«Γιατί η Αθήνα μάς ανήκει» ήταν το πρώτο σύνθημα που «έπεσε» στην «πιάτσα» του Διαδικτύου και, όπως ήταν φυσικό, έφερε στην επιφάνεια το πλήθος των αρνητικών συμπτωμάτων που καταταλαιπωρούν την ελληνική κοινωνία λόγω της οικογενειοκρατίας.
Θεμελιωδώς ανοίκεια, πολλαπλώς αλαζονική και εξόχως αποκαλυπτική μιας ιδιοκτησιακής αντίληψης για τα δημοκρατικά αξιώματα, η εκκίνηση της προεκλογικής καμπάνιας για τον δημαρχιακό θώκο της Αθήνας, από τον Κώστα Μπακογιάννη, δικαίως ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων.
«Γιατί η Αθήνα μάς ανήκει» ήταν το πρώτο σύνθημα που «έπεσε» στην «πιάτσα» του Διαδικτύου και, όπως ήταν φυσικό, έφερε στην επιφάνεια το πλήθος των αρνητικών συμπτωμάτων που καταταλαιπωρούν την ελληνική κοινωνία λόγω της οικογενειοκρατίας.
Ένα πλήθος που, στην περίπτωση της οικογένειας Μητσοτάκη, βρίσκει ακραία εφαρμογή, όχι πάντοτε με απολύτως ξεκάθαρες (γνωστές σε όλους) μεθόδους.
Ουδείς ξεχνά -κι ας μην είναι πάντοτε «αναγνωστέο»- ότι πρόκειται για οικογένεια που διάφορα μέλη της φέρονται ότι ενεπλάκησαν σε σκάνδαλα και σκανδαλάκια που μπορεί να καλύφθηκαν από ένα πολύπειρο, πανίσχυρο και πολυπλόκαμο συστημικό μηχανισμό προστασίας, ωστόσο δεν διέλυσαν ποτέ το σύννεφο προκλητικής νομιμότητας το οποίο καλύπτει τη συγκεκριμένη οικογένεια.
Νωπό παράδειγμα, οι περιπέτειες του Κυριάκου Μητσοτάκη περί τα οικονομικά της συζύγου του. Περιπέτειες για τις οποίες τηρεί αιδήμονα σιωπή, συνεπικουρούμενη από τα πρόθυμα δοξαστικά και τις ακόμα πιο πρόθυμες επιθέσεις εναντίον των «άλλων» που για μυστήριους λόγους εχθρεύονται την αγία οικογένεια και κατασκευάζουν σκευωρίες. Καλό το παραμύθι -χρόνια τώρα- αλλά δεν έχει δράκο, παρά τις άοκνες προσπάθειες να αποδειχτεί το αντίθετο.
Όλα τούτα και άλλα πολλά θα έπρεπε να τα έχει υπ’ όψη του ο Κώστας Μπακογιάννης, πριν πετάξει το σύνθημα «Γιατί η Αθήνα μάς ανήκει».
Και αν δεν έχουν φτάσει στ’ αυτιά του, τουλάχιστον (αφού παρουσιάζεται ως ελπιδοφόρος για τη Δεξιά, οξύνους νέος πολιτικός), θα έπρεπε να έχει συνειδητοποιήσει πως αν ποτέ έφτιαχναν το άγαλμα του νεποτισμού, ο ίδιος θα αποτελούσε μια εξαιρετικά καλή επιλογή για μοντέλο.
Δεν μπορεί, διάολε, να είσαι εγγονός ενός πολύπλαγκτου πολιτικού και πρωθυπουργού όπως ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, υιός μιας επίσης πολύπλαγκτης πολιτικού και πολλές φορές υπουργού (της οποίας ο μηχανισμός δεν είναι άμοιρος για τις μέχρι τώρα εκλογικές επιτυχίες σου,
έχοντας ήδη καταλάβει θέσεις σε «παράταξη μάχης» για τις επόμενες πολιτικές στοχεύσεις σου), δεν μπορεί, τέλος, να είσαι ανιψιός του αρχηγού της Ν.Δ. Κυριάκου Μητσοτάκη, άλλο ακραίο παράδειγμα νεποτισμού ακόμα και στην αγορά εργασίας (ποιος ξεχνά τον πρώτο του μισθό, άλλωστε δεύτερος δεν υπήρξε για το «καλύτερο βιογραφικό της χώρας»),
δεν μπορεί, επαναλαμβάνω, να κουβαλάς όλο αυτό το φορτίο, το πολύ ευχάριστο φορτίο για τις επιδιώξεις σου, και να πετάς με θράσος χιλίων πιθήκων... πολυτελείας, στα μούτρα της κοινωνίας, ένα «Γιατί η Αθήνα μάς ανήκει».
Το οποίο αντανακλαστικά σχεδόν, φέρνει στο νου τη φασιστοειδούς αντίληψης συνθηματολογία του Σαμαρά για «ανάκτηση» των πόλεων από τους «λαθρομετανάστες».
Το σύνθημα, σκοπίμως αόριστο και με ασπόνδυλη επικοινωνιακή γλώσσα, αν το βάλεις στον μεγεθυντικό φακό αποδεικνύεται δυσοίωνο και απειλητικό.
Ποιοι είναι αυτοί που «τους ανήκει» η πόλη;
Γιατί, όποιοι και να είναι, εμείς δεν είμαστε μαζί τους.
Όλοι «οι εμείς» που ξέρουμε ότι οι πόλεις δεν έχουν ιδιοκτήτες.
Το «η πόλη μάς ανήκει» ταιριάζει σε οχλοειδείς συμμορίες του πολιτικού, του οπαδικού και του ποινικού περιθωρίου. Και αυτές οι συμμορίες(που στην εξευγενισμένη τους μορφή τις λες και «μηχανισμούς) ζέχνουν αφεντικίλα.
Αξίζει λοιπόν κάτι καλύτερα για τους πολίτες της Αθήνας, γι' αυτούς δηλαδή που έχουν την ύψιστη τιμή να είναι «χρήστες του αθηναϊκού εδάφους» και τίποτα παραπάνω, από έναν δήμαρχο - αφεντικό για να κανοναρχεί μια κολακευτική για τους εύπιστους, πλην όμως ταπεινωτική όσο και ανύπαρκτη «ιδιοκτησία».
Και έπειτα έρχεται κι εκείνο το τάχα μου αθώο «γιατί» στην αρχή του συνθήματος. Αντιγράφω από το λεξικό: «Γιατί, αιτιολογικός σύνδεσμος που αναφέρεται στον λόγο, την αιτία ή τον σκοπό μιας πράξης».
Ας το σκεφτούμε λοιπόν: Ποια είναι η αιτία που συνδέει τη στόχευση του Κώστα Μπακογιάννη με την ίδια την πόλη; Μα η ακόρεστη ανάγκη για εξουσία σε μια ιδιόκτητη πόλη.
Δικαίωμά του.
Έτσι διαπαιδαγωγήθηκε, αυτό επιθυμεί. Μόνο που αυτή δεν είναι η πόλη ΜΑΣ.
Ο Κώστας Μπακογιάννης ποτέ δεν κατοίκησε σ’ αυτή την πόλη «που όλους μας αντέχει στη ράχη της με τις μικρότητές μας, τις κακίες μας, τις έχτρες μας, με τις φιλοδοξίες, την άγνοιά μας και τα γηρατειά μας», όπως λέει ο Γιάννης Ρίτσος στη «Σονάτα του σεληνόφωτος».
Στην δική ΜΑΣ πόλη «ο ουρανός αρχίζει από το ψωμί», δεν αρχίζει από το παντεσπάνι. Καληνύχτα, κύριε Μπακογιάννη.
ΜΟΤΟ
Ποιοι είναι αυτοί που «τους ανήκει» η πόλη; Γιατί, όποιοι και να είναι, εμείς δεν είμαστε μαζί τους. Όλοι «οι εμείς» που ξέρουμε ότι οι πόλεις δεν έχουν ιδιοκτήτες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου