Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΕΚΤΟΣ ΕΑΥΤΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΑ










Αρχική ομιλία του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομικών κ. Ευάγγελου Βενιζέλου στην Ολομέλεια της Βουλής
Συζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, Ενιαίο Μισθολόγιο – Βαθμολόγιο, Εργασιακή Εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015»

left-red-arrowΚύριε Πρόεδρε, ήθελα κατ’ αρχάς εκ μέρους της Κυβέρνησης να ζητήσω συγγνώμη από τους συναδέλφους των κομμάτων της Αντιπολίτευσης για την καθυστέρηση στην έναρξη της σημερινής απογευματινής συνεδρίασης, επειδή παρετάθη η συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Ζητάω την κατανόηση των συναδέλφων των άλλων κομμάτων. Αυτά συμβαίνουν σπανίως. Ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να ανακτήσουμε το χρόνο της συνεδρίασης που κατέλαβε η συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ.
Όπως είχα προαναγγείλει κατά την τελευταία συνεδρίαση της δεύτερης ανάγνωσης του νομοσχεδίου στη Διαρκή Επιτροπή, στην κοινή συνεδρίαση των Διαρκών Επιτροπών Οικονομικών και Δικαιοσύνης και Δημόσιας Διοίκησης, ορισμένα θέματα τα οποία είχαν απομείνει ανοιχτά προς διερεύνηση, μπορούν τώρα να παρουσιαστούν και να ενσωματωθούν στις διατάξεις του υπό συζήτηση νομοσχεδίου.

Το πρώτο θέμα που είχε μείνει ανοιχτό ήταν το ποσοστό της άμεσης μέγιστης μείωσης αποδοχών, που μπορεί να προκληθεί από την εφαρμογή του νέου μισθολογίου. Σύμφωνα με την ως τώρα εκδοχή του νομοσχεδίου, αυτή η άμεση μείωση μπορεί να φτάνει μέχρι του ποσοστού του 30%. Υπολογίσαμε τα δημοσιονομικά μεγέθη μέχρι τα ακραία όριά τους, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Προϋπολογισμού του 2012 και μπορούμε να βελτιώσουμε τον ρυθμό απορρόφησης των όποιων επιπτώσεων ξεκινώντας όχι από το 30%, αλλά από το 25% στην πρώτη χρονιά εφαρμογής του νέου συστήματος.

Δεύτερον, είχα προαναγγείλει στη Διαρκή Επιτροπή ότι θα ενσωματωθεί στο νομοσχέδιο διάταξη με την οποία ιδρύεται ειδικός λογαριασμός –πιο συγκεκριμένα, γραμμή στον Κρατικό Προϋπολογισμό- κοινωνικής εξισορρόπησης, προκειμένου να εντάσσονται εκεί τα αποτελέσματα της μάχης που πρέπει να κάνουμε -δημόσια διοίκηση και κοινωνία μαζί- κατά της φοροδιαφυγής, πέραν των συνηθισμένων προβλέψεων του Προϋπολογισμού που είναι για φέτος 2.050.000.000 ευρώ από έσοδα προηγουμένων οικονομικών ετών.

Είναι πολύ σημαντικό να ξέρει ο πολίτης ότι ο αγώνας που δίνουμε και που δίνει κι αυτός μαζί μας για την αντιμετώπιση της παραοικονομίας και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, λειτουργεί ανταποδοτικά με ευαισθησία ως ένας μηχανισμός που κλείνει πληγές, που μειώνει, που απαλύνει για την ακρίβεια, τις πληγές που έχει ανοίξει η μεγάλη προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής και αναδιάρθρωσης της χώρας υπό συνθήκες μεγάλης πίεσης που είναι αναγκαίες για να υπάρχουμε ως χώρα και ως οικονομία.

Η τρίτη αλλαγή αφορά τους πόρους του λεγόμενου «πράσινου ταμείου», οι οποίοι όσο διάστημα παραμένουν αδιάθετοι, θα τοποθετούνται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ώστε με τον τρόπο αυτό να διευκολύνεται ο δανεισμός για αναπτυξιακούς λόγους και με αυστηρές εγγυήσεις των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης προκειμένου να αποκτήσουμε έναν παράπλευρο πρόσθετο μηχανισμό για την υποστήριξη της τοπικής ανάπτυξης και ιδίως της απασχόλησης σε τοπική κλίμακα.

Η τέταρτη σημαντική μεταβολή που είχε επίσης προαναγγελθεί, είναι αυτή που επέρχεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 37 για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Όπως ξέρετε, η ρύθμιση που προβλέπει ότι οι επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις υπερισχύουν των κλαδικών αλλά έπονται οπωσδήποτε της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας που ρυθμίζει τις βασικές κατακτήσεις και τον κατώτερο μισθό, ισχύουν όσο διαρκεί η εφαρμογή του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας, η εφαρμογή του μεσοπρόθεσμου προγράμματος.

Επίσης, θυμάστε από τις συζητήσεις στη διαρκή επιτροπή ότι από τότε που υπάρχει ο θεσμός των κλαδικών και των ομοιοεπαγγελματικών συμβάσεων, οι ομοιοεπαγγελματικές που πολλές φορές τις θεωρούμε κλαδικές χωρίς να είναι, πάντα έπονται των επιχειρησιακών. Άρα, δεν επέρχεται καμία αλλαγή με το νομοσχέδιο στο ζήτημα αυτό.

Το άλλο θέμα ήταν η δυνατότητα του Υπουργού με διοικητική πράξη, να επεκτείνει την ισχύ μιας συλλογικής σύμβασης κλαδικής και σ’ αυτούς που δεν την έχουν υπογράψει, δηλαδή πέρα από τα όρια της συλλογικής αυτονομίας. Εδώ δεν πρόκειται για τη βούληση των κοινωνικών εταίρων, αλλά για μια κρατική πράξη, η οποία μάλιστα είναι κανονιστικού χαρακτήρα. Αυτή η δυνατότητα του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με την παράγραφο 5 του άρθρου 37 αναστέλλεται. Τώρα προσδιορίζουμε ότι αυτή η ρύθμιση είναι μια προσωρινή ρύθμιση που επίσης διαρκεί όσο διαρκεί η εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας. Είναι μέτρο εντεταγμένο σε μια κατάσταση εθνικής και οικονομικής ανάγκης.

Άρα, αυτό συνιστά μια σημαντική αποσαφήνιση. Είναι το αποτέλεσμα πολλών και εντατικών συζητήσεων που έχουμε κάνει με τους εταίρους μας, με τους θεσμικούς μας συνομιλητές, προκειμένου να πειστούν ότι εμείς είμαστε αποφασισμένοι να εφαρμόσουμε ένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης και δημοσιονομικής προσαρμογής κάνοντας όμως ταυτόχρονα τη μέγιστη προσπάθεια που απαιτείται προκειμένου να διαφυλάξουμε –κι αυτό είναι πολύ δύσκολο- την κοινωνική συνοχή και την κοινωνική δικαιοσύνη. Δεν είναι καθόλου μα καθόλου εύκολο, αλλά υπό αυτές τις δύσκολες, τις αντίξοες συνθήκες πρέπει να έχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Αυτές είναι οι σημαντικές αλλαγές. Οι άλλες αλλαγές είναι τελείως δευτερεύουσες και τεχνικές. Καταθέτω ένα σημείωμα με τις αλλαγές αυτές στα Πρακτικά μαζί με μια έκδοση του κειμένου του νομοσχεδίου, όπως το έχει επεξεργαστεί η Διαρκής Επιτροπή, δηλαδή, την Έκθεση της Διαρκούς Επιτροπής όπου επισημαίνονται με ειδικές υπογραμμίσεις τα σημεία στα οποία γίνονται αυτές οι αλλαγές που ανήγγειλα προηγουμένως.redsq



Παρέμβαση Ευ. Βενιζέλου επί της διαδικασίαςΣυζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, Ενιαίο Μισθολόγιο – Βαθμολόγιο, Εργασιακή Εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015»

left-red-arrow Κύριε Πρόεδρε, άκουσα τα επιχειρήματα των Κομμάτων της Αντιπολίτευσης και την ουδέτερη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας του νομοσχεδίου στις Διαρκείς Επιτροπές. Είχα την εντύπωση ότι η θέση της Νέας Δημοκρατίας είναι φιλικά ουδέτερη. Από φιλικά ουδέτερη στην Επιτροπή, έγινε αρνητική στην Ολομέλεια. Κρίμα! Γιατί αυτή τη στιγμή συναντάται ο Αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας με τον Πρωθυπουργό και ο ελληνικός λαός περιμένει μηνύματα υπευθυνότητας, ενότητας και συναίνεσης.

Θα σας δώσω μία σύντομη απάντηση επί του Συντάγματος και του Κανονισμού, γιατί βλέπω ότι πάρα πολλοί κήδονται σήμερα, στην έναρξη της συνεδρίασης, της τήρησης του Συντάγματος και του Κανονισμού. Το Σύνταγμα ενός κοινοβουλευτικού πολιτεύματος και ο Κανονισμός της Βουλής προστατεύουν τα δικαιώματα της Μειοψηφίας και διευκολύνουν την άσκηση του νομοθετικού έργου και τη λειτουργία της συντεταγμένης πολιτείας. Για το λόγο αυτό σ’ όλα τα πολιτεύματα τα αντιπροσωπευτικά της υφηλίου προβλέπεται ο θεσμός των εξαιρετικών, των επειγουσών ή κατεπειγουσών νομοθετικών διαδικασιών.

Στο άρθρο 76 του Συντάγματος και στο άρθρο 109 του Κανονισμού της Βουλής προβλέπεται ότι η Κυβέρνηση μπορεί όποιο νομοσχέδιο θεωρεί όχι απλώς και μόνο χρονικά πιεστικό, αλλά και υψίστης πολιτικής σημασίας, για να μην πλατειάζει η συζήτηση, να το χαρακτηρίσει κατεπείγον, αυτό να εισαχθεί την επόμενη μέρα της κατάθεσής του στην Επιτροπή και την αμέσως επόμενη στην Ολομέλεια και να ψηφιστεί σε μία συνεδρίαση επί της αρχής, των άρθρων και του συνόλου.

Είπα εκ μέρους της Κυβέρνησης στην Επιτροπή ότι το νομοσχέδιο αυτό, όπως και εάν το προσεγγίσει κανείς, έχει όλα τα χαρακτηριστικά του άρθρου 76 του Συντάγματος. Πρέπει να έχει ψηφιστεί πριν από τη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωζώνης, πριν το Eurogroup και επιπλέον είναι υψίστης πολιτικής σημασίας.

Επειδή, όμως, η Κυβέρνηση σέβεται την Αντιπολίτευση και το διάλογο, εφόσον έχουμε τη χρονική δυνατότητα να ψηφίσουμε το νομοσχέδιο μέχρι την Πέμπτη, την παραμονή της συνεδρίασης του Eurogroup, μπορούμε να κάνουμε την επεξεργασία σε έξι συνεδριάσεις των Διαρκών Επιτροπών και σε πέντε συνεδριάσεις της Ολομέλειας τη συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια, αντί να κάνουμε μία συνεδρίαση στην Επιτροπή και μία στην Ολομέλεια.

Και αντί να εκτιμηθεί η ευαισθησία της Κυβέρνησης και το χέρι που απλώνει στην Αντιπολίτευση και διαδικαστικά, έρχεται η Αντιπολίτευση -και δυστυχώς παρασύρεται σ’ αυτήν τη συνδικαλιστική προσέγγιση των πραγμάτων και η Αξιωματική Αντιπολίτευση, που έπρεπε να έχει μνήμη και συνείδηση ευθύνης- και προβάλλει στρεψόδικους ισχυρισμούς για παραβίαση του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής.

Αυτό που έχει συμβεί είναι η με απόλυτη ευαισθησία πλήρης εφαρμογή του Συντάγματος και του Κανονισμού, προς όφελος του δικαιώματος της Αντιπολίτευσης να διατυπώνει τις θέσεις της και τον αντίλογό της. Άρα, όχι απλώς δεν υπάρχει παραβίαση του Συντάγματος και του Κανονισμού, αλλά επιπλέον υπάρχει μία μέθοδος να συζητούμε ανετότερα, αλλά να καταλήγουμε σ’ ένα πολιτικό αποτέλεσμα.

Είναι, λοιπόν, άσφαιρα και υποκριτικά τα όσα έχουν λεχθεί με επίκληση του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής. Όποιος ενδιαφέρεται για την κοινοβουλευτική νομιμότητα πρέπει πρώτα να σέβεται το δικαίωμα του Βουλευτή να προσέρχεται, χωρίς να παρεμποδίζεται, στο Κοινοβούλιο. Όποιος σέβεται τη νομιμότητα και τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες δεν κάνει στόχο του το θεσμό της Βουλής, το Βουλευτή ως λειτουργό της Δημοκρατίας και το κτήριο του Κοινοβουλίου. Όποιος θέλει να ασκήσει ψυχολογική και πολιτική πίεση στους Βουλευτές, προκειμένου να αλλοιώσει τη βούλησή τους, δεν σέβεται ούτε το Κοινοβούλιο ούτε τη Δημοκρατία. Αυτή είναι η τυπική απάντηση. Τώρα έρχομαι στην ουσιαστική απάντηση.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Αντιπολίτευσης -δυστυχώς συμπεριλαμβανομένης τώρα και της Νέας Δημοκρατίας- παίζετε εν ου παικτοίς, αν νομίζετε ότι η Κυβέρνηση και οι εκατόν πενήντα τέσσερις Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ σηκώνουμε ένα βάρος επειδή αυτό μας ικανοποιεί ή μας προσφέρει κάτι πολιτικά ή εκλογικά. Η συνείδηση ευθύνης, η υποχρέωσή μας να μετρηθούμε με την ιστορία του τόπου μάς επιβάλλει να λάβουμε ένα βάρος που είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ αυτό που μας αναλογεί και κοινοβουλευτικά και ανθρώπινα. Όταν όμως έχουμε απέναντί μας αυτό το τείχος δημαγωγίας και ανευθυνότητας, αυτή την τυφλότητα του πολιτικού συστήματος είμαστε υποχρεωμένοι να σηκώσουμε εμείς αυτόν το σταυρό του μαρτυρίου. Όποιοι εκμεταλλεύονται τον πόνο του ελληνικού λαού, τις θυσίες του, προκειμένου να παίξουν ένα φθηνό κομματικό και εκλογικό παιχνίδι, είναι υπόλογοι και πολιτικά και ιστορικά.

Αν το νομοσχέδιο αυτό δεν ψηφιστεί, η Κυβέρνηση δεν μπορεί να εκπροσωπήσει τη χώρα στη Σύνοδο Κορυφής, δεν μπορεί να διαπραγματευθεί. Η εμπρόθεσμη ψήφιση του νομοσχεδίου δεν είναι ανάγκη της Κυβέρνησης. Είναι ανάγκη του φτωχού και μεσαίου εργαζόμενου, του συνταξιούχου, του άνεργου που πρέπει να πάρει επίδομα.

Ναι, κύριοι! Γιατί δεν έχετε να του προτείνετε τίποτα. Παίζετε με τον πόνο του και τον οδηγείτε σε αδιέξοδο και σε απόγνωση. Χρησιμοποιείτε τον εργαζόμενο, τον άνεργο και τον συνταξιούχο ως όμηρους στα κομματικά σας παιχνίδια. Παίζετε με τη φωτιά. Παίζετε εν ου παικτοίς. Δεν έχετε συνείδηση των κινδύνων που αυτή τη στιγμή απειλούν τη χώρα. Πρέπει να σταματήσει αυτό το φεστιβάλ ιστορικής και πολιτικής ανευθυνότητας!

Και καλά η άλλη Αντιπολίτευση. Και καλά ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός. Και εσείς όμως, οι της Νέας Δημοκρατίας, που χειριστήκατε την περίοδο 2004-2009, την περίοδο του μηδενός, την περίοδο που ακυρώνεται οικονομικά και δημοσιονομικά; Δεν έχετε συνείδηση των καταστάσεων; Δεν έχετε αίσθηση της ευθύνης της Παράταξής σας!

Το παρεμπίπτον ζήτημα δεν είναι παρεμπίπτον. Είναι το κύριο ζήτημα της μοίρας αυτού του τόπου. Να πάρει ο καθένας την ευθύνη του για τη μοίρα αυτού του τόπου! redsq


Απάντηση Ευ. Βενιζέλου σε ενστάσεις αντισυνταγματικότηταςΣυζήτηση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, Ενιαίο Μισθολόγιο – Βαθμολόγιο, Εργασιακή Εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015»

left-red-arrow Παρακολούθησα, κύριε Πρόεδρε, με ιδιαίτερη προσοχή τα επιχειρήματα των συναδέλφων της αντιπολίτευσης για την αντισυνταγματικότητα διατάξεων του νομοσχεδίου, όπως αυτοί αντιλαμβάνονται τις έννοιες της αντισυνταγματικότητας και της σχέσης του νομοσχεδίου αυτού και γενικότερα της εσωτερικής έννομης τάξης με κείμενα της διεθνούς έννομης τάξης, της ευρωπαϊκής και της κατά κυριολεξία διεθνούς.

Δεν θέλω να επαναλάβω το βασικό μου επιχείρημα, ότι αυτές οι ενστάσεις αντισυνταγματικότητας είναι προσχηματικές, βεβαίως, και υποκρύπτουν μία προσπάθεια –θέλω να ελπίζω την τελευταία- να μετατοπιστεί ο άξονας της συζήτησης από την ουσία του υπαρξιακού προβλήματος της χώρας, από την ουσία του προβλήματος επιβίωσης που έχει η χώρα, σε ένα ζήτημα ερμηνείας και εφαρμογής του Συντάγματος.

Για μία χώρα όπως η Ελλάδα, που είναι μία χώρα ανεπτυγμένη και κοινωνικά και οικονομικά και θεσμικά, μία χώρα δημοκρατική, μία χώρα ευρωπαϊκή, μία χώρα όπου παρά την κρίση και την ταπείνωση που υφίσταται, ανήκει στις τριάντα πλουσιότερες χώρες του κόσμου, το πρόβλημα είναι ότι πρέπει δύσκολες πολιτικές να εφαρμοστούν με απόλυτο σεβασμό στη δημοκρατική νομιμότητα και συνταγματική τάξη της χώρας και με απόλυτο σεβασμό στο Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο. Διότι από το Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Δίκαιο, τους θεσμούς του και τα Όργανά, του εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό η βοήθεια που λαμβάνει η χώρα προκειμένου να μπορεί να στέκεται στα πόδια της δημοσιονομικά. Και όταν λέω η χώρα, εννοώ και όλοι όσοι εξαρτώνται και εξαρτώμεθα –για να χρησιμοποιήσω πρώτο πληθυντικό πρόσωπο- από τις δαπάνες του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Ξέρετε, για να υπάρχουν δαπάνες, πρέπει να υπάρχουν έσοδα. Και για να επιβιώνουμε δημοσιονομικά και οικονομικά, πρέπει να έχουμε ένα στοιχειώδες δημοσιονομικό ισοζύγιο, κάτι που είχε ξεφύγει από την προσοχή μας επί πάρα πολλά χρόνια, με κορυφαίο παράδειγμα την περίοδο 2004 – 2009.

Το Σύνταγμά μας, λοιπόν, πρέπει όχι απλώς να το σεβόμαστε, αλλά να το θεωρούμε στοιχείο του ίδιου του πατριωτισμού μας. Ο πατριωτισμός είναι αυτός που μας καθοδηγεί σε αυτό που κάνουμε, ένα πολύ σκληρό πατριωτικό καθήκον για την προστασία της χώρας. Και η πιο σημαντική εκδοχή του πατριωτισμού στη σημερινή εποχή είναι ο συνταγματικός πατριωτισμός.

Το Σύνταγμα, λοιπόν, είναι για να σώσει τη χώρα, να τη σώσει με αξιοπρέπεια, υπό δημοκρατικές συνθήκες, υπό συνθήκες δημοκρατικής νομιμότητας και ομαλότητας. Και αυτό θέλω να το συνομολογήσουμε όλοι στην Αίθουσα αυτή. Θέλω όλοι να συμφωνήσουμε ότι πιστεύουμε στη δημοκρατική νομιμότητα και στη δημοκρατική ομαλότητα, στη λειτουργία του Κράτους, των δημοσίων υπηρεσιών, στην εξυπηρέτηση του πολίτη, στην προάσπιση της ασφάλειας της χώρας. Όχι μόνο της ασφάλειας με την αμυντική έννοια του όρου και τη διεθνοπολιτική, αλλά και με την οικονομική έννοια και την κοινωνική, γιατί χωρίς κοινωνική συνοχή και χωρίς προοπτική δεν υπάρχει η χώρα, το έθνος δηλαδή.

Λένε οι συνάδελφοι της Αντιπολίτευσης ότι παραβιάζεται το άρθρο 103, παράγραφος 4 του Συντάγματος, διότι οι δημόσιοι υπάλληλοι ή κρατικοί υπάλληλοι, όπως τώρα λέει το νομοσχέδιο, θα μετακινούνται από υπηρεσία σε υπηρεσία για να καλύπτουν κενά, για να μην υπάρχουν υπεράριθμοι, για να εκλογικευτεί το κράτος, για να σεβαστούμε τον πολίτη, το φορολογούμενο, για να σεβαστούμε το δημόσιο χρήμα, για να υπηρετήσουμε τον Έλληνα και την Ελληνίδα.

Υπάρχει κανείς στην Αίθουσα αυτή που διαφωνεί μ’ αυτό που θέλουν όλοι οι Έλληνες; Θέλουν οι δημόσιοι υπάλληλοι να είναι υπηρέτες του γενικού συμφέροντος ταγμένοι στην Υπηρεσία του Πολίτη; Θέλουν οι δημόσιοι υπάλληλοι να μην πλεονάζουν, να μην είναι αργόμισθοι, να μετακινούνται εκεί που υπάρχει πραγματική ανάγκη χωρίς να προσλαμβάνονται νέοι εργαζόμενοι στο δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα που θα επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο τον προϋπολογισμό;

Αυτό είναι ένα κορυφαίο μέτρο θεσμικού και διοικητικού και πολιτικού εκσυγχρονισμού: να δούμε που έχουμε ανάγκες, που υπάρχει πλεονάζον προσωπικό, να υπάρχει οριζόντια κινητικότητα. Πρόκειται για μια άλλη εποχή στη δημόσια διοίκηση, για εκλογίκευση του κόστους, για αξιοποίηση των προσόντων του υπηρετούντος προσωπικού, για σεβασμό στον πολίτη και στο δημόσιο χρήμα.

Αυτό δεν απορρέει από το Σύνταγμα; Δεν είναι αυτό συνταγματική επιταγή; Είναι δέσμη συνταγματικών επιταγών, τις οποίες παραβιάζαμε επί χρόνια, ως πολιτικό σύστημα, γιατί δεν είχαμε προσφέρει στον πολίτη αυτές τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις σεβασμού του από το κράτος και τους δημοσίους υπαλλήλους.

Θέλετε, όμως, να πάμε τώρα και σε πιο τυπική νομική προσέγγιση. Λέει, λοιπόν, το άρθρο 103, παράγραφος 4 ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι που τελούν υπό την εγγύηση της μονιμότητας μετατίθενται, προάγονται ή υποβιβάζονται, στην περίπτωση της μετάθεσης με γνώμη και στις άλλες δύο περιπτώσεις, όπως και στην απόλυση, με απόφαση υπηρεσιακού συμβουλίου. Το υπηρεσιακό συμβούλιο μπορεί να είναι και τριμελές αρκεί να συγκροτείται κατά τα 2/3 από μονίμους δημοσίους υπαλλήλους.

Το συμβούλιο του άρθρου 5 του νομοσχεδίου είναι τριμελές: έχει Πρόεδρο, Αντιπρόεδρο του ΑΣΕΠ -άρα ένα πρόσωπο κύρους και ανεξαρτησίας- και μέλη δύο μονίμους δημοσίους υπαλλήλους βαθμού γενικού διευθυντού, του υψηλότερου βαθμού της διοικητικής ιεραρχίας, που έχουν επιλεγεί μέσα από αλλεπάλληλες κρίσεις από υπηρεσιακά συμβούλια και ανήκουν ο ένας στο Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης και ο άλλος στο Υπουργείο Οικονομικών.

Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 103 παράγραφος 4; Δεν έχουμε υπηρεσιακό συμβούλιο; Δεν έχει κατά πλειοψηφία 2/3 μέλη μονίμους δημοσίους υπαλλήλους; Ποιος είπε ότι το υπηρεσιακό συμβούλιο, στο οποίο υπάγεται ο υπάλληλος, είναι ένα;

Καταρχάς τώρα, εδώ και πάρα πολύ καιρό, είναι άλλο το σύνηθες υπηρεσιακό και άλλο το υπηρεσιακό πειθαρχικό, το οποίο και απολύει. Πρέπει το υπηρεσιακό συμβούλιο να συγκροτείται με μέλη αιρετά συντεχνιακά; Πρέπει να συγκροτείται από μέλη του ίδιου κλάδου, του ίδιου Υπουργείου, της ίδιας συντροφιάς;

Το Σύνταγμα λέει να είναι μόνιμοι δημόσιοι υπάλληλοι. Όσο πιο υψηλός είναι ο βαθμός και όσο μεγαλύτερη απόσταση υπάρχει υπηρεσιακή από τον κρινόμενο, τόσο μεγαλύτερες εγγυήσεις. Και αυτό ισχύει μόνο για την οριζόντια κινητικότητα. Κατά τα άλλα ισχύουν οι αρμοδιότητες των υπηρεσιακών συμβουλίων που προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία. Αυτή, λοιπόν, είναι η απάντηση στην «ένσταση» περί αντισυνταγματικότητας του άρθρου 5.

Υπάρχει και μια συναφής ένσταση, που με πολύ μεγάλη έκπληξη είδα να μεταφέρει ο κ. Λαφαζάνης, ο οποίος είναι εδώ ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος με τους υπαλλήλους της Βουλής, τους οποίους όλοι εκτιμούμε και αγαπούμε, αλλά εργάζονται υπό συνθήκες οι οποίες είναι δύσκολες λόγω του φόρτου εργασίας, αλλά είναι και πολύ καλά κατοχυρωμένες για πολλούς άλλους λόγους.

Επικαλέστηκα τη συνταγματικότητα από το άρθρο 65 παράγραφος 6, ότι ο Κανονισμός της Βουλής στο μη κοινοβουλευτικό μέρος, στο οργανωτικό ρυθμίζει την υπηρεσιακή τους κατάσταση. Ξέρετε, το Σύνταγμα έχει την κακή συνήθεια να έχει εκατόν είκοσι άρθρα και όχι εξήντα πέντε. Διότι στο άρθρο 103 παράγραφος 6 μας λέει το Σύνταγμα ότι οι υπάλληλοι της Βουλής υπάγονται στο άρθρο 103 παράγραφοι 1 έως 5 και κατά τα λοιπά διέπονται από τον Κανονισμό της Βουλής. Αυτό λέει και το νομοσχέδιο. Στο άρθρο 4 λέει ότι υπάγονται και οι υπάλληλοι της Βουλής στο πεδίο εφαρμογής του νόμου, κατά τα λοιπά όμως, ρυθμίζονται από τον Κανονισμό.

Λέει λοιπόν, το άρθρο 4 παράγραφος 1 περίπτωση δ΄ ότι οι υπάλληλοι της Βουλής διέπονται σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό της. Πάει και αυτή η ένσταση. Πριν πάω όμως, στην τρίτη ένσταση να πω ότι ο κ. Βορίδης ανέφερε το άρθρο 92 που μιλάει για τους δικαστικούς υπαλλήλους.

Τι λέει το άρθρο 92; Λέει ότι οι υπάλληλοι της γραμματείας των δικαστηρίων είναι μόνιμοι και υπάγονται σε ειδικό καθεστώς ως προς τα υπηρεσιακά και πειθαρχικά συμβούλια, αλλά κατά τα λοιπά και βαθμούς έχουν και μισθολόγιο έχουν. Λοιπόν, οι βαθμοί τους είναι οι βαθμοί των δημοσίων υπαλλήλων και το μισθολόγιό τους είναι το μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων. Μήπως και οι δικαστικοί υπάλληλοι έχουν ειδικά προνόμια αποδοχών, όπως οι δικαστικοί λειτουργοί; Όχι. Κανείς δεν τόλμησε να το πει αυτό. Κανείς. Ούτε εσείς το είπατε σήμερα. Ευτυχώς. Άρα, τι πρόβλημα έχουν; Υπάγονται στο άρθρο 5 οι δικαστικοί υπάλληλοι; Δεν υπάγονται στην οριζόντια κινητικότητα, στα δικαστήρια που υπηρετούν.

Θα σας πω βέβαια, μια ιστορία. Όταν έγινα Υπουργός Δικαιοσύνης το 1996 –δυστυχώς, προ δεκαπέντε ετών- είχε μόλις ολοκληρωθεί ένας διαγωνισμός για την πρόσληψη επιμελητών, κλητήρων στα δικαστήρια. Έρχονταν διάφοροι και μου ζητούσαν να τοποθετήσω νεοδιοριζόμενους κλητήρες ειδικά στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Το έκανα τις δυο πρώτες φορές, μετά όμως υποπτεύθηκα ότι κάτι συμβαίνει. Γιατί ήθελαν να τους διορίσω στο Ελεγκτικό Συνέδριο και όχι στο Εφετείο, στον Άρειο Πάγο ή στο Συμβούλιο Επικρατείας; Διότι οι διοριζόμενοι κλητήρες στο Ελεγκτικό Συνέδριο ελάμβαναν και τα επιδόματα των υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών. Αυτά τα επιδόματα των δημοσίων υπαλλήλων του Υπουργείου Οικονομικών μπορούν να πηγαίνουν στους δικαστικούς υπαλλήλους, αλλά οι δικαστικοί υπάλληλοι δεν μπορούν να υπαχθούν στο βαθμολόγιο και το μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων. Κάνετε λάθος. Οι εγγυήσεις του άρθρου 92 είναι εγγυήσεις σε σχέση με τα υπηρεσιακά και πειθαρχικά τους συμβούλια. Καμία άλλη εγγύηση δεν υπάρχει.

Πάμε τώρα στις συλλογικές συμβάσεις, γιατί η Βουλή αυτή και το πολιτικό σύστημα δεν προέρχονται από παρθενογένεση. Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας κατοχυρώνονται πράγματι στο άρθρο 22 παράγραφος 2 που κατοχυρώνει τη συλλογική αυτονομία. Τι λέει το άρθρο 22, όπως έχει ερμηνευθεί επί σειρά δεκαετιών από τη νομολογία; Λέει ότι η γενικοί όροι εργασίας καθορίζονται από το νόμο και συμπληρώνονται με συλλογικές συμβάσεις ή με κανόνες που θέτει η διαιτησία. Πώς λειτουργούν λοιπόν, οι συλλογικές συμβάσεις; Συμπληρωματικά προς το νόμο. Πρώτη φορά τώρα έρχεται ο νομοθέτης λόγω κρίσης οικονομικής να πει ότι θα ρυθμίσει συνολικά το ζήτημα των αποδοχών με νόμο; Προφανώς, όχι. Αυτό το έχει κάνει πάμπολλες φορές στο παρελθόν. Το δε ΠΑΣΟΚ στην ιστορία του, η οποία συνδέεται και με συγκεκριμένες καταστάσεις και πρόσωπα σας θυμίζω ότι στη δεκαετία του ’80 με το άρθρο 4 είχε επιβάλλει επίσης, εκ του νόμου τη συνολική ρύθμιση των αποδοχών. Αυτό έγινε το 1984.

Πάμε όμως, στους δημοσίους υπαλλήλους, γιατί για τους δημοσίους υπαλλήλους γίνεται ο λόγος. Οι δημόσιοι υπάλληλοι υπήχθησαν στις συλλογικές συμβάσεις με την αναθεώρηση του 2001 και εξαιρούνται από τις συλλογικές συμβάσεις των δημοσίων υπαλλήλων τα ζητήματα των αποδοχών, τα οποία πάντα ορίζονται με νόμο.

Ποιοι έμειναν, λοιπόν; Έμειναν οι εργαζόμενοι στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Ποιος είναι ο εργοδότης τους; Το κράτος είναι ο εργοδότης τους γιατί βαραίνουν είτε απευθείας τον κρατικό προϋπολογισμό, είτε τον προϋπολογισμό της Γενικής Κυβέρνησης. Οι ρυθμίσεις λοιπόν, του άρθρου 37 σε σχέση με τους δημοσίους υπαλλήλους και σε σχέση με τις αποδοχές τους διέπονται από αυτό το ειδικό καθεστώς.

Πάμε τώρα στους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα. Τι λέει το νομοσχέδιο; Το νομοσχέδιο λέει δύο πράγματα. Πρώτον, ότι διευκολύνεται η σύναψη επιχειρησιακών συμβάσεων και εκεί όπου δεν υπάρχει σωματείο, διότι μπορούν να υπογράφουν την επιχειρησιακή σύμβαση ενώσεις προσώπων, αρκεί να μετέχουν τα 3/5 των εργαζομένων. Όπου υπάρχει σωματείο εκπροσωπεί το σωματείο. Αυτές οι επιχειρησιακές συμβάσεις υπερισχύουν των ομοιοεπαγγελματικών ούτως ή άλλως –πάντα αυτό προβλέπει η νομοθεσία, τώρα όσο διαρκεί το πρόγραμμα προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας λόγω κρίσης και των κλαδικών- αλλά υποτάσσονται στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που προβλέπει τις βασικές εγγυήσεις και τον κατώτερο μισθό.

Επίσης, προβλέπει το άρθρο 37 ότι ο Υπουργός με κανονιστική πράξη –δηλαδή ο νόμος, γιατί η κανονιστική πράξη του Υπουργού Εργασίας είναι νόμος- μπορεί να επεκτείνει την ισχύ κλαδικής σύμβασης και στους μη συμβεβλημένους. Προσέξτε, όχι η ισχύς της σύμβασης, αλλά ο νόμος που υιοθετεί και επεκτείνει τη σύμβαση. Άρα, πάμε πάλι στην έννοια του νόμου που καθορίζει τους γενικούς όρους εργασίας.

Πότε εισήχθη στην έννομη τάξη η έννοια της κλαδικής σύμβασης; Μόλις το 1990 και οι περισσότερες συμβάσεις που εμφανίζονται ως κλαδικές, είναι ομοιοεπαγγελματικές και πάντοτε οι επιχειρησιακές συμβάσεις –που πολλά κόμματα και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. κάποια στιγμή το 1970 και το Κομμουνιστικό Κόμμα ήθελαν εργοστασιακά σωματεία και επιχειρησιακές συμβάσεις- κατίσχυαν των ομοιοεπαγγελματικών. Αυτό λέμε. Αυτό είναι η όλη ρύθμιση.

Άρα, πού προσβάλλεται το άρθρο 22; Λέει το άρθρο 22 ότι πρέπει να έχουμε πολλά επίπεδα συλλογικών συμβάσεων; Δεν το λέει. Παρ’ όλα αυτά έχουμε στη χώρα μας σχεδόν τέσσερα επίπεδα. Για την ακρίβεια η τυπολογία του ισχύοντος νόμου περιλαμβάνει πέντε επίπεδα και επειδή οι κλαδικές είναι είτε τοπικές, είτε περιφερειακές, είτε εθνικές, έχουμε οκτώ επίπεδα.

Αν δείτε λοιπόν, το περιεχόμενο του άρθρου 37 υπάρχει απόλυτος σεβασμός στο άρθρο 22 και τις διεθνείς συμβάσεις εργασίας. Θα μπορούσαμε να ορίσουμε και τις αποδοχές, όχι στο δημόσιο τομέα, αλλά στον ιδιωτικό τομέα; Ναι, έχει γίνει κατ’ επανάληψη στο παρελθόν. Δεν γίνεται τώρα όμως, παρά τη κρίση. Διαφυλάσσεται και ο κατώτερος μισθός και η διαπραγμάτευση των κοινωνικών εταίρων για τις αποδοχές και κυρίως για την προστασία των θέσεων εργασίας, γιατί εκεί βρίσκεται το μυστικό για την υπεράσπιση της απασχόλησης και την καταπολέμηση της ανεργίας. Γιατί η συλλογική σύμβαση μεριμνά για τον άνεργο; Δεν πρέπει ο νομοθέτης να μεριμνήσει για τον άνεργο που θέλει να βρει εργασία; Ποιος εκπροσωπεί τον άνεργο στη συλλογική σύμβαση και σε ποιο επίπεδο;

Πάμε λοιπόν, τώρα στην τελευταία ένσταση για το αφορολόγητο όριο. Ξέρετε ότι οι 5.000 είναι κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο αφορολογήτου. Έχουμε την αίσθηση ότι το αφορολόγητο αφορά μόνο αυτούς που έχουμε εισόδημα μέχρι το αφορολόγητο όριο; Το αφορολόγητο όριο αφορά όλους τους φορολογούμενους. Το αφορολόγητο όριο ο κ. Παυλόπουλος τώρα το θεωρεί αντισυνταγματικό, ως Βουλευτής της Αντιπολίτευσης. Όταν ήταν Υπουργός Εσωτερικών και ο κ. Αλογοσκούφης ως Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών εισηγήθηκε στη Βουλή τη μείωση του αφορολογήτου ορίου για τους ελεύθερους επαγγελματίες και επιτηδευματίες, είχε άλλη θέση; Δεν είχε ανακαλύψει την αντισυνταγματικότητα της μείωσης του αφορολογήτου ορίου;

Τι σχέση έχει η φορολογική πολιτική και η σύλληψη της φορολογητέας ύλης με τις κοινωνικές και προνοιακές πολιτικές; Το μεγάλο πρόβλημα της φορολογικής πολιτικής είναι ότι πίσω από οριζόντιες και άνισες ρυθμίσεις κρύβονται διαφορετικές κοινωνικές καταστάσεις που θα έπρεπε να ρυθμιστούν επί του πεδίου με μέτρα κοινωνικής πολιτικής. Είναι το ίδιο να είσαι πολύτεκνος πολυεκατομμυριούχος με δέκα σπίτια και το ίδιο πολύτεκνος άνεργος; Ε, λοιπόν, πρέπει να στηρίζεται κοινωνικά μέσω της κοινωνικής πολιτικής και στοχευμένα αυτός που έχει ανάγκη, όχι με οριζόντιες ρυθμίσεις. Οι 5.000 είναι πολύ πάνω από το αφορολόγητο όριο της Πορτογαλίας, από το αφορολόγητο όριο της Ιρλανδίας και πολλών άλλων ευρωπαϊκών χωρών με πολύ καλύτερη οικονομική κατάσταση. Άλλο η φορολογική πολιτική και άλλο η κοινωνική πολιτική.

Και να σας πω και κάτι; Όλα έχουν και ένα όριο, ξέρετε. Δηλαδή, εντάξει, να υποστούμε κριτική. Αλλά να υποστούμε κριτική και την επομένη που δώσαμε στη δημοσιότητα τον κατάλογο όσων εξήγαγαν τις καταθέσεις τους στο εξωτερικό, που μπορεί να είναι 18 εκατομμύρια ευρώ, 15 εκατομμύρια ευρώ με μηδέν δηλωμένο εισόδημα;

Μου τα λέτε αυτά την επομένη που έδωσα στη Βουλή την ενδεικτική κατάσταση δεκαοκτώ ατόμων που εξήγαγαν εκατοντάδες χιλιάδες χωρίς δηλωμένο εισόδημα στην εφορία και επιδοτούνται ως άνεργοι από τον ΟΑΕΔ λόγω οριζόντιας πολιτικής;
Και καλά, είπαμε, εντάξει, να έρθετε να σώσετε τη χώρα. Αλλά να έρθετε από τα δεξιά, όχι να μας βγαίνετε και από τα αριστερά τώρα!

Λοιπόν, να κλείσουμε αυτήν την ιστορία, θα μου επιτρέψετε να σας παρακαλέσω: Αφήστε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι της Αντιπολιτεύσεως, τα δήθεν συνταγματικά και νομικά επιχειρήματα. Εδώ τα διλήμματα είναι πολύ μεγάλα, είναι ιστορικά και υπαρξιακά. Έχετε άλλη πρόταση που πιστεύετε ότι μπορείτε να την εφαρμόσετε; Πιστεύετε ότι έχετε πρόταση, η οποία είναι συγκροτημένη, υπεύθυνη, πρακτική, εφαρμόσιμη, που δεν θα καταστρέψει τη χώρα; Δεν έχετε! Να σας πω κάτι; Είναι χαρακτηριστικό της ιστορικής αμεριμνησίας σας το ότι πιστεύετε ότι έχετε. Πότε προλάβατε να ανανήψετε σε είκοσι τρεις μήνες και να θέλετε να ξανασώσετε τη χώρα; Έλεος πια! redsq

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου