελό του χωριού, που τριγυρνάει με κουρέλια, βρίζει και απειλεί, 
αλλά εισπράττει καρπαζιές, καμιά πετριά, και μπόλικα χάχανα.
 Δεν είναι μακριά η ώρα που τον Βενιζέλο, ας πούμε, θα τον παίρνουν ξωπίσω τα παλιόπαιδα με τίποτε λεμονόκουπες, και θα τού φωνάζουν
 «θείο, θείο, πες μας καμιά εξυπνάδα για να ευθυμήσουμε!».

Ή τον Χρυσοχοΐδη, που θα τού κρεμάν’ κουδούνες, 

ή τον Άδωνη που θα τού πετάν’ στο σβέρκο ξεσκισμένες εγκυκλοπαίδειες.  


Μοιάζει με την πνιγμένη στο κοκκινάδι και κραγιόν τσατσά,
 που αρνούμενη να συνθηκολογήσει με τα πλαδαρά μπράτσα, τα πεσμένα στήθια και το χαρακωμένο από τον χρόνο πρόσωπο, επιμένει ακόμα να ζητιανεύει στα σκαλιά του μπουρδέλου τον πόθο των σχολιαρόπαιδων και των φαντάρων και να εισπράττει χλεύη.    

Μοιάζει με τον ξεθωριασμένο και ανάπηρο φασουλή, 
που βρίσκεται εγκαταλελειμμένος σε κάποια κούτα παιχνιδιών στο πατάρι. 

Μοιάζει με ένα μάτσο τρύπιες κάλτσες, 
που σύντομα θα ρουφήξει στα σωθικά του, το πλυντήριο της λήθης.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου