Η ιλιγγιώδης χρηματικά επικήρυξη χαρακτηρίζεται από ορισμένους ειδικούς επικοινωνιακό πυροτέχνημα, ερασιτεχνική και άκαιρη πολιτικά.
Ακόμα κι αν σεβαστούμε την πολιτική απίφαση του Υπουργού, τα καίρια ερωτήματα για τους υποψήφιους πληροφοριοδότες παραμένουν.
Ποια είναι η διαδικασία που πρέπει να ακολουθήσει ο πληροφοριοδότης, πως θα διασφαλίσει την αμοιβή του και πότε θα κάνει το «λάθος» ο Ξηρός;
Άκουσα μάλιστα ότι σε πολλούς η επικήρυξη θυμίζει γουέστερν παλαίας κοπής. Τι κάνουν Άγγλοι και Αμερικάνοι (καλύτερα από εμάς) στην αναζήτηση φυγάδων;
Στους δρόμους η αστυνομική παρουσία είναι εμφανής. Στο διαδίκτυο διαβάζω ότι βρισκόμαστε σε βαθμό επιφυλακής παρόμοιας με τους Ολυμπιακούς Αγώνες, βρίσκω δε δεκάδες δημοσιεύματα που υποστηρίζουν ότι ο όγκος των πληροφοριών που λαμβάνεται καθημερινά μετά την επικήρυξη στην τηλεφωνική γραμμή της αντιτρομοκρατικής είναι σχεδόν αδιαχείριστος. Το γραφείο τύπου του Υπουργείο δεν μου το επιβεβαιώνει επίσημα.
Εν τω μεταξύ ο Χριστόδουλος Ξηρός δέχεται αφόρητη πίεση από τους πρώην σύντροφους του που τον αποκήρυξαν πανηγυρικά, ενώ ακόμα και ο αδελφός του ζήτησε την επιστροφή του στην φυλακή με αντάλλαγμα την αμνηστία των συντρόφων του.
Ο χρόνος μετράει αντίστροφα και για τις δυο πλευρές. Θα καταφέρει πρώτος το τρομοκρατικό χτύπημα για το οποίο απείλησε ή θα κάνει το μοιραίο λάθος που περιμένει η αστυνομία για να τον οδηγήσει πίσω στην φυλακή;
Ο Υπουργός Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη Νίκος Δένδιας αποφάσισε να τραβήξει το τελευταίο του χαρτί: την επικήρυξη. Όποιος προσφέρει πληροφορίες που θα οδηγήσουν στη σύλληψη του Χριστόδουλου Ξηρού, του Νίκου Μαζιώτη, της Παναγιώτας Ρούπα και των δυο δραστών της διπλής ανθρωποκτονία των Χρυσαυγιτών στο Ν. Ηράκλειο θα ανταμειφθούν με ένα εκατομμύριο ευρώ ανά σύλληψη.
Η φυγή του Ξηρού από τη φυλακή δεν είναι ένας λάθος που διορθώνεται, είναι ένα λάθος που πληρώνεται σχολιάζουν αστυνομικοί κύκλοι. Ο Υπουργός πρέπει να πληρώσει για την ανικανότητα του συστήματος να προστατέψει την κοινωνία από έναν τρομοκράτη.
Ο Υπουργός μίλησε για την τεράστια πρόκληση που συνιστά για την πατρίδα μας η τρομοκρατία, για την οικονομική της ανάπτυξη, για την προσέγγιση ξένων επενδύσεων και για την καταπολέμηση της ανεργίας. Η επικήρυξη όμως κατακρίθηκε από ειδικούς επί θεμάτων ασφαλείας με του οποίους συνομίλησα.
Σύμβουλος με διεθνή εμπειρία σε ζητήματα τρομοκρατίας και ασφάλειας χαρακτήρισε την επικήρυξη ως ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα που αποκαλύπτει ερασιτεχνισμό, σημειώνοντας πως το «τσουβάλιασμα» φυγάδων με μια αμοιβή ιλιγγιώδους ύψους για τα διεθνή δεδομένα παραπέμπει σε κακέκτυπο του αμερικανικού πολέμου κατά της τρομοκρατίας.
Ακόμα προσπαθούσε να εξυχνιάσει πως γίνεται όλοι αυτοί μαζί με τον Ξηρό να αποτελούν αντικείμενο της ίδιας χρηματικής ανταμοιβής! Την άποψη δε ότι μια επικήρυξη πρέπει να εξετάζεται όχι μόνο με επιχειρησιακούς όρους, αλλά και σε ένα γενικότερο πολιτικό πλαίσιο, μου εξέφρασε υψηλόβαθμος αστυνομικός που αποστρατεύτηκε πρόσφατα.
«Όταν το ύστατο ‘όπλο’ της αστυνομίας, η επικήρυξη, χλευάζεται στο διαδίκτυο αντί να υποστηρίζεται από τους πολίτες, σημαίνει ότι πρέπει να υπάρξουν δεύτερες σκέψεις εάν ήταν η σωστή επιλογή”.
Πέρα όμως από τις πολιτικές επικρίσεις που μπορεί να εκφράζουν ορισμένοι αξιωματικοί, καίριο σημείο συζήτησης παραμένει εάν πράγματι η επικήρυξη μπορεί να συμβάλλει στη σύλληψη.
Άπειρη η ελληνική αστυνομία
Η σχετική εμπειρία της ελληνικής αστυνομίας είναι μηδαμινή. Μετρημένες στα δάχτυλα είναι οι επικηρύξεις από το 1989 που εφαρμόστηκε ο νόμος. Για την ακρίβεια σήμερα εκτός από τον Ξηρό και τους λοιπούς τρομοκράτες/κακοποιούς, καταζητούμενοι επ’ αμοιβή 1 εκατομμυρίου ευρώ παραμένουν ο Βασίλης Παλαιοκώστας και οι άγνωστοι δράστες στην περίπτωση της Κούνεβα. Το βέβαιο είναι ότι δεν έφεραν ποτέ κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα στο επιχειρησιακό έργο της αστυνομίας.
Τη μοναδική, γνωστή τουλάχιστον, περίπτωση στην οποία δόθηκαν χρήματα από την αστυνομία ήταν στην περίπτωση της περίφημης «Άννας της Ριανκούρ», της πληροφοριοδότριας στη γνωστή επιχείρηση των αστυνομικών στη Λουίζης Ριανκούρ το 1992, η οποία κατέληξε σε φιάσκο. Η μικροβιολόγος Μαρία Τσιντέρη που συνελήφθη τελικά ως η φερόμενη Άννα έλαβε από την αστυνομία 13 εκατομμύρια δραχμές, για τα οποία στη συνέχεια καταδικάστηκε πως δολίως απέσπασε από τις αρχές. Κατά τη δικαστική διαδικασία υπήρξαν υπόνοιες, που ποτέ όμως δεν επιβεβαιώθηκαν, πως μέρος των χρημάτων της τότε επικήρυξης της 17 Νοέμβρη χάθηκαν.
Επακόλουθη ήταν η καχυποψία της κοινής γνώμης για την διαφάνεια τέτοιων συναλλαγών. Ας ξεκινήσουμε όμως από την καθαυτή διαδικασία. Ο κάθε πολίτης μπορεί να τηλεφωνήσει ή να στείλει e-mail με οποιαδήποτε πληροφορία επώνυμα ή ανώνυμα και η αστυνομία να την αξιολογεί. Εάν μια πληροφορία οδηγήσει στην σύλληψη, τότε δημιουργείται επιτροπή διοικητικής έρευνας η οποία θα συντάξει πόρισμα εάν ο πληροφοριοδότης δικαιούται τα χρήματα.
Αυτό τελικά θα εγκρίνει ή θα απορρίψει το αρχηγείο της αστυνομίας.
Περισσότερες λεπτομέρειες για τις διαδικασίες (ποιοι αποτελούν τις επιτροπές, πώς δίνονται τα χρήματα, κτλ) δεν μπορούσαν να δοθούν, καθώς, το γραφείο τύπου της αστυνομίας μου ξεκαθάρισε ότι αποτελούν διαβαθμισμένες πληροφορίες.
Όταν ακούς απόρρητο συνήθως δεν μπορείς να πεις και πολλά παραπάνω. Έτσι δεν είναι; Πίστευα πως ο σχετικός νόμος κάτι παραπάνω θα προβλέπει. Έτσι τουλάχιστον με έκαναν να πιστεύω οι συνήθεις ερωτήσεις-απαντήσεις του αντίστοιχου αμερικανικού νόμου. Έκανα λάθος. Ο λακωνικός ελληνικός νόμος περί επικηρύξεων βρίσκεται επί της διαδικασίας σε αχαρτογράφητα νερά.
Η Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Αστυνομικού Δικαίου Νομικής Σχολής Αθηνών Ζωή Παπαϊωάννου μου τόνισε ότι η δημοσιοποιημένη απόφαση της επικήρυξης, ελλείψει μάλιστα τυπικού νόμου, θα πρέπει να εξασφαλίζει ένα πλήρες νομικό πλαίσιο στο οποίο να προβλέπεται με κάθε λεπτομέρεια η διαδικασία σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας που διέπει την αστυνομική διοίκηση. Επίσης επειδή η αμοιβή θα προέρχεται από χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων, αυτοί θα πρέπει να μπορούν να γνωρίζουν εάν η σχετική διαδικασία είναι αποτελεσματική και έχει υλοποιηθεί με τα πλέον πρόσφορα μέσα.
Τέλος, πέραν του επείγοντος χαρακτήρα της επικήρυξης, και με δεδομένο ότι προέχει η δημόσια ασφάλεια, θα πρέπει να εξασφαλιστεί και η τήρηση της αρχής της εχεμύθειας υπέρ του πληροφοριοδότη, καθώς και η προάσπιση της προσωπικής του ασφάλειας.
Υψηλόβαθμος αστυνομικός εν αποστρατεία μου εξήγησε πως θα πρέπει να κινηθεί αυτός που διαθέτει την πληροφορία. «Οι σοβαροί πληροφοριοδότες ενδιαφέρονται να διασφαλίσουν δύο πράγματα: το απόρρητο των επικοινωνιών και τη χρηματική αμοιβή.
Γι’ αυτό συνήθως η αξιόλογη πληροφορία δίνεται μέσω δικηγόρου στο ανώτατο επίπεδο της αστυνομίας». Η επιχειρησιακή του εμπειρία υπαγορεύει ότι εξαιρετικά σπάνια μια πληροφορία θα πληρωθεί, δεδομένου ότι οι «καλές πληροφορίες» έρχονται συνήθως από άλλους κακοποιούς στους οποίους προσφέρονται νόμιμα ‘ανταλλάγματα’, όπως η μείωση ποινής.
Εάν τελικά η επικήρυξη Ξηρού και λοιπών τρομοκρατών μπορεί να είναι αποτελεσματική παραμένει ασαφές. «Ακόμα κι αν υπάρχουν πληροφοριοδότες εκεί έξω, ο τρομοκράτης είναι το πιο δύσκολο θήραμα», λένε αστυνομικοί κύκλοι, «αφού οι γνώστες έχουν ιδεολογική συγγένεια με τον φυγά την οποία δύσκολα θα αποποιηθούν έναντι χρηματικής αμοιβής».
Όμως το μέτρο υπηρετεί σε επιχειρησιακό επίπεδο κι άλλους σκοπούς. «Η επικήρυξη λειτουργεί κυκλωτικά. Ο φυγάς πιέζεται ψυχολογικά, αυξάνει τα μέτρα αυτοπροστασίας του και όσο περισσότερο υπολογίζει την κάθε του κίνηση τόσο πιο κοντά βρίσκεται στο λάθος που η αστυνομία περιμένει για να τον συλλάβει».
Τι γίνεται στις ΗΠΑ
Οι κυνηγοί κεφαλών της Άγριας Δύσης συνεχίζουν μέχρι σήμερα το έργο τους ενδεδυμένοι μάλιστα θεσμικό μανδύα για τη σύλληψη φυγόδικων.
Η τηλεοπτική σειρά «America's Most Wanted» η οποία διακόπηκε πρόσφατα είχε τεράστια απήχηση αλλά και αποτελεσματικότητα. Το θεσμό των επικηρύξεων εφαρμόζει τόσο το FBI, όσο και το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ με το πρόγραμμα «Rewards for Justice».
Το τελευταίο συστηματοποιήθηκε μετά την 11η Σεπτεμβρίου στην προσπάθεια σύλληψης διεθνών τρομοκρατών. Τα ποσά επικήρυξης για τους κοινούς εγκληματίες του FBI κυμαίνονται στα 100.000$, ενώ στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας ξεκινούν από 500.000 $ και φτάνουν τα 25 εκ $ σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως π.χ. του Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Οι διαδικασίες που ακολουθούν όλοι οι παραπάνω φορείς είναι πολύ λεπτομερείς με προβλέψεις και ρήτρες διαφάνειας, ενώ η αποτελεσματικότητά τους ενισχύεται από την τεράστια διαφήμιση σε όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης.
Τι γίνεται στη Μ. Βρετανία
Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, όπως και στην Ελλάδα, δεν υπάρχει μεγάλη παράδοση στις επικηρύξεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Βρετανία στην οποία το έργο εντοπισμού φυγάδων έχει αναλάβει εδώ και 25 περίπου χρόνια το δίκτυο της φιλανθρωπικής οργάνωσης Crimestoppers.
Η αστυνομία διοχετεύει τα προφίλ των εγκληματιών στην ιστοσελίδα της οργάνωσης και στη συνέχεια τα περιστατικά διαχειρίζονται 38 διαφορετικές επιτροπές σε τοπικό επίπεδο. Λαμβάνουν περίπου 100.000 πληροφορίες ετησίως, ενώ το ποσοστό συλλήψεων φτάνει το 24%. Το απόρρητο των επικοινωνιών και η τοπική δράση του δικτύου θεωρούνται τα κλειδιά της επιτυχίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου