Μετά την Ελληνοφρένεια και τον Σίλα Σεραφείμ, τη σκυτάλη στην έρευνά μας για τα όρια στις ραδιοφωνικές φάρσες (και τις φάρσες ή τη σάτιρα, γενικότερα) παίρνει σήμερα ο Χριστόφορος Ζαραλίκος, από τους καλύτερους στην Ελλάδα στο stand up comedy.
-Ποια η γνώμη σου για τις φάρσες; «Γενικά, δεν μου αρέσουν. Δεν έκανα ποτέ και δεν θέλω να μου κάνουν. Μία φορά μόνο συμμετείχα σε φάρσα με τον Χρήστο Φερεντίνο, σε περιβάλλον όμως απόλυτα ελεγχόμενο. Η φάρσα δεν ελέγχεται, δεν μπορείς επομένως να ξέρεις τι αντίδραση θα φέρει». -Και οι ραδιοφωνικές φάρσες; «Πολύ περισσότερο στο ραδιόφωνο. Το να καταφεύγει ένας παραγωγός στη φάρσα, είναι σαν τον κωμικό που δεν έχει κείμενo και λέει ανέκδοτα. Είναι μία πολύ εύκολη λύση, τόσο εύκολη που γίνεται κακή στο τέλος». -Πότε έχει νόημα η φάρσα; «Όποιος είναι μάγκας ή γουστάρει τις φάρσες, θα πρέπει να στοχεύει αποκλειστικά στην εξουσία. Αυτό που έκανε η Ελληνοφρένεια στον Γεράσιμο Γιακουμάτο, είχε νόημα. Όταν η φάρσα γίνεται σε υπουργούς, βουλευτές, δημοσιογράφους, παράγοντες, εφοπλιστές, τραπεζίτες, σε ανθρώπους δηλαδή που κατέχουν εξουσία, τότε δεν πρέπει να γνωρίζει όρια. Τότε μπορεί να αγγίζει ακόμα και τα προσωπικά δεδομένα. Δεν είναι στο στυλ μου, το επαναλαμβάνω, αν το έκανα όμως θα ήταν φάρσα χωρίς έλεος. Ο δημοφιλής Howard Stern ας πούμε προχωράει σε ανάλογες ακραίες φάρσες». -Και οι κακές φάρσες; «Από τα χειρότερα παραδείγματα άθλιας φάρσας είναι εκείνη της Συντέλειας, στη Λιάνα Κανέλλη. Μία φάρσα, άκρως επικίνδυνη. Γνωρίζουμε πως η Κανέλη είχε ήδη υποστεί βία σε τηλεοπτικά πλατό, βία ανάλογη όπως η φάρσα που πήγε να της γίνει. Ξέρουμε αν η γυναίκα είναι καρδιακή; Όχι. βέβαια. Κι αν αντιμετώπιζε πρόβλημα υγείας εκείνη τη στιγμή, τι θα γινότανε; Αν σου αρέσει η φάρσα, μην την κάνεις στο θύμα, αλλά στον θύτη.
Αυτό αποκαλύπτει και το ποιόν των ανθρώπων.
Αν ήταν μάγκας ο Μάνος Βουλαρίνος θα έπρεπε να έκανε τη φάρσα στον Μιχαλολιάκο της Χρυσής Αυγής. Να έβαζε πέντε ψηλούς με μούσια, "αναρχικούς", να κρατούν βόμβες μολότοφ». -Και οι δύο ραδιοφωνικοί παραγωγοί από την Αυστραλία; «Αν οι αυστραλοί την ίδια ημέρα είχαν κάνει ανάλογη φάρσα και στη βασίλισσα, θα έλεγα οκ, οι τύποι το έχουν διαλέξει το πράγμα και απλώς τους συνέβη μία ατυχία. Επειδή η φάρσα τους ήταν όμως σε υπάλληλο, μοιάζουν με... κότες. Αν κάποιος κάνει φάρσα στον Αντώνη Σαμαρά λόγου χάριν και του βγάλει στη φόρα, ακόμα και τις σεξουαλικές του προτιμήσεις, εγώ θα ήμουν υπέρ του. Αλλά να κάνεις μία φάρσα με αράχνες σε κάποιον που φοβάται τις αράχνες, είναι στα όρια του φόνου».
Κι ένα δικό μου, χθεσινό σχόλιο, από την εφημερίδα «6 μέρες»:
Η συγκεκριμένη ραδιοφωνική φάρσα πάντως έλαβε διαστάσεις δημοσιότητας, δυσανάλογα μεγάλες σε σχέση με την επιτυχία της. Η κακόμοιρη η νοσοκόμα, δεν αποκάλυψε και τίποτε το σπουδαίο, μετρημένη ήταν. Αλλά και οι δύο ραδιοφωνικοί παραγωγοί δεν ξεπέρασαν τα όρια. Τα όποια όρια της ραδιοφωνικής φάρσας. Τα δυσδιάκριτα. Δεν ήταν χυδαίοι, δεν ήταν καυστικοί, δεν υπερέβησαν τα εσκαμμένα. Έκαναν όμως ένα βασικό λάθος. Απέναντί τους δεν είχαν άνθρωπο της εξουσίας, κάποιον με κομβική θέση που λαμβάνει αποφάσεις, αλλά έναν χαμηλόβαθμο υπάλληλο που βρέθηκε στη λάθος θέση, τη λάθος στιγμή.
Η φάρσα, η ραδιοφωνική φάρσα, αποκτά νόημα όταν ως στόχο της έχει τους ισχυρούς, τη θέση τους και τις αποφάσεις τους, όχι την προσωπικότητά τους ή τα επιμέρους στοιχεία αυτής.
Το ίδιο ισχύει και για τη σάτιρα.
Η σάτιρα και η φάρσα είναι αντεξουσιαστική. Σάτιρα συστημική, όπως αυτή που μερικές φορές κάνει η «Συντέλεια» του Σκάι ή εκείνη από το ανεκδιήγητο «Ίδρυμα» στον ίδιο σταθμό, δεν νοείται.
Εκτός κι αν θέλεις να αποτελείς τον γελωτοποιό του βασιλιά.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου