Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2019

Μητσοτάκης -Ερντογάν: Το χρονικό μιας προαναγγελθείσας αποτυχίας. Ατυχής η διατύπωση του Πρωθυπουργού για «καλή θέληση» ΚΑΙ «από τις δυο πλευρές»!










Του Γ. Λακόπουλου
 Ένας κανόνας της διπλωματίας είναι ότι «δεν μπαίνεις σε μια συζήτηση από την οποία δεν ξέρεις πώς θα βγεις».
Είναι λίγο άβολο να το λέει κανείς, αλλα η συνάντηση  Μητσοτάκη – Ερντογάν στο Λονδίνο, ήταν καταδικασμένη εξ αρχής σε αποτυχία. Κατά τρόπο  μάλιστα που θέτει εν αμφιβόλω την ικανότητα της σημερινής κυβέρνησης και του διπλωματικού επιτελείου να αξιολογούν τα συμφραζόμενα της συγκυρίας και να παίρνουν αναλόγως τις αποφάσεις τους.   
Διπλωματικοί παρατηρητές  δυσκολεύονται να διακρίνουν το πλαίσιο με βάση το οποίο προκρίθηκε η συνάντηση και μιλούν για ελλιπή προετοιμασία και απροσδιόριστες επιδιώξεις.
Ορισμένοι μάλιστα διερωτώνται αν -παρά περι του αντιθέτου επιχειρηματολογία-το περιθώριο των εργασιών της συνόδου του ΝΑΤΟ, ήταν αυτή φορά το κατάλληλο περιβάλλον για μια τέτοια συνάντηση, δεδομένων των ίσων αποστάσεων της Συμμαχίας έναντι των δυο χωρών. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι η ελληνική πλευρά δεν εξασφάλισε καν αναφορά στο κοινό ανακοινωθέν για την τουρκο-λιβυκή συμφωνία. Αντίθετα ο Ταγίπ Ερντογάν βρήκε την ευκαιρία για παρεμβάσεις στη συνάντησή του με τον  Ντόναλντ Τραμπ, πριν μιλήσει με τον Έλληνα Πρωθυπουργό.
Από αυτή την άποψη τίθεται ζήτημα αν υπήρχε λόγος για μια  έκτακτη συνάντηση 90 λεπτών σε επίπεδο κορυφής, που όπως προβλεπόταν  αποδείχθηκε αντιπαραγωγική -το λιγότερο- καθώς απλώς προέκυψε αυτό  που ήταν γνωστό: «Συμφώνησαν ότι δεν συμφωνούν».
Είναι άγνωστο σε τι ακριβώς περίμενε η ελληνική πλευρά να συμφωνήσουν. Και σε ποιο βαθμό ελήφθη υπόψη ότι η μη πρόοδος είναι εξέλιξη υπέρ της τουρκικής στρατηγικής σε όλο το φάσμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και στο Κυπριακό.
 Θα είναι αρνητική εξέλιξη για την Ελλάδα αν, όπως διαφαίνεται από κάποιες ενδείξεις, ο «Σουλτάνος» αξιοποιήσει την «καταγραφή των διαφωνιών» σε «όλα τα ζητήματα που προκύπτουν από τις τελευταίες τουρκικές ενέργειες»– όπως είπε ο  Έλληνας Πρωθυπουργός για τη συνάντηση- για να  εφαρμόσει τη μέθοδο του Χότζα: θα  …αφαιρεί  κάποια στοιχεία και θα το εμφανίζει σαν υποχώρηση και διαλλακτικότητα, ζητώντας αντίστοιχες υποχωρήσεις και από την Ελλάδα. Με τον διεθνή παράγοντα να το βρίσκει λογικό.
Τι θα έπρεπε να γίνει
 Είναι αλήθεια ότι η ελληνική αντιπροσωπεία – στην οποία περιέργως μετείχε και η υπ’ ατμόν διπλωματική σύμβουλος του Πρωθυπουργού- θεωρείται η πλέον άπειρη ομάδα που διαπραγματεύθηκε ως τώρα με τους γείτονες .
Από αυτή την άποψη θα ήταν χρήσιμο προτού ο Πρωθυπουργός αναχωρήσει για το Λονδίνο, να συνεννοηθεί με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης τουλάχιστον. Ωστόσο το απέφευγε και συνεχίζει περιοριζόμενος σε «ενημέρωση των κομμάτων» στο επίπεδο του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής. 
Εντύπωση μετά τη συνάντηση έκανε η υπερβάλλουσα ηπιότητα, επίσημων και ανεπίσημων, διατυπώσεων της ελληνικής πλευράς.  Από διπλωματική  – αλλά και επικοινωνιακή-άποψη δεν νοείται κατευναστική πρακτική όταν η Τουρκία δεν κλιμακώνει απλώς την επιθετικότητα κατά την Ελλάδας, αλλά την εξάγει κιόλας δια της συμφωνίας με τη Λιβύη.
Πολιτικοί παράγοντες θεωρούν ότι η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να θέσει την απόσυρση αυτής της συμφωνίας ως προϋπόθεση για να καθίσει στο τραπέζι. Αλλά εφόσον διακινδύνευσε τη συνάντηση πρέπει στο εξής να κινηθεί με ταχύτητα στη διεθνή σκηνή ώστε το μηδενικό αποτέλεσμα να μην αποβεί υπέρ της Τουρκίας. 
Θα ήταν διπλωματικό πλήγμα αν με φόντο το Λονδίνο εμφανισθεί η χώρα ως συρθείσα σε «διάλογο» στα μέτρα της Τουρκίας -που προβάλει όλα τα θέματα ελληνοτουρκικής γειτνίασης προς διαπραγμάτευση.

Η αποτυχία απέκτησε και μια άλλη, τουλάχιστον παράδοξη, διάσταση με μια συγκεκριμένη διατύπωση του Πρωθυπουργού, στη δήλωσή του μετά τη συνάντηση.
 On camera, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μεταξύ άλλων είπε: «Δυσκολίες με την Τουρκία υπήρχαν πάντοτε και θα υπάρχουν. Εκτιμώ όμως ότι εφόσον όμως  και οι δυο πλευρές δείξουν καλή διάθεση αυτές τελικά μπορούν να ξεπεραστούν». 
Η διατύπωση «και οι δυο πλευρές» -για ό,τι αφορά την «καλή διάθεση»- από διπλωματική  άποψη είναι μάλλον ατυχής. Μπορεί να οδηγήσει στην ερμηνεία ότι υπάρχει θέμα καλής διάθεσης … και από τη Ελλάδα. Έτσι εξισώνει «τις δυο πλευρές» στο επίπεδο των προθέσεων- όταν η πάγια ελληνική θέση είναι ότι πρόκειται για σχέση «επιτιθέμενου και αμυνόμενου».
Είναι χαρακτηριστικό ότι από την πλευρά της Τουρκίας τα επηρεαζόμενα  από τον Ερντογάν ΜΜΕ έσπευσαν, αναφερόμενα στη συνάντηση, να  αναδείξουν την …ετοιμότητα της Άγκυρας να συζητήσει την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο …υπό τον όρο του ίσου διαμοιρασμού.
Η κριτική Μητσοτάκη σε Παυλόπουλο-Τσίπρα το 2017
Ένα … παράπλευρο συμπέρασμα από τη συνάντηση του Λονδίνου είναι ότι η πολιτική εκδικείται. Η ΝΔ είχε ξιφουλκήσει κατά της τότε κυβέρνησης, με αφορμή την επίσκεψη του Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2017 – με τον Αλέξη Τσίπρα στο Μέγαρο Μαξίμου και τον Νίκο Κοτζιά στη Βασ. Σοφίας. 

Εκείνη η επίσκεψη δεν είχε αποτέλεσμα, αλλά υπήρξε ένα ορατό κέρδος για τη χώρα μέσω μιας καθαρής τοποθέτησης.
Στην απόπειρα του Τούρκου Προέδρου να μιλήσει «στον αέρα» της ζωντανής συνέντευξης στο Προεδρικό Μέγαρο για «επικαιροποίηση της Συνθήκης της Λοζάνης» του απάντησε αμέσως ο Προκόπης Παυλόπουλος«Η Συνθήκη είναι αδιαπραγμάτευτη».
Στη συνέχεια ο τότε Πρωθυπουργός διευκρίνισε ότι «αποτελεί τον θεμέλιο λίθο για τις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας».  Έκτοτε η ρητορική των Τούρκων επίσημων υποχώρησε σ’ αυτό το θέμα.
Για εκείνη την επίσκεψη ο Κυριάκος Μητσοτάκης κορυφώνοντας την πολιτική του «όχι σε όλα» έλεγε:
«Η πατρίδα μας δεν κέρδισε τίποτα το ουσιαστικό από αυτή την επίσκεψη. Η προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων, απαιτεί σοβαρότητα, προετοιμασία, μελετημένες κινήσεις,. Αυτός ήταν ο στόχος της χθεσινής επίσκεψης; Να δώσουμε βήμα στον κ. Ερντογάν να διατυπώσει και στην Ελλάδα τις όποιες αξιώσεις του»
Προφανώς δεν θα αισθανθεί ευτυχής αν η σημερινή αντιπολίτευση  αποστηθίσει τα λόγια του, αναφερομένη στην αποτυχία του Λονδίνου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου