Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Kρίμα, πολύ κρίμα: ''O ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι απειλή για το ευρώ'' Ομως : ''To ευρώ είναι απειλή για τον λαό''*


403034 1922479319864_1619830630_n
της Αριάδνης Αλαβάνου
 
Μέσα σε μια Βουλή που συζητούσε τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης Σαμαρά σε πρώτη ματιά υπήρχαν δύο στρατόπεδα: 
το μνημονιακό και το αντιμνημονιακό. 
Σε μια βαθύτερη προσέγγιση όμως τα πράγματα γίνονταν πολύ πιο σύνθετα. Γιατί και οι δύο πλευρές είχαν μια ασύλληπτη ετερογένεια, ιδιαίτερα η δεύτερη. Στο ένα, για μια ακόμα φορά μετά την μεταπολίτευση, δύναμη αριστερής προέλευσης, η ΔΗΜΑΡ,  
συμμετέχει στην κυβέρνηση 
μαζί με τα κόμματα του κατεστημένου και της χρεοκοπίας.

Η προηγούμενη ήταν το 1989-90 με τις κυβερνήσεις Τζανετάκη και Ζολώτα
 που στην αριστερά άφησαν ανεξίτηλη μελανή κηλίδα. 
Στο δεύτερο, μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ, την αξιωματική αντιπολίτευση, 
είχαν την απόλυτη πολιτική άνεση να διεισδύουν εθνικιστικές δυνάμεις
 όπως το κόμμα του Π. Καμμένου, 
αλλά ακόμα και η νεοναζιστική «Χρυσή Αυγή» 
που ανταγωνίζονταν τους υπόλοιπους σε αντιμνημονιακή ρητορεία.
 
Τα πράγματα όμως μπερδεύονταν ακόμη περισσότερο 
γιατί αναδείχθηκε  ένας κοινός παρονομαστής ανάμεσα στις δύο, επιφανειακά αγεφύρωτες, απόψεις, υπέρ ή κατά του μνημονίου: 
Η διαπραγμάτευση για την τροποποίησή του μνημονίου.
Το ποιος έχει μεγαλύτερη ικανότητα να το πετύχει.
 Η ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ;
 Ο ΣΥΡΙΖΑ; 
Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες; 

Έντονος ανταγωνισμός αναπτύχθηκε πάνω σε αυτό το θέμα. 
Ας προσέξουμε όμως. 
Οι διαξιφισμοί, οι λεκτικές ακρότητες, 
η ένταση δεν σημαίνουν κατ’ ανάγκη  αγεφύρωτες διαφορές αν αναπτύσσονται μέσα στο ίδιο πλαίσιο και δεν αμφισβητούνται οι στρατηγικές επιλογές. 
Αυτό το έχουμε μάθει καλά από τους κοινοβουλευτικούς σκυλοκαβγάδες δεκαετιών μεταξύ των – σήμερα – αδελφών κομμάτων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.
 
Αυτό το τοπίο τη μόνη ατμόσφαιρα που μπορεί να δημιουργήσει είναι σύγχυση. 
Είναι σίγουρο ότι πολλοί επιδιώκουν αυτή τη σύγχυση – ιδιαίτερα τα κυβερνητικά κόμματα. 
Σε αυτή τη σύγχυση όμως συνέβαλε και ο ΣΥΡΙΖΑ. 
Φτάνει να ρίξουμε μια ματιά στα βασικά στοιχεία της τοποθέτησής του 
όπως διατυπώθηκαν από τον πρόεδρο της κοινοβουλευτικής του ομάδας Αλέξη Τσίπρα, 
στις δύο ομιλίες του, 7 και 8 Ιουλίου. 
 
«Ακούσαμε χθες με ικανοποίηση τον κ. Σαμαρά να στηλιτεύει όσους από το εξωτερικό κινδυνολογούν με τη δραχμή. Ξεχάσατε, όμως, να συμπεριλάβετε σε αυτούς και τους δημαγωγούς και τους κινδυνολόγους του εσωτερικού καθ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου: δυστυχώς δηλαδή και τον εαυτό σας αλλά και τους δύο πολιτικούς αρχηγούς με τους οποίους συγκυβερνάτε».

Πολλές αριστερές οργανώσεις και κόμματα, διανοούμενοι Έλληνες και ξένοι πιστεύουν ότι δυνατότητα να βγει η Ελλάδα από την ύφεση και την ασύλληπτη κοινωνική βαρβαρότητα 
δεν υπάρχει χωρίς να εγκαταλείψει το ευρώ και να αποκτήσει εθνικό νόμισμα.

Με το ρευστό τοπίο της Ευρώπης, με την αστάθεια, με τους πολλαπλούς παράγοντες αβεβαιότητας είναι αναμενόμενο ότι μέσα στην αριστερά και την προοδευτική διανόηση μπορεί να υποστηρίζεται η άποψη ότι υπάρχουν περιθώρια να  επέλθουν αλλαγές μέσα στην Ευρωζώνη. 

Αν όμως δεν επιβεβαιωθεί αυτή η άποψη, που είναι και το πιθανότερο, για όποιον θέτει σε προτεραιότητα το συμφέρον των εργαζομένων, 
δεν υπάρχει άλλη δυνατότητα παρά η έξοδος από την Ευρωζώνη.

 Εκτός αν και για την αριστερά το όριό της για την υποστήριξη του κόσμου της εργασίας είναι το ευρώ. Τότε δεν είναι όμως αυτό που πολλοί εννοούν ως «αριστερά», 
δηλαδή δύναμη ανατροπής. 
Αυτός ακριβώς ο «κίνδυνος» της εξόδου από το ευρώ και της χρεοκοπίας 
έκανε τον Σαμαρά να μπει στην κοινή κυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου, 
πριν από λίγους μήνες.
 
Η άποψη ότι η συζήτηση για τη δραχμή είναι κινδυνολογία είναι μια δεξιά άποψη. 
Και στρέφεται ευθέως ενάντια στη ριζοσπαστική αριστερά.
 Και αποτελεί υπαναχώρηση και περαιτέρω καλλιέργεια σύγχυσης, 
όταν ό ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ είχε συμπεριλάβει στην προεκλογική του διακήρυξη την παλιά έκφραση του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής 
«καμία θυσία για το ευρώ».

«Παρουσιάσατε μια θεσμικά και λογικά αδύνατη εξέλιξη, την αποπομπή της  χώρας μας από το ευρώ, σαν βέβαιη προοπτική, αν ο λαός μας κάνει τη δική του δημοκρατική επιλογή και επιλέξει μια διαφορετική κυβέρνηση».
Η αποπομπή της Ελλάδας από την Ευρωζώνη δεν είναι καθόλου αδύνατη εξέλιξη, 
 αλλά ένα σοβαρότατο ενδεχόμενο για  τους σοβαρούς  διεθνείς αναλυτές όλου του φάσματος, μονεταριστές, κεϊνσιανούς, μαρξιστές. 
Και δεν έχει σημασία αν προβλέπεται «θεσμικά» από τις συνθήκες της ΕΕ.

Το σχήμα είναι απλό.
 Η Ελλάδα είτε αποκλίνει εντελώς από τους δείκτες της τρόικας είτε αποφασίζει να σταματήσει την εφαρμογή του μνημονίου. Η τρόικα σταματάει τη ροή των δανειακών της χρηματοδοτήσεων. 
Η Ελλάδα κάνει παύση πληρωμών για τα δάνειά της. 
Με πρωτογενές έλλειμμα, έστω και μικρό, στον προϋπολογισμό της, παραμένοντας στο ευρώ οδηγείται στην οικονομική ασφυξία και στην πλήρη κατάρρευση. 
Σε τέτοιες συνθήκες μια «αντιμνημονιακή» κυβέρνηση, ακόμη και αριστερής προέλευσης, 
είτε θα είναι εξίσου αδυσώπητη και άγρια με τις μνημονιακές, 
είτε θα επιλέξει την υποχρεωτική έξοδο από το ευρώ.
 
Βάσει αυτού  ευρωπαϊκές, κι όχι μόνο, κυβερνήσεις, τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, επιχειρήσεις έχουν  καταρτίσει το «Σχέδιο Β΄» για την περίπτωση της  εξόδου της  Ελλάδας.
 Η μόνη που δεν έχει «Σχέδιο Β΄» είναι η ίδια η Ελλάδα 
– και μπορεί το τίμημα να είναι πολύ βαρύ. 
Όσοι, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, προπαγανδίζουν στο λαό το αδύνατο της «αποπομπής» ή αποχώρησης, έχουν μεγάλη ευθύνη. 
Και ιδιαίτερα εκείνοι μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ που το κατανοούν πολύ καλά αυτό. 
Πιστεύουν ότι μπορεί να αποφύγουν αυτή την ευθύνη;
 
Οι πολιτικές δυνάμεις έχουν δυο τρόπους 
να προσεγγίσουν τις περίπλοκες εξελίξεις στην Ευρώπη.  
Ο ένας είναι να προσπαθήσουν να τις κατανοήσουν 
και με βάση τις εκτιμήσεις τους να διαμορφώσουν την πολιτική τους. 

Ο δεύτερος είναι να τις μεταμφιέζουν και να τις παρουσιάζουν στον λαό αλλοιωμένες, 
έτσι ώστε να δικαιολογούν τον εκλογικό τους στόχο για την κατάκτηση της κυβέρνησης. 
Αυτό ακριβώς έκανε στη Βουλή ο ΣΥΡΙΖΑ.

«Το μνημόνιο είναι ένα πολιτικό και οικονομικό έγκλημα που επιβάλλεται στην χώρα μας από την τρόικα, φυσικά με την απόλυτη ευθύνη αυτών που μας κυβερνήσανε και δυστυχώς μας κυβερνάνε. Και το πρώτο στάδιο αυτού του προμελετημένου εγκλήματος ήταν η λεηλασία της κοινωνίας. Το δεύτερο στάδιο θα είναι η λεηλασία του δημόσιου πλούτου και το τρίτο δυστυχώς, αν δε σας σταματήσουμε, θα σας σταματήσουμε, όμως, το τρίτο θα είναι η χρεοκοπία και η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Εσείς είστε αυτοί που θα γυρίσετε τη χώρα στη δεκαετία του 50, όχι ο ΣΥΡΙΖΑ.»

Αν  η παραπάνω αναφορά υποκρύπτει –και όντως  υποκρύπτει— μια ιεράρχηση , 
τα κατά σειρά κακά  είναι πρώτα η «λεηλασία της κοινωνίας», 
οι άνθρωποι που πέφτουν από τα μπαλκόνια, 
οι συνταξιούχοι που λιμοκτονούν, 
οι νέοι που γίνονται άχρηστοι, 
μετά έρχεται η «λεηλασία του δημόσιου πλούτου». 
Η αποκορύφωση  όμως της κατάπτωσης 
 θα είναι η «χρεοκοπία και η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα». 

Δηλαδή, μια ενέργεια που θα όφειλε να την αναλάβει η αριστερά ώστε να προχωρήσει σε  παύση πληρωμών στους τοκογλύφους και να αξιοποιήσει τη νομισματική πολιτική για τη σωτηρία της χώρας και του κόσμου της εργασίας.

Όμως, αυτή η λογική είναι φυσικό παρεπόμενο ενός βαθύτερου προσανατολισμού.  
Στις παρθενικές ομιλίες του Α. Τσίπρα, ως αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, 
δεν αναφέρθηκαν καν η Ευρωζώνη και η ΕΕ ως παράγοντες της εξαθλίωσης που σήμερα βιώνει η χώρα και ο κόσμος της εργασίας.
 Σαν να μην υπάρχουν.
Και όπου έγινε κάποια αναφορά, αυτή περιορίστηκε στην κ. Μέρκελ.  
Και ενώ  έγινε θετική επίκληση του άρθρου 345 της συνθήκης της ΕΕ 
[«Οι Συνθήκες δεν προδικάζουν με κανέναν τρόπο το καθεστώς ιδιοκτησίας στα κράτη-μέλη»] στην αποστροφή περί ιδιωτικοποιήσεων, παραλείφθηκε σειρά πολιτικών της ΕΕ [συνθήκη Λισαβόνας, "Ευρώπη 2020", το «σύμφωνο για το ευρώ+»] που  επιβάλλουν, από κοινού με τους εγχώριους εταίρους, τόσο τις ιδιωτικοποιήσεις, όσο και την υπονόμευση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, τη μείωση των εργατικών μισθών στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, την «ευέλικτη εργασία», το «άνοιγμα των επαγγελμάτων» κοκ. 
Το πεδίο όπου θα μπορούσε μια αριστερά να ξεδιπλώσει τη διεθνιστική και πατριωτική πολιτική της έμεινε στο σκοτάδι.
 
Το ευρώ είναι το όριο του ευρωπαϊκού καπιταλισμού στη διαπραγμάτευση,
 στα δικαιώματα του ελληνικού λαού, στη δημοκρατία, στο επίπεδο ζωής των εργαζομένων. 
Και τα τρία τελευταία χρόνια μάς έχει οδηγήσει στην εξαθλίωση.
 
Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Είναι το σύμβολο της κυριαρχίας. Είναι ό,τι ήταν τη δεκαετία του ’50 το παλάτι. Ό,τι ήταν τις επόμενες δεκαετίες [και είναι] οι αμερικάνικες βάσεις ή το ΝΑΤΟ. Και το σύμβολο κυριαρχίας απαιτεί μια auto da fe –πράξη πίστης.  

Η αριστερά που έχουμε εμείς στην καρδιά μας και στο μυαλό μας, που αρνήθηκε να πει «καταδικάζουμε τη βία» το 2008 τον Δεκέμβρη, θα περιφρονήσει το ευρώ «τους», το σύμβολο της κυριαρχίας των τραπεζιτών και του κεφαλαίου γενικότερα.

«Κατά την άποψή μας τέσσερις είναι οι ελάχιστες βασικές και απαραίτητες προϋποθέσεις για να βγούμε από την κρίση αλλά για να ξεβαλτώσουμε
 από το βάλτο του Μνημονίου.»
Είχαμε την κατάργηση, καταγγελία, επαναδιαπραγμάτευση, τροποποίηση,  – τώρα έχουμε και το «ξεβάλτωμα από το βάλτο». Τι δυνατότητες  δίνει η ελληνική γλώσσα!

«1.    Η διασφάλιση για τη χώρα μας του κεκτημένου της 29ης Ιουνίου της Συνόδου Κορυφής για την απευθείας ευρωπαϊκή ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. 
Δηλαδή, για την ανακεφαλαιοποίηση χωρίς την εγγραφή του σχετικού ποσού των, περίπου, €50 δις στο δημόσιο χρέος, δυσβάσταχτο χρέος 
που θα πληρώσουν οι επόμενες γενιές.»

Ναι, για τον Γιώργο Παπανδρέου ή τον Σαμαρά, αν ήταν στην αντιπολίτευση, 
αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει έναν στόχο. 
Τι σημασία έχει για αυτούς αν αντί να αναλάβουν οι μεγαλομέτοχοι τις ζημιές για τα χρέη και τα αναξιόπιστα χαρτιά των τραπεζών,  να τα φορτωθούν οι φορολογούμενοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Το σημαντικό για αυτούς είναι να μη εθνικοποιηθούν οι τράπεζες. 
Για την αριστερά λογικά είναι το αντίθετο, γιατί είναι πατριωτική και διεθνιστική ταυτόχρονα.
 
Δεν είχε περάσει όμως ούτε μια βδομάδα μετά από αυτόν τον αξιοζήλευτο κατά τον ΣΥΡΙΖΑ και για την Ελλάδα στόχο της 29ης Ιουνίου και σε πώληση τριετών και δεκαετών ομολόγων της
 η Ισπανία αναγκάσθηκε να πληρώσει πολύ μεγαλύτερα επιτόκια. 
Κι ακόμα, όπως έγινε σαφές, το σχέδιο της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών της Ισπανίας θα τεθεί σε μόνιμη λειτουργία μόλις διαμορφωθεί η Τραπεζική Αρχή της Ευρωζώνης που θα έχει την ευθύνη όλων των εθνικών τραπεζικών συστημάτων. 
Με απλά λόγια θα έχει την εξουσία να απαγορεύει κάθε εθνικοποίηση τραπεζών.  
Ήρθαν και 65 δισ. περικοπών και ανά τρίμηνο εποπτεία της Ισπανίας.
 Και οι απεργοί ανθρακωρύχοι πέφτουν στο έδαφος 
χτυπημένοι από τις δυνάμεις καταστολής στη Μαδρίτη…  

«2.     Το πάγωμα όλων των μέτρων λιτότητας, όχι η επιτάχυνση τους.»

 «Παγώνω = καθηλώνομαι, σταθεροποιούμαι σε συγκεκριμένα επίπεδα, πχ. Οι μισθοί παγώνουν επί δύο τουλάχιστον έτη στο πλαίσιο του σταθεροποιητικού προγράμματος», έτσι λένε τα λεξικά (εν προκειμένω του Μπαμπινιώτη). 
Όχι βέβαια νέα μέτρα, αλλά «πάγωμα» στα επίπεδα εξαθλίωσης του Τρισέ, του Γιούνκερ, της Μέρκελ, του Μπαρόζο, του Παπανδρέου, του Παπακωνσταντίνου, του Βενιζέλου, του Σαμαρά.  

Μπορεί η αριστερά να αποδέχεται το ελάχιστο επιβίωσης  που πρακτικά σημαίνει περαιτέρω μείωση,  όταν τα πάντα ακριβαίνουν και σε λίγο ακόμη και το γάλα του μωρού θα είναι πολυτέλεια για πάρα πολύ κόσμο; 
Πού πήγε η ανατροπή της λιτότητας;

«3.     Το Μορατόριουμ αποπληρωμής των δανείων, των θεσμικών μας δανείων  προς την τρόικα, μέχρι να ξαναβρεθεί με θετικό πρόσημο ανάπτυξης η ελληνική οικονομία. Είναι κάτι το οποίο πρώτοι οι εταίροι θα έπρεπε να κατανοήσουν ότι είναι και προς το δικό τους συμφέρον.»

Μορατόριουμ, μάλιστα. Μέχρι να έχει θετικό πρόσημο η πορεία της ελληνικής οικονομίας. Προκειμένου μετά από βασανιστική πορεία, 
την ώρα που πάει να γίνει ένα βηματάκι μπροστά να το ακυρώσουν τα τοκοχρεολύσια. 
Το μαρτύριο του Σισύφου. Όταν η αριστερά με σαφήνεια, έχοντας πίσω της την κληρονομιά από τον Σόλωνα μέχρι το σημερινό Εκουαδόρ, με τη δύναμη του λαού θα έπρεπε να πει τέσσερις μόνο  λέξεις: «Δεν χρωστάμε, δεν πληρώνουμε».
 
«4.     Η ενεργοποίηση των προγραμμάτων επενδύσεων, η άμεση ενεργοποίηση,  μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων, και κοινοπρακτικών επενδυτικών σχημάτων βεβαίως που θα έπρεπε να αναζητηθούν  μέσω διακρατικών συμφωνιών.»

Αυτό δεν θυμίζει καν τον Ολάντ. Είναι η  αντιπολιτευτική ρητορεία περί ανάπτυξης που ακούγαμε χρόνια από τον Σαμαρά , που επαναλαμβάνεται και από τη ΝΔ ως ηχώ σήμερα, ως κυβερνητική ρητορεία. Και για να είμαστε ειλικρινείς: για κάτι τέτοιο δεν χρειάζεται καν κυβέρνηση της αριστεράς. Αρκεί μια σοβαρή κυβέρνηση του δικομματισμού που θα λειτουργήσει χωρίς Τσοχατζόπουλους, με ένα τεχνοκρατικό επίπεδο Παπαδήμου, μέσα στις επιλογές και τα κριτήρια των έργων που αποφασίζει η ΕΕ.
 
Είναι λίγο πιο δύσκολα αυτά για τα οποία χρειάζεται η αριστερά. 
Να σπάσουν τα δεσμά του ευρώ και να προκληθεί ρευστότητα στην ελληνική οικονομία. 
Να εθνικοποιηθούν οι τράπεζες, όσες συγκρούσεις και αν σημαίνει αυτό. 
Να μπει η χώρα στην περιπέτεια, που μπορεί να έχει όμως  καλό τέλος, στην οποία μπήκαν τόσες χώρες  που βρέθηκαν σε ανάλογη κατάσταση: της μη αναγνώρισης του εξωτερικού χρέους. Να περάσουμε από τον συνδικαλισμό του Παναγόπουλου  στον εργατικό έλεγχο. 
Να δημιουργηθούν δουλειές για τους νέους και τόσα άλλα.
 
Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να αλλάξει τις θέσεις που παρουσίασε ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής του ομάδας στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης;
 Ναι. 
Σύντομα όμως; 
Ναι. 

Μπορεί κανείς να μετρήσει μία προς μία τις προς το συντηρητικότερο αλλαγές μόνο στο διάστημα των προεκλογικών εκστρατειών.
 Κι αυτό δίνει μια αίσθηση μη αξιοπιστίας  –πράγμα που δεν αφορά φυσικά τον κόσμο που τον ψήφισε και η ελπίδα του είναι δύναμη για αλλαγή – σε οποιαδήποτε πολιτική κατεύθυνση ακολουθήσει, ακόμα και αν  ρητορικά είναι άκρως ριζοσπαστική.
 
Ποιο λοιπόν είναι το συμπέρασμα; 
Ότι οι ιδέες,οι αξίες, οι πρακτικές, τα οράματα της ριζοσπαστικής αριστεράς 
δεν πρέπει να ενταφιαστούν. Είναι επειγόντως αναγκαία για τη χώρα μας. 
Γι' αυτό και δεν χωράει αναβολή στη συσπείρωσή της σε ένα άλλο πρόγραμμα  από αυτό που παρουσίασε ο ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή.
 
«Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι απειλή για το ευρώ» διακήρυξε πανηγυρικά ο πρόεδρός του  στη  στιγμή για την  ψήφο εμπιστοσύνης  της πρώτης εκλεγμένης μνημονιακής κυβέρνησης.
 Όμως: «Το ευρώ είναι απειλή για τον λαό».
 
-------------------------------------------------------------------------------------------
*Από τις θέσεις του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου