Σοβαρό ζήτημα ως προς την αξιοπιστία των κυβερνητικών διαβεβαιώσεων για «στήριξη» και «ενίσχυση» της δημόσιας Υγείας, αλλά και πολιτικά ερωτήματα ως προς τον χρόνο των εκλογών, εγείρει το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα για την περίοδο 2023-2026.
Σύμφωνα με το βασικό σχέδιο δαπανών του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2023-2026 που έστειλε, αυτή την εβδομάδα, στους φορείς του Δημοσίου ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, για το 2023 προβλέπονται περικοπές δημοσίων δαπανών συνολικού ύψους 2,6 δις ευρώ.
Το «μαχαίρι» στις δαπάνες εντάσσεται στον στόχο για επιστροφή στα πλεονάσματα μετά το τέλος της δημοσιονομικής χαλάρωσης της πανδημίας και από τις οδηγίες Σκυλακάκη προς τα αρμόδια υπουργεία προκύπτει ότι το μεγαλύτερο μέρος από το «συμμάζεμα» της επόμενης χρονιάς – της τάξης του 1,5 δις ευρώ - θα προέλθει από τον προϋπολογισμό του υπουργείου Άμυνας.
Η μείωση των δαπανών της άμυνας από 6,46 στα 4,9 δις αντανακλά και το γεγονός ότι φέτος είχαν προυπολογιστεί υψηλά κόστη για τους νέους εξοπλισμούς.
Ωστόσο, έχει σημασία ως προς τις προτεραιότητες της κυβέρνησης το γεγονός ότι το κύριο τμήμα από τις υπόλοιπες περικοπές αφορά τα τρία υπουργεία κοινωνικής αιχμής – τα υπουργεία Υγείας, Παιδείας και Εργασίας.
Συγκεκριμένα, για το 2023 προβλέπεται μείωση των δαπανών του υπουργείου Υγείας κατά 200 εκατ. ευρώ, παρ’ ότι το ΕΣΥ βρίσκεται στα όρια των αντοχών του και οι επιστήμονες προειδοποιούν πως ούτε τον επόμενο χρόνο θα έχουμε τελειώσει με την πανδημία.
Προβλέπεται επίσης μείωση των δαπανών του υπουργείου Παιδείας κατά 180 εκατομμύρια ευρώ σε σχέση με το 2022 καθώς και «ψαλίδι» 156 εκατομμυρίων ευρώ στις δαπάνες του υπουργείου Εργασίας.
Επιπλέον περικοπές 130 εκατομμυρίων ευρώ για έκαστο προβλέπονται και για τα υπουργεία Υποδομών/Μεταφορών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης.
Οι αριθμοί αυτοί και η κατανομή των περικοπών στις δαπάνες δείχνουν ότι η ενίσχυση της Υγείας και της Παιδείας, καθώς και η στήριξη της απασχόλησης, δεν εντάσσονται στις προτεραιότητες της κυβέρνησης για τον επόμενο χρόνο.
Πρόσθετα ερωτήματα, ως προς την οικονομική πολιτική, προκύπτουν και από το γεγονός πως οι περικοπές των 2,6 δις δεν αρκούν για να επιτευχθεί το 2023 πλεόνασμα 2%, όπως έχει θέσει ως στόχο η κυβέρνηση και, όπως ζήτησε επίσης, αυτή την εβδομάδα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Το πλεόνασμα του 2% ισοδυναμεί με 3,7 δις ευρώ και αυτό, πρακτικά, σημαίνει ότι θα πρέπει να αυξηθούν και τα έσοδα από την φορολογία – ήτοι, στην καλύτερη περίπτωση δύσκολα θα υπάρξουν νέες ελαφρύνσεις, ενώ αντιθέτως δεν αποκλείεται να υπάρξουν αυξήσεις φόρων.
Τούτων δοθέντων προκύπτει και το προφανές πολιτικό ερώτημα:
Λογικά, και με βάση τα συνταγματικά δεδομένα, το 2023 είναι προεκλογική και εκλογική χρονιά.
Τα μεγέθη του Μεσοπρόθεσμου – που θα πρέπει να αποτυπωθούν και στον προϋπολογισμό που θα κατατεθεί το φθινόπωρο - δεν αφήνουν, ωστόσο, κανένα περιθώρια προεκλογικών δαπανών-παροχών, όπως δεν αφήνει και κανένα περιθώριο προεκλογικών ελαφρύνσεων ο στόχος αύξησης των φορολογικών εσόδων.
Πιο απλά, όσοι διαβάζουν την πολιτική πραγματικότητα πίσω από τους αριθμούς βλέπουν να «καίγεται» το σενάριο για εκλογές το 2023 - ακόμη και την άνοιξη του 2023 και όχι στο τέλος της κυβερνητικής θητείας.
Και ανεβάζουν τα «στοιχήματα» για πρόωρες κάλπες έως το φθινόπωρο του 2022 και, δη, αρκετά πριν κατατεθεί ο προϋπολογισμός της επόμενης χρονιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου