Δευτέρα 18 Μαρτίου 2019

Ποιος οπλίζει τους νεοναζί τρομοκράτες;-Δημήτρης Ψαρράς














 


Η πολύνεκρη τρομοκρατική επίθεση στη Νέα Ζηλανδία άφησε πίσω της σημαντικά ευρήματα, με τα οποία ο ίδιος ο πρωταγωνιστής του μακελειού φρόντισε να αποσαφηνίσει πλήρως τα κίνητρά του, δημοσιοποιώντας ένα προσωπικό «Μανιφέστο» 74 σελίδων και κωδικοποιώντας τις θέσεις του με συνθήματα χαραγμένα στα όπλα του.
1. Είναι δεδομένο ότι πρόκειται για έναν φανατικό ναζιστή, πιστό μιας ιδέας που πολλοί νόμιζαν ότι είχε θαφτεί στα συντρίμμια της Καγκελαρίας του Χίτλερ στο Βερολίνο του 1945.
Στο «Μανιφέστο» το ξεκαθαρίζει απολύτως. Αφού αποκρούει προσχηματικά ότι είναι ναζιστής 
(«Σήμερα δεν υπάρχουν ναζί.Πουθενά δεν αποτελούν πολιτική δύναμη οι ναζί εδώ και 60 χρόνια»), 
στη συνέχεια αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να είναι «νεοναζί», εφόσον ο προσδιορισμός αυτής «της ευρείας κατηγορίας ανθρώπων είναι ασαφής»!
Πρόκειται βέβαια για το επιχείρημα που χρησιμοποιούν σε όλο τον κόσμο οι ναζιστές και ανάμεσά τους και οι εγχώριοι οπαδοί του Αρχηγού Μιχαλολιάκου.
Υπάρχει, όμως, χαραγμένη στο όπλο του Αυστραλού δολοφόνου γραμμένη η κωδική φράση «14 λέξεις» (14 words), δηλαδή η φράση «We must secure the existence of our people and a future for white children» (Πρέπει να εξασφαλίσουμε την ύπαρξη του λαού μας και ένα μέλλον για τα λευκά παιδιά).
Πρόκειται για τη φράση του διαβόητου Ντέιβιντ Λέιν, του Αμερικανού νεοναζί τρομοκράτη (1938-2007), μέλους της οργάνωσης The Order, ο οποίος καταδικάστηκε το 1985 σε 190 χρόνια κάθειρξη και πέθανε στη φυλακή.
Τη φράση αυτή χρησιμοποιούν οι ναζιστές σε όλο τον κόσμο για να συνεννοούνται μεταξύ τους και φυσικά το ίδιο κάνει και η Χρυσή Αυγή.
Μάλιστα η Χρυσή Αυγή έχει οργανώσει και εκστρατεία για την αποφυλάκιση των δολοφόνων της τρομοκρατικής οργάνωσης The Order, τους οποίους θεωρεί συναγωνιστές της:
«Για περισσότερα από είκοσι χρόνια τα εν ζωή μέλη της ένοπλης επαναστατικής οργάνωσης The Order κρατούνται φυλακισμένα πίσω από τα κάγκελα της ZOG (σ.σ. Zionist Occupation Government, Σιωνιστική Κατοχική Κυβέρνηση, δηλαδή η κυβέρνηση των ΗΠΑ στην αργκό των νεοναζί).
 Οι άντρες της του Τάγματος θυσίασαν τις ζωές τουςπολεμώντας για τις ιδέες μας, για την ίδια την ύπαρξη των Λαών μας και το μέλλον της Λευκής Νεολαίας. Υπογράψτε στο βιβλίο συμπαράστασης στους φυλακισμένους συναγωνιστές μας»
(περ. «Αντεπίθεση», τχ. 28, Μάιος-Ιούνιος 2007).
2. Αποτελούν επομένως δείγμα πολιτικής τύφλωσης οι προσπάθειες να μετατοπιστεί η ευθύνη για το μακελειό στα ίδια τα θύματα, όπως γίνεται από όσους επιχειρούν να το «ερμηνεύσουν» ως τάχα ακραίο αποτέλεσμα ή παράπλευρη συνέπεια των μεταναστευτικών κυμάτων και της «εισβολής» «αλλόφυλων» ή «αλλόπιστων» σε μια ομοιογενή κοινότητα.
Το επιχείρημα αυτό, που οδηγεί από τον Ορμπαν και τον Σαλβίνι στον Μιχαλολιάκο, τον Λέιν και τον Μπρέντον Τάραντ, αποτελεί στην ουσία συγχωροχάρτι για τον δολοφόνο.
Οι σημαντικότερες πρόσφατες επιστημονικές μελέτες του φαινομένου της ακροδεξιάς τρομοκρατίας έχουν αποδείξει ότι οι φανατικές νεοναζιστικές ομάδες στοχεύουν συνήθως περισσότερο σε άλλες κοινωνικές ομάδες και όχι στους μετανάστες, αλλά φροντίζουν να αξιοποιήσουν, όπου υπάρχει, τη διαδομένη αντιπάθεια προς τους «αλλοδαπούς» (Tore Bjørgo (επιμ.), «Terror from the Extreme Right», Franc Cass, Λονδίνο 1995, σ. 12).
Και οι πράξεις τους αυτές είναι πιο βίαιες όσο βλέπουν ότι το μίσος που διαχέεται στην κοινωνία προς κάποια μερίδα του πληθυσμού μεγεθύνεται και η ανοχή στις βίαιες πράξεις εναντίον τους τείνει να δικαιολογηθεί:
«Ακροδεξιοί και επιθετικοί νέοι ανακάλυψαν ότι, όταν η κλίση τους προς τη βία στρεφόταν εναντίον αλλοδαπών, δεν αντιμετώπιζαν κοινωνικές απαγορεύσεις, στιγματισμό και κυρώσεις, όπως συνέβαινε παλιότερα, αλλά αντιθέτως έβρισκαν κατανόηση, συμπάθεια και υποστήριξη από μερίδες του πληθυσμού» (στο ίδιο).
Ο Τάραντ ήταν σίγουρος ότι η φρικτή πράξη του θα βρει αρκετούς υποστηρικτές. 
Γι’ αυτό τον λόγο φρόντισε να τη μεταδώσει σε «ζωντανή σύνδεση» και να τη δικαιολογήσει με το «Μανιφέστο» του.
Η απουσία οποιουδήποτε σχολίου από τη Χρυσή Αυγή είναι χαρακτηριστική για την υποδοχή του μακελειού από τους ανά τον κόσμο ναζιστές.
3. Από αυτή την άποψη ο δολοφόνος της Νέας Ζηλανδίας φαίνεται να εμπνέεται και από έναν άλλον οπαδό του Ντέιβιντ Λέιν, τον Τίμοθι Μακβέι, τον δράστη της πολύνεκρης επίθεσης στο ομοσπονδιακό κτίριο της Οκλαχόμα το 1995, αλλά ακόμα και τον Τεντ Κατζίνσκι, τον περιβόητο Unabomber. 
Ούτε ο πρώτος ούτε ο δεύτερος είχαν στόχο «αλλοδαπούς» ή «μετανάστες».
Ο ένας στράφηκε κατά των ομοσπονδιακών αρχών, ο δεύτερος κατά αριστερών επιστημόνων. 
Αλλά και οι δύο είχαν κατά νου την «εκδίκηση» εναντίον όσων θεωρούσαν υπεύθυνους για τον κοινωνικό «εκφυλισμό» και την υποβάθμιση της δικής τους «κοινότητας».
Δεν είναι ασφαλώς σύμπτωση ότι η Χρυσή Αυγή έχει εκδώσει εδώ και πολλά χρόνια το βιβλίο του Αμερικανού νεοναζί Ουίλιαμ Πιρς «Ημερολόγια Τέρνερ», το οποίο θεωρείται ότι παρακίνησε τον Μακβέι στην ενέργειά του, ενώ μόλις πριν από λίγους μήνες εξέδωσε και το μανιφέστο του Κατζίνσκι, με ενθουσιώδη πρόλογο του Ματθαιόπουλου, στενού συνεργάτη του Μιχαλολιάκου.
4. Ο μοναδικός ένοχος για το μακελειό της Νέας Ζηλανδίας είναι κατά συνέπεια η ανάδυση του φανατικού νεοναζισμού, ο οποίος συγκροτείται αυτή την περίοδο με τη μορφή μιας φανατικής θρησκευτικής σέχτας.
Από αυτή την άποψη αποτελεί τον αντίποδα της ισλαμικής τρομοκρατίας με την οποία φυσικά αλληλοτροφοδοτείται, χωρίς σε καμιά περίπτωση να ταυτίζεται.
Για το πώς αναπτύσσεται αυτό το κίνημα διαθέτουμε τη δημοσιευμένη παραδοχή του «Περίανδρου» Ανδρουτσόπουλου, την εποχή που τον είχε χρίσει υπαρχηγό του ο Μιχαλολιάκος:
«Φανατικοί όλοι εμείς, ασχολούμαστε με όσα οι άλλοι τρέμουν και να σκεφτούν ακόμα. […] Ο Φανατισμός είναι σπουδαίο συναίσθημα. Σε τονώνει όταν όλα δείχνουν χαμένα. Μα και σε σπρώχνει στην απληστία της δημιουργίας πολλαπλών χτυπημάτων στον αντίπαλο, εκμηδενίζοντας τον οίκτο, όταν εκείνος ικετεύει τάχα ηττημένος. […] 
Ο Φανατισμός χαρίζει υπομονή, επιμονή και λύσσα για την εκδίκηση, προσμονή της ημέρας που θα τιμωρήσουμε τους εχθρούς της πατρίδας μας και της φυλής μας. […] 
Είμαστε εθνικιστές και συνωμότες. Είμαστε γεμάτοι Φανατισμό που θα χαράξουμε με σπαθί και πένα, και θα διαχύσουμε με μελάνι και αίμα» (εφ. «Χρυσή Αυγή», 31.1.1997).
Ας μην παραξενεύεται λοιπόν κανείς που ο Αυστραλός νεοναζί ονόμασε τον εαυτό του «Turkofago».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου