Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2021

Σε ποιον ανήκει ο Μίκης;Ναι, οι δεξιοί και οι νεοφιλελεύθεροι, ακόμα και οι ακροδεξιοί μπορούν να επικαλούνται τον Μίκη. Όχι γιατί το κάνουν ήδη χωρίς να τους αναγνωρίζουν πνευματικά δικαιώματα. Ούτε (μόνο) γιατί ο ίδιος τους έδωσε αυτό το δικαίωμα, με τις πολιτικές μεταμορφώσεις του και την εκούσια μετατροπή του σε σύμβολο της εθνικής ενότητας και της (δήθεν) υπέρβασης των ανταγωνιστικών ιδεολογιών.


 






https://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/se-poion-anikei-o-mikis


Μπορούν να τον επικαλούνται οι δεξιοί και οι νεοφιλελεύθεροι, ακόμα και οι άλλοτε θαυμαστές της Χούντας; 

Είναι δυνατόν όλοι αυτοί να οικειοποιούνται τα τραγούδια του που υπήρξαν σύμβολα της Αριστεράς, του αντιφασισμού και της φτωχολογιάς;

Ε όχι δα, φωνάζουν θυμωμένοι πολλοί αριστεροί και αριστερές, αυτός ο Μίκης ΕΙΝΑΙ δικός μας, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ δικός τους!

Κατανοητή η αντίδραση αλλά άσφαιρη.

Ναι, οι δεξιοί και οι νεοφιλελεύθεροι, ακόμα και οι ακροδεξιοί μπορούν να επικαλούνται τον Μίκη. Όχι γιατί το κάνουν ήδη χωρίς να τους αναγνωρίζουν πνευματικά δικαιώματα.

Ούτε (μόνο) γιατί ο ίδιος τους έδωσε αυτό το δικαίωμα, με τις πολιτικές μεταμορφώσεις του και την εκούσια μετατροπή του σε σύμβολο της εθνικής ενότητας και της (δήθεν) υπέρβασης των ανταγωνιστικών ιδεολογιών.

Μπορούν γιατί η τέχνη δεν φέρει κάποια αναλλοίωτη ουσία ικανή να παγώσει το νόημα της μέσα στον χρόνο.

Τουναντίον, νοηματοδοτείται και ανανοηματοδοτείται αδιάλειπτα, υμνείται και βεβηλώνεται διαρκώς από τους πραγματικούς ανθρώπους που έρχονται σε επαφή μαζί της και σε συνθήκες πολύ διαφορετικές από αυτές στις οποίες γεννήθηκε.

Τα τραγούδια του Μίκη ήταν κάποτε στο στόμα εκατομμυρίων ανθρώπων γιατί εξέφραζαν τους πόθους και τους καημούς, τα δεινά και τις ελπίδες τους όταν πάλευαν για έναν καλύτερο κόσμο.

Οι συνθήκες όμως που επέτρεψαν τη δημιουργία τους, οι αγώνες που τους χάρισαν την τεράστια συγκινησιακή τους δύναμη έχουν πάψει να υφίστανται εδώ και δεκαετίες. 

Το ίδιο και οι μαζικές διαχωριστικές γραμμές που τα έκαναν σημαία για κάποιους και βδέλυγμα για άλλους.

Πλέον τα τραγούδια του Μίκη έχουν αναμορφωθεί μέσα από την εθνική συμφιλίωση και την ταξική συνθηκολόγηση της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας.

Έχουν εξημερωθεί από τις αμέτρητες φορές που έχουν παιχτεί στα κρατικά φεστιβάλ, στις σχολικές εορτές και τα τηλεοπτικά αφιερώματα, εν μέσω διαφημίσεων για οδοντόκρεμες και μασαζοκορσέδες.

Όσο και αν διατηρούν τις αισθητικές τους ποιότητες, έχουν εκκενωθεί από το πολιτικό περιεχόμενο που τα όπλιζε σαν βόμβες στα θεμέλια της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων.

Έγιναν, με δυο λόγια, κενά σημαίνοντα, με το νόημά τους ανοικτό επίδικο διαπάλης που μπορούν να το διεκδικούν οι πάντες, ακόμα και οι ακροδεξιοί.

Για αυτό και παίζονται στο Μέγαρο Μουσικής, στα γκαλά των νεόπλουτων και στα συλλαλητήρια των Μακεδονομάχων.

Τούτο μάλιστα δεν μαρτυρά την ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς αλλά το ακριβώς αντίθετο: 

οι αντίπαλοι της καταφέραν να οικειοποιηθούν ακόμα και τα πιο ταυτοτικά της σύμβολα και να τα μετατρέψουν σε απονευρωμένα εκθέματα του εθνικού πολιτιστικού corpus.

Και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει όσο και αν υπενθυμίζουμε τις ταξικές αφετηρίες και τις κομμουνιστικές αναφορές τους, όσο και αν επαναλαμβάνουμε ότι αυτά «είναι δικά μας και κανείς δεν μπορεί να μας τα πάρει.»

Όχι μόνο γιατί δεν μπορούν να σταματήσουν κανέναν από το να τα «πάρει», αλλά και γιατί εκκινούν από μια φετιχιστική ψυχική αφετηρία που θέλει τον Άλλον (δεξιά, ακροδεξιά κλπ.) να μας κλέβει την… απόλαυση.

Απουσία των ιστορικών προταγμάτων και των αγώνων που τους έδιναν την αδιαφιλονίκητη πολιτική ταυτότητα και τη μαζική τους ισχύ, τα τραγούδια του Μίκη έχουν, για τους σύγχρονους αριστερούς, μετατραπεί σε φετίχ τα οποία αισθάνονται ότι πρέπει να τα προστατεύσουν από τους αντιπάλους που τα σφετερίζονται ξεδιάντροπα.

Πρόκειται για μια χαμένη μάχη αφού, όπως εξηγεί ο Μπένγιαμιν:

«Ανασύνθεση του παρελθόντος δεν σημαίνει αναγνώρισή του ‘με τον τρόπο που υπήρξε πραγματικά’. Σημαίνει το άρπαγμα μιας μνήμης καθώς αστράφτει σε μια στιγμή κινδύνου.

Ο κίνδυνος απειλεί τόσο το περιεχόμενο της παράδοσης όσο και τους παραλήπτες του. Και για τους δύο είναι ο ίδιος: να γίνουν όργανα της κυρίαρχης τάξης.

Κάθε εποχή πρέπει να κάνει τη δύσκολη προσπάθεια για την εκ νέου αρπαγή της παράδοσης από τον κομφορμισμό, που είναι έτοιμος να την καταδυναστεύσει…

Το χάρισμα να αναζωπυρώνει τη σπίθα της ελπίδας στο παρελθόν έχει εκείνος μόνο ο ιστορικός που είναι απόλυτα πεπεισμένος ότι ούτε ακόμη και οι νεκροί δεν θα είναι ασφαλείς από τον εχθρό, εάν αυτός νικήσει. 

Και ο εχθρός δεν έχει πάψει να νικά.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου