Κυριακή 25 Μαρτίου 2012

Γιατί γιορτάζουμε το ’21;

της Γεωργίας Βαλωμένου



(το κείμενο που ακολουθεί διαβάστηκε στην σχολική γιορτή του 2ου Λυκείου Γαλατσίου)
Γιατί γιορτάζουμε το ’21;
Η οργάνωση της φετινής σχολικής γιορτής 
μας δημιούργησε προβληματισμό και ερωτήματα όπως: 
γιατί κάνουμε τις σχολικές γιορτές, τι μπορούν να μας προσφέρουν; 
Αναμφισβήτητα ο προσδιορισμός του σκοπού των σχολικών γιορτών 
αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία τους. 
Οι απόψεις των μαθητών μας βοήθησαν αρκετά. 

Εκτός από το αυτονόητο «κάνουμε τις γιορτές για να χάσουμε μάθημα», 
ανέφεραν ακόμη δύο λόγους: 
«Για να μάθουμε τι έγινε» και 
«για να τιμήσουμε τους ήρωες που έχυσαν το αίμα τους για μας».
Η αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας είναι πολύ σημαντική υπόθεση, ειδικά τώρα που η τηλεοπτική σειρά για το 1821 έχει προκαλέσει μια δημόσια συζήτηση. Αποτελεί αντικείμενο της Ιστορίας, ενός μαθήματος που τόσο δεινοπαθεί στις σχολικές αίθουσες και καθώς λέγεται τελεί υπό εξαφάνιση από τα μελλοντικά σχολικά προγράμματα. Σίγουρα όμως αυτή η αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας δεν μπορεί να είναι αντικείμενο μιας σχολικής γιορτής.
Να τιμήσουμε τους ήρωες της επανάστασης! Σήμερα μέσα στο γενικότερο κλίμα απαξίωσης και απομυθοποίησης των ηρώων, οι οποίοι πορουσιάζονται ως “αδαείς και αγράμματοι χωριάτες”, θα μπορέσουμε άραγε εμείς να σταθούμε ικανοί, μέσα σ’ αυτή την αίθουσα, να το επιτύχουμε;
νόματα (ποιά νάγκη!) δ θυμμαι!
Σν πελαγίσα βο σς νιώθω ντός μου,
ντάμ, π τ θάνατο περνμε
στ λόφωτα ρηγάτα λλουνο κόσμου:
(Κώστα Βάρναλη «Προσκυνητής»)
Μια απλουστευτική παρουσίαση των κοινωνικών ομάδων που υπήρχαν στον ελλαδικό χώρο όταν έγινε η επανάσταση του 21 έχει ως εξής[1]
Έχουμε τους «στρατιωτικούς» ή «πολεμικούς» ή «οπλαρχηγούς». 
Είναι αυτοί που έφτιαξαν «ασκέρια» δηλαδή ταχτικά ή άταχτα στρατιωτικά σώματα, και πολέμησαν τον οργανωμένο, εξοπλισμένο και πάντοτε υπεράριθμο στρατό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, τους Τούρκους. Οι στρατιωτικοί, προέρχονταν κυρίως από τις ομάδες των «κλεφτών» και των «αρματολών». Οι κλέφτες ήταν μικρές ένοπλες ομάδες που , πριν την επανάσταση, ζούσαν στα βουνά και«εκδικούνταν πιεστικά όργανα του κράτους και γαιοκτήμονες, συλλάμβαναν ευκατάστατους για να  τους πάρουν λύτρα, λήστευαν εμπόρους στα στενά περάσματα, ενεργούσαν επιθέσεις στα πεδινά. Ο λαός τους βοηθούσε και τραγουδούσε τα κατορθώματά τους γιατί τους έβλεπε σαν εκδικητές των ισχυρών και προστάτες των αδυνάτων. Οι αρματολοί ήταν ένοπλα σώματα φύλαξης του Οθωμανικού κράτους, αποτελούμενα από ντόπιους, ακόμα και από κλέφτες, που είχαν σκοπό να εξασφαλίσουν την ησυχία και την τάξη στη περιφέρειά τους, δηλαδή στο «αρματολίκι» τους. Ήταν πράγματι, εκτός εξαιρέσεων, αγράμματοι και αδαείς. Ήταν επίσης, οι ήρωες του 21.
Εκτός από τους στρατιωτικούς, έχουμε τους πολιτικούς, αυτούς που συνέστησαν το «γκουβέρνο», την πρώτη διοίκηση δηλαδή των ελεύθερων περιοχών που ήταν η Πελοπόννησος και η Στερεά. Οι πολιτικοί προέρχονταν από τις τάξεις των προεστών των δημογερόντων και των γαιοκτημόνων ή κοτζαμπάσηδων.  Ήταν δηλαδή αυτοί που επί τουρκοκρατίας εκπροσωπούσαν το λαό ενώπιον των τουρκικών αρχών. Κριτήρια για την επιλογή τους ήταν κυρίως η καταγωγή και ο πλούτος, ακριβώς όπως και σήμερα.Οι πολιτικοί βοήθησαν πολύ τον επαναστατικό αγώνα, από πολύ νωρίς όμως επιδόθηκαν σε φατριαστικές και παραταξιακές αντιπαραθέσεις και διεκδίκηση συμφερόντων δημιουργώντας πολλά προβλήματα στο έθνος .
Τέλος, υπήρχε ο λαός. Οι αδαείς και αμόρφωτοι χωριάτες που συνεισέφεραν στον αγώνα με κάθε τρόπο, που ταλαιπωρήθηκαν από φτώχια και ανέχεια. Που σφαγιάστηκαν και καταπιέστηκαν τόσο από τους τούρκους όσο και από τους έλληνες προύχοντες, ο ηρωικός λαός που αγάπησαν και ύμνησαν οι φιλέλληνες.
Ο Μιχαήλ Περάνθης στ βιβλίο του «ο Δαίμονας Οδυσσέας Ανδρούτσος»[2] περιγράφει τη στιγμή που ο Ανδρούτσος, μη λαμβάνοντας βοήθεια από το «γκουβέρνο» για να πολεμήσει στην Εύβοια, ζητάει από το λαό να κάνει έρανο για να τραφεί το ασκέρι του και να συνεχιστεί ο αγώνας. Ο συγγραφέας βάζει στο στόμα του Ανδρούτσου το παρακάτω απόσπασμα που δείχνει με γλαφυρότητα το ρόλο που έπαιξε ο απλός λαός στην επανάσταση. Κάθε ομοιότητα με τη σημερινή πολιτική κατάσταση, δεν είναι τυχαία.
«Ακουμπισμένος στην πόρτα ο Δυσσέος, να κυττάει, και να συλλογάται, κι έτοιμα να’ ναι τα μάτια του να νοτίσουν. Ότι ξέρει τον πόνο τους της φτωχολογιάς και τα βάσανά τους, και να ζυγιάζει τώρα τα αιστήματα όπου τρέφουν με τα ειδίσματα όπου κουβαλούν και να τον λιώνει μέσα του η ψυχοπόνεση. Αντε κατακαημένε κοσμάκη μου, όπου εσύ τα πλερώνεις όλα στο τέλος. Κι όλο να δίνεις, κι όλο προδομένος να βρίσκεσαι. Κι ας μην είδε απ’ το μόχτο ανάπαψη το κορμί σου, κι ούτε θα δη, και γράμματα ας μη ξέρεις, το χρέος το νιώθεις από μονάχος σου. Αειντε λαέ φουκαρά μου, και να’ χανε μια στάλα απ’ τον πατριωτισμό σου κι εκείνοι οι σπουδαίοι πατριώτες οπού φτιάχνουνε κουβέρνα κι Αρειοπάγους»
Πως όμως έφτασαν οι άνθρωποι αυτοί, από αρματολοί και κλέφτες, από αγρότες και βοσκοί, να γίνουν οι αγωνιστές και οι ήρωες της επανάστασης; Η απάντηση είναι ένας συνδυασμός πολλών παραγόντων. Αξίζει να δούμε ότι την εποχή εκείνη υπήρχε σε όλο τον κόσμο μια πνευματική και πολιτική συγκυρία που ευνόησε την αφύπνιση των ελλήνων μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς και την ανάπτυξη αυτού που οι ιστορικοί ονομάζουν «νεοελληνικό διαφωτισμό» Η ανάπτυξη του «νέου κόσμου», δηλαδή της Αμερικής, η Γαλλική Επανάσταση που έβαλε τις αρχές «ελευθερία, ισότητα, αδερφοσύνη», ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός και οι φιλελεύθερες πολιτικές ιδέες που αναπτύχθηκαν μέσα σ’ αυτόν.
Το έδαφος για την επανάσταση προλειαίνεται από τον κύριο εκφραστή του νεοελληνικού διαφωτισμού τον Ρήγα Φεραίο Βελεστινλή.
Μεγάλο σταθμό στο ξετύλιγμα της νεοελληνικής σκέψης και λογοτεχνίας αλλά και της εθνικοαπελευθερωτικής επαναστατικής οργάνωσης αποτελεί η «Ελληνική Νομαρχία», αγνώστου συγγραφέα που υπογράφει ως. «Ανώνυμος Ελλην». (…) Η ψυχή του άγνωστου συγγραφέα είναι γεμάτη Ελληνισμό, ανθρωπιά και αγωνιστικό πνεύμα. Καθορίζει τις κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης και ξεκαθαρίζει ότι η εξέγερση του Ελληνισμού μπορεί και πρέπει να στηριχτεί στις δικές του αποκλειστικά δυνάμεις και να μην υπολογίζει στους ξένους, Από αρχής μέχρι τέλους το βιβλίο είναι ποτισμένο από πόνο και αγάπη για το βασανισμένο λαό, μίσος για τους τυράννους και αγανάχτηση γι αυτούς, που συμμαχώντας με τους Τούρκους, εμπόδιζαν την επανάσταση.(Ν.Μπελογιάννης)[3]
λλά, πόσας φορς πρέπει ν κφωνήσω, τι  λευθερία εναι ναγκαιοτέρα κα π τν δίαν παρξιν ες τν νθρωπον! Ατ γρ ποκαταστε γλυκεαν τν ζωήν, ατ γενν διαυθεντευτς τς πατρίδος, ατ νομοδότας, ατ ναρέτους, ατ σοφούς, ατ τεχνίτας, κα ατ μόνον, (…) τιμ τν νθρωπότητα. (Ανωνύμου του Ελληνος «Ελληνική Νομαρχία)
Μέσα στην συγκυρία αυτή, ιδρύθηκε το 1814 στην Οδησσό της Ρωσίας η Φιλική Εταιρεία μια μυστική συνωμοτική οργάνωση με σκοπό την ανάσταση του Γένους. Έχει ενδιαφέρον να ακούσουμε τον βαρύ όρκο που έδιναν οι αγωνιστές προκειμένου να μυηθούν στην Φιλική Εταιρεία
Τέλος πάντων ορκίζομαι εις Σε, ω ιερά πλην τρισάθλια Πατρίς !  Ορκίζομαι εις τας πολυχρονίους βασάνους Σου. Ορκίζομαι εις τα πικρά δάκρυα τα οποία τόσους αιώνας έχυσαν και χύνουν τα ταλαίπωρα τέκνα Σου, εις τα ίδια μου δάκρυα, χυνόμενα κατά ταύτην την στιγμήν, και εις την μέλλουσαν ελευθερίαν των ομογενών μου ότι αφιερώνομαι όλως εις Σε. Εις το εξής συ θέλεις είσαι η αιτία και ο σκοπός των διαλογισμών μου. Το όνομά σου ο οδηγός των πράξεών μου, και η ευτυχία Σου η ανταμοιβή των κόπων μου. Η θεία δικαιοσύνη ας εξαντλήσει επάνω εις την κεφαλήν μου όλους τους κεραυνούς της, το όνομά μου να είναι εις αποστροφήν, και το υποκείμενόν μου το αντικείμενον της κατάρας και του αναθέματος των Ομογενών μου, αν  ίσως λησμονήσω εις μίαν στιγμήν τας δυστυχίας των και δεν εκπληρώσω το χρέος μου. Τέλος ο θάνατός μου ας είναι η άφευκτος τιμωρία του αμαρτήματός μου, δια να μη λησμονώ την αγνότητα της Εταιρείας με την συμμετοχήν μου».
Χρειάστηκαν λοιπόν για να γίνει επανάσταση οι φωτισμένοι άνθρωποι του γένους. Χρειάστηκαν οι πλούσιοι και επιφανείς Έλληνες για να χρηματοδοτήσουν τον αγώνα. Χρειάστηκε όμως το έδαφος πάνω στο οποίο αυτά μπόρεσαν να βλαστήσουν, που ήταν η επιθυμία και η ανάγκη των απλών ανθρώπων για ελευθερία, δημοκρατία, εθνική και θρησκευτική ανεξαρτησία. Επιθυμία και ανάγκη που τους ώθησε να θυσιάσουν την όποια βολή τους, την όποια περιουσία τους, την ίδια τους τη ζωή. Να υψώσουν το ανάστημα τους απέναντι σε ένα δυνάστη τόσο πιο δυνατό απ’ αυτούς που ο ποιητής να τους παρομοιάζει με ένα κύμα απέναντι σε ένα βράχο
"Μέριασε βράχε να διαβώ!" το κύμα ανδρειωμένο
λέγει στην πέτρα του γυαλού θολό, μελανιασμένο.
Μέριασε, μες στα στήθη μου, που 'σαν νεκρά και κρύα,
μαύρος βοριάς εφώλιασε και μαύρη τρικυμία.
Αφρούς δεν έχω γι' άρματα, κούφια βοή γι' αντάρα,
έχω ποτάμι αίματα, με θέριεψε η κατάρα
του κόσμου, που βαρέθηκε, του κόσμου, που 'πε τώρα,
βράχε, θα πέσης, έφτασεν η φοβερή σου ώρα!»
(Αριστοτέλη Βαλαωρίτη «Ο βράχος και το κύμα»)
Ολοκληρώθηκε η επανάσταση του 21; Πέτυχε το στόχο της; Εν μέρει ναι. Η Οθωμανική κυριαρχία τελείωσε και συστάθηκε το ελληνικό κράτος. Από την σύστασή του όμως άρχισαν οι εσωτερικές διαμάχες μεταξύ των διαφόρων δυνάμεων και , τελικά., η προσφυγή στην ξένη προστασία. Το 21 παραμένει ανολοκλήρωτο. Γιατί 2 αιώνες μετά, δεν έχουμε γίνει πραγματικά αυτόνομοι, δεν έχουμε ξεπεράσει τον καημό της Ρωμιοσύνης. Ούτε το ταξικό ούτε το εθνικοαπελευθερωτικό σκέλος του αγώνα έχει επιτευχθεί. Γι αυτό και ο λαός δεν τραγουδάει «τι ήτανε το 21» αλλά «να’ τανε το 21»  Αυτό που γιορτάζουμε σήμερα δεν ανήκει στο μακρινό παρελθόν, δεν είναι μόνο η ένδοξη ιστορία μας. Το 21 δεν πρέπει να το βλέπουμε επετειακά, πρέπει να σκύψουμε στην επίκαιρη ουσία του, στο αίτημα της ελευθερίας , της δημοκρατίας και της αυτεξουσιότητας . [4]
Δυο αιώνες μετά, ειδικά μέσα στην κοινωνική, οικονομική, εθνική και ιδεολογική κρίση που βιώνουμε σήμερα, γιορτάζουμε το 21 για να θυμηθούμε ότι υπήρξαν ήρωες στον τόπο μας, από τον Λεωνίδα της Σπάρτης μέχρι τον Γρηγόρη Λαμπράκη και τον Σολωμό Σολωμού που έβαλαν τις αξίες τους πάνω από το βόλεμά τους, που θυσιάστηκαν για τα ιδανικά τους, που δεν λογάριασαν τον ορθολογισμό των αγορών που αποτελεί σήμερα την κυρίαρχη ιδεολογία. Και στους ήρωες αυτούς αξίζει πραγματικά να τους τιμούμε, ανεξάρτητα από το αν οι πράξεις τους ήταν ή όχι αποτελεσματικές, ορθολογικές, και συμφέρουσες.
Τιμή σε εκείνους όπου στην ζωήν των ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες.
               (Κ.Καβάφη «Θερμοπύλες»)
Η ιστορία του 21 μας δείχνει ότι οι αγώνες για να κερδηθούν χρειάζονται ήρωες, χρειάζονται παιδεία, χρειάζονται υψηλό φρόνημα, χρειάζονται νέους ανθρώπους με στόχους και δυναμική. Αν πιστεύετε κι εσείς όπως κι εγώ ότι η σημερινή συγκυρία μας καλεί, καλεί εσάς τους νέους να δώσετε μάχες για να υπερασπίσετε αξίες και ιδανικά, να διεκδικήσετε ελευθερία δημοκρατία κοινωνική δικαιοσύνη και εθνική ανεξαρτησία, τότε παραδειγματιστείτε από τους ήρωες του 21 και να θυμάστε ότι θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία.
Το σπασμένο βιολί του κόσμου ακόμα ουρλιάζει,
στα νωπά σπαρμένα χωράφια η μέρα χαράζει,
φαντάροι χορεύουν τις νύχτες σε άδειες ταβέρνες,
δελφίνια στο πέλαγο μόνα, νεράκι στις στέρνες.
Νησιά ταξιδεύουν στον ήλιο, κανείς δεν μιλάει,
την άνοιξη όλοι προσμένουν κι αυτή προσπερνάει.
Όλα, κύριε Νίκο, είναι εδώ,
όπως τα άφησες εσύ κι όπως τα ξέρεις
από της λύπης τον καιρό.
Κι όταν γυρίσεις και σε δω,
μέσα στη στάμνα τη χρυσή νερό να φέρεις,
της λησμονιάς πικρό νερό.
Το πιστό σκυλί της Ιθάκης στα πόδια σου κλαίει,
η καλή παλιά Περσεφόνη τραγούδια σού λέει,
η φωτιά πληγή που σε καίει δεν λέει να γιάνει,
το πικρό το όνειρο φταίει του αδελφού Μακρυγιάννη.
Πόσο ακόμα ραγιάδες η Κρήτη κι η Μάνη,
σκοτεινές μαυροφόρες μανάδες στου Οδυσσέα το χάνι;

[1] Β.Σκουλάτου – Ν.Δημακοπούλου Σ.Κόνδη Ιστορία Νεότερη, ΟΕΔΒ, Αθήνα,
[2] Μ.Περάνθης «Ο Δαίμονας Οδυσσέας Ανδρούτσος», Εστία, Αθήνα 2004
[3] http://www1.rizospastis.gr/story.do?id=3970133&publDate=2007-03-24%2000:00:00.0

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου