Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2022

Δώδεκα ατράνταχτα στοιχεία που στηρίζουν ισάριθμα ακλόνητα επιχειρήματα, το καθένα ξεχωριστά, αλλά και όλα μαζί σε συνέργεια, συνηγορούν υπέρ της εμπλοκής του Κυριάκου Μητσοτάκη σε ένα σκάνδαλο που πήρε διαστάσεις θεσμικής εκτροπής για το δημοκρατικό πολίτευμα στη χώρα μας.









Την ώρα που φιλοκυβερνητικός και αντιπολιτευόμενος τύπος στην Ελλάδα, αλλά και ο διεθνής τύπος με πρωτοσέλιδα και ακόμη και η επιτροπή PEGA, που έχει αναλάβει την έρευνα του σκανδάλου από πλευράς ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, βοούν για την εμπλοκή του πρωθυπουργού στο μέγα σκάνδαλο των υποκλοπών, το καθεστώς Μητσοτάκη έχει εξαπολύσει τεράστια επικοινωνιακή εκστρατεία συγκάλυψης του σκανδάλου.

Με στόχο την απεμπλοκή του Κυριάκου Μητσοτάκη, σύσσωμος ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της κυβέρνησης ακολουθεί μια στρατηγική που έχει σαν κωδικό:

«Δεν είναι αυτό που νομίζεις»

Κατά απόλυτη αντιστοιχία με τα παράνομα ζευγάρια που, όταν τα πιάνουν μαζί στο κρεβάτι, μη μπορώντας να αμφισβητήσουν αυτό που συμβαίνει, προσπαθούν να το αποδώσουν σε άλλες προθέσεις και σε άσχετες αιτίες.

Ενώ λοιπόν στην αρχή, όταν αποκαλύφθηκε για πρώτη φορά το σκάνδαλο από τον δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη και τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Νίκο Ανδρουλάκη, που έπεσαν θύματα παράνομης παρακολούθησης από το λογισμικό Predator, ο πρωθυπουργός προσποιούνταν ότι δεν γνώριζε, δεν είχε ακούσει και δεν του είχε πει τίποτε κανείς, σήμερα, μετά τις νεότερες αποκαλύψεις, άλλαξε τακτική.

Το «δεν είδα, δεν ήξερα, δεν μου είχαν πει» τώρα έγινε «ναι μεν γίνονται παράνομες παρακολουθήσεις, αλλά ο πρωθυπουργός δεν έχει καμία σχέση με αυτές».

Ανεξάρτητα λοιπόν από τα στοιχεία που κρατά στα χέρια του ο εκδότης Κώστας Βαξεβάνης, τα οποία σοφά ποιώντας περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να τα αποκαλύψει - γιατί αν το κάνει τώρα θα κατηγορηθεί ο ίδιος ότι δημοσιοποιεί προϊόντα εγκλήματος - υπάρχουν μια σειρά από ισχυρές ενδείξεις, συνειρμούς και αποδείξεις που «καίνε» κυριολεκτικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Τα στοιχεία, κατά χρονολογική σειρά, είναι τα εξής:

  • Μόλις ανέλαβε πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης μετέφερε με νόμο τις αρμοδιότητες της ΕΥΠ, για πρώτη φορά στην πρόσφατη πολιτική ιστορία, από το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη στην ευθύνη του πρωθυπουργού. 

Τι άλλο κίνητρο μπορεί είχε, εκτός από το να αναλάβει ο ίδιος την ευθύνη των παρακολουθήσεων; Όλη η προσπάθεια, συνεπώς, που κάνει σήμερα για να πείσει ότι «δεν γνώριζε και δεν του έλεγαν» για τις παρακολουθήσεις που εκτελεί η ΕΥΠ, υπό τη δική του ευθύνη, είναι προσχηματική και απολύτως ανειλικρινής. Αν πράγματι δεν ενδιαφέρονταν και δεν ήθελε να γνωρίζει, θα είχε αφήσει την ΕΥΠ εκεί που την είχαν όλοι οι προκάτοχοί του.

  • Ο Μητσοτάκης για να διορίσει διοικητή της ΕΥΠ τον έμπιστό του Κοντολέοντα, άλλαξε το νόμο που υποχρέωνε τον διοικητή να έχει μεταπτυχιακές σπουδές. 

Γιατί να θέλει οπωσδήποτε έναν δικό του άνθρωπο γι’ αυτή την ευαίσθητη θέση, ακόμη και κάποιον χωρίς καθόλου προσόντα, ενώ θα μπορούσε να έχει έναν αληθινά «άριστο», κάποιον δηλαδή με γνώσεις και ικανότητες και γι’ αυτό αποτελεσματικό; 

Η μόνη εξήγηση είναι ότι δεν τον ενδιέφερε ούτε η αποτελεσματικότητα, ούτε οι ικανότητες του διοικητή της ΕΥΠ.  

Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να είναι κάποιος έμπιστος που να μη μιλά και να εκτελεί εντολές. 

Που σημαίνει ότι είχε επεξεργαστεί εξ αρχής σχέδιο παρακολουθήσεων, το οποίο λόγω της… ευαίσθητης φύσης του μπορούσε να εμπιστευθεί μόνο σε έναν πολύ δικό του άνθρωπο.

  • Όταν ο δημοσιογράφος Κουκάκης υποστήριξε για πρώτη φορά, σε ανύποπτο ακόμη χρόνο, ότι παρακολουθείται με παράνομο λογισμικό από την ΕΥΠ, ο Μητσοτάκης άλλαξε το νόμο που επέτρεπε στους παρακολουθούμενους να μαθαίνουν εκ των υστέρων, όπως δικαιούνται σε δημοκρατικά πολιτεύματα, λεπτομέρειες για την παρακολούθησή τους. 

Γιατί, άραγε, ένας πρωθυπουργός, υπεύθυνος για την ΕΥΠ, αλλάζει το νόμο και μάλιστα επί το αντιδημοκρατικότερο και επί το αυταρχικότερο όταν αποκαλύπτεται ο μηχανισμός παρακολουθήσεων που εκτελούσε, αν δεν επιδιώκει κάτι να κρύψει;

  • Ο νόμος αυτός δεν έχει αλλάξει ακόμη μέχρι και σήμερα, παρά τα κροκοδείλια δάκρυα του πρωθυπουργού στο Νίκο Χατζηνικολάου, ότι κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να διαλευκάνει το σκάνδαλο. 

Αν πράγματι επιδίωκε τη διαλεύκανση του σκανδάλου, θα επανέφερε το νόμο όπως ήταν πριν, ώστε να μπορεί καθένας να μαθαίνει γιατί παρακολουθήθηκε. 
Τι φοβάται ο Μητσοτάκης και δεν το κάνει; 
Μια τέτοια, άλλωστε, από μέρους του πρωτοβουλία θα αρκούσε από μόνη της για να επιβεβαιωθεί ο ισχυρισμός του ότι είναι αθώος και συγχρόνως να διαψευστούν οι συκοφάντες που τον κατηγορούν.

  • Από τη στιγμή που αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων ο πρωθυπουργός, αντίθετα με ό,τι δηλώνει στις συνεντεύξεις του, κάνει ό,τι μπορεί για να συσκοτίσει τις συνθήκες του σκανδάλου και να το συγκαλύψει. 

Η επίκληση του απορρήτου, παρά το γεγονός ότι ο νομικός κόσμος και μεταξύ αυτών και κορυφαίοι συνταγματολόγοι επιμένουν ότι δεν υφίσταται τέτοιο ζήτημα όταν πρόκειται για την Επιτροπή Διαφάνειας της Βουλής, είναι η κορυφαία απόδειξη. Τι φοβάται ο Μητσοτάκης και εξακολουθεί να επικαλείται το απόρρητο των παρακολουθήσεων, ενώ αυτό δεν ισχύει; Ειδικά μάλιστα αν κατηγορείται άδικα, όπως ισχυρίζεται, γιατί δεν αίρει τόσον καιρό το απόρρητο, όπως νομιμοποιείται να κάνει σύμφωνα με τις επιστημονικές εισηγήσεις, προκειμένου να αποδείξει την αθωότητά του;

 

  • Μόλις αποκαλύφθηκε το καλοκαίρι το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, ο Μητσοτάκης απέπεμψε τον έμπιστό του διοικητή της ΕΥΠ Κοντολέοντα, καθώς και τον έμπιστο ανιψιό του και «αντ’ αυτού» στο Μαξίμου, Γρηγόρη Δημητριάδη. Επειδή τα δύο αυτά στελέχη δεν είναι πολιτικά πρόσωπα, με την έννοια ότι δεν έχουν εκλεγεί από το λαό για να ασκούν κυβερνητικά καθήκοντα, αλλά διορίστηκαν από τον πρωθυπουργό, η όποια πολιτική ευθύνη τους αποδίδεται για τις πράξεις τους, ανήκει στον πρωθυπουργό που τους διόρισε.

Τι πολιτική ευθύνη να έχουν, άλλωστε, μετακλητοί υπάλληλοι και διορισμένα από τον πρωθυπουργό στελέχη; 
Το γεγονός λοιπόν ότι ο πρωθυπουργός μετέφερε την πολιτική ευθύνη σε άτομα που εξ αντικειμένου δεν την έχουν, αποτελεί απόδειξη της προσπάθειάς του να αποποιηθεί τις πολιτικές του ευθύνες για το σκάνδαλο.

  • Κι ακόμη, εφόσον οι δύο αποπεμφθέντες καταχράστηκαν την εξουσία που τους έδινε η θέση τους και παρακολουθούσαν και πολιτικούς, ως μη όφειλαν, όπως ο πρωθυπουργός παραδέχτηκε αποδεχόμενος τις παραιτήσεις τους, γιατί δεν τους έστειλε αμέσως στον εισαγγελέα, όπως όφειλε, προκειμένου να γίνει ενδελεχής έρευνα και να χυθεί άπλετο φως για τις παρακολουθήσεις; 

Αυτό θα ήταν μια ειλικρινής προσπάθεια διαλεύκανσης του σκανδάλου.
Η μόνη λογική εξήγηση για την άρνηση του πρωθυπουργού να παραπέμψει την υπόθεση εξ αρχής στη δικαιοσύνη, είναι ότι κάτι φοβόταν.
Κι αυτό είναι μια ακόμη ένδειξη της εμπλοκής του στο σκάνδαλο.

  • Ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη στον ΑΝΤ1, προκειμένου να πείσει για την ειλικρίνεια των προθέσεών του, επικαλέστηκε νόμο που ετοιμάζει η κυβέρνηση για να απαγορεύσει το… παράνομο λογισμικό. 

Θα έπρεπε όμως να γνωρίζει ότι ένα ήδη παράνομο, δια νόμου, λογισμικό δεν χρειάζεται επιπλέον νομοθεσία για να απαγορευτεί. 
Το γεγονός λοιπόν ότι δεν κάνει αυτά που πρέπει για να οδηγήσει το σκάνδαλο στη διαλεύκανση, όπως η άρση του απορρήτου όπως του συνιστούν οι νομικοί, η επιστροφή στην προηγούμενη νομοθεσία για την ενημέρωση των παρακολουθούμενων και η παραπομπή των συνεργατών του στη δικαιοσύνη, αλλά αντ’ αυτών κάνει επικοινωνιακές προσπάθειες προς εντυπωσιασμό, χωρίς όμως κανένα νόημα και χωρίς κανένα πρακτικό αποτέλεσμα, δείχνει ότι δεν είναι ειλικρινής γιατί κάτι φοβάται.

  • Ο Μητσοτάκης στη συνέντευξη στον Χατζηνικολάου αναγνώρισε ότι υπάρχουν πολλά παράνομα λογισμικά με τα οποία τρίτοι, ιδιώτες, παρακολουθούν πολίτες, πολιτικούς, δημοσιογράφους και επιχειρηματίες. 

Πως, αλήθεια, το γνωρίζει; Κι αφού το γνωρίζει, γιατί δεν κάνει τίποτε, εδώ και καιρό, για να σταματήσει μια παράνομη και αντιδημοκρατική δραστηριότητα;  Κι ύστερα, για λογαριασμό ποιου γίνονται αυτές οι παρακολουθήσεις; 

Ποιος είναι αυτός δηλαδή που έχει συγχρόνως το κίνητρο, το πολιτικό συμφέρον, αλλά και την οικονομική δυνατότητα να έχει πρόσβαση σε τόσο ευαίσθητες και τόσο ακριβές πληροφορίες;

  • Από το καλοκαίρι ακόμη έγινε γνωστό στον τύπο ποιες εταιρείες εμπορεύονται το παράνομο λογισμικό, από που εισήχθη στη χώρα, ποιοι διοικούν και εκπροσωπούν νόμιμα αυτές τις εταιρείες, καθώς και τις στενές σχέσεις τους με τον ανιψιό του πρωθυπουργού.

Γιατί τόσον καιρό δεν κινήθηκε η δικαιοσύνη εναντίον τους; Γιατί δεν διατάχθηκε ακόμη έρευνα γι’ αυτές τις ιδιωτικές εταιρείες που αποδεδειγμένα εμπορεύονται το παράνομο λογισμικό; Γιατί δεν κινήθηκε ο πρωθυπουργός εναντίον τους, αν πράγματι επιδιώκει τη διαλεύκανση του σκανδάλου; Ειδικά τώρα, που πια κατηγορείται ανοικτά ο ίδιος, έχει κάθε έννομο συμφέρον να αποκαλύψει τους πραγματικούς ενόχους. Γιατί δεν το κάνει;

  • Στην Επιτροπή Διαφάνειας της Βουλής οι βουλευτές της αντιπολίτευσης ζήτησαν την κλήτευση των εκπροσώπων των εταιρειών που εμπορεύονται το παράνομο λογισμικό. 

Γιατί οι κυβερνητικοί βουλευτές αρνήθηκαν και έκλεισαν πριν την ώρα της την υπόθεση;
Ποιον προστατεύουν εμποδίζοντας την έρευνα και βάζοντας διαρκώς φρένο στο να χυθεί άπλετο φως σε μια δυσώδη υπόθεση;

  • Γιατί ο Μητσοτάκης δεν πήγε στην Επιτροπή Pega, που τον κάλεσε για να απαντήσει σε ερωτήσεις για το σκάνδαλο;

Είναι συμπεριφορά αυτή πρωθυπουργού προς θεσμικό όργανο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που ερευνά σκάνδαλο στην Ελλάδα για το οποίο ο ίδιος ο πρωθυπουργός δηλώνει ότι θα κάνει ό,τι μπορεί για να χυθεί άπλετο φως;

Δώδεκα ατράνταχτα στοιχεία που στηρίζουν ισάριθμα ακλόνητα επιχειρήματα, το καθένα ξεχωριστά, αλλά και όλα μαζί σε συνέργεια, συνηγορούν υπέρ της εμπλοκής του Κυριάκου Μητσοτάκη σε ένα σκάνδαλο που πήρε διαστάσεις θεσμικής εκτροπής για το δημοκρατικό πολίτευμα στη χώρα μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου