Σε στιγμές βαριές από τη θλίψη των δεκάδων νεκρών ημερησίως, με την Ελλάδα σε δεύτερο «σκληρό» lockdown και το σύστημα υγείας σε πρωτοφανές στρεσάρισμα, μια σειρά από στοιχεία που προκύπτουν από την επίσημη βάση δεδομένων του European Center for Disease Prevention and Control (ECDC) καταδεικνύουν πως η Ελλάδα έχασε το πλεονέκτημα που της προσέφερε το «σκληρό» lockdown της άνοιξης, μέσα στους θερινούς μήνες.
Χωρίς όμως να «εξηγούν» πώς το φαινόμενο αυτό και οι συνέπειές του πέρασαν -όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος- μάλλον απαρατήρητα από τις αρμόδιες αρχές.
Σημειώνουμε ότι τα στοιχεία που ακολουθούν, αφορούν καταγεγραμμένους θανάτους από Covid-19 στις ευρωπαϊκές χώρες, από τη βάση της ECDC, με επεξεργασία από τους προγραμματιστές της Media2day και του iatronet.gr, προκειμένου να αποφύγουμε τα εγγενή φαινόμενα υποκαταγραφής (ανάλογα με τον αριθμό τεστ τα οποία κάνει κάθε χώρα) που παρουσιάζουν τα κρούσματα. Και θεωρείται ότι αποτυπώνουν την εικόνα διάδοσης της πανδημίας σε προηγούμενα διαστήματα από την εκδήλωσή τους, καθώς μεσολαβεί κατά κανόνα σημαντικό διάστημα ανάμεσα στη μόλυνση ενός ατόμου, την εκδήλωση της ασθένειας και την κατάληξη του ασθενούς.
Όπως δείχνουν τα στοιχεία αυτά, τον περασμένο Μάρτιο η χώρα μας βρέθηκε στην 23η θέση της κατάταξης μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, σε αριθμό θανάτων, ανά εκατομμύριο πληθυσμού, όταν με την έγκαιρη επιβολή του ολοκληρωτικού lockdown τον Απρίλιο και τον Μάιο κι ενώ παγκοσμίως «φούσκωσε» το πρώτο κύμα, κατάφερε να βρεθεί στην 41η και στην 42η θέση αντίστοιχα, σε σύνολο 54 χωρών και κρατιδίων, γεγονός που της απέφερε διεθνή εύσημα.
Με την εγχώρια αλλά και την παγκόσμια κοινή γνώμη να μιλά για ελληνικό «success story» στο διάστημα που πολλές μεγάλες και ισχυρές ευρωπαϊκές χώρες είδαν τα συστήματα υγείας τους να στενάζουν από τις εκατόμβες των νεκρών.
Πώς εξελίχθηκε η «αντίστροφη μέτρηση
Η κατάταξη παρέμεινε σχεδόν σταθερή και τον Ιούνιο, όταν άρχισε σταδιακά και το άνοιγμα των συνόρων, με την Ελλάδα να βρίσκεται στην 38η θέση σε νεκρούς ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Ωστόσο, ήδη τον Ιούλιο ανεβαίνει στην 35η θέση, τον Αύγουστο στην 25η θέση και κλείνει τον Σεπτέμβριο (προφανώς με θανάτους που σε μεγάλο βαθμό αφορούν κρούσματα του Αυγούστου) έχοντας περάσει στην 21η θέση, ήτοι σε μια θέση που τη βάζει πλέον πάνω από τη μέση της κατάταξης.
Εξίσου, αν όχι περισσότερο, εντυπωσιακός είναι ο ρυθμός αύξησης των θανάτων, από μήνα σε μήνα, το καλοκαιρινό διάστημα. Ο Ιούλιος «κλείνει» με μόλις 12 θανάτους σε όλη την επικράτεια, πλην όμως τον Αύγουστο ο αριθμός αυτός πενταπλασιάζεται στους 59 και τον Σεπτέμβριο υπερδιπλασιάζεται ξανά στους 126. Αξιοσημείωτο δε ότι μέσα στον Οκτώβριο έχουμε ακόμη ένα -σχεδόν- διπλασιασμό, στους 232 θανάτους, πριν δηλαδή μπούμε στον τραγικό Νοέμβριο.
Αυτός όμως ο ρυθμός αύξησης των θανάτων εύλογα απεικονίζει και τον ρυθμό εξάπλωσης της πανδημίας σε ελαφρώς προηγούμενα διαστήματα, δείχνοντας μια συνεχή εξάπλωση της διείσδυσης του ιού, από μήνα σε μήνα.
Το ιλιγγιώδες ποσοστό αύξησης μεταξύ Ιουνίου και Σεπτεμβρίου
Συγκρίνοντας τους ελάχιστους θανάτους του Ιουνίου (όταν και κηρύξαμε τη νίκη μας απέναντι στο πρώτο κύμα της πανδημίας) με αυτούς του Σεπτεμβρίου προκύπτει αύξηση κατά… 688%, κατατάσσοντας την Ελλάδα τρίτη σε ποσοστό αύξησης για το θερινό διάστημα, σε όλη την Ευρώπη, πίσω από την Κροατία και το Μαυροβούνιο, ενώ μάλλον δεν είναι τυχαίο ότι μόλις δύο θέσεις παρακάτω, με ποσοστό αύξησης… 634%, είναι η Τσεχία, που φιγουράρει πρώτη σε θανάτους ανά εκατομμύριο σε ολόκληρη την Ευρώπη, από τον Οκτώβριο μέχρι και σήμερα, με το Μαυροβούνιο και τη Βοσνία να έχουν αντίστοιχα την τρίτη και την τέταρτη θέση!
Προφανώς, αυτό δεν συνέβη από… μόνο του, ούτε μπορεί το ιλιγγιώδες ποσοστό αύξησης να πέρασε απαρατήρητο από την κυβέρνηση και τους επιστήμονες, σε σύγκριση και με τις υπόλοιπες χώρες, εκτός αν ασχολούνται αποκλειστικά και μόνο με το τι συμβαίνει στην Ελλάδα.
Τον αμέσως επόμενο μήνα, τον Οκτώβριο, με βάση τα στοιχεία για τους θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού, η Ελλάδα εμφανίζεται να κατρακυλάει ξανά προς τα κάτω, πηγαίνοντας στην 31η θέση.
Αυτή η διαφοροποίηση όμως ΔΕΝ οφείλεται σε μείωση της πανδημίας στη χώρα μας (όπως είδαμε παραπάνω, οι θάνατοι σχεδόν διπλασιάστηκαν μεταξύ Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου, από 126 σε 232), αλλά στην επιτάχυνση του επιδημικού ρεύματος στην υπόλοιπη Ευρώπη (που πιθανώς οφείλεται στη μείωση της θερμοκρασίας, στον συγχρωτισμό σε πιο κλειστούς χώρους, στην επιστροφή τουριστών ή και άλλους παρεμφερείς λόγους), υποδηλώνοντας ότι η αύξηση των κρουσμάτων εκεί εκδηλώθηκε ήδη μέσα και στον Σεπτέμβριο.
Ίσως γι' αυτό τον λόγο, την «εποχικότητα» των χαμηλών θερμοκρασιών, που επισκέπτονται αργότερα το Νότο, η χώρα μας ακολούθησε αυτή την τάση με καθυστέρηση, εκδηλώνοντας εκθετικά ποσοστά μέσα στο Νοέμβριο.
Γι' αυτό και τον μήνα Νοέμβριο, σύμφωνα με τα στοιχεία της βάσης δεδομένων της ECDC που επεξεργάστηκαν οι προγραμματιστές της Media2day σε συνεργασία με το iatronet.gr, μέχρι στιγμής η χώρα μας βρίσκεται στην 31η θέση (στοιχεία μέχρι 18η Νοεμβρίου), εμφανίζει όμως έντονα αυξητική τάση καθώς για την εβδομάδα 11-18 Νοεμβρίου καταλαμβάνει την 25η θέση, ενώ σύμφωνα με στοιχεία της περασμένης Τετάρτης από το Worldometers, έχει βρεθεί πλέον στην 23η θέση σε ό,τι αφορά την αναλογία διασωληνωμένων ανά εκατομμύριο πληθυσμού!
Τα συμπεράσματα και τα μεγάλα ερωτήματα
Από τα στοιχεία που παρατέθηκαν, προκύπτει ότι η Ελλάδα κινείται έως και σήμερα ακολουθώντας πλέον τη θέση «αφετηρίας» στην οποία βρέθηκε στο τέλος του καλοκαιριού, με μια μικρή καθυστέρηση έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών, όπου η μείωση της θερμοκρασίας και ο συγχρωτισμός σε κλειστούς χώρους ήρθε πιο γρήγορα, όπως άλλωστε συνέβη και στη Βόρεια Ελλάδα, σε σχέση με τη Νότια. Το πλεονέκτημα της πολύ χαμηλής διείσδυσης της πανδημίας είχε ήδη χαθεί από το καλοκαίρι και η περαιτέρω πορεία είναι -εκ των υστέρων- περίπου αναμενόμενη.
Ωστόσο, τα ερωτήματα που φαίνεται να προκύπτουν είναι μεγάλα και «καυτά». Κι αν το ένα αφορά ειδικώς την ελληνική περίπτωση, το δεύτερο αφορά το σύνολο της Ευρώπης και όχι μόνον…
Το πρώτο ερώτημα αφορά τους λόγους για τους οποίους σημειώθηκε αυτή η σημαντική άνοδος στη διείσδυση της πανδημίας μέσα στη θερινή περίοδο. Παράγοντες όπως η τουριστική κίνηση, από το εσωτερικό και το εξωτερικό, οι αυξημένες μετακινήσεις πληθυσμών από και προς τους τουριστικούς παραθεριστικούς προορισμούς και η επιστροφή στα αστικά κέντρα, η μείωση της προσοχής όλων, η συμμετοχή σε πάρτι και άλλες δραστηριότητες αυξημένου συγχρωτισμού, δίνουν μια πρώτη απάντηση.
Υπάρχουν όμως και ορισμένοι ειδικότεροι παράγοντες:
Το τεράστιο θέμα με τα βόρεια σύνορα της χώρας
Στις 15 Ιουνίου, η Ελλάδα ανοίγει τα βόρεια σύνορα της χώρας, με ρεπορτάζ της εποχής να μιλούν για τις ουρές χιλιομέτρων που σχηματίζονται στον Προμαχώνα, όπου και γίνονται δειγματοληπτικά τεστ.
Εντούτοις, ήδη από την 21η Ιουνίου το Euro2day.gr είχε επισημάνει (και άλλα μέσα περίπου την ίδια χρονική περίοδο) ότι υπάρχει δεύτερο ισχυρό κύμα κορωνοϊού στα βόρεια σύνορα της χώρας, από τη Βουλγαρία έως την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία.
Παραδόξως, ο έλεγχος εξακολούθησε να γίνεται δειγματοληπτικά έως τη 17η Αυγούστου, όταν και κατέστη «υποχρεωτική η προσκόμιση αρνητικού τεστ μοριακού ελέγχου (PCR test) για όλους τους εισερχόμενους στα χερσαία σύνορα», το οποίο θα έπρεπε να έχει διενεργηθεί τις τελευταίες 72 ώρες. Επίσης, μία ημέρα νωρίτερα, στις 16 Αυγούστου, μπήκε «πλαφόν» στη διέλευση εισερχομένων από το φυλάκιο της Κακαβιάς, με όριο τα 750 άτομα την ημέρα.
Ήδη όμως από το καλοκαίρι, καταγράφονται πληροφορίες ότι σε πολλές χώρες της Βαλκανικής αγοράζονται πλαστά αρνητικά τεστ από επίδοξους ταξιδιώτες, που στην πραγματικότητα δεν έχουν κάνει τεστ, απλώς έχουν αγοράσει το… χαρτί. Δεν ξέρουμε αν και πότε έφτασαν αυτές οι πληροφορίες στις ελληνικές αρχές (υποθέτουμε ότι αφού έφτασαν σε μας, έφτασαν και σε εκείνους), το γεγονός είναι ότι οι πληροφορίες αυτές καταγράφηκαν και σε θέμα του Euro2day.gr με τίτλο «Τρύπα κορωνοϊού στα σύνορα με την Αλβανία», μία ολόκληρη εβδομάδα πριν τη χθεσινή απόφαση της κυβέρνησης να κάνει υποχρεωτικά rapid tests στα βόρεια σύνορα, διατηρώντας την υποχρέωση για PCR test από την πλευρά των εισερχόμενων.
Άγνωστη παραμένει επίσης η επίδραση του γεγονότος ότι για τις περισσότερες χώρες προέλευσης, στους τουρίστες που κατέφτασαν αεροπορικώς στην Ελλάδα δεν προβλεπόταν αντίστοιχο υποχρεωτικό τεστ, παρά γίνονταν δειγματοληπτικοί έλεγχοι.
Ξαναπιάστηκε στον ύπνο η Ευρώπη!
Το δεύτερο ερώτημα αφορά όχι μόνο την Ελλάδα αλλά τις περισσότερες -αν όχι όλες- χώρες της Ευρώπης, καθώς μπορεί η χώρα μας να απώλεσε το ειδικό της πλεονέκτημα ως προς την πολύ χαμηλή «βάση» διείσδυσης της πανδημίας κατά τους θερινούς μήνες, πλην όμως συνολικά η Ευρώπη πιάστηκε απροετοίμαστη από την ένταση του φθινοπωρινού κύματος της πανδημίας, που συνέπεσε με τη μείωση των θερμοκρασιών κατά την αλλαγή εποχής.
Ήταν τα χαμηλά νούμερα σε κρούσματα και νεκρούς, που θεωρήθηκαν «αποδεκτά», προκειμένου να διατηρηθεί η οικονομική δραστηριότητα; Υποτιμήθηκε η μεταδοτικότητα του ιού σε κλειστούς χώρους και σε χαμηλές θερμοκρασίες; Έπαιξε ρόλο και η συζητούμενη μετάλλαξη ενός σκέλους του ιού, που τον έκανε ακόμη πιο μεταδοτικό;
Τα ερωτήματα αυτά μένει να απαντηθούν, το γεγονός όμως παραμένει ότι τόσο η Ελλάδα όσο και η Ευρώπη έπεσαν θύμα ενός ανελέητου αιφνιδιασμού από το δεύτερο κύμα. Και η Ελλάδα, έχοντας ήδη απολέσει την «εξαιρετική» θέση του Ιουνίου, απλά ακολούθησε αυτή τη φορά το ρεύμα.
Με την πολύ σημαντική διαφορά όμως, όπως αποδεικνύεται, ότι στην περίπτωση της χώρας μας, εξαιτίας των αδυναμιών του συστήματος, δεν χρειάστηκε να κατακτήσει την κορυφή της Ευρώπης σε κρούσματα και θανάτους, για να λυγίσει το σύστημα περίθαλψης. Μια θέση κάπου στη μέση ήταν αρκετή. Κι αυτό είναι μάλλον κάτι που έπρεπε να έχει γίνει έγκαιρα συνείδηση στους αρμόδιους, πριν ξεσπάσει το κακό.
Το μεγάλο ζήτημα των διαγνωστικών τεστ
Όπως ανέδειξε ήδη το Iatronet.gr σε πρόσφατο θέμα που φιλοξενήθηκε και από το Euro2day.gr με τίτλο «Κορωνοϊός: Αχίλλειος πτέρνα της Ελλάδας τα ανεπαρκή τεστ», η χώρα εμφανίζει ανεπάρκεια στην πραγματοποίηση διαγνωστικών τεστ, καθώς ο βαθμός θετικότητας καλπάζει σε υπερδιπλάσια επίπεδα από τα διεθνώς αποδεκτά, ενώ από την αρχή της πανδημίας μέχρι και σήμερα, η Ελλάδα κατατάσσεται 34η στην Ευρώπη, με βάση στοιχεία του worldometers, έχοντας πίσω της μόνο ορισμένες χώρες των Βαλκανίων και του πρώην ανατολικού μπλοκ. Είναι ίσως χαρακτηριστικό ότι η γειτονική και «αδελφή» Κύπρος εμφανίζεται να έχει διεξάγει ως σήμερα υπερδιπλάσιο αριθμό τεστ ανά εκατομμύριο κατοίκους, περίπου 453.000, έναντι μόλις 207.000 για την Ελλάδα, με βάση σωρευτικά στοιχεία έως και τη 18η Νοεμβρίου.
Επακόλουθο ενδεχομένως αυτού του φαινομένου είναι και το ότι η χώρα μας εμφανίζεται να υποκαταγράφει διαγνωσμένα κρούσματα σε σχέση με τους θανάτους, με σταθερότητα στη διάρκεια της κρίσης, όπως προκύπτει από τη σύγκριση του πίνακα που ακολουθεί, για τα διαπιστωμένα κρούσματα, σε σχέση με τον προηγούμενο, που καταγράφει τους θανάτους.
Σε κάθε χρονική περίοδο, η χώρα μας εμφανίζεται σταθερά να έχει μεγαλύτερη αναλογία θανάτων σε σχέση με τα κρούσματα. Κι αυτό ενώ πολλάκις έχει ειπωθεί από υπεύθυνα χείλη του επιστημονικού και ιατρικού κόσμου ότι το ποσοστό θνησιμότητας στις ελληνικές ΜΕΘ είναι χαμηλότερο απ' ό,τι στις άλλες χώρες. Που σημαίνει -δια της εις άτοπον απαγωγής- ότι ναι μεν σε όλες τις χώρες υποκαταγράφονται τα κρούσματα, στην Ελλάδα όμως υποκαταγράφονται αισθητά περισσότερο, με ό,τι συνέπειες έχει αυτό και στις επιδημιολογικές προβλέψεις.
Κι αυτό μάς φέρνει στο τελευταίο ερώτημα: Τι πανδημικές «προβολές» για τον χειμώνα έκανε τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο το επιστημονικό επιτελείο, που εισηγείται στην κυβέρνηση; Πόσο έξω έπεσαν αυτές;
* Ο Γ. Παπανικολάου είναι διευθυντής της Μedia2day και του Euro2day.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου