Η διαβόητη ατάκα Μπάιντεν για τον «χασάπη» Πούτιν που πρέπει να χάσει την εξουσία, είχε δικαιολογηθεί ως λεκτικό λάθος εκτός χειρόγραφου, από την αμερικανική κυβέρνηση. Μάλλον δεν ήταν.
Την Κυριακή οι Αμερικανοί υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας ταξίδεψαν μυστικά στο Κίεβο, στην πρώτη αμερικανική επίσημη επίσκεψη υψηλού επιπέδου από την έναρξη του πολέμου.
Φεύγοντας από τη χώρα ο υπουργός Αμυνας προσδιόρισε για πρώτη φορά τον στρατηγικό στόχο της αμερικανικής πολιτικής, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα:
«Η Ρωσία είχε ήδη υποστεί σημαντικές στρατιωτικές απώλειες, συμπεριλαμβανομένων πολλών στρατιωτών», είπε ο κ. Λόιντ Όστιν.. «Θέλουμε να δούμε τη Ρωσία να αποδυναμωθεί, σε βαθμό που δεν ξανακάνει τα ¨¨ευγενικά ¨ πράγματα που έχει κάνει εισβάλλοντας στην Ουκρανία », πρόσθεσε.
Στους δύο μήνες από την έναρξη του πολέμου και όσο η ρωσική στρατιωτική επιχείρηση δεν πετυχαίνει τους στόχους της, η κυβέρνηση Μπάιντεν κάνει πιο επιθετική τη ρητορική της απέναντι στο καθεστώς Πούτιν, επιβάλλει νέες κυρώσεις στη Μόσχα και -κυρίως- αυξάνει σταθερά τη στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία.
Ήδη, το Κογκρέσο έχει εγκρίνει 13,6 δισεκατομμύρια δολάρια σε έκτακτες δαπάνες μετά την εισβολή, μια από τις μεγαλύτερες σε ύψος βοήθειες των ΗΠΑ την τελευταία δεκαετία.
Λίγες ημέρες πριν από την επίσκεψη των δύο Αμερικανών επισήμων, ο πρόεδρος Μπάιντεν ανακοίνωσε επιπλέον στρατιωτική βοήθεια ύψους 800 εκατομμυρίων δολαρίων, ώστε να αποκρουστεί η επίθεση της Ρωσίας στα ανατολικά.
Ο δηλωμένος πλέον στόχος της στρατηγικής αποδυνάμωσης του ρωσικού στρατού, έχει περάσει σε τρίτη μοίρα τις όποιες διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών για την επίτευξη συμφωνίας.
Σταθερός κολαούζος των ΗΠΑ, ο Βρετανός πρωθυπουργός επίσης ανακοίνωσε προχθές πρόσθετη στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία ύψους 500.000 λιρών.
Ενώ όσο παρατείνεται ο πόλεμος τόσο ξεχνιέται το σκάνδαλο Partygate, ο Μπόρις Τζόνσον αμφισβητεί πλέον ακόμη και τη δυνατότητα διαπραγματεύσεων.
«Πραγματικά δεν βλέπω πως θα καθόντουσαν εύκολα οι Ουκρανοί στο τραπέζι, για να έρθουν σε ένα είδος συμφωνίας», δήλωσε ο Βρετανός πρωθυπουργός. «Πως να διαπραγματευτείς με έναν καρχαρία που έχει αρπάξει το πόδι σου με τα σαγόνια του;»
Η αμερικανική πολιτική έχει πλήρως επιβληθεί στο δυτικό στρατόπεδο.
Παρότι η ΕΕ υφίσταται τα περισσότερα λόγω του πολέμου, από την εκτόξευση των τιμών ενέργειας μέχρι τα μεγάλα προσφυγικά ρεύματα, δεν είναι σε θέση να διαμορφώσει εναλλακτική πολιτική. Χωρίς το διεθνές κύρος της Μέρκελ και τη διακομματική υποστήριξη που είχε η τότε κυβέρνηση συνεργασίας με τους Σοσιαλδημοκράτες, η κυβέρνηση Σολτς είναι αδύναμη και διχασμένη.
Οσο για τον Μακρόν, αγωνιούσε μέχρι χθες αν θα κέρδιζε την επανεκλογή του ή θα παραχωρούσε τη θέση του στη Μαριν Λε Πεν, σύμμαχο του Πούτιν.
Η αδιάλλακτη στάση του τελευταίου έχει ασφαλώς περιορίσει ακόμη περισσότερο τις διαπραγματευτικές δυνατότητες της Ευρώπης, δίνοντας έδαφος στη «διπλωματία των κανονιοφόρων», ή καλύτερα στη σύγχρονη, ουκρανική εκδοχή της:
τη διπλωματία των αμερικανικών αντιαρματικών πυραύλων που καταφθάνουν στην Ουκρανία.
Το αποτέλεσμα είναι ότι ο πόλεμος παρατείνεται επ αόριστον.
Ο Πούτιν, ακόμη κι αν ήθελε τώρα να τερματίσει τον τυχοδιωκτισμό του, θα πρέπει να «επιστρέψει» στη Μόσχα με κάτι που θα «πουλήσει» ως εθνική επιτυχία.
Οι ΗΠΑ όχι μόνο δεν ενδιαφέρονται να του δώσουν μια ανάλογη διέξοδο, αλλά θέλουν να τον γονατίσουν και στρατιωτικά.
Πλέον με τα δύο πόδια στο αμερικανικό στρατόπεδο , ο Ζελένσκι μιλάει όλο και λιγότερο για διαπραγματεύσεις.
Μετά τις νέες παραλαβές οπλικών συστημάτων και την επίσκεψη των δύο Αμερικανών υπουργών το Σαββατοκύριακο, δήλωσε πεπεισμένος ότι μπορεί να συντρίψει τον ρωσικό στρατό.
Η διαβόητη ατάκα Μπάιντεν για τον «χασάπη» Πούτιν που πρέπει να χάσει την εξουσία, είχε δικαιολογηθεί ως λεκτικό λάθος εκτός χειρόγραφου, από την αμερικανική κυβέρνηση. Μάλλον δεν ήταν.
Την Κυριακή οι Αμερικανοί υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας ταξίδεψαν μυστικά στο Κίεβο, στην πρώτη αμερικανική επίσημη επίσκεψη υψηλού επιπέδου από την έναρξη του πολέμου.
Φεύγοντας από τη χώρα ο υπουργός Αμυνας προσδιόρισε για πρώτη φορά τον στρατηγικό στόχο της αμερικανικής πολιτικής, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα:
«Η Ρωσία είχε ήδη υποστεί σημαντικές στρατιωτικές απώλειες, συμπεριλαμβανομένων πολλών στρατιωτών», είπε ο κ. Λόιντ Όστιν.. «Θέλουμε να δούμε τη Ρωσία να αποδυναμωθεί, σε βαθμό που δεν ξανακάνει τα ¨¨ευγενικά ¨ πράγματα που έχει κάνει εισβάλλοντας στην Ουκρανία », πρόσθεσε.
Στους δύο μήνες από την έναρξη του πολέμου και όσο η ρωσική στρατιωτική επιχείρηση δεν πετυχαίνει τους στόχους της, η κυβέρνηση Μπάιντεν κάνει πιο επιθετική τη ρητορική της απέναντι στο καθεστώς Πούτιν, επιβάλλει νέες κυρώσεις στη Μόσχα και -κυρίως- αυξάνει σταθερά τη στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία.
Ήδη, το Κογκρέσο έχει εγκρίνει 13,6 δισεκατομμύρια δολάρια σε έκτακτες δαπάνες μετά την εισβολή, μια από τις μεγαλύτερες σε ύψος βοήθειες των ΗΠΑ την τελευταία δεκαετία.
Λίγες ημέρες πριν από την επίσκεψη των δύο Αμερικανών επισήμων, ο πρόεδρος Μπάιντεν ανακοίνωσε επιπλέον στρατιωτική βοήθεια ύψους 800 εκατομμυρίων δολαρίων, ώστε να αποκρουστεί η επίθεση της Ρωσίας στα ανατολικά.
Ο δηλωμένος πλέον στόχος της στρατηγικής αποδυνάμωσης του ρωσικού στρατού, έχει περάσει σε τρίτη μοίρα τις όποιες διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών για την επίτευξη συμφωνίας.
Σταθερός κολαούζος των ΗΠΑ, ο Βρετανός πρωθυπουργός επίσης ανακοίνωσε προχθές πρόσθετη στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία ύψους 500.000 λιρών.
Ενώ όσο παρατείνεται ο πόλεμος τόσο ξεχνιέται το σκάνδαλο Partygate, ο Μπόρις Τζόνσον αμφισβητεί πλέον ακόμη και τη δυνατότητα διαπραγματεύσεων.
«Πραγματικά δεν βλέπω πως θα καθόντουσαν εύκολα οι Ουκρανοί στο τραπέζι, για να έρθουν σε ένα είδος συμφωνίας», δήλωσε ο Βρετανός πρωθυπουργός. «Πως να διαπραγματευτείς με έναν καρχαρία που έχει αρπάξει το πόδι σου με τα σαγόνια του;»
Η αμερικανική πολιτική έχει πλήρως επιβληθεί στο δυτικό στρατόπεδο.
Παρότι η ΕΕ υφίσταται τα περισσότερα λόγω του πολέμου, από την εκτόξευση των τιμών ενέργειας μέχρι τα μεγάλα προσφυγικά ρεύματα, δεν είναι σε θέση να διαμορφώσει εναλλακτική πολιτική. Χωρίς το διεθνές κύρος της Μέρκελ και τη διακομματική υποστήριξη που είχε η τότε κυβέρνηση συνεργασίας με τους Σοσιαλδημοκράτες, η κυβέρνηση Σολτς είναι αδύναμη και διχασμένη.
Οσο για τον Μακρόν, αγωνιούσε μέχρι χθες αν θα κέρδιζε την επανεκλογή του ή θα παραχωρούσε τη θέση του στη Μαριν Λε Πεν, σύμμαχο του Πούτιν.
Η αδιάλλακτη στάση του τελευταίου έχει ασφαλώς περιορίσει ακόμη περισσότερο τις διαπραγματευτικές δυνατότητες της Ευρώπης, δίνοντας έδαφος στη «διπλωματία των κανονιοφόρων», ή καλύτερα στη σύγχρονη, ουκρανική εκδοχή της:
τη διπλωματία των αμερικανικών αντιαρματικών πυραύλων που καταφθάνουν στην Ουκρανία.
Το αποτέλεσμα είναι ότι ο πόλεμος παρατείνεται επ αόριστον.
Ο Πούτιν, ακόμη κι αν ήθελε τώρα να τερματίσει τον τυχοδιωκτισμό του, θα πρέπει να «επιστρέψει» στη Μόσχα με κάτι που θα «πουλήσει» ως εθνική επιτυχία.
Οι ΗΠΑ όχι μόνο δεν ενδιαφέρονται να του δώσουν μια ανάλογη διέξοδο, αλλά θέλουν να τον γονατίσουν και στρατιωτικά.
Πλέον με τα δύο πόδια στο αμερικανικό στρατόπεδο , ο Ζελένσκι μιλάει όλο και λιγότερο για διαπραγματεύσεις.
Μετά τις νέες παραλαβές οπλικών συστημάτων και την επίσκεψη των δύο Αμερικανών υπουργών το Σαββατοκύριακο, δήλωσε πεπεισμένος ότι μπορεί να συντρίψει τον ρωσικό στρατό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου