Τρία φάουλ και ένα αυτογκόλ για το Ρασούλη
Είναι βέβαιο, επίσης, και ορατό δια γυμνού οφθαλμού πως ο θάνατος πουλάει. Ο θάνατός σου, η ζωή μου. Όπως και τα σκάνδαλα και η καταστροφή και η δυστυχία και η απόγνωση. Πολύ περισσότερο από όσο η ευτυχία, η ευημερία, η πρόοδος ή η καλλιτεχνική δημιουργία. Δεν ξέρω αν είναι χαρακτηριστικό του ανθρωπίνου είδους, που μπορεί και να είναι, πάντως είναι σίγουρα κουσούρι της ήδη πτωχευμένης εδώ και χρόνια, σε αξίες, ελληνικής κοινωνίας.
Κείμενο: Δώρα Παπαδοπούλου 21.03.2011
Επανέρχομαι. Ο θάνατος του Μανώλη Ρασούλη, δυστυχώς ενεργοποίησε σχεδόν ακαριαία το «παραφιλολογικό» ένστικτο των media και ίσως και μερίδας της κοινής γνώμης και σχεδόν καθόλου το καλλιτεχνικό. Ενεργοποίησε δε, ταυτόχρονα και το λογιστήριό τους.
Το αυτό σίγουρα ισχύει για τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, κυριακάτικα φύλλα μεγάλων εφημερίδων και σίγουρα λιγότερο για τα άλλα, τα διαδικτυακά ή τα ερασιτεχνικά που αποδεικνύονται πιο ρομαντικά και πιο θαρραλέα. Ποδόσφαιρο ούτε παρακολουθώ, ούτε μου αρέσει και το θεωρώ πια και σάπιο. Θα δανειστώ ωστόσο δύο – τρεις όρους του, από τους ελάχιστους που γνωρίζω, για να περιγράψω δύο τρεις φάσεις αυτού εδώ του αγώνα. Το σκορ; Εσείς θα το κρίνετε.
Χθες, Κυριακή 20 Μαρτίου 2011, κυκλοφόρησαν με δύο μεγάλης κυκλοφορίας κυριακάτικα φύλλα εφημερίδων, συγκεκριμένα από τις εφημερίδες «Το Βήμα» και «Πρώτο Θέμα» δύο από τις πιο γνωστές στιχουργικές συμμετοχές του Μανώλη Ρασούλη. Πρόκειται για την «Εκδίκηση της γυφτιάς» σε μουσική του Νίκου Ξυδάκη, την παρθενική εμφάνιση του Ρασούλη στη δισκογραφία και το «Πότε Βούδας πότε Κούδας» σε μουσική του Πέτρου Βαγιόπουλου.
Ακολούθησε (ή για να ακριβολογούμε προηγήθηκε λίγο της επικείμενης έκδοσης) επιστολή της κυρίας Ναταλίας Ρασούλη, κόρης του εκλιπόντος καλλιτέχνη προς τα μέσα ενημέρωσης, με την οποία καταγγέλει τις δύο εκδόσεις, αρνείται κάθε συμμετοχή σε αυτές και επικρίνει τους εμπνευστές τους για ασέβεια στο έργο του δημιουργού. Προς ενημέρωση για όσους αναγνώστες δεν την έχουν διαβάσει την παραθέτω αυτούσια ακολούθως.
* * * * * *
Τα δύο CD τα οποία θα δωθούν αυτή την Κυριακή 20 Μαρτίου από τις εφημερίδες «ΤΟ ΒΗΜΑ» και το «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» (και τα οποία είναι αντίστοιχα: «Η Εκδίκηση της Γυφτιάς» και το « Πότε Βούδας πότε Κούδας») δίνονται χωρίς την ηθική συγκατάθεση των νόμιμων κληρονόμων και υπευθύνων για τη διαχείριση του πνευματικού και καλλιτεχνικού έργου του Μανώλη Ρασούλη. Ασκώντας το ηθικό δικαίωμα για λογαριασμό του πατέρα μου και σεβόμενη τη μνήμη, τις πεποιθήσεις, τις αρχές του και την προσωπικότητά του, θεωρώ αυτήν τη βιαστική κυκλοφορία από τις δισκογραφικές εταιρείες με προφανή σκοπό το εμπορικό κέρδος, ως θίγουσα την τιμή και την υπόληψη τόσο τη δική μου ως... ασκούσα το ηθικό δικαίωμα του πατέρα μου, όσο και τη μνήμη ενός ανθρώπου που όλη του η πορεία και η φιλοσοφία είχε ως σκοπό την προαγωγή του Πολιτισμού και όχι το κέρδος. Είναι γνωστό ότι η δισκογραφία περνάει μεγάλη κρίση τα τελευταία χρόνια. Ο Μανώλης Ρασούλης είναι αυτός που τελικά θα την βγάλει από την κρίση; Δεν περίμεναν ούτε να περάσουνε μερικά εικοσιτετράωρα από τον θάνατο και την ταφή του για να βγάλουν ξανά στην επιφάνεια ένα υλικό που κάλλιστα θα μπορούσαν να είχαν βγάλει όσο ζούσε. Ουδείς επικοινώνησε μαζί μου και βεβαίως καμία άδεια δεν δόθηκε από εμένα ως προς το ηθικό πλαίσιο και στοιχείο αυτής της επανακυκλοφορίας, ειδικά κάτω από τις συγκεκριμένες συνθήκες οδύνης για μένα προσωπικά και γενικότερα για την οικογένεια του Μανώλη Ρασούλη. Μία ειδικότερη απρέπεια είναι ότι το CD της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ» δίνεται σε ταυτόχρονη κυκλοφορία με κάποιο άλλο CD του Γιώργου Νταλάρα, ο οποίος είχε σύρει τον Μανώλη Ρασούλη αρκετές φορές στα δικαστήρια. Δυστυχώς πληροφορήθηκα τυχαία σήμερα, Σάββατο 19 του μηνός, ότι πρόκειται να γίνουν όλα αυτά που προανέφερα και λόγω χρόνου δεν μπόρεσα να εμποδίσω την κυκλοφορία των CD. Εκφράζω την απογοήτευση και τη λύπη μου για την ασέβεια με την οποία αντιμετωπίζουν κάποιοι το καλλιτεχνικό έργο του πατέρα μου. Ευχαριστώ πολύ. Ναταλία Ρασούλη Πηγή: Press.gr |
* * * * * *
Είναι γεγονός, πως τα cd και τα dvd μουσικής στις εφημερίδες δεν είναι πια απλά μία παράπλευρη πρακτική της δισκογραφίας να βγάλει το κάτι παραπάνω, όπως ξεκίνησε αρχικά, αλλά ένας παράλληλος δρόμος, που μετά βαΐων και κλάδων ακολουθούν πια οι δισκογραφικές, εν μέσω κρίσης. Μειωμένο μεν, σίγουρο δε το κέρδος.
Σε μια εποχή που όλα ξεμπροστιάζονται και όλα εν τέλει κρίνονται, κι αυτό το επιχειρηματικό σχέδιο θα κριθεί στο χρόνο. Δεν αποκλείεται, ωστόσο, υπό προϋποθέσεις, αυτή η επιλογή να παίξει το ρόλο της αν τηρηθούν κάποιες σημαντικές παράμετροι στην όλη διαδικασία.
Μετά τη φτήνια που συνόδευε τις πρώτες απόπειρες, κάποια καλά και ουσιαστικά δείγματα, λίγα βέβαια ακόμη, έχουν κάνει πλέον την εμφάνισή τους κι αυτό ίσως μας φέρει τελικά, μέσω της αμεσότητας διάθεσης των περιπτέρων, κατά κάποιον τρόπο πιο κοντά στη μουσική και τη δισκογραφία ίσως ένα βήμα πίσω από το χείλος του γκρεμού.Βέβαια, από την άλλη, ας μη γελιόμαστε.
Τα δισκοπωλεία είναι ακόμη αυτά που καρπώνονται τη συνειδητή πράξη αγοράς ενός cd. Τα cd των εφημερίδων τα αγοράζουν οι πολλοί, σχεδόν μηχανικά και στις περισσότερες περιπτώσεις θα πάρουν απλά τη θέση τους σε μία βιβλιοθήκη ανάμεσα σε άλλα.
Είναι βέβαιο, επίσης, και ορατό δια γυμνού οφθαλμού πως ο θάνατος πουλάει. Ο θάνατός σου, η ζωή μου. Όπως και τα σκάνδαλα και η καταστροφή και η δυστυχία και η απόγνωση. Πολύ περισσότερο από όσο η ευτυχία, η ευημερία, η πρόοδος ή η καλλιτεχνική δημιουργία. Δεν ξέρω αν είναι χαρακτηριστικό του ανθρωπίνου είδους, που μπορεί και να είναι, πάντως είναι σίγουρα κουσούρι της ήδη πτωχευμένης εδώ και χρόνια, σε αξίες, ελληνικής κοινωνίας.
Κι όχι μόνο πουλάει, όσον αφορά την τέχνη τουλάχιστον, αλλά και ίσως και να εκπαιδεύει. Άλλο ένα δείγμα του πόσο παραμελημένος είναι ο πολιτισμός μας. Ένας θάνατος και μία κηδεία είναι ικανά να γνωστοποιήσουν ένα καλλιτεχνικό έργο πιο εύκολα από όσο είκοσι και τριάντα και σαράντα και πενήντα χρόνια διαδρομής του ίδιου του έργου και του δημιουργού του.
Τα δύο cd που κυκλοφόρησαν, η επιστολή αλλά και ολόκληρη η παραφιλολογία που αναπτύχθηκε γύρω από το θάνατο του ιδιοφυούς στιχουργού είναι μία τέτοια περίπτωση. Και τα φάουλ είναι αρκετά.
Φάουλ 1ο: Δεν ελήφθη υπόψη ο πολύ πρόσφατος θάνατος του σημαντικού στιχουργού. Ήταν σχεδόν βέβαιο πως ο θάνατος του Ρασούλη θα πυροδοτήσει σωρεία εκδόσεων και δισκογραφικών αφιερωμάτων, δεδομένης της καλλιτεχνικής του αξίας. Για κάποιους θεμιτό, για άλλους αναγκαίο, για άλλους απλά φυσιολογικό.
Αλλά, προς τι τόση βιασύνη ρε παιδιά; Δεν πέρασε ούτε μία εβδομάδα. Πριν καλά καλά σκεπάσει το χώμα το Ρασούλη βρέθηκαν τα cd του να στολίζουν τα περίπτερα. Οι συνήθως βραδυπορούσες δισκογραφικές, εδώ έκαναν σπριντ, για να προλάβουν γρήγορα και με προχειροδουλειά, για να πούμε και του στραβού το δίκιο, να τυπώσουν τα δισκάκια.
Θυμήθηκα ξαφνικά τη γνωστή ατάκα του Σταυρίδη από τη γνωστή παλιά ταινία του ελληνικού κινηματογράφου «Τα κίτρινα γάντια»: «Τώρα εσείς, πότε προλάβατε, πότε τα 'πατε... ένας θεός το ξέρει!».
Φάουλ 2ο: Δεν ελήφθη υπόψη, κατά τα λεγόμενα της κυρίας Ναταλίας Ρασούλη, η γνώμη της οικογένειας του στιχουργού. Η ίδια φαίνεται πως ούτε ενημερώθηκε ούτε ρωτήθηκε. Προφανώς, η εταιρία τυπικά δεν όφειλε να ρωτήσει και έτσι έπραξε. Ηθικά όμως, όφειλε.
Μπορεί οι νόμοι και οι κανονισμοί να ορίζουν πιθανώς τα αυτονόητα και να δίνουν το δικαίωμα στις εταιρίες να εκμεταλλεύονται κατά το δοκούν το υλικό που διαθέτουν, αλλά υπάρχουν και κάποιοι κανόνες δεοντολογίας, άγραφοι, σε κάτι περιπτώσεις όπως αυτή εδώ, που επιβάλλουν μια άλλη αντιμετώπιση με ηθικές και αξιακές προεκτάσεις.
Διαφορετικά, ο καλλιτέχνης και το έργο του γίνονται ξερά και απροκάλυπτα προϊόν εκμετάλλευσης. Κι ας μη νομίζουν οι εταιρίες πως αυτό δεν περνάει προς τα έξω. Περνάει και είναι και αυτό που μένει. Έστω, μαζί με τα φράγκα από τα κάμποσες χιλιάδες πωλήσεις. Ψιλά γράμματα; Έτσι φαίνεται, δυστυχώς.
Φάουλ 3ο: Τρίτο και πιο σημαντικό κατά τη γνώμη μου. Δεν ελήφθη υπόψη καθόλου ούτε ο άνθρωπος, ούτε ο καλλιτέχνης Ρασούλης. Ούτε το τι θα γούσταρε, ούτε το τι θα έκανε, ούτε το πως θα διαχειριζόταν ο ίδιος το θάνατό του, αν μπορούσε. Ο Μανώλης Ρασούλης υπήρξε αντισυμβατικός και απρόβλεπτος. Σίγουρα δεν του ταίριαζε το αυτονόητο. Ούτε το συνηθισμένο.
Ας ήταν λοιπόν, το «αφιέρωμα» σε αυτόν, κάτι άλλο. Μία ανέκδοτη συνέντευξη. Ένα απάνθισμα λόγων από συνεντεύξεις. Δυο βίντεο από ζωντανές εμφανίσεις. Κάτι άλλο, δεν ξέρω. Και δεν είναι και δική μου δουλειά.
Όχι όμως η εύκολη λύση, όχι η δουλειά του ποδαριού, να βρούμε ένα cd, δοθείσης της μίας και μοναδικής ευκαιρίας –γιατί τυπικά τουλάχιστον, μία φορά πεθαίνουμε- για να ξεπουλήσουμε. Η πρόθεση είναι ξεκάθαρη και δεν απαιτεί δεύτερες σκέψεις για να ερμηνευθεί.
Τρία φάουλ λοιπόν. Αλλά και ένα αυτογκόλ. Με έκπληξη είδα την κυρία Ναταλία Ρασούλη να γράφει στην επιστολή της: «Μία ειδικότερη απρέπεια είναι ότι το CD της εφημερίδας «ΤΟ ΒΗΜΑ» δίνεται σε ταυτόχρονη κυκλοφορία με κάποιο άλλο CD του Γιώργου Νταλάρα, ο οποίος είχε σύρει τον Μανώλη Ρασούλη αρκετές φορές στα δικαστήρια».
Άλλο πάλι και τούτο. Γνωστή η αντιδικία, αλλά τολμώ να πω, ότι κάποιες σκέψεις αγγίζουν τα όρια του παραλογισμού. Δηλαδή, οι δίσκοι του Ρασούλη πρέπει να πωλούνται σε κάποια δισκοπωλεία και αυτοί του Νταλάρα σε κάποια άλλα; Όποιος αγοράζει ένα δίσκο του Νταλάρα, είναι λάθος να πάρει κι έναν του Ρασούλη;
Κι εγώ που έχω τη δισκογραφία και των δύο ανακατεμένη στα ίδια ράφια στο γραφείο μου, πρέπει να λάβω κάποιου είδους μέτρα; Δεν έχω κάποιο άλλο σχόλιο, εκτός από το προφανές: η εμπάθεια αναμφίβολα θολώνει τη σκέψη. Μία εμπάθεια που παίρνει ακραίες διαστάσεις φτάνοντας σε σημείο να απαιτεί να μη συνυπάρχουν δύο cd στην ίδια εφημερίδα!
Δηλαδή, αν η η ίδια είχει δώσει τη συγκατάθεσή της για την έκδοση θα απαιτούσε η εν λόγω σειρά του βήματος να διακοπεί ή θα έπρεπε να τελειώσει; Και αν μη τι άλλο, πρόκειται για να ένα δίσκο του Μάνου Λοΐζου. Δυστυχώς, όλο το δίκιο που σαφέστατα κατά τη γνώμη μου έχει η κυρία Ρασούλη, για τον πυρήνα και την ουσία της επιστολής της, μέσα σε μία αράδα λέξεις το χάνει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου