Επανίδρυση ως εφημερίδα των συντακτών;
Eχοντας καταβάλει το παράβολο που απαιτείται [2.000 ευρώ] είναι θέμα χρόνου η εκδότρια της Ελευθεροτυπίας Μάνια Τεγοπούλου να προσφύγει στο άρθρο 99, δηλαδή να «μετατρέψει την άλλοτε μαχητική εφημερίδα των συντακτών σε εφημερίδα των πιστωτών
1. Οι εργαζόμενοι [δημοσιογράφοι, διοικητικοί υπάλληλοι, τεχνικοί, φωτορεπόρτερ], απλήρωτοι από τον Αύγουστο και χωρίς δώρο Χριστουγέννων
2 έβγαλαν το φύλλο της Πέμπτης και, πλέον, βρίσκονται σε επαναλαμβανόμενες 48ωρες απεργίες έχοντας εξαντλήσει κάθε όριο υπομονής και καλοπιστίας. Τις εξελίξεις είχε προαναγγείλει (;) η ιδιοκτησία μέσα από ανώνυμο σχόλιό της στην εφημερίδα (Τετάρτη 21.12.11) γράφοντας
«Κόκκινη κλωστή δεμένη / στην ανέμη τυλιγμένη / δώσ’ της κλότσο να γυρίσει / παραμύθι ν’ αρχινήσει»…
Η Ελευθεροτυπία, όμως, όπως και ολόκληρος ο κλάδος που καταρρέει, δεν είναι κλωστοϋφαντουργία, αν και ακολουθεί την πορεία της. Έσοδα από διαφημίσεις δεν υπάρχουν,
τα νέα μέσα ενημέρωσης, σ’ ένα βαθμό, σκοτώνουν τα παλιά
και δεκάδες λάθη στη συγκεκριμένη εφημερίδα οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση.
Αληθοφανής
συνωμοσιολογία
Αδιανόητο, βέβαια, το πώς μια ιστορική εφημερίδα με το ιδιαίτερο «δικό» της πιστό αναγνωστικό κοινό και καλή κυκλοφορία οδηγείται σε λουκέτο αντιμετωπίζοντας προβλήματα ρευστότητας.
Αληθοφανής
συνωμοσιολογία
Αδιανόητο, βέβαια, το πώς μια ιστορική εφημερίδα με το ιδιαίτερο «δικό» της πιστό αναγνωστικό κοινό και καλή κυκλοφορία οδηγείται σε λουκέτο αντιμετωπίζοντας προβλήματα ρευστότητας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του 9μηνου, οι μακροπρόθεσμες τραπεζικές υποχρεώσεις της είναι 37,5 εκ. ευρώ
και οι βραχυπρόθεσμες 13,6 εκ. ευρώ, ενώ ο κύκλος εργασιών έχει διαμορφωθεί στα 32,4 εκ. ευρώ.
Να σημειωθεί ότι ο ισολογισμός της εταιρείας εμφάνισε το 2010 ζημίες 21,4 εκ. ευρώ, ενώ τα έσοδα του πρακτορείου από τις πωλήσεις μπλοκάρονται από την Τράπεζα Πειραιώς, σύμφωνα με τη δανειακή σύμβαση που έχει υπογράψει η Ελευθεροτυπία.
Οι τράπεζες [Alpha, Πειραιώς και Εθνική] στις οποίες είχε απευθυνθεί η ιδιοκτησία, αρνήθηκαν τη χορήγηση δανείου, άρνηση για την οποία η ιδιοκτησία, μαζί με μερίδα εργαζομένων, μετέτρεψε σε πολιτικό σήριαλ με μπόλικη δόση αληθοφανούς συνωμοσιολογίας, καθώς η «αθέτηση του λόγου» ενός τραπεζίτη [Ι. Κωστόπουλος της Alpha Bank3] αποδόθηκε σε παρασκηνιακές πιέσεις κυβερνητικών παραγόντων [Ευ. Βενιζέλος] και ανταγωνιστών
4. Η ιδιοκτησία οχυρώθηκε πίσω από τον «πολιτικό δάκτυλο» και προσπάθησε να επιβάλει πολιτικά την επιχειρηματική της θέση για δάνειο,
5 καθώς, θεωρητικά, τρόικα, κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση έχουν κάθε λόγο να μη δοθεί το δάνειο και η εφημερίδα να κλείσει. Κι αυτό γιατί φαινόταν να εκφράζει, από την πλευρά της, το αντιμνημονιακό μέτωπο του Τύπου.
Χέρια ψηλά…
Είναι πιθανόν συμφέροντα, πολιτικά και επιχειρηματικά, να θέλουν να μπει λουκέτο στην Ελευθεροτυπία.
Χέρια ψηλά…
Είναι πιθανόν συμφέροντα, πολιτικά και επιχειρηματικά, να θέλουν να μπει λουκέτο στην Ελευθεροτυπία.
Γεγονός, όμως, είναι ότι και κανένας τραπεζίτης δεν θα δώσει λύση, όπως και κανένας ιδιοκτήτης άλλου μέσου δεν θα δείξει έμπρακτα την αλληλεγγύη του στην εφημερίδα -πιθανόν να της κάνει ένα καλό μνημόσυνο για να πουλήσει φύλλα, ενώ θα προσπαθήσει να οικειοποιηθεί το κοινό της…
Η ιδιοκτησία μοναδικό σύμμαχό της είχε τους 800 και πλέον εργαζόμενους, αλλά ποτέ δεν το κατάλαβε. Τους εξάντλησε με αλλοπρόσαλλες αποφάσεις και παλινδρομήσεις. Και παρόλο που «ο κόσμος δεν έχει να φάει, χρωστά νοίκια, δάνεια, υποχρεώσεις, η εργοδοσία σήκωνε τα χέρια ψηλά, φορτώνοντας το πρόβλημα στις τράπεζες (…) Η Ελευθεροτυπία επέζησε από τον Αύγουστο και χάρη στην αυταπάρνηση των εργαζομένων της»
Η ιδιοκτησία μοναδικό σύμμαχό της είχε τους 800 και πλέον εργαζόμενους, αλλά ποτέ δεν το κατάλαβε. Τους εξάντλησε με αλλοπρόσαλλες αποφάσεις και παλινδρομήσεις. Και παρόλο που «ο κόσμος δεν έχει να φάει, χρωστά νοίκια, δάνεια, υποχρεώσεις, η εργοδοσία σήκωνε τα χέρια ψηλά, φορτώνοντας το πρόβλημα στις τράπεζες (…) Η Ελευθεροτυπία επέζησε από τον Αύγουστο και χάρη στην αυταπάρνηση των εργαζομένων της»
6. Ουσιαστικά, δηλαδή, οι εργαζόμενοι χρηματοδοτούσαν την έκδοση της εφημερίδας επί πέντε μήνες!
Μπορεί, όμως, σήμερα να επιβιώσει η εφημερίδα; Οι εργαζόμενοι υπόσχονται ότι θα καταβάλουν κάθε προσπάθεια «για να συνεχίσει να υπάρχει η εφημερίδα» και καλούν «την εργοδοσία να συμμετάσχει και η ίδια στην οικονομική στήριξη της εφημερίδας για την έξοδό την από την κρίση».
Ποιες, όμως, πρωτοβουλίες χρειάζονται, ακόμα και επώδυνες για ορισμένους, για την έξοδο από την κρίση;
Αριστερό,δημοκρατικό κοινό
Τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης είναι συνδεδεμένα με οικονομικά και επιχειρηματικά συμφέροντα [δημόσια έργα, ενέργεια, ναυτιλία, κ.λπ.] σε αντίθεση -σε ένα βαθμό- με την Ελευθεροτυπία, που επί 36 χρόνια ακολούθησε μια πορεία που της «εξασφάλισε» ένα αριστερό, δημοκρατικό κοινό, μεσαίας και υψηλής μόρφωσης με άποψη, σημείο αναφοράς για όλους σχεδόν τους δημοσιογράφους.
Η διάσωσή της, λοιπόν, δεν αφορά μόνο τους συγκεκριμένους εργαζόμενους αλλά την κοινωνία, ιδιαίτερα σήμερα που πλήττεται σκληρά από τα μέτρα του μνημονίου με κάθε δημοκρατικό κοινωνικό κεκτημένο να βάλλεται ή να καταργείται.
Και όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο καθηγητής φιλοσοφίας Στ. Κουβελάκης, «η υπεράσπιση κάθε νησίδας ελεύθερης έκφρασης στο δημόσιο χώρο, αποτελεί, ειδικά στις σημερινές τραγικές συνθήκες, καθήκον ύψιστης πολιτικής σημασίας» [«Ε», 18.12.11].
Η Ελευθεροτυπία ποτέ δεν προσπάθησε να χειραγωγήσει την κοινωνία και οι εργαζόμενοι σ’ αυτήν ποτέ δεν κατέφυγαν στη δημοσιογραφία του κουτσομπολιού, της ψυχαγωγίας και του θεάματος σε βάρος της ποιότητας.
Λάθη, σωρηδόν -ποιος δεν κάνει;- αλλά, εκτιμούμε, όχι σκόπιμα –«οι εργαζόμενοι υπόσχονται να κρατήσουν την εφημερίδα ζωντανή, όχι, όμως, για να γίνονται πολιτικά ή επιχειρηματικά παιχνίδια στην πλάτη τους».
Συνταξιούχοι των 15.000 ευρώ…
Τα 8 εκατ. ευρώ του δανείου, που δεν εισπράχθηκε ποτέ, θα χρησιμοποιούντο για να απολυθούν περί τους 400 εργαζόμενους, προκειμένου να μειωθούν οι δαπάνες της εταιρείας –να «εξυγιανθεί».
Και ήδη την έχουν πληρώσει εργαζόμενοι, κυρίως χαμηλόμισθοι και «μπλοκάκια». Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια, έγιναν απολύσεις όχι για να αντιμετωπιστούν «οικονομικά προβλήματα», αλλά για προσωπικούς λόγους «αντιδικίας» με την Μ. Τεγοπούλου.
Απομακρύνθηκε ακόμα και ο προηγούμενος εκδότης, Θανάσης Τεγόπουλος, εκτός από διευθυντικά στελέχη και αρχισυντάκτες. Η αποπομπή τους, μάλιστα, συνοδευόταν και από μειωτικούς χαρακτηρισμούς (πράκτορας του τάδε επιχειρηματία, κ.λπ.), γεγονός που επέδρασε αρνητικά στην ποιότητα της εφημερίδας και απαξίωσε συνολικά τους εργαζόμενους.
Παράλληλα στην «Ε» συνεχίζουν να εργάζονται δημοσιογράφοι με υψηλότατους μισθούς [ακόμη και άνω των 15.000 ευρώ] και αρκετοί συνταξιούχοι με νόμιμη αλλά όχι ηθική σχέση [έχοντας ιδρύσει μονοπρόσωπες ΕΠΕ] μερικοί εκ των οποίων με υψηλότατους μισθούς των 15.000 ευρώ και, ουσιαστικά, μηδενική προσφορά.
Οι επιχειρηματικές κινήσεις της νέας ιδιοκτησίας εκ του αποτελέσματος κρίνονται ατυχείς [η απουσία, για παράδειγμα, του Γεω από το φύλλο του Σαββάτου στοίχιζε στην εφημερίδα 10.000 φύλλα σε κάθε έκδοση…] ενώ κάποιοι μπορεί να ισχυριστούν ότι για την κυκλοφοριακή κατρακύλα ευθύνεται και η κατάργηση των προσωπικών στηλών –πιθανόν, αλλά δεν είναι από τα κυρίαρχα.
Στους μετόχους
81.036.762 ευρώ;
Ως προς τα οικονομικά, τώρα, της εφημερίδας πέρυσι, επίσημα, η «Ε» παρουσίασε ζημιές ύψους 21,4 εκ. ευρώ με τους «γνωρίζοντες» να υποστηρίζουν ότι τα 10 εκ. ευρώ προέρχονται από τη λειτουργία του πιεστηρίου.
Και εκτιμούν ότι αν η «Ε» εντυπωνόταν αλλού, το κόστος θα ήταν της τάξης των 2,5 εκ. ευρώ το χρόνο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ισολογισμού, που ανέδειξε ο Δ. Ψαρράς [μέλος της ομάδας του Ιού], από το 2005 μέχρι σήμερα εισέρρευσαν στην εταιρεία 113.240.000 ευρώ [39.230.000 ευρώ από δάνεια και 74.010.000 ευρώ από την πώληση της Χρυσής Ευκαιρίας]
από τα οποία δόθηκαν στους μετόχους 81.036.762 ευρώ.
Σ’ αυτά δεν υπολογίζονται 13.693.324 ευρώ που δόθηκαν για «συναλλαγές και αμοιβές διευθυντικών στελεχών και μελών της διοίκησης» από το 2006 έως και το α΄ εξάμηνο του 2011, όπως και «οι πληρωμές μερισμάτων που έγιναν ορισμένες χρονιές».
Η ιδιοκτησία υποστηρίζει ότι «μέρος αυτών των χρημάτων δαπανήθηκε για την εξόφληση παλιών προσωπικών “μετοχοδανείων” των μεγαλομετόχων», αλλά «αυτό δεν αίρει το γεγονός ότι υπονομεύτηκε η οικονομική θέση της επιχείρησης προς όφελος των μεγαλομετόχων».
Είναι, πάντως, χαρακτηριστικό ότι «τις ίδιες χρονιές που αντλούνταν αυτά τα κεφάλαια από την εταιρεία, η Χ. Κ. Τεγόπουλος προχωρούσε σε δανεισμό για την κάλυψη των αναγκών της». Ακόμα «αντίθετα από ό,τι συμβαίνει συνήθως στις ΑΕ, η μεγάλη πλειοψηφία των μετοχών της Χ. Κ. Τεγόπουλος βρίσκεται στα χέρια δύο προσώπων».
Στα χέρια των εργαζομένων
Τι έγινε λοιπόν στην Ελευθεροτυπία το τελευταίο διάστημα;
Απολύσεις κρίσιμων κρίκων στην αλυσίδα «παραγωγής» της εφημερίδας για προσωπικούς και όχι οικονομικούς λόγους.
Συνταξιούχοι, νόμιμα αλλά όχι ηθικά, εξακολουθούν να επιβαρύνουν το μισθολόγιο.
Τα τυχόν δάνεια που θα εισρεύσουν, θα χρησιμοποιηθούν για απολύσεις (αποζημιώσεις, κ.λπ.) και όχι για την «επανίδρυση» της εφημερίδας.
Η ιδιοκτησία [δύο μέτοχοι έχουν την μεγάλη πλειοψηφία] φαίνεται να άντλησε 81.036.762 ευρώ σε μια περίοδο που η «Ε» δανειζόταν για να καλύψει τις ανάγκες της.
Δεν χρειάζεται κανένα business plan για να γίνει κατανοητό ότι αν δεν αποκατασταθεί, σ’ ένα βαθμό, η ισορροπία των παραπάνω, η εφημερίδα δεν διασώζεται. Και προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες, κυρίως από τους εργαζόμενους.
Ομόφωνα αποφασίστηκαν 48ωρες κυλιόμενες απεργίες, ενώ νωρίτερα είχαν ακουστεί και φωνές ότι «απεργούμε ενάντια στους εαυτούς μας». Πιθανόν, αν εκφυλιστεί η απεργία, περιμένοντας τον «από μηχανής θεό», να οξυνθεί το αδιέξοδο και η κατάληξη της εφημερίδας να μην είναι ευτυχής.
Οι νεφελώδεις, αψυχολόγητες και συχνά αντικρουόμενες αποφάσεις της ιδιοκτησίας δεν επιτρέπουν ασφαλή συμπεράσματα για τη στάση της ενώ, όπως η ίδια δηλώνει, δεν θα κάνει καμιά αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με υποθήκη τον τίτλο Ελευθεροτυπία, που είναι «καθαρός», μια και δεν θέλει να πέσει «σε χέρια που δεν γνωρίζει».
Ας πέσει λοιπόν στα χέρια των εργαζομένων!
Μια εφημερίδα συντακτών έχει μέλλον, ιδιαίτερα αν στηριχθεί και από την υπόλοιπη κοινωνία. Ας γίνει η επιβίωσή της σημαία αντιμνημονιακού αγώνα!
Έμπρακτη συμπαράσταση
Η Ελευθεροτυπία, για ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, είναι ιστορική μνήμη.
Είναι «η φωνή των όσων δεν έχουν φωνή», το «αποκούμπι» των πανεπιστημιακών, των περιθωριακών, των κινημάτων, χωρίς να υποβαθμίζω τις εφημερίδες της αριστεράς και ιδιαίτερα αυτήν εδώ, την Εποχή.
Και πρέπει η διάσωσή της να γίνει υπόθεση όλων. Όχι με δηλώσεις αλλά με έμπρακτη συμπαράσταση, διαφορετικά θα παγιωθεί ως επιχείρηση σαν όλες τις άλλες: τα αφεντικά να ευημερούν, οι εργαζόμενοι στο δρόμο. Κι αυτό ήδη συμβαίνει στην Ελευθεροτυπία. Όσο δύσκολο και αν ακούγεται οι εργαζόμενοι οφείλουν να δοκιμάσουν και να καλέσουν στο πλευρό τους όλους όσους αμισθί θέλουν να συνεισφέρουν.
Γνωρίζοντας πολύ περισσότερο την κατάσταση εκ των έσω, οι εργαζόμενοι πρέπει να αναλάβουν πρωτοβουλίες που είναι σίγουρο ότι θα δυσαρεστήσουν την ιδιοκτησία και ένα μέρος των εργαζομένων.
Καταγράφω επιγραμματικά:
Η ιδιοκτησία να πιεστεί προκειμένου να επιστρέψει ένα μέρος από τα 81.036.762 ευρώ που άντλησε.
Όλοι, ανεξαιρέτως, οι συνταξιούχοι του εργάζονται με παχυλούς μισθούς να αποχωρήσουν!
Η μισθολογική ψαλίδα μεταξύ εργαζομένων να μειωθεί.
Να αποκατασταθεί ο πλουραλιστικός χαρακτήρας της εφημερίδας, καθώς σταδιακά η Ελευθεροτυπία πέρασε, ιεραρχικά, σε χέρια χωρίς εμπειρία και με συγκεκριμένη πολιτική χροιά.
Και, βέβαια, αναγκαία και απαραίτητη συνθήκη, εκπρόσωπος των εργαζομένων να ενημερώνεται για όλη την οικονομική διαχείριση, ενώ δεν θα υπάρχουν αποφάσεις και εκροές χρημάτων χωρίς την έγκρισή τους.
Συναδελφικά,
Θ. Μιχόπουλος
ΥΓ. Αργά το απόγευμα της Πέμπτης δόθηκε μέρος από το δώρο των Χριστουγέννων. Επίσης, ο Στάθης, στο φύλλο της Πέμπτης, αποχαιρέτησε τους αναγνώστες της Ελευθεροτυπίας.
Αριστερό,δημοκρατικό κοινό
Τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης είναι συνδεδεμένα με οικονομικά και επιχειρηματικά συμφέροντα [δημόσια έργα, ενέργεια, ναυτιλία, κ.λπ.] σε αντίθεση -σε ένα βαθμό- με την Ελευθεροτυπία, που επί 36 χρόνια ακολούθησε μια πορεία που της «εξασφάλισε» ένα αριστερό, δημοκρατικό κοινό, μεσαίας και υψηλής μόρφωσης με άποψη, σημείο αναφοράς για όλους σχεδόν τους δημοσιογράφους.
Η διάσωσή της, λοιπόν, δεν αφορά μόνο τους συγκεκριμένους εργαζόμενους αλλά την κοινωνία, ιδιαίτερα σήμερα που πλήττεται σκληρά από τα μέτρα του μνημονίου με κάθε δημοκρατικό κοινωνικό κεκτημένο να βάλλεται ή να καταργείται.
Και όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο καθηγητής φιλοσοφίας Στ. Κουβελάκης, «η υπεράσπιση κάθε νησίδας ελεύθερης έκφρασης στο δημόσιο χώρο, αποτελεί, ειδικά στις σημερινές τραγικές συνθήκες, καθήκον ύψιστης πολιτικής σημασίας» [«Ε», 18.12.11].
Η Ελευθεροτυπία ποτέ δεν προσπάθησε να χειραγωγήσει την κοινωνία και οι εργαζόμενοι σ’ αυτήν ποτέ δεν κατέφυγαν στη δημοσιογραφία του κουτσομπολιού, της ψυχαγωγίας και του θεάματος σε βάρος της ποιότητας.
Λάθη, σωρηδόν -ποιος δεν κάνει;- αλλά, εκτιμούμε, όχι σκόπιμα –«οι εργαζόμενοι υπόσχονται να κρατήσουν την εφημερίδα ζωντανή, όχι, όμως, για να γίνονται πολιτικά ή επιχειρηματικά παιχνίδια στην πλάτη τους».
Συνταξιούχοι των 15.000 ευρώ…
Τα 8 εκατ. ευρώ του δανείου, που δεν εισπράχθηκε ποτέ, θα χρησιμοποιούντο για να απολυθούν περί τους 400 εργαζόμενους, προκειμένου να μειωθούν οι δαπάνες της εταιρείας –να «εξυγιανθεί».
Και ήδη την έχουν πληρώσει εργαζόμενοι, κυρίως χαμηλόμισθοι και «μπλοκάκια». Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια, έγιναν απολύσεις όχι για να αντιμετωπιστούν «οικονομικά προβλήματα», αλλά για προσωπικούς λόγους «αντιδικίας» με την Μ. Τεγοπούλου.
Απομακρύνθηκε ακόμα και ο προηγούμενος εκδότης, Θανάσης Τεγόπουλος, εκτός από διευθυντικά στελέχη και αρχισυντάκτες. Η αποπομπή τους, μάλιστα, συνοδευόταν και από μειωτικούς χαρακτηρισμούς (πράκτορας του τάδε επιχειρηματία, κ.λπ.), γεγονός που επέδρασε αρνητικά στην ποιότητα της εφημερίδας και απαξίωσε συνολικά τους εργαζόμενους.
Παράλληλα στην «Ε» συνεχίζουν να εργάζονται δημοσιογράφοι με υψηλότατους μισθούς [ακόμη και άνω των 15.000 ευρώ] και αρκετοί συνταξιούχοι με νόμιμη αλλά όχι ηθική σχέση [έχοντας ιδρύσει μονοπρόσωπες ΕΠΕ] μερικοί εκ των οποίων με υψηλότατους μισθούς των 15.000 ευρώ και, ουσιαστικά, μηδενική προσφορά.
Οι επιχειρηματικές κινήσεις της νέας ιδιοκτησίας εκ του αποτελέσματος κρίνονται ατυχείς [η απουσία, για παράδειγμα, του Γεω από το φύλλο του Σαββάτου στοίχιζε στην εφημερίδα 10.000 φύλλα σε κάθε έκδοση…] ενώ κάποιοι μπορεί να ισχυριστούν ότι για την κυκλοφοριακή κατρακύλα ευθύνεται και η κατάργηση των προσωπικών στηλών –πιθανόν, αλλά δεν είναι από τα κυρίαρχα.
Στους μετόχους
81.036.762 ευρώ;
Ως προς τα οικονομικά, τώρα, της εφημερίδας πέρυσι, επίσημα, η «Ε» παρουσίασε ζημιές ύψους 21,4 εκ. ευρώ με τους «γνωρίζοντες» να υποστηρίζουν ότι τα 10 εκ. ευρώ προέρχονται από τη λειτουργία του πιεστηρίου.
Και εκτιμούν ότι αν η «Ε» εντυπωνόταν αλλού, το κόστος θα ήταν της τάξης των 2,5 εκ. ευρώ το χρόνο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ισολογισμού, που ανέδειξε ο Δ. Ψαρράς [μέλος της ομάδας του Ιού], από το 2005 μέχρι σήμερα εισέρρευσαν στην εταιρεία 113.240.000 ευρώ [39.230.000 ευρώ από δάνεια και 74.010.000 ευρώ από την πώληση της Χρυσής Ευκαιρίας]
από τα οποία δόθηκαν στους μετόχους 81.036.762 ευρώ.
Σ’ αυτά δεν υπολογίζονται 13.693.324 ευρώ που δόθηκαν για «συναλλαγές και αμοιβές διευθυντικών στελεχών και μελών της διοίκησης» από το 2006 έως και το α΄ εξάμηνο του 2011, όπως και «οι πληρωμές μερισμάτων που έγιναν ορισμένες χρονιές».
Η ιδιοκτησία υποστηρίζει ότι «μέρος αυτών των χρημάτων δαπανήθηκε για την εξόφληση παλιών προσωπικών “μετοχοδανείων” των μεγαλομετόχων», αλλά «αυτό δεν αίρει το γεγονός ότι υπονομεύτηκε η οικονομική θέση της επιχείρησης προς όφελος των μεγαλομετόχων».
Είναι, πάντως, χαρακτηριστικό ότι «τις ίδιες χρονιές που αντλούνταν αυτά τα κεφάλαια από την εταιρεία, η Χ. Κ. Τεγόπουλος προχωρούσε σε δανεισμό για την κάλυψη των αναγκών της». Ακόμα «αντίθετα από ό,τι συμβαίνει συνήθως στις ΑΕ, η μεγάλη πλειοψηφία των μετοχών της Χ. Κ. Τεγόπουλος βρίσκεται στα χέρια δύο προσώπων».
Στα χέρια των εργαζομένων
Τι έγινε λοιπόν στην Ελευθεροτυπία το τελευταίο διάστημα;
Απολύσεις κρίσιμων κρίκων στην αλυσίδα «παραγωγής» της εφημερίδας για προσωπικούς και όχι οικονομικούς λόγους.
Συνταξιούχοι, νόμιμα αλλά όχι ηθικά, εξακολουθούν να επιβαρύνουν το μισθολόγιο.
Τα τυχόν δάνεια που θα εισρεύσουν, θα χρησιμοποιηθούν για απολύσεις (αποζημιώσεις, κ.λπ.) και όχι για την «επανίδρυση» της εφημερίδας.
Η ιδιοκτησία [δύο μέτοχοι έχουν την μεγάλη πλειοψηφία] φαίνεται να άντλησε 81.036.762 ευρώ σε μια περίοδο που η «Ε» δανειζόταν για να καλύψει τις ανάγκες της.
Δεν χρειάζεται κανένα business plan για να γίνει κατανοητό ότι αν δεν αποκατασταθεί, σ’ ένα βαθμό, η ισορροπία των παραπάνω, η εφημερίδα δεν διασώζεται. Και προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες, κυρίως από τους εργαζόμενους.
Ομόφωνα αποφασίστηκαν 48ωρες κυλιόμενες απεργίες, ενώ νωρίτερα είχαν ακουστεί και φωνές ότι «απεργούμε ενάντια στους εαυτούς μας». Πιθανόν, αν εκφυλιστεί η απεργία, περιμένοντας τον «από μηχανής θεό», να οξυνθεί το αδιέξοδο και η κατάληξη της εφημερίδας να μην είναι ευτυχής.
Οι νεφελώδεις, αψυχολόγητες και συχνά αντικρουόμενες αποφάσεις της ιδιοκτησίας δεν επιτρέπουν ασφαλή συμπεράσματα για τη στάση της ενώ, όπως η ίδια δηλώνει, δεν θα κάνει καμιά αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με υποθήκη τον τίτλο Ελευθεροτυπία, που είναι «καθαρός», μια και δεν θέλει να πέσει «σε χέρια που δεν γνωρίζει».
Ας πέσει λοιπόν στα χέρια των εργαζομένων!
Μια εφημερίδα συντακτών έχει μέλλον, ιδιαίτερα αν στηριχθεί και από την υπόλοιπη κοινωνία. Ας γίνει η επιβίωσή της σημαία αντιμνημονιακού αγώνα!
Έμπρακτη συμπαράσταση
Η Ελευθεροτυπία, για ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, είναι ιστορική μνήμη.
Είναι «η φωνή των όσων δεν έχουν φωνή», το «αποκούμπι» των πανεπιστημιακών, των περιθωριακών, των κινημάτων, χωρίς να υποβαθμίζω τις εφημερίδες της αριστεράς και ιδιαίτερα αυτήν εδώ, την Εποχή.
Και πρέπει η διάσωσή της να γίνει υπόθεση όλων. Όχι με δηλώσεις αλλά με έμπρακτη συμπαράσταση, διαφορετικά θα παγιωθεί ως επιχείρηση σαν όλες τις άλλες: τα αφεντικά να ευημερούν, οι εργαζόμενοι στο δρόμο. Κι αυτό ήδη συμβαίνει στην Ελευθεροτυπία. Όσο δύσκολο και αν ακούγεται οι εργαζόμενοι οφείλουν να δοκιμάσουν και να καλέσουν στο πλευρό τους όλους όσους αμισθί θέλουν να συνεισφέρουν.
Γνωρίζοντας πολύ περισσότερο την κατάσταση εκ των έσω, οι εργαζόμενοι πρέπει να αναλάβουν πρωτοβουλίες που είναι σίγουρο ότι θα δυσαρεστήσουν την ιδιοκτησία και ένα μέρος των εργαζομένων.
Καταγράφω επιγραμματικά:
Η ιδιοκτησία να πιεστεί προκειμένου να επιστρέψει ένα μέρος από τα 81.036.762 ευρώ που άντλησε.
Όλοι, ανεξαιρέτως, οι συνταξιούχοι του εργάζονται με παχυλούς μισθούς να αποχωρήσουν!
Η μισθολογική ψαλίδα μεταξύ εργαζομένων να μειωθεί.
Να αποκατασταθεί ο πλουραλιστικός χαρακτήρας της εφημερίδας, καθώς σταδιακά η Ελευθεροτυπία πέρασε, ιεραρχικά, σε χέρια χωρίς εμπειρία και με συγκεκριμένη πολιτική χροιά.
Και, βέβαια, αναγκαία και απαραίτητη συνθήκη, εκπρόσωπος των εργαζομένων να ενημερώνεται για όλη την οικονομική διαχείριση, ενώ δεν θα υπάρχουν αποφάσεις και εκροές χρημάτων χωρίς την έγκρισή τους.
Συναδελφικά,
Θ. Μιχόπουλος
ΥΓ. Αργά το απόγευμα της Πέμπτης δόθηκε μέρος από το δώρο των Χριστουγέννων. Επίσης, ο Στάθης, στο φύλλο της Πέμπτης, αποχαιρέτησε τους αναγνώστες της Ελευθεροτυπίας.
1. Κείμενο στην Ελευθεροτυπία (22.12.12) από τους «εργαζόμενους στην Χ Κ. Τεγόπουλος».
2. Την Τρίτη, 20.12.11, στην επιτροπή συμφιλίωσης του υπουργείου Εργασίας η νομική εκπρόσωπος της Χ.Κ. Τεγόπουλος είπε ότι έχει εξασφαλιστεί ένα εκατομμύριο ευρώ για το δώρο Χριστουγέννων, ποσό, όμως, που δεν επαρκεί για την εξόφληση καθώς χρειάζονται ακόμα άλλα 400.000 ευρώ. Η νομική εκπρόσωπος επεσήμανε ότι η ίδια προσωπικά δεν μπορεί να διαβεβαιώσει για την εξόφληση του δώρου και ότι πήγε στην συνεδρίαση με εντολή να πει μόνο για το 1 εκατ. ευρώ.
3. Γράφει η Αρ. Μπουγάτσου («Ελευθεροτυπία» 06.11.11): «Ο κ. Ιωάννης Κωστόπουλος αθέτησε συμφωνία για δάνειο προς τη Χ. Κ. Τεγόπουλος που είχε εγκρίνει η Alpha Bank στις 30 Σεπτεμβρίου, είχαν διαπραγματευτεί τα δύο μέρη και έβαινε προς υπογραφή, ενώ είχε εκταμιευθεί και προκαταβολή 500.000 ευρώ προς την “Ελευθεροτυπία”.
Ο πρόεδρος της Alpha Bank με ένα παγερό τηλεφώνημα στην εκδότρια Μάνια Τεγοπούλου το μεσημέρι της Τρίτης (1.11.2011) της επικαλέστηκε νομικούς λόγους που δεν επιτρέπουν την ολοκλήρωση της συναλλαγής, οι οποίοι όμως ακόμα δεν έχουν γνωστοποιηθεί, όπως επιβάλλουν τα χρηστά συναλλακτικά ήθη. Τα νομικά ζητήματα όμως -αν υφίστανται- επιλύονται από τους νομικούς. Έτσι τουλάχιστον ξέραμε μέχρι σήμερα. Στην περίπτωση όμως του κ. Κωστόπουλου αποτέλεσαν το φερετζέ για την κάλυψη πιθανόν εσωτερικών συγκρούσεων στην τράπεζά του ή και έξωθεν υπαγορεύσεων για να πληγεί η “Ελευθεροτυπία”».
4. «Αποδείξεις, πάντως, για τη χαρά κάποιων γόνων μιντιαρχών από το μπλόκο στο δάνειο στην «Ε» έχουμε. Δύο εξ αυτών περιφέροντο και ανακοίνωναν στους εμβρόντητους συντάκτες το κλείσιμο της «Ε». Ξέρουν αυτοί. Το έκαναν για σωφρονισμό...», γράφει η Αρ. Μπουγάτσου (06.11.11). Είναι χαρακτηριστικό ότι η ιδιοκτησία της «Ε» θέλοντας να ειρωνευθεί τους «γόνους» των μιντιαρχών αρχίζει να αριθμεί ως συλλεκτικά τα «τεύχη», όπως ονομάζει την εφημερίδα: «Συλλεκτικό τεύχος 1», 2, κ.λπ.
5. Ο πρώην πρόεδρος της Βουλής Απ. Κακλαμάνης υπερασπιζόμενος την «Ε» ζήτησε τον έλεγχο στις τράπεζες για το πώς δανειοδοτούν τα μέσα ενημέρωσης για να του απαντήσει ο Ευ. Βενιζέλος ότι τα ΜΜΕ «πρέπει να αντιμετωπίζονται ως επιχειρήσεις από το κράτος και τα πιστωτικά ιδρύματα». Ο υπουργός Οικονομικών, όπως και αρκετοί ακόμα, αντιμετωπίζουν την πληροφόρηση ως ένα προϊόν όπως όλα τα άλλα…
6. «Οι εργαζόμενοι στην Χ.Κ. Τεγόπουλος», Ελευθεροτυπία (22.12.12).
7. Ιδρύθηκε ως εφημερίδα των συντακτών το 1975.
2. Την Τρίτη, 20.12.11, στην επιτροπή συμφιλίωσης του υπουργείου Εργασίας η νομική εκπρόσωπος της Χ.Κ. Τεγόπουλος είπε ότι έχει εξασφαλιστεί ένα εκατομμύριο ευρώ για το δώρο Χριστουγέννων, ποσό, όμως, που δεν επαρκεί για την εξόφληση καθώς χρειάζονται ακόμα άλλα 400.000 ευρώ. Η νομική εκπρόσωπος επεσήμανε ότι η ίδια προσωπικά δεν μπορεί να διαβεβαιώσει για την εξόφληση του δώρου και ότι πήγε στην συνεδρίαση με εντολή να πει μόνο για το 1 εκατ. ευρώ.
3. Γράφει η Αρ. Μπουγάτσου («Ελευθεροτυπία» 06.11.11): «Ο κ. Ιωάννης Κωστόπουλος αθέτησε συμφωνία για δάνειο προς τη Χ. Κ. Τεγόπουλος που είχε εγκρίνει η Alpha Bank στις 30 Σεπτεμβρίου, είχαν διαπραγματευτεί τα δύο μέρη και έβαινε προς υπογραφή, ενώ είχε εκταμιευθεί και προκαταβολή 500.000 ευρώ προς την “Ελευθεροτυπία”.
Ο πρόεδρος της Alpha Bank με ένα παγερό τηλεφώνημα στην εκδότρια Μάνια Τεγοπούλου το μεσημέρι της Τρίτης (1.11.2011) της επικαλέστηκε νομικούς λόγους που δεν επιτρέπουν την ολοκλήρωση της συναλλαγής, οι οποίοι όμως ακόμα δεν έχουν γνωστοποιηθεί, όπως επιβάλλουν τα χρηστά συναλλακτικά ήθη. Τα νομικά ζητήματα όμως -αν υφίστανται- επιλύονται από τους νομικούς. Έτσι τουλάχιστον ξέραμε μέχρι σήμερα. Στην περίπτωση όμως του κ. Κωστόπουλου αποτέλεσαν το φερετζέ για την κάλυψη πιθανόν εσωτερικών συγκρούσεων στην τράπεζά του ή και έξωθεν υπαγορεύσεων για να πληγεί η “Ελευθεροτυπία”».
4. «Αποδείξεις, πάντως, για τη χαρά κάποιων γόνων μιντιαρχών από το μπλόκο στο δάνειο στην «Ε» έχουμε. Δύο εξ αυτών περιφέροντο και ανακοίνωναν στους εμβρόντητους συντάκτες το κλείσιμο της «Ε». Ξέρουν αυτοί. Το έκαναν για σωφρονισμό...», γράφει η Αρ. Μπουγάτσου (06.11.11). Είναι χαρακτηριστικό ότι η ιδιοκτησία της «Ε» θέλοντας να ειρωνευθεί τους «γόνους» των μιντιαρχών αρχίζει να αριθμεί ως συλλεκτικά τα «τεύχη», όπως ονομάζει την εφημερίδα: «Συλλεκτικό τεύχος 1», 2, κ.λπ.
5. Ο πρώην πρόεδρος της Βουλής Απ. Κακλαμάνης υπερασπιζόμενος την «Ε» ζήτησε τον έλεγχο στις τράπεζες για το πώς δανειοδοτούν τα μέσα ενημέρωσης για να του απαντήσει ο Ευ. Βενιζέλος ότι τα ΜΜΕ «πρέπει να αντιμετωπίζονται ως επιχειρήσεις από το κράτος και τα πιστωτικά ιδρύματα». Ο υπουργός Οικονομικών, όπως και αρκετοί ακόμα, αντιμετωπίζουν την πληροφόρηση ως ένα προϊόν όπως όλα τα άλλα…
6. «Οι εργαζόμενοι στην Χ.Κ. Τεγόπουλος», Ελευθεροτυπία (22.12.12).
7. Ιδρύθηκε ως εφημερίδα των συντακτών το 1975.
Απασχόληση και κρίση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης
Του
Πέτρου Λινάρδου Ρυλμόν
Η κρίση του Τύπου και η πίεση που έχουν δεχθεί οι εργαζόμενοι στον κλάδο αυτό σε ό,τι αφορά τις αμοιβές, τις εργασιακές σχέσεις και την ίδια την απασχόληση, δεν είναι ένα νέο φαινόμενο. Σ
τις αρχές του 2003 δημοσιεύτηκε έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για λογαριασμό της ΕΣΗΕΑ, με τίτλο «Το δημοσιογραφικό επάγγελμα μπροστά στην κοινωνία της γνώσης» η οποία εξέταζε πώς η ποιοτική υποβάθμιση της ειδησεογραφίας, η οποία ήταν η βασική αιτία της μείωσης των πωλήσεων, οφειλόταν στην εγκαθίδρυση και ενίσχυση ενός προτύπου διοίκησης και οργάνωσης των επιχειρήσεων του κλάδου, βασισμένο στον έλεγχο της δημοσιογραφικής εργασίας και στην υποβάθμιση των συνθηκών αυτής της εργασίας.
Ο μεγαλύτερος έλεγχος των επιχειρηματικών διοικήσεων επί του περιεχομένου της δημοσιογραφίας, παράλληλα με τη στενότερη σύνδεση των μέσων με οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα, επεκτάθηκαν χάρη στη διαμόρφωση του νεοφιλελεύθερου προτύπου στην αγορά της δημοσιογραφικής εργασίας, με κύρια χαρακτηριστικά τη συγκέντρωση μιας ελίτ δημοσιογράφων γύρω από τις διοικήσεις, και την αύξηση του αριθμού των δημοσιογράφων που εργάζονται σε συνθήκες ανασφάλειας και χαμηλών αμοιβών.
Ο ανταγωνισμός της τηλεόρασης, που είχε θεωρηθεί η αιτία της μείωσης των πωλήσεων των εντύπων, δεν ήταν και δεν είναι παρά η ακραία μορφή της ελεγχόμενης δημοσιογραφίας, που τα επίσης ελεγχόμενα έντυπα δεν μπορούσαν πλέον να ανταγωνιστούν.
Δεν πρέπει, όμως, να παραβλέψει κανείς τη μείωση της ζήτησης για ποιοτικό δημοσιογραφικό προϊόν που πραγματοποιήθηκε κατά την εικοσαετία που κατέληξε στη σημερινή οικονομική κρίση. Στα μεσαία στρώματα που ήταν στο παρελθόν -κατά τις ταραγμένες περιόδους της δεκαετίας του 60, της δικτατορίας και της μεταπολίτευσης- το κατ’ εξοχήν κοινό της ενημερωτικής και κριτικής δημοσιογραφίας, πέρασαν σε μεγάλο βαθμό από τη μεριά του εξατομικευμένου πλουτισμού και της πελατειακής σχέσης με την κρατική εξουσία, συρρικνώνοντας έτσι τη ζήτηση για ποιοτικά έντυπα, ή μέσα ενημέρωσης γενικώς.
Ακόμα και οι δυνατότητες του διαδικτύου από τα μέσα της δεκαετίας του 90, αξιοποιήθηκαν με βάση τη συνύπαρξη της ελεγχόμενης δημοσιογραφίας, και της κριτικής της από μια αμφίβολης ποιότητας ενημέρωση, μέσω προσωποποιημένων καταγγελιών και σκανδάλων, με ελάχιστες παρόλ’ αυτά εξαιρέσεις.
Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή από την άποψη της ζήτησης για προϊόντα ενημερωτικής και κριτικής δημοσιογραφίας. Η οικονομική και κοινωνική κρίση έχουν πολλαπλασιάσει τις ανάγκες σε όλες τις κοινωνικές τάξεις, ενώ υπάρχει ένα νέο κοινό, στις νέες γενεές κυρίως, και από την άποψη της εξοικείωσης με τις δυνατότητες μιας πολύπλευρης και διεθνούς ενημέρωσης στο διαδίκτυο.
Η ενημερωτική και κριτική δημοσιογραφία, είναι με προφανή τρόπο μια ανάγκη των κινητοποιημένων πολιτών και εργαζομένων, που δεν μπορούν να βασιστούν στα ελεγχόμενα μέσα, τα οποία είναι κατά κανόνα στρατευμένα υπέρ των υπαγορευμένων από τις τράπεζες πολιτικών.
Είναι μάλιστα εύκολο να διαπιστωθεί ότι οι πολλές και σοβαρές προγραμματικές ελλείψεις των κοινωνικών κινημάτων συνδυάζονται με ελλείψεις σε ό,τι αφορά τη συστηματική και σε βάθος ενημέρωση για τα αίτια οικονομικών και κοινωνικών αδιεξόδων στο σύνολο της κοινωνίας, ή σε τμήματά της.
Το διαδίκτυο προσφέρει τη δυνατότητα για εναλλακτικά μέσα σε πολύ χαμηλότερη τιμή. Η δημιουργία μέσων που προσφέρουν ποιοτική ειδησεογραφία και ενημέρωση είναι δυνατή, υπό την προϋπόθεση ότι ανταποκρίνονται στην υπάρχουσα ζήτηση και μπορούν να αποκτήσουν μια αναγνωρισιμότητα που εξασφαλίζει τελικά και τη βιωσιμότητα.
Η γαλλική ηλεκτρονική εφημερίδα «Mediapart», που απασχολεί 32 επώνυμους δημοσιογράφους, χρεώνει την ετήσια συνδρομή 90 ευρώ.
Η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που υπάρχουν για ανεξάρτητες δημοσιογραφικές πρωτοβουλίες, οι οποίες θα μπορούσαν να απασχολήσουν σε εθνικό και τοπικό επίπεδο πολλούς επαγγελματίες δημοσιογράφους, προϋποθέτει βέβαια ότι εγκαταλείπεται το σημερινό πρότυπο μιας ειδησεογραφίας που εξαρτάται από πολιτικές δεσμεύσεις και από συγκεκριμένες πηγές.
Και αναπτύσσεται μια ερευνητική δημοσιογραφία, ικανή να μεταφέρει τις ανάγκες της κοινωνίας και να αναζητήσει τις διεξόδους που μπορούν να τις αντιμετωπίσουν. Μια δημοσιογραφία βασισμένη σε καλύτερη γνώση των θεμάτων, της λειτουργίας των θεσμών και της πραγματικότητας των κοινωνικών χώρων.
Το κείμενο εκφωνήθηκε ως ομιλία στην ημερίδα «Η επικοινωνία στο απόσπασμα: κρίση/παραπληροφόρηση/απολύσεις» (Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011).
Σημείωση
1. www.inegsee.gr/ekdoseis-periodika/tetradia-tou-ine/gnosi-ergasia-kai-sullogiki-drasi.html
http://www.epohi.gr/portal/oikonomia/10901-%CE%97-%CE%94%CE%99%CE%91%CE%A3%CE%A9%CE%A3%CE%97-%CE%A4%CE%97%CE%A3-%C2%AB%CE%95%CE%9B%CE%95%CE%A5%CE%98%CE%95%CE%A1%CE%9F%CE%A4%CE%A5%CE%A0%CE%99%CE%91%CE%A3%C2%BB-%CE%91%CE%A6%CE%9F%CE%A1%CE%91-%CE%9F%CE%9B%CE%97-%CE%A4%CE%97%CE%9D-%CE%9A%CE%9F%CE%99%CE%9D%CE%A9%CE%9D%CE%99%CE%91 Πέτρου Λινάρδου Ρυλμόν
Η κρίση του Τύπου και η πίεση που έχουν δεχθεί οι εργαζόμενοι στον κλάδο αυτό σε ό,τι αφορά τις αμοιβές, τις εργασιακές σχέσεις και την ίδια την απασχόληση, δεν είναι ένα νέο φαινόμενο. Σ
τις αρχές του 2003 δημοσιεύτηκε έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για λογαριασμό της ΕΣΗΕΑ, με τίτλο «Το δημοσιογραφικό επάγγελμα μπροστά στην κοινωνία της γνώσης» η οποία εξέταζε πώς η ποιοτική υποβάθμιση της ειδησεογραφίας, η οποία ήταν η βασική αιτία της μείωσης των πωλήσεων, οφειλόταν στην εγκαθίδρυση και ενίσχυση ενός προτύπου διοίκησης και οργάνωσης των επιχειρήσεων του κλάδου, βασισμένο στον έλεγχο της δημοσιογραφικής εργασίας και στην υποβάθμιση των συνθηκών αυτής της εργασίας.
Ο μεγαλύτερος έλεγχος των επιχειρηματικών διοικήσεων επί του περιεχομένου της δημοσιογραφίας, παράλληλα με τη στενότερη σύνδεση των μέσων με οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα, επεκτάθηκαν χάρη στη διαμόρφωση του νεοφιλελεύθερου προτύπου στην αγορά της δημοσιογραφικής εργασίας, με κύρια χαρακτηριστικά τη συγκέντρωση μιας ελίτ δημοσιογράφων γύρω από τις διοικήσεις, και την αύξηση του αριθμού των δημοσιογράφων που εργάζονται σε συνθήκες ανασφάλειας και χαμηλών αμοιβών.
Ο ανταγωνισμός της τηλεόρασης, που είχε θεωρηθεί η αιτία της μείωσης των πωλήσεων των εντύπων, δεν ήταν και δεν είναι παρά η ακραία μορφή της ελεγχόμενης δημοσιογραφίας, που τα επίσης ελεγχόμενα έντυπα δεν μπορούσαν πλέον να ανταγωνιστούν.
Δεν πρέπει, όμως, να παραβλέψει κανείς τη μείωση της ζήτησης για ποιοτικό δημοσιογραφικό προϊόν που πραγματοποιήθηκε κατά την εικοσαετία που κατέληξε στη σημερινή οικονομική κρίση. Στα μεσαία στρώματα που ήταν στο παρελθόν -κατά τις ταραγμένες περιόδους της δεκαετίας του 60, της δικτατορίας και της μεταπολίτευσης- το κατ’ εξοχήν κοινό της ενημερωτικής και κριτικής δημοσιογραφίας, πέρασαν σε μεγάλο βαθμό από τη μεριά του εξατομικευμένου πλουτισμού και της πελατειακής σχέσης με την κρατική εξουσία, συρρικνώνοντας έτσι τη ζήτηση για ποιοτικά έντυπα, ή μέσα ενημέρωσης γενικώς.
Ακόμα και οι δυνατότητες του διαδικτύου από τα μέσα της δεκαετίας του 90, αξιοποιήθηκαν με βάση τη συνύπαρξη της ελεγχόμενης δημοσιογραφίας, και της κριτικής της από μια αμφίβολης ποιότητας ενημέρωση, μέσω προσωποποιημένων καταγγελιών και σκανδάλων, με ελάχιστες παρόλ’ αυτά εξαιρέσεις.
Σήμερα μπορούμε να πούμε ότι βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή από την άποψη της ζήτησης για προϊόντα ενημερωτικής και κριτικής δημοσιογραφίας. Η οικονομική και κοινωνική κρίση έχουν πολλαπλασιάσει τις ανάγκες σε όλες τις κοινωνικές τάξεις, ενώ υπάρχει ένα νέο κοινό, στις νέες γενεές κυρίως, και από την άποψη της εξοικείωσης με τις δυνατότητες μιας πολύπλευρης και διεθνούς ενημέρωσης στο διαδίκτυο.
Η ενημερωτική και κριτική δημοσιογραφία, είναι με προφανή τρόπο μια ανάγκη των κινητοποιημένων πολιτών και εργαζομένων, που δεν μπορούν να βασιστούν στα ελεγχόμενα μέσα, τα οποία είναι κατά κανόνα στρατευμένα υπέρ των υπαγορευμένων από τις τράπεζες πολιτικών.
Είναι μάλιστα εύκολο να διαπιστωθεί ότι οι πολλές και σοβαρές προγραμματικές ελλείψεις των κοινωνικών κινημάτων συνδυάζονται με ελλείψεις σε ό,τι αφορά τη συστηματική και σε βάθος ενημέρωση για τα αίτια οικονομικών και κοινωνικών αδιεξόδων στο σύνολο της κοινωνίας, ή σε τμήματά της.
Το διαδίκτυο προσφέρει τη δυνατότητα για εναλλακτικά μέσα σε πολύ χαμηλότερη τιμή. Η δημιουργία μέσων που προσφέρουν ποιοτική ειδησεογραφία και ενημέρωση είναι δυνατή, υπό την προϋπόθεση ότι ανταποκρίνονται στην υπάρχουσα ζήτηση και μπορούν να αποκτήσουν μια αναγνωρισιμότητα που εξασφαλίζει τελικά και τη βιωσιμότητα.
Η γαλλική ηλεκτρονική εφημερίδα «Mediapart», που απασχολεί 32 επώνυμους δημοσιογράφους, χρεώνει την ετήσια συνδρομή 90 ευρώ.
Η αξιοποίηση των δυνατοτήτων που υπάρχουν για ανεξάρτητες δημοσιογραφικές πρωτοβουλίες, οι οποίες θα μπορούσαν να απασχολήσουν σε εθνικό και τοπικό επίπεδο πολλούς επαγγελματίες δημοσιογράφους, προϋποθέτει βέβαια ότι εγκαταλείπεται το σημερινό πρότυπο μιας ειδησεογραφίας που εξαρτάται από πολιτικές δεσμεύσεις και από συγκεκριμένες πηγές.
Και αναπτύσσεται μια ερευνητική δημοσιογραφία, ικανή να μεταφέρει τις ανάγκες της κοινωνίας και να αναζητήσει τις διεξόδους που μπορούν να τις αντιμετωπίσουν. Μια δημοσιογραφία βασισμένη σε καλύτερη γνώση των θεμάτων, της λειτουργίας των θεσμών και της πραγματικότητας των κοινωνικών χώρων.
Το κείμενο εκφωνήθηκε ως ομιλία στην ημερίδα «Η επικοινωνία στο απόσπασμα: κρίση/παραπληροφόρηση/απολύσεις» (Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2011).
Σημείωση
1. www.inegsee.gr/ekdoseis-periodika/tetradia-tou-ine/gnosi-ergasia-kai-sullogiki-drasi.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου