Θέλεις να παραμερίσεις, αν και οι ενδείξεις περί του αντιθέτου είναι πολλές, τις ισχυρές αμφιβολίες σου για τη δεσπόζουσα θεωρία ότι η Δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη και δεν χειραγωγείται από την πολιτική εξουσία.
Ξεχνάς τα όσα ευτράπελα αλλά και σοβαρά έχουν συμβεί στον χώρο της Δικαιοσύνης.
Ξεχνάς τις ωμές παρεμβάσεις των κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ για να τοποθετηθούν σε θέσεις - κλειδιά πρόσωπα της εμπιστοσύνης τους, παραβιάζοντας επετηρίδες και κανόνες.
Ξεχνάς τις καταγγελίες για χυδαίες και αντιθεσμικές πρακτικές στη Δικαιοσύνη που εκτόξευε το ένα κόμμα εναντίον του άλλου όταν άλλαζαν θέση στο πολιτικό σύστημα.
Ξεχνάς τις μεταπηδήσεις κορυφαίων δικαστικών από τα έδρανα στην κομματική πολιτική σε χρόνο ρεκόρ καταργώντας στην πράξη κάθε έννοια αυτονομίας. Ξεχνάς τη δουλοπρεπή προς την εξουσία στάση ορισμένων δικαστικών με ιδιοτελείς ενέργειες, εξωφρενικούς εξωραϊσμούς κυβερνητικών επιλογών και σκόπιμες παραλείψεις για να πέσουν στα μαλακά μεγαλόσχημοι της οικονομικής και πολιτικής ελίτ.
Ξεχνάς τα πολλά περιστατικά προβληματικής εφαρμογής των νόμων: εξοντωτικές ποινές σε αποσυνάγωγους, προκλητική... επιείκεια σε έχοντες και κατέχοντες. Ξεχνάς τον εμφύλιο που έχει ξεσπάσει στις τάξεις των δικαστών και εισαγγελέων με αιχμές για συμπεριφορές που είναι ευάλωτες στην υποψία περί παραταξιακής στράτευσης.
Ξεχνάς, τέλος, αυτά που διάβασες πριν από λίγες μέρες, τα οποία δείχνουν πώς αντιλαμβάνονταν ορισμένοι επιφανείς εκπρόσωποι του πολιτικού κατεστημένου τον ρόλο της Δικαιοσύνη και φωταγωγούν, χωρίς όμως συνέπειες γιατί δεν είναι πια στη ζωή, την αιμομικτική σχέση μεταξύ πολιτικών και δικαστών.
Αναφέρομαι στην αφήγηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη για το 1989, όπως αποτυπώθηκε στο βιβλίο του Αλ. Παπαχελά «Με τα δικά του λόγια» (εκδόσεις Παπαδόπουλος).
Λέει λοιπόν ο Κ. Μητσοτάκης:
«Εγώ δεν εκίνησα το δακτυλάκι μου για να καταδικαστεί ο Ανδρέας. Το μικρό μου δακτυλάκι αν κινούσα ο Ανδρέας θα καταδικάζετο» (σελ 149).
Ενα θαυμαστικό.
Μπορούσε, αλλά δεν το έκανε. Ας το δεχτούμε. Μπορούσε πάντως. Αρα; Βγάλτε συμπέρασμα.
Παρακάτω:
«Είχα δεσμό με τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, τον Βασίλη Κόκκινο, ήταν φίλος μου, τον έβλεπα. Στη σκληρή περίοδο της ακμής του ΠΑΣΟΚ αγωνιζόμασταν μαζί να σώσουμε την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης» (σελ. 152).
Δύο θαυμαστικά.
Ηταν η κυβέρνησή του, για να μην ξεχνιόμαστε, που παρέκαμψε καμιά τριανταριά αρχαιότερους για να κάνει τον Β. Κόκκινο πρόεδρο του Αρείου Πάγου.
Συνεχίζει:
«Ημουν βέβαιος ότι ο Ανδρέας δεν θα πήγαινε φυλακή και ότι δεν θα στερούνταν τα πολιτικά δικαιώματά του, αλλά το αν θα δικαζόταν με αναστολή ή όχι, με συνέργεια φυσικά, δεν μπορούσα να το ξέρω» (σελ. 155).
Τρία θαυμαστικά.
Πώς ήταν βέβαιος για την ετυμηγορία του Ειδικού Δικαστηρίου σ’ ό,τι αφορά τη φυλάκιση και τη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του κατηγορουμένου Ανδρέα Παπανδρέου;
Και κλείνει:
«Δύο δικαστές άλλαξαν θέση την τελευταία στιγμή... αλλά δεν θέλω να μιλήσω περισσότερο. Κάποτε μπορεί κάποιοι άλλοι να μιλήσουν γι’ αυτό» (σελ. 155).
Βάλτε όσα θαυμαστικά θέλετε.
Κάποτε θα μιλήσουν άλλοι; Ποιοι; Πότε; Αφού όμως φαίνεται ότι γνώριζε τι διημείφθη στη συνεδρίαση του Ειδικού Δικαστηρίου γιατί δεν φρόντισε να ενημερώσει τον ελληνικό λαό; Αγνωστο.
Τα ξεχνάς λοιπόν όλα τα παραπάνω, οπλίζεσαι με καλή διάθεση και προσεγγίζεις με τη δέουσα προσοχή την κατάθεση εισαγγελικού λειτουργού στην προκαταρκτική επιτροπή για την υπόθεση Παπαγγελόπουλου.
Βρίσκεται ψηλά στην ιεραρχία, τις αναφορές του έχουν επικαλεστεί η κυβέρνηση και η ελάσσων αντιπολίτευση για να προτείνουν προανακριτική επιτροπή και περιμένεις, σοβαρότητα και κυρίως υπεράσπιση με επιχειρήματα που δύσκολα θα σηκώσουν αντίλογο της ανεξαρτησίας του θεσμού που υπηρετεί.
Και πέφτεις από τα σύννεφα (τρόπος του λέγειν) μαθαίνοντας όσα είπε (για την ακρίβεια όσα του αποδίδονται αφού οι συνεδριάσεις δεν είναι ανοικτές).
Ας αφήσουμε κατά μέρος τις αντιφάσεις του για την ουσία του θέματος, τις πρωτοφανείς απόψεις του για πρόσωπα και καταστάσεις, την εμμονή του για συναδέλφους του που χειρίζονται τους φακέλους του σκανδάλου Novartis,
τα αλλεπάλληλα κροσέ που έδωσε στην κοινή λογική στέλνοντάς την στο καναβάτσο, την άρνησή του να ονοματίσει αυτόν που θεωρεί ότι είναι ο υπεύθυνος για όλα τα δεινά που μαστίζουν τη Δικαιοσύνη και ας εστιάσουμε στη θέση του ότι «ο Τσίπρας ήξερε για την Τουλουπάκη, αλλά δεν έκανε τίποτε για να την διώξει».
Αν ισχύει αυτό (δεν το αμφισβήτησαν οι βουλευτές της Ν.Δ. που είναι στην επιτροπή, ενώ τα δεξιά μέσα ενημέρωσης μίλησαν για βόμβα), ο συγκεκριμένος μάρτυρας οφείλει να μας πει:
μπορούσε ο Τσίπρας (ο κάθε πρωθυπουργός) να διώξει την επικεφαλής της εισαγγελίας κατά της διαφθοράς;
Αν μπορεί να το κάνει ο όποιος πρωθυπουργός για ποια διάκριση εξουσιών μιλάμε;
Για να το λέει όμως ένας υψηλόβαθμος αξιωματούχος της Δικαιοσύνης σημαίνει πως ξέρει ότι γίνεται και ξέρει ότι έχει συμβεί στο παρελθόν.
Αναρωτιέμαι τότε για ποιο λόγο δεν παραιτείται.
Δεν ξέρω ποια θα είναι η κατάληξη της υπόθεσης, φοβάμαι όμως ότι από την όλη ιστορία η Δικαιοσύνη θα βγει ζημιωμένη.
Ανάγωγα
«Ο λαός δεν ξεχνά τη σημαίνει Δεξιά», φώναζαν οι οπαδοί του ΠΑΣΟΚ τα παλιά χρόνια. «Φόλα στον σκύλο του ΠΑΣΟΚ», απαντούσαν οι δεξιοί με το που έχασαν τις εκλογές το 1981 και ήλπιζαν ότι οι άπλυτοι με τα μεγάλα μουστάκια δεν θα μακροημέρευαν (και τότε για παρένθεση μιλούσαν).
«Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», είναι ένα από τα βασικά συνθήματα του ΚΚΕ.
Με τα «Μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι» και «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι» στολίζουν οι αντιεξουσιαστές εδώ και χρόνια τους αστυνομικούς και την... αφεντιά μας.
Ετσι, για να μην ξεχνιόμαστε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου