Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2016

Η πιο κρίσιμη ώρα για τον ΔΟΛ- Το “κύκνειο” άρθρο του Σταύρου Ψυχάρη…



































Με ένα πρωτοσέλιδο που φέρει τον τίτλο “Το Βήμα είστε εσείς”, ο ισχυρός άνδρας του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη Σταύρος Ψυχάρης απευθύνεται στους αναγνώστες του “Βήματος” και γενικότερα των εντύπων του ιστορικού Συγκροτήματος. 
Τον τίτλο συνοδεύει ένα εκτενές ρεπορτάζ στις εσωτερικές σελίδες για την κρίση στον Τύπο και η αναμενόμενη επίθεση στην κυβέρνηση και προσωπικά στον πρωθυπουργό. 
Στον ΔΟΛ έχουν, άλλωστε, υιοθετήσει το επιχείρημα ότι η κυβέρνηση βρίσκεται πίσω από την χρεοκοπία που απειλεί τον Οργανισμό και από την Εθνική τράπεζα που αρνείται να εκταμιεύσει χρήματα από τους δεσμευμένους λογαριασμού του “πτωχού” ΔΟΛ με τον πάμπλουτο ιδιοκτήτη (σχετικό ρεπορτάζ υπάρχει και στην εφημερίδα “Πρώτο Θέμα”).
Το κύριο άρθρο της εφημερίδας, ωστόσο, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. 
Είναι αυτό που παραδοσιακά γράφει ο Σταύρος Ψυχάρης, αν και αυτή τη φορά η υπογραφή είναι “Βήμα”. Αποτελεί, ωστόσο, μία καταγραφή του ισχυρού άνδρα του ΔΟΛ. Ίσως, λένε κάποιοι, και το εκδοτικό “κύκνειο άσμα” του.
Και, μάλιστα, φαίνεται πως διακατέχεται από “ποιητική διάθεση”, αφού μιλά για τις “ρωγμές του χρόνου”. Αλλά και για την “κανονικότητα που χάνεται”. Ίσως εννοεί την “κανονικότητα” των εύκολων δανείων από τις τράπεζες, όπως αυτά που ελάμβανε με “αέρα”, όπως ομολόγησε ο γιός του στην Εξεταστική επιτροπή της Βουλής.
Έχει, δε, ενδιαφέρον πως από την επιχειρηματολογία που διατρέχει τα άρθρα και τις αναλύσεις των στελεχών του ΔΟΛ απουσιάζει παντελώς το μείζον θέμα του εύκολου, υπέρογκου και χωρίς σημαντικές εξασφαλίσεις δανεισμού που έλαβε τα προηγούμενα χρόνια ο Οργανισμός από τις τράπεζες.
Όπως τα έντυπα του ΔΟΛ δεν φιλοξένησαν ποτέ το γεγονός ότι το Μέγαρο Μουσικής (κυρίως στην εποχή μετά το θάνατο του Χρήστου Λαμπράκη) έλαβε δάνεια περίπου 300 εκατ με…εγγύηση ελληνικού δημοσίου, τα οποία τώρα πληρώνει ο απλός φορολογούμενος επειδή κατέστησαν μη εξυπηρετούμενα, έτσι και σχετικά με τα δάνεια του ΔΟΛ η συζήτηση…απουσιάζει.
Διότι ακόμα και η ορθή επισήμανση από ορισμένους της επιτυχίας κάποιων εκ των ΜΜΕ του ΔΟΛ τίθεται υπό εντελώς διαφορετικό πρίσμα εάν συγκρίνει κανείς μονήρεις και “μοναχικές” εκδοτικές προσπάθειες με εκείνες των μεγάλων συγκροτημάτων Τύπου και δη του ΔΟΛ με εύκολη πρόσβαση σε τεράστιο δανεισμό ή με επιχειρηματικά “ντιλ” στο παρασκήνιο που εξασφάλιζαν απρόσκοπτη χρηματοδότηση, την ώρα που το “δανεικό” χρήμα κατευθυνόταν σε προσωπικούς τραπεζικούς λογαριασμούς στο εξωτερικό…
Με μια ποινική δίωξη, σε βαθμό κακουργήματος, για φοροδιαφυγή και ξέπλυμα 48 εκατ. ευρώ και με έναν τεράστιο δημοσιογραφικό οργανισμό στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, ο Σταύρος Ψυχάρης βρίσκεται, αναμφίβολα, στη δυσκολότερη στιγμή της ζωής του. 
Οι γνωρίζοντες λένε πως είναι, πλέον, η ώρα που τις αποφάσεις θα τις πάρουν οι τράπεζες που διακρατούν τα συμβόλαια των δανείων ύψους 230 εκατ. ευρώ. Υπάρχει λύση και διέξοδος; 
Δύσκολο να το πει κανείς, εάν δεν βρεθεί στρατηγικός επενδυτής και εάν δεν αποφασίσει ο ίδιος ο Σταύρος Ψυχάρης να επενδύσει αρκετά από τα πάρα πολλά εκατομμύρια που λέγεται πως έχει σε τράπεζες του εξωτερικού. Θα το κάνει; Μάλλον απίθανο, αλλά δύσκολο είναι και να βρεθεί επενδυτής.
Κι αυτό είναι που ανησυχεί τα μάλα τους εργαζόμενους στον ΔΟΛ, εκτός, φυσικά, εκείνων που είτε διαθέτουν μεγάλη οικονομική επιφάνεια, είτε έχουν ήδη φροντίσει να μεταπηδήσουν σε άλλες μιντιακές επιχειρήσεις.
Τι γράφει στο άρθρο του ο Σταύρος Ψυχάρης:
Έρχονται στιγμές που όλοι αναγκαζόμαστε να κάνουμε τον απολογισμό μας. Σε αυτές τις ρωγμές του χρόνου που η κανονικότητα χάνεται οφείλουμε να σταθούμε με ειλικρίνεια απέναντι στον εαυτό μας και σε αυτούς στους οποίους λογοδοτούμε. 
Εμείς οι δημοσιογράφοι λογοδοτούμε στους αναγνώστες μας. Σε όλους εσάς που στηρίξατε και στηρίζετε τις εφημερίδες μας, το ραδιόφωνό μας και τις ηλεκτρονικές εκδόσεις μας. Σε όσους δεν μας εγκαταλείψατε ούτε σε αυτή την καθοριστική στιγμή για την επιβίωση του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη.
Ο δρόμος μπροστά μας είναι ανηφορικός, αλλά καμιά φορά, όπως ξέρουν οι ορειβάτες, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να ανεβείς ακόμα ψηλότερα.
Στη μακρά ιστορία μας, έχουμε υπηρετήσει τη δημοσιογραφία, την ελευθερία και τη δημοκρατία έχοντας κρατήσει ως ιερή παρακαταθήκη το προοδευτικό πνεύμα της χώρας από τον Ελευθέριο Βενιζέλο μέχρι σήμερα.
Εχουμε κάνει και σφάλματα, αλλά πάνω στο καμίνι της καθημερινής ειδησεογραφίας μπορεί να αξιολογήσεις τις εξελίξεις με μια οπτική βιαστική που όταν η εικόνα μεγαλώσει και ο χρόνος επανατοποθετήσει τα γεγονότα να σε αδικήσει. Οι βασικές μας επιλογές ωστόσο είχαν μία κατεύθυνση: την πολιτική σταθερότητα και την προκοπή του τόπου, παρά τη μυθολογία που περιβάλλει το «Συγκρότημα».
Καμία κυβέρνηση, καμία πολιτική ή κομματική σκοπιμότητα δεν χωρά στη σχέση μιας εφημερίδας με τους αναγνώστες της. «Το Βήμα» και «Τα Νέα» δεν ανήκουν ούτε στους μετόχους τους ούτε στις τράπεζες ούτε στους επίδοξους επενδυτές. 
Η ιστορία τους είναι βαριά και ξεπερνά τη συγκυρία. Μέχρι χθες γράφαμε εμείς τις εφημερίδες μας. Από αύριο θα τις γράφουμε μαζί σας. 
Δεν θα υποστείλουμε τη σημαία, δεν θα γίνουμε εύκολη λεία για όσους θέλουν να διαμοιράσουν τα ιμάτιά μας και ελπίζουμε να γίνετε εσείς, οι αναγνώστες μας, η ασπίδα μας. Γιατί αν χαθεί το ελεύθερο, προοδευτικό, εκσυγχρονιστικό πνεύμα από τη χώρα, τα νέα δεν θα είναι κακά για τον Τύπο. Θα είναι ακόμη χειρότερα για τη Δημοκρατία.
ΤΟ ΒΗΜΑ

Το άρθρο του διευθυντή του Βήματος Αντώνη Καρακούση για την κρίση στον Τύπο
Η παρούσα κρίση του Τύπου ούτε απλή είναι ούτε συνηθισμένη. Αντιθέτως, είναι πολυπαραγοντική και βαθιά διαρθρωτική. Και βεβαίως δεν αφορά μόνο τα έντυπα και τις ηλεκτρονικές εκδόσεις του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη.
Εκτείνεται σε όλον τον κλάδο και αφορά σχεδόν όλες τις εκδοτικές επιχειρήσεις, μεγάλες και μικρές. Συνέπεσαν τούτα τα χρόνια συνθήκες ξεχωριστές και απολύτως αποδιοργανωτικές.
Εν αρχή ην η κρίση, η μεγάλη οικονομική κρίση που βασανίζει τη χώρα μας από το 2008 και εντεύθεν.
Η αποκάλυψη του συγκεκαλυμμένου ελληνικού οικονομικού προβλήματος, όλος αυτός ο κύκλος της άμετρης κρατικής υπερχρέωσης, βύθισε την οικονομία στην ύφεση, μεταφέροντας κύματα πίεσης σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας.
Οσοι έχουν στοιχειωδώς παρακολουθήσει τις ελληνικές οικονομικές εξελίξεις γνωρίζουν το βάρος που συσσώρευσαν σε όλους τους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας η κατάρρευση και η χρεοκοπία του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
Από την επελθούσα, αλλά μηδέποτε επισήμως ομολογηθείσα χρεοκοπία του κράτους πηγάζουν τα δεινά της τρέχουσας περιόδου. Και είναι αυτή αποτέλεσμα της αδυναμίας του πολιτικού συστήματος να αναγνωρίσει τα σημάδια της επερχόμενης κρίσης και να λάβει εγκαίρως τα μέτρα αποτροπής του μοιραίου.
Το γεγονός δε ότι η κρίση διατηρείται επί τόσα έτη είναι αποτέλεσμα και πάλι της αβελτηρίας κομμάτων και κυβερνήσεων. Ηγεσίες και κόμματα απεδείχθησαν πουκάμισα αδειανά και ελλειμματικοί οργανισμοί, χωρίς επεξεργασίες, χωρίς πρόνοιες, χωρίς εν τέλει δυνατότητες χειρισμού των κρίσιμων υποθέσεων της χώρας.
Το δυστύχημα είναι ότι η αδυναμία της πολιτικής παρέτεινε τη διάρκεια της κρίσης και πολλαπλασίασε τα βάρη. Ακόμη και τώρα αυτή ακριβώς η αβελτηρία συνεχίζει να χαρακτηρίζει την ελληνική πολιτική.
Γι’ αυτό και η Ελλάδα παραμένει μετέωρη, μεταξύ φθοράς και απραξίας, με μόνο εργαλείο επιβίωσης αυτό της αναξιοπρεπούς «ενόπλου επαιτείας».
Στα πολλά χρόνια της κρίσης λοιπόν δεν υπήρξε ανεπηρέαστος κλάδος της ελληνικής οικονομίας. Τα εισοδήματα εκάμφθησαν, η ζήτηση περιορίστηκε, τα νοικοκυριά άρχισαν να κάνουν αιματηρές οικονομίες και οι επιχειρήσεις επίσης. Πρώτες περιορίστηκαν οι λεγόμενες ελαστικές δαπάνες.
Οταν τίθεται θέμα επιβίωσης, τόσο τα νοικοκυριά όσο και οι επιχειρήσεις κόβουν τις θεωρούμενες περιττές ή τις ελαστικές δαπάνες, όπως επικρατεί να λέγονται στα οικονομικά. Ετσι λοιπόν οι δαπάνες για εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία και αντίστοιχα πνευματικά αγαθά περιορίστηκαν δραστικά, όπως μαρτυρεί και το μαζικό κλείσιμο εκδοτικών επιχειρήσεων και βιβλιοπωλείων στα χρόνια της κρίσης.
Οι επιχειρήσεις από την πλευρά τους, το πλήθος των μεγάλων και μικρών διαφημιζομένων, περιόρισαν εν ριπή οφθαλμού, κάτω από αυτές τις οικονομικές συνθήκες, τις δαπάνες προβολής και επικοινωνίας.
Αποτέλεσμα αυτών των συνθηκών ήταν να περιοριστούν δραματικά τα έσοδα των εκδοτικών επιχειρήσεων τόσο από τις πωλήσεις όσο και από τις διαφημίσεις. Η κάμψη των εισπράξεων ήταν τέτοια που βύθιζε εκ των πραγμάτων την οικονομική θέση των μέσων ενημέρωσης.
Τα παραδοσιακά μέσα δυσκίνητα όπως ήταν, με βαριές οργανώσεις χτισμένες στις εποχές των μεγάλων θριάμβων, δεν ήταν εύκολο να ανταποκριθούν στις νέες συνθήκες, χωρίς μαζικές απολύσεις ή χωρίς δραστικό περιορισμό των εξόδων τους.
Η αλήθεια είναι ότι έγιναν τέτοιες απόπειρες ελέγχου των δαπανών, αλλά το βάθος της κρίσης, κυρίως η διάρκειά της, δημιουργούσε ολοένα και μεγαλύτερες απαιτήσεις, πράγμα που δεν μπορούσε να εξελιχθεί χωρίς εντάσεις και αποδιοργανωτικές συγκρούσεις. 
Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι ακριβές ότι η συνειδητοποίηση της κρισιμότητας των περιστάσεων άργησε, τα μέτρα καθυστέρησαν και οι όποιες επεμβάσεις ήταν περιορισμένης κλίμακας, μη δυνάμενες να σηκώσουν το βάρος της απαιτούμενης αναδιάρθρωσης και αναδιοργάνωσης.
Από ένα σημείο και πέρα το πρόβλημα έγινε δυσβάστακτο και δυσεπίλυτο. Εξελισσόμενη η κρίση και συνοδευόμενη από έλλειψη κεφαλαίων και εξαφάνιση χρηματοδοτικών εργαλείων προκάλεσε στην κυριολεξία πιστωτική ασφυξία, η οποία με τη σειρά της κατέστησε σχεδόν αδύνατη την έξοδο από την κρίση.
Η οικονομική κρίση συνέπεσε βεβαίως με την τεχνολογική έκρηξη. Οι παραδοσιακές επιχειρήσεις του Τύπου λεηλατήθηκαν για δεύτερη φορά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ήταν η υπερανάπτυξη της τηλεόρασης που αφαίρεσε δυνάμεις και αναγνωστικό κοινό από τον παραδοσιακό Τύπο. Ο ανταγωνισμός της τηλεόρασης υπήρξε έντονος και καταδυναστευτικός των εφημερίδων.
Το Internet ωστόσο, η εισβολή επίσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και βεβαίως το πλήθος των ενημερωτικών sites που τα τελευταία χρόνια πλημμύρισε την αγορά της πληροφορίας και της ενημέρωσης, στρέβλωσαν κατ’ απόλυτο βαθμό τον ανταγωνισμό και λεηλάτησαν στην κυριολεξία τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης.
Νεόκοπος εκδότης, από αυτούς που φιλοδοξούν να κερδίσουν σπουδαία θέση στον κόσμο της νέας μιντιακής εποχής, κόμπαζε τελευταία ότι ευτυχώς υπάρχoυν το in.gr, «Tο Βήμα», ο «Βηματοδότης» και «Τα Νέα» για να τα αντιγράφουμε και να διεκδικούμε διαφήμιση από την αγορά. Μικρές μονάδες, χωρίς δημοσιογράφους, με αμοιβές της πλάκας, χωρίς να πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές, απολαμβάνουν εισόδημα και κέρδη διατηρώντας μόνο θέσεις λίγων αντιγραφέων. Η λεηλασία των παραδοσιακών εκδοτικών επιχειρήσεων εκδηλώθηκε και συνεχίζει να εκδηλώνεται με ωμό τρόπο, χωρίς κανείς να νοιάζεται και χωρίς κανείς βεβαίως να επεμβαίνει.
Αλλά δεν ήταν μόνο η οικονομική κρίση και η τεχνολογική αλλαγή που έθεσαν σε δοκιμασία τις εκδοτικές επιχειρήσεις. Σχεδόν ταυτόχρονα εξελίχθηκαν σημαντικές πολιτικές μετατοπίσεις, οι οποίες επιβάρυναν ακόμη περισσότερο τις συνθήκες για τις παραδοσιακές εκδοτικές επιχειρήσεις.
Με την έναρξη της κρίσης κυριάρχησαν ακραίες λαϊκιστικές δυνάμεις, οι οποίες ανέδειξαν την ασημαντότητά τους διά της πολεμικής εναντίον των εφημερίδων και των δημοσιογράφων. 
Το Mega, o ΔΟΛ και τα πρόσωπα που τα συγκροτούσαν ανεδείχθησαν ως τα μέγιστα κακά του κόσμου τούτου.
Ολες οι αμαρτίες της σύγχρονης πολιτικής και οικονομικής ζωής φορτώθηκαν στα παραπάνω εκδοτικά σχήματα. Αλλοτε πολιτικοί των δρόμων, πρόσωπα ιδεοληπτικά και φορτισμένα από το βάρος της ήττας των νιάτων τους, έδρασαν κατά τρόπο εκδικητικό.
Εκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους προκειμένου να σβήσουν μέσα σε δύο χρόνια την ιστορία προσφοράς στα γράμματα, στις τέχνες, στον πολιτισμό, στην οικονομία και στην πολιτική ενός αιώνα. Δρώντας συνδυασμένα και συντονισμένα προπαγάνδισαν χυδαία και προπαρασκεύασαν με όλα τα μέσα κλίμα ρεβανσισμού και αποκαθήλωσης.

Εργαλειοποίησαν τη Δικαιοσύνη και τις φορολογικές αρχές χτίζοντας πρώτα κατηγορίες και στη συνέχεια διώξεις. Επί δύο χρόνια τα μέσα ενημέρωσης και ιδιαίτερα οι παραδοσιακοί δημοσιογραφικοί οργανισμοί υβρίζονται σε καθημερινή βάση από υπουργούς, στελέχη και τον Πρωθυπουργό τον ίδιο. Δεν υπάρχει μέρα που να μην εκτοξευθεί κάποιου είδους κατηγορία.

Κακά τα ψέματα, το σχέδιο εξόντωσης των ελεύθερων και ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης βρίσκεται τούτο τον καιρό σε πλήρη εξέλιξη.
Με εντολή της κυβέρνησης άλλωστε, σύμφωνα με αξιόπιστες τραπεζικές πηγές, μπλοκαρίστηκε η μισθοδοσία του ΔΟΛ την προπερασμένη Παρασκευή, για να αναιρεθεί την περασμένη Τετάρτη έπειτα από την κοινωνική κατακραυγή. 
Και δεν χωρεί καμία αμφιβολία ότι η κυβέρνηση πιέζει τις τράπεζες να οδηγήσουν τον ΔΟΛ με διαδικασίες εξπρές σε εκκαθάριση και τμηματική πώληση, κομμάτι-κομμάτι, των ιστορικών τίτλων. Ή να τον παραδώσουν σε εκλεκτό της εκδότη ή επιχειρηματία.
 Οφείλουν ωστόσο να γνωρίζουν άπαντες οι εμπλεκόμενοι, πολιτικοί και οι νεόκοποι σύμμαχοί τους τραπεζίτες, ότι οι εφημερίδες δεν είναι ιχθυοκαλλιέργειες. Το βασικό κεφάλαιο των επιχειρήσεων Τύπου συγκροτείται από τα πρόσωπα, τις γνώσεις, τις εμπειρίες και την κουλτούρα που τα συνοδεύουν.
Και αυτό το ανθρώπινο κεφάλαιο δεν φυλακίζεται. Πολύ περισσότερο όταν συγκροτείται από πρόσωπα με πεποιθήσεις και αντιλήψεις συγκεκριμένες.
Είναι προφανές ότι αφερέγγυες επιχειρηματικές λύσεις δεν θα έχουν καμία τύχη. Οπως δεν θα έχει καμία τύχη και η τμηματική πώληση των τίτλων.
Οι ελεύθεροι δημοσιογράφοι έχουν επιλογές. Το πνεύμα του ελεύθερου Βήματος δεν θα χαθεί, ούτε θα αιχμαλωτιστεί. Ας είναι βέβαιοι όλοι γι’ αυτό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου